Ψυχραιμία συνιστούν οι σεισμολόγοι μετά τον σεισμό μεγέθους 5,1 βαθμών της Κλίμακας Ρίχτερ που σημειώθηκε το μεσημέρι της Παρασκευής με επίκεντρο τον ορεινό όγκο της Πάρνηθας πάνω από τη Μάνδρα και τη Μαγούλα. Όπως υπογραμμίζουν οι μετασεισμοί θα είναι πολλοί, ωστόσο είναι μέρος της φυσιολογικής μετασεισμικής ακολουθίας. Αξίζει να σημειωθεί πως μέσα σε 90 λεπτά σημειώθηκαν πάνω από δέκα μετασεισμοί με τον ισχυρότερο να είναι εντάσεως 4,2 Ρίχτερ.

Ads

Είναι θετικό ότι υπάρχουν μετασεισμοί τέτοιου μεγέθους δήλωσε ο καθηγητής Γεωλογίας και πρόεδρος του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού Ευθύμιος Λέκκας. «Οι πολίτες θα πρέπει να είναι ψύχραιμοι καθώς θα ακολουθήσουν πολλοί μετασεισμοί», είπε χαρακτηριστικά, διευκρινίζοντας πως θα πρέπει να εξακριβωθεί αν το ρήγμα που προκάλεσε τη σεισμική δόνηση ήταν το ίδιο με αυτό του σεισμού του 1999 ή από κάποιο παρακλάδι αυτού.

Μιλώντας στο Open για τη μετασεισμική δραστηριότητα, ο καθηγητής Γεωλογίας υποστήριξε πως βρισκόμαστε «σε πολύ καλό δρόμο», λόγω του σεισμού των 5,1 Ρίχτερ και του μεγάλου μετασεισμού, ενώ πρόσθεσε πως ευελπιστούν να υπάρξουν και άλλοι μετασεισμοί της τάξεως των 2,3 και 4 Ρίχτερ, ώστε να αποσυμφορηθεί η κατάσταση, δηλαδή να εκτονωθούν οι τεκτονικές δυνάμεις. «Με βάση τα θεωρητικά μοντέλα είναι πολύ πιθανό να έχουμε έναν σεισμό της τάξεως των 4,5 βαθμών. Αλλά αυτός ο σεισμός σε καμία περίπτωση δεν θα δημιουργήσει πρόβλημα», είπε ο κ. Λέκκας.

Απευθυνόμενος στους κατοίκους της Αθήνας και των γύρω περιοχών, ο σεισμολόγος κατέληξε λέγοντας «να δίνουν βάση μόνο στις επίσημες ανακοινώσεις και τα επίσημα όργανα της πολιτείας. Δεν θα έπρεπε να δίνουν βάση σε φημολογίες και κινδυνολογίες, οι οποίες δεν έχουν καμία υπόσταση και δεν έχουν κανένα επιστημονικό αντίκρυσμα».

Ο καθηγητής σεισμολογίας του ΑΠΘ, Μανώλης Σκορδίλης, μιλώντας στο Αθηναϊκό Πρακτορείο, τόνισε: «Η διέγερση βρίσκεται σε εξέλιξη, ο μεγαλύτερος σεισμός που είχαμε μετά από τον σεισμό των 5,1 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ έγινε στις 15.11 με μέγεθος 4,2 βαθμών. Ο χώρος ο οποίος έχει διεγερθεί έχει ένα μήκος περίπου πέντε με έξι χιλιόμετρα που φαίνεται ότι αυτό είναι το μήκος του σεισμικού ρήγματος που έδωσε το συγκεκριμένο σεισμό». Υπογράμμισε επίσης ότι, «ένα τέτοιο μήκος σεισμικού ρήγματος δεν δικαιολογεί εκδήλωση σεισμού μεγαλύτερου από αυτόν που έχει γίνει ως τώρα, αυτό είναι το αισιόδοξο μήνυμα που έχουμε μέχρι στιγμής». Σύμφωνα με τον κ. Σκορδίλη, ο σεισμός έγινε «κοντά στη βορειοδυτική απόληξη του ρήγματος που έδωσε τον σεισμό του 1999. Δεν έχουμε διέγερση γειτονικής περιοχής ή κάποιου άλλου ρήγματος».

Ads

Ο καθηγητής σεισμολογίας του ΑΠΘ Κώστας Παπαζάχος, εξέφρασε την εκτίμηση πως ο σεισμός προέρχεται από τον ίδιο εστιακό χώρο του σεισμού του 1999, ενώ συνέστησε επίσης ψυχραιμία στους πολίτες διευκρινίζοντας και αυτός ότι θα ακολουθήσουν πολλοί μετασεισμοί. «Ο σεισμός σημειώθηκε στην ίδια περιοχή με αυτόν του 1999, οπότε είναι λογικό να ξυπνήσουν άσχημες μνήμες στους κατοίκους του Λεκανοπεδίου. Από εδώ και πέρα πιθανότατα θα αναπτυχθεί μία έντονη φημολογία ότι θα ακολουθήσει ένας πολύ μεγάλος σεισμός. Πρέπει να βοηθήσουμε όλοι, ώστε οι πολίτες να ενημερώνονται σωστά και να μην πανικοβάλλονται», τονίζει ο καθηγητής σεισμολογίας του ΑΠΘ.

Μιλώντας στην ΕΡΤ, ο σεισμολόγος Γεράσιμος Παπαδόπουλος έκανε λόγο για έναν «ισχυρό σεισμό». «Ήταν επιφανειακός και έγινε εντονότατα αισθητός σε όλη την Αττική, αλλά και στη βόρεια Πελοπόννησο και ακόμη μακρύτερα, σύμφωνα με μαρτυρίες που λάβαμε», ανέφερε υπογραμμίζοντας πως υπήρξαν αναφορές από την Εύβοια και τη Στερεά Ελλάδα. Τώρα, όπως είπε, «προέχει η ψυχραιμία απ’ όλους, ιδίως στην περιοχή του κέντρου. Αν διαπιστώθηκαν εμφανείς βλάβες, πρέπει άμεσα να ζητείται η συμβουλή μηχανικού, του δήμου ή και ιδιώτη». «Είναι βέβαιο ότι θα επακολουθήσουν μετασεισμοί. Και οι κάτοικοι θα πρέπει να είναι ψυχολογικά έτοιμοι», ανέφερε ο κ. Παπαδόπουλος. 

Για πολλούς μετασεισμούς μίλησε και ο καθηγητής σεισμολογίας Άκης Τσελέντης. «Θα ακολουθήσουν αρκετοί μετασεισμοί το επόμενο διάστημα. Ο σεισμός προήλθε από το δυτικό ρήγμα του ορεινού όγκου της Πάρνηθας που δεν είχε σπάσει με τον σεισμό του 1999. Δεν περιμέναμε αυτό το ρήγμα να δώσει σεισμό» είπε, υπογραμμίζοντας το μικρό εστιακό βάθος που τον κατέστησε ιδιαίτερα αισθητό.