Στον Άρειο Πάγο, με προορισμό τη Βουλή, διαβιβάστηκε η δικογραφία για ατασθαλίες στον Εθνικό Οργανισμό Τουρισμού, προκειμένου βάσει του νόμου περί ευθύνης υπουργών, να αναζητηθούν ενδεχόμενες ευθύνες του αρμόδιου υπουργού της περιόδου 2008-2009, Κ. Μαρκόπουλου.

Ads

Η αρμόδια εισαγγελέας οικονομικού εγκλήματος κ. Σίσκου χειρίζεται την υπόθεση ύστερα από πόρισμα των Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης που έστειλε στη Δικαιοσύνη ο υπουργός Τουρισμού Παύλος Γερουλάνος, στο οποίο φαίνεται να διαπιστώνονται δεκάδες κρούσματα ατασθαλιών και κακοδιαχείρισης κονδυλίων που αφορούσαν την προβολή του τουριστικού προϊόντος της χώρας, εντός και εκτός συνόρων.

Από τη μελέτη των στοιχείων της υπόθεσης, η Εισαγγελία θεώρησε πως θα πρέπει να κριθεί από τον Άρειο Πάγο αν προκύπτουν οι λόγοι που απαιτούνται από το νόμο για τη διαβίβαση της δικογραφίας στη Βουλή ώστε να αποφασιστεί από το Κοινοβούλιο, αν θα πρέπει να ερευνηθεί το ενδεχόμενο ποινικών ευθυνών του αρμόδιου υπουργού.

Σύμφωνα με το υπουργείο Τουρισμού, το πόρισμα του Σώματος Ελεγκτών που είχε εντολή να εξετάσει ζητήματα «νομιμότητας των διαδικασιών ανάθεσης έργων και προμηθειών κατά τα έτη 2008-2009 για την προβολή του Ελληνικού Τουρισμού στην Ελλάδα και στο εξωτερικό μέσω της Διεύθυνσης Υπηρεσιών Εξωτερικού του Οργανισμού» διαπιστώνει:

Ads

– Σημαντική υπέρβαση των εγκεκριμένων κονδυλίων του ΕΟΤ, που την επίμαχη διετία εμφάνισε αύξηση των πιστώσεών του, για δημόσιες σχέσεις με αποτέλεσμα τη συσσώρευση οφειλών του Οργανισμού που υπερβαίνουν τα 7 εκατ. ευρώ, οι οποίες μεταφέρθηκαν στο τρέχον οικονομικό έτος. Επισημαίνει ότι τμήμα των επίμαχων δαπανών έχουν κριθεί από το Ελεγκτικό Συνέδριο ως «μη νόμιμες».

– Έλλειψη συγκεκριμένου σχεδιασμού και πλάνου για την πολιτική και τον προγραμματισμό των ενεργειών δημοσίων σχέσεων του Οργανισμού, ώστε να είναι προσδιορισμένοι οι στόχοι και να έχουν κοστολογηθεί τα πρόσφορα μέσα επίτευξής τους. Αναφέρεται, μάλιστα, στην Έκθεση των Ελεγκτών πως οι ενέργειες στο συγκεκριμένο τομέα, του ΕΟΤ, υπήρξαν «αποσπασματικές» ως προς το σχεδιασμό και την υλοποίησή τους με αποφάσεις που στερούνται σαφή, ειδική και πλήρη αιτιολόγηση για την αναγκαιότητά τους.

Χαρακτηριστικά, οι ελεγκτές επισημαίνουν πως ο Οργανισμός το 2008 «ξεπέρασε το μέτρο» κατά την ανάπτυξη της πολιτικής δημοσίων σχέσεων χωρίς καν να αξιολογηθεί η συμβολή της ούτε προκαταρκτικά ούτε εκ των υστέρων.

Οι ελεγκτές φαίνεται να θεωρούν πως ως αποτέλεσμα αυτής της «προβληματικής» και «αποσπασματικής» πολιτικής του ΕΟΤ έγιναν απευθείας αναθέσεις προμηθειών -αγαθών και υπηρεσιών- χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις για τέτοιους είδους «κατ’ εξαίρεση» διαδικασίες ή σε άλλες περιπτώσεις διενέργειες πρόχειρων διαγωνισμών με κατατμήσεις έργου. Τονίζεται μάλιστα στο πόρισμα πως υπήρξαν διαγωνισμοί τέτοιου τύπου που διενεργήθηκαν την ίδια ημέρα, με συμμετοχή των ίδιων προσώπων (φυσικών ή νομικών) με κατακυρώσεις στον ίδιο ανάδοχο. Με τον τρόπο αυτό παρακαμπτόταν το Δ.Σ. του Οργανισμού, που είναι αρμόδιο για έργα άνω των 50 χιλιάδων ευρώ, αφού αυτού του τύπου οι αναθέσεις ήταν εφικτές με απόφαση του γ.γ. του ΕΟΤ. Πολλές από τις επίμαχες αποφάσεις ανάθεσης, με εισηγήσεις της Διεύθυνσης Υπηρεσιών Εξωτερικού, φέρουν σχετικό σημείωμα προέγκρισης του γ.γ. του ΕΟΤ, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις τόσο το σημείωμα όσο και η εγκριτική απόφαση έπονται χρονολογικά των δελτίων αποστολής των προμηθευομένων υλικών.

Οι επίμαχες αναθέσεις, όπως αναφέρεται στο πόρισμα, αφορούν μόνο τρία πρόσωπα -νομικά ή φυσικά- σε όλη την ελεγχόμενη περίοδο, στερούνται υπογραφών των προσφερόντων, δεν περιλαμβάνουν στοιχεία για το χρόνο και τον τόπο υποβολής τους, στερούνται αναλυτικών περιγραφών τεχνικών χαρακτηριστικών, τρόπου, χρόνου παράδοσης κ.ά.

Τέλος, οι ελεγκτές εντοπίζουν δεκάδες περιπτώσεις δαπανών για δώρα που δίδονται σε άγνωστους αποδέκτες, επιχορηγήσεις φορέων για δράσεις που δεν σχετίζονται με τον τουρισμό, φιλοξενία προσώπων, μετακινήσεις προσώπων χωρίς αιτιολογία και εξήγηση της αναγκαιότητας μετακίνησης, αναιτιολόγητες μισθώσεις οχημάτων, στελεχώσεις γραφείων.

Τη δικογραφία χρεώθηκε να μελετήσει ο αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Ν. Παντελής.