Θολό παραμένει το τοπίο της οικονομικής ενίσχυσης των πληττόμενων από την πανδημία αυτοαπασχολούμενων και ελεύθερων επαγγελματιών.
 
Η κυβέρνηση τους εντάσσει μαζί με όλους τους επιχειρηματίες στην 4η εκδοχή της επιστρεπτέας προκαταβολής, χωρίς όμως ακόμα να έχει εκδώσει την ΚΥΑ που θα ορίζει τα ποσά και τις ημερομηνίες καταβολής, ενώ για τους «επιστήμονες» ο Γιάννης Βρούτσης έχει υποσχεθεί ένα επίδομα που μένει να νομοθετηθεί.
 
Να ενταχθούν όλοι οι αυτοαπασχολούμενοι, επιστήμονες και ελεύθεροι επαγγελματίες στο επίδομα των 800 ευρώ ζητούν με ερώτησή τους προς τον υπουργό Οικονομικών, 53 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ με σχετική ανακοίνωση την οποία εξέδωσε.
 
Τα ποσά της Επιστρεπτέας Προκαταβολής «4» δεν έχουν οριστεί, οπότε κανείς δεν μπορεί να βγάλει ακόμα τα κομπιουτεράκια και να υπολογίσει αν οι πληττόμενοι από την πανδημία αυτοαπασχολούμενοι και ελεύθεροι επαγγελματίες θα βγουν κερδισμένοι ή χαμένοι με καθαρά λογιστικούς όρους από την επιλογή της κυβέρνησης να τους αντιμετωπίσει όπως όλους τους επιχειρηματίες. Αυτό που μοιάζει πιο σίγουρο είναι ότι σε επίπεδο κάλυψης των τρεχουσών αναγκών τους αυτοί οι άνθρωποι θα δυσκολευτούν πάρα πολύ.
 
Η κυβέρνηση φαίνεται να μη λαμβάνει υπ’ όψιν της ότι μεγάλη μερίδα των πληττόμενων από την πανδημία αυτοαπασχολούμενων και ελεύθερων επαγγελματιών είναι είτε «με μπλοκάκι», δουλεύουν δηλαδή με σχέσεις εξαρτημένης εργασίας, είτε τα όποια κέρδη τους είναι τόσο μικρά που δεν επιτρέπουν να περνά μήνας χωρίς έσοδα. Με άλλα λόγια, όπως ενδεχομένως να το διατύπωνε και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, είναι εξαρτημένοι από το εισόδημά τους.
 
Για να δοθεί απάντηση σε αυτό το πρόβλημα, 53 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ με επικεφαλής τη Θεοδώρα Τζάκρη ζητούν από τον Χρήστο Σταϊκούρα να αντιμετωπιστούν οι αυτοαπασχολούμενοι, επιστήμονες και ελεύθεροι επαγγελματίες ως μισθωτοί και ως εκ τούτου να έχουν τις εξής βοήθειες:

Ads
  • εφάπαξ ενίσχυση των 800 ευρώ (με ειδική αναφορά σε επιστήμονες- ελεύθερους επαγγελματίες- αυτοαπασχολούμενους δικηγόρους καθώς και τους επιστήμονες των κλάδων της υγείας, των κατασκευών, της γεωργίας/περιβάλλοντος και των οικονομολόγων που πλήττονται από το lockdown)
  • απαλλαγή του 40% των μισθωμάτων επαγγελματικής στέγης (με άμεση επιστροφή του 50% της μείωσης στους ιδιοκτήτες ακινήτων)
  • απαλλαγή από τις ασφαλιστικές εισφορές μέχρι το τέλος του έτους (31-12-2020)

Από την πλευρά του το ΚΚΕ χαρακτηρίζει απαράδεκτο τον αποκλεισμό αυτοαπασχολούμενων και ελεύθερων επαγγελματιών από το επίδομα ειδικού σκοπού, δηλαδή τα 800 ευρώ και θεωρεί ότι η ένταξη των αυτοαπασχολούμενων και ελεύθερων επαγγελματιών στο μέτρο της επιστρεπτέας προκαταβολής «δεν καλύπτει τις μεγάλες ανάγκες, αφού όπως λένε από τον Περισσό

  • απευθύνεται αποκλειστικά και μόνο σε όσους έχουν κλείσει με κρατική εντολή, αφήνοντας όλους τους υπόλοιπους, που αντίστοιχα έχει μειωθεί δραματικά ο τζίρος τους, χωρίς κανένα μέτρο στήριξης και
  • όσοι δικαιούνται και καταφέρουν να ενταχθούν σε αυτή, θα κληθούν κατά το ήμισυ να την αποπληρώσουν, μαζί με τις υπόλοιπες ρυθμίσεις σε εφορία, ταμείο, τράπεζες, ιδιώτες κλπ που έχουν προς το παρόν ανασταλεί.

Η ελληνική «πρωτιά» στους αυτοαπασχολούμενους
 
Η τοποθέτηση των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και αυτή του ΚΚΕ φαίνεται να ανταποκρίνεται περισσότερο στις ανάγκες αυτοαπασχολούμενων και ελεύθερων επαγγελματιών των οποίων το εισόδημα μειώνεται δραστικά από τα μέτρα περιορισμού της πανδημίας. Μια ρύθμιση προς αυτή την κατεύθυνση ωστόσο θα ήταν μια προσωρινή ανακούφιση, διότι το πραγματικό πρόβλημα, σε μια καπιταλιστική οικονομία όπως θέλει (;) να είναι η ελληνική, είναι η ίδια η ύπαρξη πολύ μεγάλου αριθμού αυτοαπασχολουμένων και ελεύθερων επαγγελματιών των οποίων το οικονομικό προφίλ μοιάζει περισσότερο με προφίλ μισθωτού παρά με αυτό του επιχειρηματία.
 
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Eurostat, η χώρα μας είναι με διαφορά πρώτη στην ΕΕ στο ποσοστό των αυτοαπασχολουμένων μέσα στο σύνολο των εργαζομένων, 8 μονάδες πάνω από τη δεύτερη Ιταλία και με διπλάσιο ποσοστό από το μέσο όρο των χωρών της ΕΕ, του Ηνωμένου Βασιλείου συμπεριλαμβανομένου.
 
Συγκεκριμένα για το 2018, στην Ελλάδα το 30% των εργαζομένων ήταν αυτοαπασχολούμενοι, στην Ιταλία το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 22%, στην Πολωνία 18% και τη Ρουμανία 17%. Ο μέσος όρος των αυτοαπασχολουμένων είχε διαμορφωθεί κάτω από το 15%. Σχετικά λίγους αυτοαπασχολούμενους επί του συνόλου των εργαζομένων έχουν η Γερμανία και η Σουηδία (9%) και η Δανία με το Λουξεμβούργο (8%).
 
Το μεγάλο ποσοστό αυτοαπασχολουμενων δημιουργεί στρεβλώσεις σε πολλά επίπεδα και προβλήματα σαν κι αυτό της φύσης της οικονομικής ενίσχυσης που αρμόζει σε αυτή την κατηγορία σε μια συνθήκη κρίσης σαν κι αυτή που διανύουμε. Ενδεικτικά αναφέρουμε δύο πτυχές τέτοιων στρεβλώσεων, από δύο διαφορετικές οπτικές γωνίες: Οι θιασώτες ενός καπιταλισμού που λειτουργεί σωστά βλέπουν στο μεγάλο αριθμό αυτοαπασχολουμενων μεγάλο περιθώριο φοροδιαφυγής, όσοι από την άλλη θέλουν την κοινωνική πλειοψηφία να συντάσσεται σε κοινές διεκδικήσεις, μάλλον βλέπουν τον μεγάλο αριθμό αυτοαπασχολούμενων που όμως έχουν αγοραστική δύναμη μισθωτών ως παράγοντα κατακερματισμού του εν δυνάμει κινήματος.