Το νομοσχέδιο που δίνει το «πράσινο φως» για την αποστολή τουρκικών στρατευμάτων στην Λιβύη κατατέθηκε χθες στην τουρκική Βουλή, η ψήφισή του αναμένεται την Πέμπτη 2 Ιανουαρίου, και για να μην μένει καμία αμφιβολία ως προς τους στόχους και την στρατηγική Ερντογάν ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου διαμήνυσε προς πάσα κατεύθυνση ότι «καμία συμφωνία δεν ισχύει χωρίς την Τουρκία».

Ads

Κοινώς, η στρατιωτική παρουσία της Τουρκίας στην Λιβύη αποτελεί την απάντηση στην υπογραφή της συμφωνίας για τον Eastmed – της συμφωνίας, που υπογράφουν επίσης την Πέμπτη στην Αθήνα ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ο ομόλογός του από το Ισραήλ Μπένζαμιν Νετανιάχου και ο Κύπριος πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης. Και, μαζί, αποτελεί και το νέο βήμα κλιμάκωσης του διπλωματικού πολέμου από τον Ερντογάν, με τον Μεβλούτ Τσαβούσογλου να εξηγεί και πάλι, με απόλυτη ευκρίνεια, τα κίνητρα και την στόχευση της Άγκυρας.

«Εμείς», είπε ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, «εξηγήσαμε τους λόγους που έχουμε ανάγκη την έγκριση της αποστολής των στρατευμάτων και για τα εθνικά συμφέροντα της χώρα μας, αλλά και για τις απειλές που είμαστε αντιμέτωποι. Οι υπόλοιπες χώρες της περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου μας απέκλεισαν. Προσπάθησαν ‘να παίξουν μπάλα’ μεταξύ τους τρεις ή και τέσσερις χώρες, όμως εμείς τους λέμε πως καμία συμφωνία δεν ισχύει αν δεν περιλαμβάνει την Τουρκία. Και ο πιο σοφός τρόπος για εσάς είναι να συνεργαστείτε με την Τουρκία, η οποία βρίσκεται και στο μέτωπο και στο τραπέζι».

Κοινώς, ο Ερντογάν θέλει την Τουρκία στρατιωτικά παρούσα στην Λιβύη για να διαπραγματευτεί με την μέγιστη δυνατή ισχύ την επόμενη μέρα – να διεκδικήσει, δηλαδή, προνομιακό ρόλο και μερίδιο τόσο στην γεωπολιτική νέα τάξη πραγμάτων στην περιοχή όσο και στην κατανομή του ενεργειακού πλούτου της περιοχής.

Ads

Είναι το σχέδιο ανάδειξης της Τουρκίας σε ηγεμονικό παράγοντα στην ανατολική Μεσόγειο το οποίο περνά και μέσα από την κλιμάκωση της έντασης με την Ελλάδα. Και το ερώτημα είναι ποια, και πόσο επαρκής, είναι η απάντηση της Αθήνας σ’ αυτήν την στρατηγική που ουδείς πλέον – ακόμη και στο κυβερνητικό στρατόπεδο – αποκλείει ότι μπορεί να κορυφωθεί με την αποστολή ακόμη και τουρκικού γεωτρύπανου νότια της Κρήτης.

Η υπογραφή της συμφωνίας για τον Eastmed θεωρείται απ’ όλες τις πλευρές θετικό και στρατηγικό βήμα, ενώ τόσο από την Λευκωσία όσο και από την Αθήνα υπάρχει ικανοποίηση για την επίσκεψη του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Μάικ Πομπέο στην Κύπρο σχεδόν ταυτόχρονα με την συνάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού με τον αμερικανικό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, την επόμενη Τρίτη.

Το πρώτο ερώτημα, ωστόσο, που τίθεται από διπλωματικές πηγές της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι ποια και πόσο δυναμική συνέχεια θα έχουν αυτές οι κινήσεις από την ελληνική πλευρά – τόσο σε ό,τι αφορά την πίεση προς τον Λευκό Οίκο που δεν βρίσκεται σε απολύτως κοινή γραμμή με το State Department απέναντι στον Ερντογάν, όσο και σε ό,τι αφορά τα μηνύματα που στέλνονται στην ίδια την Τουρκία.

Οι ίδιες πηγές επισημαίνουν ως ανησυχητικό προηγούμενο την συνάντηση – ναυάγιο του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ταγίπ Ερντογάν στο Λονδίνο και εξακολουθούν να διακρίνουν «σύνδρομο φοβικότητας» και «γραμμή κατευνασμού» απέναντι σε έναν Ερντογάν που δείχνει σαφώς ότι θα διεκδικήσει με κάθε μέσο την συνεκμετάλλευση σε Αιγαίο και ανατολική Μεσόγειο.
Το δε ζητούμενο για τον ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι να παρασυρθεί η χώρα στο παιχνίδι στρατιωτικοποίησης της έντασης που προωθεί η Άγκυρα, είναι όμως η υιοθέτηση σκληρής στάσης σε διπλωματικό και γεωπολιτικό επίπεδο με ενίσχυση των στρατηγικών συμμαχιών στην περιοχή και παράλληλη, ισχυρή πίεση για διεθνείς κυρώσεις κατά της Τουρκίας.

Στο πλαίσιο αυτό, και ο τομεάρχης Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ Γιώργος Κατρούγκαλος επεσήμανε χθες ότι η συνέντευξη του πρωθυπουργού στο ΒΗΜΑ πυροδότησε σύγχυση σε ό,τι αφορά το ενδεχόμενο προσφυγής στην Χάγη καθώς είπε ότι μπορούμε να πάμε στο Διεθνές Δικαστήριο μόνον για «τον ορισμό της υφαλοκρηπίδας και των θαλάσσιων ζωνών». 

«Το να θέτεις στον πληθυντικό τις θαλάσσιες ζώνες είναι ιδιαίτερα προβληματικό», είπε ο κ. Κατρούγκαλος, προσθέτοντας: «Μπορεί να ερμηνευθεί ότι αναφέρεται και στην αιγιαλίτιδα ζώνη, στη θαλάσσια ζώνη που περιλαμβάνει τα χωρικά ύδατα. Αυτό δεν ήταν ποτέ στοιχείο της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, εφόσον ο ορισμός των χωρικών υδάτων αποτελεί κυριαρχικό δικαίωμα. Δεν συζητάμε συνοριακές διαφορές με την Τουρκία». 

Έχει ενδιαφέρον ότι λίγη ώρα αργότερα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας με δημοσιογράφους διευκρίνισε ότι όταν μιλάμε για Χάγη μιλάμε «μόνον για την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ». Για μια ακόμη φορά, είχε προηγηθεί ένα λάθος μήνυμα σε λάθος χρόνο από την Αθήνα προς την Άγκυρα και προς τους υπόλοιπους παίκτες του σκληρού γεωπολιτικού πόκερ.