Στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, όπως αυτό σκιαγραφείται στο νομοσχέδιο του υπουργείου που βρίσκεται ήδη στη Βουλή, με μόνιμους γιατρούς που θα «κυνηγούν πελάτες» και με τους ιδιώτες να είναι αμφίβολο εάν θα καλύπτουν τα κενά, ο ρόλος των ειδικευόμενων και των επικουρικών γιατρών προδιαγράφεται αναβαθμισμένος. Όμως η κυβέρνηση δεν τους επιφυλάσσει κίνητρα. Μόνο υποχρεώσεις και αξιολόγηση.

Ads

Χωρίς να έχει υλοποιηθεί η δέσμευση του Κυριάκου Μητσοτάκη για μονιμοποίησή τους στο ΕΣΥ και χωρίς καν να έχουν εξασφαλιστεί οι θέσεις τους από 1η Ιανουαρίου, το υπουργείο Υγείας θεσμοθετεί την αξιολόγηση των επικουρικών (βλ. συμβασιούχων) γιατρών και σοβαρές κυρώσεις σε περίπτωση αρνητικών κρίσεων. Την ίδια ώρα οι ειδικευόμενοι από το 4ο έτος της ειδικότητας θα δουν μειώσεις στις αποδοχές τους και πιθανές μετακινήσεις από το ένα νοσοκομείο στο άλλο.

Αξιολόγηση στην ανασφάλεια

Καθώς μιλάμε για το νομοσχέδιο που καταργεί την πλήρη και αποκλειστική απασχόληση των νοσοκομειακών γιατρών και δίνει τη δυνατότητα σε ιδιώτες να εργάζονται στο Δημόσιο, έχει πέσει αναλογικά λιγότερο φως σε άλλες παρεμβάσεις που περιέχει αλλά είναι πολύ σημαντικές. Η θέσπιση αξιολόγησης ειδικά για τους επικουρικούς γιατρούς είναι μια τέτοια καθώς έρχεται την ίδια ώρα που ωθεί τους μόνιμους γιατρούς του ΕΣΥ προς άγρα ασθενών στο ιδιωτικό επάγγελμα. 

Ads

«Για ποιό λόγο τώρα κάποιος να γίνει επικουρικός γιατρός εφόσον μπορεί να εργαστεί στο ΕΣΥ και ως ιδιώτης;» αναρωτιέται ρητορικά η Σοφία Κουκίδου, επικουρική πνευμονολόγος στο «Σωτηρία», αναφερόμενη στο άρθρο 7 του νομοσχεδίου που προβλέπει την πλήρωση θέσεων από ιδιώτες σε καθεστώς μερικής απασχόλησης, εφόσον έχει προηγηθεί άγονη προκήρυξη. Το νομοσχέδιο εξάλλου προβλέπει ότι οι ενδιαφερόμενοι ιδιώτες θα λαμβάνουν αποδοχές ανάλογες με αυτές του Επιμελητή Β’, όπως ακριβώς και οι επικουρικοί. 

Το νομοσχέδιο εξειδικεύει τους όρους αξιολόγησης μόνο για τους επικουρικούς γιατρούς με στόχο, όπως ισχυρίζεται το υπουργείο, τη «βελτίωση των ικανοτήτων και των παρεχόμενων ιατρικών υπηρεσιών» καθώς και την «ενίσχυση της λογοδοσίας τους». Προβλέπει μάλιστα και αποκλεισμό τους από το σύστημα σε περίπτωση αρνητικών αξιολογήσεων.

«Σε περίπτωση αρνητικής, ειδικώς αιτιολογημένης, αξιολόγησης, η σύμβαση των ιατρών και οδοντιάτρων που υπηρετούν ως επικουρικό προσωπικό δεν ανανεώνεται ούτε παρατείνεται», διαβάζουμε στο άρθρο 13. Για τους επικουρικούς με διετείς και πλέον συμβάσεις, ο αποκλεισμός τους θα έρχεται μετά από δύο αρνητικές αξιολογήσεις. 

Όπως σε κάθε οργανισμό, η αξιολόγηση είναι θετική έννοια, υπό την προϋπόθεση ότι οι αξιολογούμενοι εκτελούν συγκεκριμένα καθήκοντα υπό καλές και προβλεπόμενες συνθήκες. Όπως λένε οι ίδιοι οι επικουρικοί, τίποτα από τα δύο δεν ισχύει. «Αμοιβόμαστε και θεωρητικά έχουμε τα καθήκοντα της βαθμίδας του Επιμελητή Β’. Όμως στην πράξη καλύπτουμε κενά, όπου κι αν αυτά προκύψουν. Πάνω σε τί θα αξιολογηθούμε;», σημειώνει η κα. Κουκίδου

«Δεν είμαι κατά της αξιολόγησης αλλά πρέπει να γίνεται για όλο το προσωπικό και όχι μόνο για τους επικουρικούς. Ειδικά για τους περισσότερους από εμάς που μπήκαμε στο ΕΣΥ μέσα στην πανδημία, σηκώνοντας πολύ μεγάλο βάρος, νομίζω ότι η αξιολόγηση έχει ήδη γίνει», τονίζει από τη μεριά της η Αθηνά Φωθιαδάκη, επικουρική γιατρός στον Ευαγγελισμό, πάνω στην πυρηνική ιατρική.

«Κάθε τόσο περιμένουμε τις παρατάσεις των συμβάσεων που γίνονται με το σταγονόμετρο. Σκεφτείτε ότι στις 31 Δεκεμβρίου λήγουν οι συμβάσεις των περισσότερων από εμάς και μέχρι τώρα, τέλος Νοεμβρίου, δεν υπάρχει κάτι χειροπιαστό για το 2023. Είμαστε επί της ουσίας αιχμάλωτοι του συστήματος αφού προσπαθούμε να συγκεντρώνουμε προϋπηρεσία μέχρι να προκηρυχθεί κάποια θέση μόνιμου γιατρού στην ειδικότητα του καθενός», προσθέτει η γιατρός.

Έως και μείωση αποδοχών με 8 και 9 εφημερίες τον μήνα

Όπως οι επικουρικοί, έτσι και οι ειδικευόμενοι νέοι γιατροί σηκώνουν πολύ μεγάλο βάρος στην δύσκολη καθημερινότητα των δημόσιων νοσοκομείων, κι όμως με το νομοσχέδιο που θα έρθει την Πέμπτη προς ψήφιση στην Ολομέλεια της Βουλής, η κυβέρνηση τους επιφυλάσσει από ελάχιστες αυξήσεις έως και μειώσεις στις αποδοχές. 

«Για εμάς τους ειδικευόμενους γιατρούς, το νομοσχέδιο προβλέπει την κατάργηση της προσαύξησης ανάλογα με τα χρόνια της προϋπηρεσίας. Έτσι για όσους βρίσκονται στο 4ο ή μεγαλύτερο έτος της ειδικότητας, προκύπτει μείωση αποδοχών», υπογραμμίζει ο Μηνάς Καραγιάννης, ειδικευόμενος νεφρολόγος στο «Αττικό». «Για να καταλάβετε, ο μισθός του ειδικευόμενου γιατρού που είναι στο 4ο έτος της ειδικότητας και κατατάσσεται στο μισθολογικό κλιμάκιο 3 σήμερα είναι 1283 ευρώ μεικτά. Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις διαμορφώνεται στα 1258 ευρώ», προσθέτει.

Ο Μηνάς Καραγιάννης μεταφέρει μάλιστα πως οι ειδικευόμενοι γιατροί κάνουν περισσότερες εφημερίες από κάθε άλλη βαθμίδα. «Σύμφωνα με τον νόμο, πρέπει να κάνουμε είτε επτά εφημερίες εκ των οποίων δύο αργίες ή έξι εφημερίες με τρεις αργίες. Επίσης για κάθε εφημερία δικαιούμαστε ένα ρεπό μέσα στα επόμενα 24ωρα. Στην πράξη, εξαιτίας της υποστελέχωσης οι περισσότεροι από εμάς κάνουμε οκτώ ή εννιά εφημερίες, χωρίς πάντα να πληρωνόμαστε για τις επιπλέον. Όσο για τα ρεπό, πολύ σπάνια τα παίρνουμε», εξηγεί ο ειδικευόμενος στη νεφρολογία.

Ένας ακόμα λόγος για να μην κάνουν ειδικότητα στην Ελλάδα

Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι απόφοιτοι της Ιατρικής επιδιώκουν να κάνουν την ειδικότητά τους σε νοσοκομεία του εξωτερικού, ώστε να εξασφαλίσουν καλύτερες αποδοχές και ενδεχομένως μια αφετηρία για μόνιμη εγκατάσταση μακριά από την Ελλάδα. Σε επίπεδο διακηρύξεων, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας επιχειρεί το λεγόμενο brain gain, την επιστροφή δηλαδή των δυνατών μυαλών στην χώρα.

Όμως με το νομοσχέδιο που θέλει να ψηφίσει η κυβέρνηση προβλέπει πραγματοποίηση της ειδικότητας σε περισσότερα του ενός νοσοκομείων, νοσοκομεία μάλιστα που μπορεί να βρίσκονται ακόμα και σε διαφορετικές υγειονομικές περιφέρειες. 

«Αυτό είναι ένας ακόμη λόγος για να μην κάνει κάποιος την ειδικότητα στην Ελλάδα», λέει η Γαρυφαλλιά Διαμαντοπούλου που ειδικεύεται στην Παθολογία στο Νοσοκομείο Μεσολογγίου. «Ακόμα και στην ίδια υγειονομική περιφέρεια να ανήκουν τα δύο νοσοκομεία, αυτό μπορεί να σημαίνει πως ένας γιατρός που δηλώνει πως επιθυμεί να κάνει την ειδικότητά του στο νοσοκομείο του Ρίου, μπορεί να βρεθεί στο νοσοκομείο του Πύργου. Θα γίνουμε ακόμα περισσότερο λάστιχο και ακόμα λιγότεροι θα δηλώνουν τα νοσοκομεία της επαρχίας, όπου οι αποστάσεις ακόμα και μέσα στην ίδια ΥΠΕ είναι μεγάλες», παρατηρεί η νέα γιατρός. 

«Το νομοσχέδιο αυτό αλλάζει για πάντα το ΕΣΥ όπως το γνωρίζαμε και αυτό θα έχει συνέπειες στους ασθενείς. Οι πρώτοι που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα των ασθενών είμαστε εμείς οι ειδικευόμενοι γιατροί», καταλήγει η Γαρυφαλλιά Διαμαντοπούλου.