Σύμφωνα με ρεπορτάζ της «Εφημερίδας των Συντακτών» πτώση καταγράφουν οι µισθολογικές αποδοχές των εργαζοµένων στο ελληνικό ∆ηµόσιο.

Ads

Συγκεκιρμένα, μελέτη του Κοινωνικού Πολύκεντρου της Α∆Ε∆Υ, που επικαλείται η «ΕφΣυν» καταγράφει µείωση κατά 25,6% του µέσου µισθού των Ελλήνων δηµοσίων υπαλλήλων µεταξύ 2008 – 2020. Επιπλέον, ανάµεσα στις ευρωπαϊκές χώρες, η Ελλάδα έρχεται πρώτη σε αρνητική προσαρµογή του µισθού των δηµοσίων υπαλλήλων. Αντίστοιχα στην Πορτογαλία, την Ισπανία ή την Κύπρο, όπου έχουν επιβληθεί µνηµόνια, οι µισθοί των δηµοσίων υπαλλήλων εµφανίζουν αυξήσεις.

Στο ρεπορτάζ αναφέρεται πως η µελέτη µε τίτλο «Το επίπεδο και η εξέλιξη των αµοιβών στον Ελληνικό ∆ηµόσιο Τοµέα από την κρίση του 2009-10 µέχρι σήµερα» (εκπονήθηκε από τον καθηγητή του Παντείου Πανεπιστηµίου, Σταύρο Μαυρουδέα, και τον ερευνητή στο Κέντρο Προγραµµατισµού και Οικονοµικών Ερευνών, Κώστα Πασσά) αποτυπώνει µια σηµαντική µετατόπιση προς τα κάτω των εισοδηµάτων των δηµοσίων υπαλλήλων και ταυτόχρονα αύξηση των µισθολογικών ανισοτήτων µεταξύ των διαφόρων κατηγοριών τους.

Πέρα από τις άµεσες µειώσεις µισθών (κατάργηση 13ου – 14ου µισθού, σωρευτική περικοπή 20% διαφόρων επιδοµάτων κ.ά.), βασικό εργαλείο για την περικοπή του µισθολογικού κόστους ήταν η θέσπιση του ενιαίου µισθολογίου – βαθµολογίου, επισηµαίνει η µελέτη, επικαλούµενη έρευνα του καθηγητή Εργασιακών Σχέσεων, Γ. Κουζή. Μεταξύ άλλων, µε τον ν. 4024/2011, οι κατώτεροι µισθοί µειώθηκαν στα 780 (από 850) ευρώ, καταργήθηκαν επιδόµατα, «πάγωσε» η µισθολογική εξέλιξη, οι υπάλληλοι επανακατατάχθηκαν σε χαµηλότερα µισθολογικά κλιµάκια και υποβαθµίστηκαν µισθολογικά εργαζόµενοι στοιχειώδους και µέσης εκπαίδευσης και νέοι υπάλληλοι. Το αποτέλεσµα ήταν να µειωθούν µισθοί δηµοσίων υπαλλήλων κατά 20%-53%, ανά περίπτωση.

Ads

Το επίπεδο αµοιβών στον ελληνικό δηµόσιο τοµέα «είναι από τα χειρότερα ανάµεσα στις χώρες της Ε.Ε. και της ευρωζώνης», τονίζει η µελέτη, παρατηρώντας ότι, ενώ «παραµένουν πάντα καθηλωµένοι» οι µισθοί των Ελλήνων δηµοσίων υπαλλήλων, «σε αρκετές άλλες χώρες της Ε.Ε. έχουν ήδη αρχίσει να δίνονται µισθολογικές αυξήσεις στον δηµόσιο τοµέα». Στην ευρωπαϊκή σύγκριση, η «οικτρή εικόνα» των µισθολογικών συνθηκών στο ελληνικό ∆ηµόσιο «γίνεται εντονότερη». Συγκεκριµένα, ενώ στην Ελλάδα ο µέσος µισθός στο ∆ηµόσιο έχει µειωθεί κατά 25,6% την περίοδο 2008-2020:

  • αυξήθηκε κατά 23,8% στην Ευρωπαϊκή Ενωση των «27»,
  • αυξήθηκε κατά 21,4% στην ευρωζώνη,
  • εµφάνισε «εντυπωσιακές αυξήσεις» σε χώρες του ευρωπαϊκού κέντρου, όπως 37,2% στη Γερµανία, 29,8% στην Ολλανδία και 21,8% στη Γαλλία,
  • αυξήθηκε ακόµα και σε χώρες όπου εφαρµόστηκαν περιοριστικά µέτρα, όπως η Κύπρος (6,3%), η Ισπανία (6,3%) και η Πορτογαλία (5,2%).

Περιοριστικές πολιτικές εφαρµόστηκαν και στην Ιρλανδία, όπου καταγράφεται µείωση του µέσου µισθού στο ∆ηµόσιο κατά 6,5%, «που όµως πάλι είναι αισθητά µικρότερη συγκριτικά µε την ελληνική αποµείωση κατά 25,6%», τονίζεται στη µελέτη.

image

Εσωτερικές ανισότητες

Εκτός από τη µείωση των µισθών, οι µελετητές εντοπίζουν και διεύρυνση ανισοτήτων. Ειδικότερα, στη δεκαετία 2010-2020, υπάλληλοι µε µισθό:

  • κάτω των 900 ευρώ, αυξήθηκαν στο 20% του συνόλου (συγκριτικά µε 12% το 2010)
  • 900-1.000 ευρώ αυξήθηκαν στο 10% του συνόλου (από 6%)
  • 1.000-1.100 ευρώ αυξήθηκαν στο 16% (από 11%)
  • 1.100-1.300 ευρώ αυξήθηκαν στο 32% (από 29%)
  • 1.300-1.600 ευρώ µειώθηκαν στο 17% (από 27%)
  • άνω των 1.600 ευρώ µειώθηκαν στο 6% (από 15%)

Από την άλλη, µεταξύ 2010-2020, ανώτερα διευθυντικά και διοικητικά στελέχη του ∆ηµοσίου υπέστησαν µεσοσταθµικές µειώσεις (ύψους 11,2%: από 1.632 ευρώ σε 1.449 ευρώ) µικρότερες συγκριτικά µε όλους τους υπόλοιπους συναδέλφους τους. Οι µειώσεις στους επιστήµονες δηµόσιους υπάλληλους (γιατροί, εκπαιδευτικοί κ.λπ.) ανήλθαν σε 15,8% (από 1.366 ευρώ σε 1.150 ευρώ). Οι µειώσεις στους τεχνικούς ανήλθαν σε 13,4% (από 1.265 ευρώ σε 1.096 ευρώ) και στη µεγάλη κατηγορία των υπαλλήλων γραφείου, οι µειώσεις ανήλθαν στο 15,3% (από 1.196 ευρώ σε 1.013 ευρώ).

Αυξάνεται, επίσης, η µισθολογική απόκλιση µεταξύ των δύο φύλων: ο µέσος µισθός για τους άνδρες υπαλλήλους υποχωρεί κατά 14,7% (από 1.326 ευρώ σε 1.131 ευρώ), κατά 15,4% στις γυναίκες (από 1.210 ευρώ σε 1.024 ευρώ).

Ευάλωτοι

Όπως τονίζεται στο ρεπορτάζ της «ΕφΣυν», στο σηµερινό δυσµενές µακροοικονοµικό περιβάλλον, γενικότερα οι µισθωτοί αναµένουν νέα πλήγµατα στο εισόδηµά τους. Αν και κατά την περίοδο 2010-2020 οι τιµές αγαθών παρέµεναν σχετικά σταθερές, «αντίθετα, κατά την παρούσα περίοδο η σοβαρή άνοδος του πληθωρισµού θα οδηγήσει σε ανάλογη µείωση της αγοραστικής δύναµης των εργαζοµένων, αν δεν υπάρξει αντίστοιχη αύξηση των µισθών», τονίζουν οι µελετητές.

Σύµφωνα µε παλαιότερες µελέτες, η ιδιόµορφη ελληνική οικονοµία «κρατιέται» σε σηµαντικό βαθµό από τις καταναλωτικές δαπάνες δηµοσίων υπαλλήλων και συνταξιούχων και θεωρείται ότι µια αύξηση στις αποδοχές των παραπάνω κοινωνικών οµάδων µπορεί να οδηγήσει σε ένα ανοδικό οικονοµικό «σπιράλ». Η µελέτη του Κοινωνικού Πολύκεντρου επισηµαίνει ότι ο δηµόσιος τοµέας στην Ελλάδα παίζει διαχρονικά «στρατηγικό ρόλο στη λειτουργία της οικονοµίας»
και τονίζει ότι η διπλή (υγειονοµική και οικονοµική) κρίση του Covid-19 «έκανε ακόµη πιο έντονη την ανάγκη ισχυρού κρατικού οικονοµικού παρεµβατισµού».

Η πανδηµία, εκτός από την ενίσχυση των βασικών οικονοµικών πολιτικών, επέβαλε και την υλική µεγέθυνση τουλάχιστον του δηµόσιου τοµέα υγείας, «καθώς ο ιδιωτικός τοµέας υγείας αποδείχθηκε ανίκανος να αντιµετωπίσει την υγειονοµική πλευρά της κρίσης», τονίζουν οι µελετητές, συµπληρώνοντας ότι «το γεγονός ότι ο ελληνικός ιδιωτικός τοµέας παραµένει πάντα κατά βάση κρατικοδίαιτος συντείνει σε αυτόν τον σηµαντικό ρόλο του δηµόσιου τοµέα».

Η µελέτη συµπίπτει µε την αυριανή πανεργατική απεργία που έχει κεντρικό σύνθηµα «Ο µισθός δεν φτάνει, ο λογαριασµός δεν βγαίνει». Η Α∆Ε∆Υ, µεταξύ άλλων, διεκδικεί άµεσες αυξήσεις µισθών, ίσες τουλάχιστον µε την αύξηση του ΑΕΠ και του πληθωρισµού, επαναφορά 13ου-14ου µισθού, κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης, στήριξη του Εθνικού Συστήµατος Υγείας και προσλήψεις για την κάλυψη των χιλιάδων σηµερινών οργανικών κενών στο ∆ηµόσιο.