Ευεργετικός, για τα οικονομικά των νοικοκυριών, θα είναι ο συνδυασμός των πλεονασμάτων που ανακοινώθηκαν χθες από Eurostat και ελληνικό υπουργείο Οικονομικών, με τον κυβερνητικό σχεδιασμό για μείωση του ΦΠΑ.

Ads

Το πρωτογενές πλεόνασμα που καταγράφηκε στην ελληνική οικονομία πέρυσι ανέρχεται στο 4,4% του ΑΕΠ και δημιουργεί έναν δημοσιονομικό χώρο για την προώθηση του κοινωνικού «πακέτου» της κυβέρνησης, μέρος του οποίου θα είναι και η μείωση του ΦΠΑ την οποία προανήγγειλε χθες η υφυπουργός Οικονομικών Κατερίνα Παπανάτσιου και θα επιφέρει, για πρώτη φορά από την έναρξη της κρίσης, μειώσεις στις τιμές βασικών αγαθών.

Σύμφωνα με την Εφημερίδα των Συντακτών, τα παραπάνω θα επιτευχθούν με το σχέδιο «μείωσης της ακρίβειας» που επεξεργάζεται η κυβέρνηση και προβλέπει μετατάξεις αγαθών από τον υψηλό 24% στον χαμηλό ΦΠΑ 13%. Πρόκειται για μια απόφαση – σταθμό στη μνημονιακή περιπέτεια της χώρας καθώς για πρώτη φορά ύστερα από μία οκταετία συνεχών ανατιμήσεων δρομολογείται μείωση της αξίας σε βασικά είδη διατροφής, όπως είναι ζάχαρη, καφές, αναψυκτικά, χυμοί, αλάτι, ξίδι, ποτά, αλλαντικά, μαρμελάδες, σοκολάτες, γκοφρέτες, μπισκότα, παγωτά, κρουασάν, μπαχαρικά, ζαχαρωτά, προμαγειρεμένα φαγητά, ψωμί του τοστ, φρυγανιές, παξιμάδια, πατατάκια κ.ά.

Στον υψηλό συντελεστή ΦΠΑ βρίσκονται επίσης ο κλάδος της εστίασης, τα εισιτήρια και οι υπηρεσίες σταθερής και κινητής τηλεφωνίας. Η μείωση θα είναι αισθητή στο καλάθι με τα προϊόντα της νοικοκυράς αφού θα αγγίξει το 13% ισχυροποιώντας τη ζήτηση, η οποία με τη σειρά της θα συμπαρασύρει προς τα πάνω τα δημόσια έσοδα. Η πτώση των τιμών θα είναι αποτέλεσμα της μείωσης του ΦΠΑ που θεωρείται φόρος «βαρόμετρο» για την αγορά και τον καταναλωτή. Το μέτρο εντάσσεται στο «πακέτο» φοροελαφρύνσεων που θα εξαγγείλει ο ίδιος ο πρωθυπουργός.

Ads

Αναφερόμενη στις φοροελαφρύνσεις η υφυπουργός προανήγγειλε τη μείωση του ΦΠΑ και του εισαγωγικού συντελεστή φορολόγησης των φυσικών προσώπων από το 22% στο 20%. Πρόκειται για προτάσεις οι οποίες «αυτή την περίοδο βρίσκονται πάνω στο τραπέζι των συζητήσεων, κοστολογούνται ήδη από το Γενικό Λογιστήριο και μετά το Πάσχα θα ληφθούν οι σχετικές αποφάσεις».

Τις νέες μειώσεις των φόρων θα «χρηματοδοτήσει» πιθανότατα το υπερπλεόνασμα του 2018 που διαμορφωθηκε στο 4,4% του ΑΕΠ και η υπέρβαση σε σχέση με τον μνημονιακό στόχο για 3,5% φθάνει το 1,46 δισ. ευρώ σε απόλυτα νούμερα. Με αυτό το ποσό το «μαξιλάρι» των εσόδων φτάνει ήδη τα 50 δισ. ευρώ και η κυβέρνηση θα υποβάλει αίτημα να χρησιμοποιήσει μέρος αυτών των κεφαλαίων για παροχές. Στα σενάρια περιλαμβάνεται και η διανομή έξτρα μερίσματος και μάλιστα άμεσα, πολύ πριν από το τέλος του έτους. Αλλωστε, σύμφωνα, με την κ. Παπανάτσιου, «η οικονομία πηγαίνει καλά, κάναμε αίτηση στον ESM για την αποπληρωμή μέρους των δανείων του ΔΝΤ και το καλό κλίμα μάς επιτρέπει να δώσουμε στους πολίτες αυτό που τους αναλογεί». Υπέρβαση στόχου Το 2018 ήταν ακόμη ένα έτος με υπερπλεόνασμα, καθώς καταγράφηκε υπέρβαση από τον στόχο του προγράμματος για 3,5% του ΑΕΠ κατά 0,79 μονάδες του ΑΕΠ. Στο υπουργείο Οικονομικών είχαν προαναγγείλει αποτέλεσμα 3,9% του ΑΕΠ για το περασμένο έτος, ενώ στο τέλος του 2018 η κυβέρνηση προχώρησε σε διανομή κοινωνικού μερίσματος και καταβολή αναδρομικών σε ειδικά μισθολόγια, άνω των 2 δισ. ευρώ. Εάν δεν είχαν μεσολαβήσει αυτές οι παροχές, τότε το πρωτογενές αποτέλεσμα του 2018 θα είχε προσεγγίσει το 5,5% του ΑΕΠ. Σε όρους Eurostat το πρωτογενές πλεόνασμα ήταν ακόμη πιο υψηλό, καθώς ανήλθε στο 4,4%, ενώ σε απόλυτους αριθμούς το συγκεκριμένο μέγεθος έφτασε στα 8,149 δισ. ευρώ, έναντι πρωτογενούς πλεονάσματος 6,946 δισ. ευρώ (3,9% του ΑΕΠ) το 2017 και 6,430 δισ. ευρώ (3,6% του ΑΕΠ) το 2016. Το 2015 είχε κλείσει με πρωτογενές έλλειμμα 3,758 δισ. ευρώ ή 2,1% του ΑΕΠ.

Ανοιχτή επαναφορά της 13ης σύνταξης

Ανοιχτό είναι το ενδεχόμενο επαναφοράς της 13ης σύνταξης και την απόφαση θα πάρει ο πρωθυπουργός με βάση τα δημοσιονομικά δεδομένα, σύμφωνα με την Εφη Αχτσιόγλου, η οποία ωστόσο ξεκαθαρίζει ότι είναι ζήτημα υπό διερεύνηση και όχι υπόσχεση. Η υπουργός Εργασίας σε συνέντευξή της στον ΑΝΤ1 άφησε ανοιχτό ακόμα ένα ενδεχόμενο, αυτό της επιστροφής των αναδρομικών στους συνταξιούχους από τις περικοπές του 2012 που κρίθηκαν αντισυνταγματικές το 2015, για την περίοδο που μεσολαβεί από τη δημοσίευση της απόφασης του ΣτΕ (Ιούνιος 2015) έως την ψήφιση του νόμου Κατρούγκαλου (Μάιος 2016). Και σ’ αυτήν την περίπτωση όλα εξαρτώνται από τα δημοσιονομικά δεδομένα. «Αναφορικά με το διάστημα από την έκδοση της απόφασης του ΣτΕ μέχρι την ψήφιση της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης, εξετάζουμε τις δημοσιονομικές δυνατότητες. Ο δημοσιονομικός χώρος για το 2019 χρησιμοποιήθηκε σε συγκεκριμένα μέτρα ανακούφισης που περιέγραψε ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ. Ωστόσο, έχουμε αποδείξει ότι κάθε εκατοστό δημοσιονομικού χώρου που διασφαλίζουμε το χρησιμοποιούμε αμέσως για να υποστηρίζουμε τους συνταξιούχους και τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία και να απαλύνουμε πληγές των πολιτικών της περιόδου 2010- 2014. Αυτό θα πράξουμε και σε σχέση με το ζήτημα των αναδρομικών» ανέφερε χαρακτηριστικά η Εφη Αχτσιόλγου.