Στο Συμβούλιο της Επικρατείας προσέφυγαν, ο σύμβουλος της Επικρατείας, Δημήτρης Μακρής και οι δικηγόροι, Μανώλης Φωτάκης και Δημήτρης Ιωαννίδης, ζητώντας να ακυρωθεί ο διορισμός της ηγεσίας της Δικαιοσύνης από τη νέα κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, καθώς, όπως τονίζουν, είναι παράνομη η μη υπογραφή των Προεδρικών Διαταγμάτων από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Προκόπη Παυλόπουλο, σχετικά με τις αλλαγές που είχε αποφασίσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.

Ads

Οι αιτούντες  ζητούν από την Ολομέλεια του ΣτΕ να ακυρωθεί ο διορισμός της ηγεσίας τη Δικαιοσύνης  από τη νέα κυβέρνηση, καθώς θεωρούν παράνομη τη μη υπογραφή των διαταγμάτων που εξέδωσε το Υπουργικό Συμβούλιο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο.

Την αίτηση ακύρωσης υπογράφει ο καθηγητής του Διοικητικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, Πάνος Λαζαράτος, και θέτει υπό δικαστική κρίση την κρίσιμη περίοδο Μαίου – Ιουνίου 2019, όταν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν υπέγραψε τα Προεδρικά Διατάγματα επιλογής ηγεσίας των δύο εν λόγω ανωτάτων δικαστηρίων, από το τότε Υπουργικό Συμβούλιο, με αποτέλεσμα η νέα κυβέρνηση να επιλέξει τελικά άλλα πρόσωπα για την ηγεσία της Δικαιοσύνης.

Σε δήλωσή του ο κ. Λαζαράτος αναφέρει πως «πρόκειται για μια ιδιαίτερα σημαντική υπόθεση, η οποία αφορά τα άκρως επίκαιρα ζητήματα της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης έναντι της εκτελεστικής εξουσίας, καθώς και του ακριβούς ρόλου του Προέδρου της Δημοκρατίας στο πολίτευμά μας. Το Σύνταγμα, εκτός από πολιτικό, είναι ιδίως νομικό κείμενο, ερμηνευόμενο με αυστηρούς μεθοδολογικούς κανόνες, ανάλογους με αυτούς που ισχύουν σε όλα τα πεδία του δικαίου. Τούτους τους αυστηρούς κανόνες προσπαθεί να υπηρετήσει το δικόγραφο που κατατέθηκε σήμερα ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, ως μείζονος εγγυητού της ορθής νομικής ερμηνείας του Συντάγματος».

Ads

Αν οι αιτιάσεις ως προς το θέμα της επιλογής των τριών αντιπροέδρων του ΣτΕ γίνουν δεκτές από το Ανώτατο Δικαστήριο, δημιουργείται μείζον νομικό θέμα και για τις επιλογές των προσώπων στον Άρειο Πάγο. 

«Παράνομη»

Όπως αναφέρεται στο δικόγραφο, «ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας παρανόμως παρέλειψε την έκδοση των διαταγμάτων προαγωγής, αναφορικά με τις θέσεις δικαστικών λειτουργών στον Άρειο Πάγο και το Συμβούλιο της Επικρατείας. Η υποχρέωσή του να εκδώσει αμελλητί τα διατάγματα προαγωγής στις θέσεις του Προέδρου και του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου επανενεργοποιήθηκε μετά την επιβεβαίωση και επανυποβολή τους με τις υπ’ αριθμ. 18, 19 και 20 /21-6-2019 πράξεις του Υπουργικού Συμβουλίου. Η παράλειψη, λοιπόν, της αμελλητί εκδόσεως των προεδρικών διαταγμάτων, συνιστά παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας.

  • Ωστόσο, η επίμαχη παράλειψη του Προέδρου της Δημοκρατίας είναι διαρκής, υπό την έννοια ότι αδιαλείπτως έως σήμερα παραλείπεται η έκδοση του προεδρικού διατάγματος αναφορικά με την προαγωγή των αντιπροέδρων του ΣτΕ, και άρα διαρκώς παραλείπεται α) η συμμόρφωση στη συνταγματική υποχρέωση εκδόσεως του προεδρικού διατάγματος και β) η άρση της ήδη συντελεσθείσας παρανομίας, λόγω της παραλείψεως εκδόσεως του κρίσιμου προεδρικού διατάγματος. Πρόκειται για διαρκή παράλειψη οφειλόμενη νόμιμης ενέργειας της Διοίκησης, με αναλογική εφαρμογή της ΣτΕ 1214/2002, για τη διαρκή παρανομία των οργάνων του Δημοσίου (κατά την οποία η διαρκής εξακολούθηση της παρανομίας της Διοίκησης, στηριζόμενη στην άπαξ τελεσθείσα παρανομία μέσω διοικητικής πράξης – ή παράλειψης- , εκκινεί νέα αυτοτελή παραγραφή για κάθε έτος στο οποίο ανάγεται η ζημία).
  • Κατά μείζονα λόγο εν προκειμένω, το χρονικό σημείο στοιχειοθετήσεως της το πρώτον συντελεσθείσας παραλείψεως του Προέδρου της Δημοκρατίας δεν είναι νομικά κρίσιμο για την εξέταση του εμπροθέσμου της παρούσας, καθώς η διαρκής παρανομία του Προέδρου της Δημοκρατίας, η οποία είναι εξακολουθητική και αναγεννά την υποχρέωση του προς πράξη συνεχώς, καθιστά την παρούσα αίτηση ακυρώσεως εμπροθέσμως ασκηθείσα.
  • Άλλως και επικουρικώς, η έκδοση του επίμαχου προεδρικού διατάγματος έπρεπε να διενεργηθεί το αργότερο την 1η Ιουλίου 2019, ήτοι την ημερομηνία κατά την οποία κενώνονταν οι θέσεις των Αντιπροέδρων του Συμβουλίου της Επικρατείας. Από την ημερομηνία τούτη, λοιπόν, συντελείται το πρώτον παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας, η οποία, όμως σε αντιστοιχία προς τα ανωτέρω, είναι διαρκής. Συνεπώς, και υπό αυτή την εκδοχή, η παρούσα αίτηση ακυρώσεως τοποθετείται στη σφαίρα του εμπροθέσμου.

Νομικοί λόγοι

Σύμφωνα με τους νομικούς ισχυρισμούς η παράλειψη εκδόσεως του προεδρικού διατάγματος προαγωγής των τριών Αντιπροέδρων του Συμβουλίου της Επικρατείας, είναι  παράνομη, κατά τους αιτούντες, για τους ακόλουθους λόγους:

  1. Παραβιάζει ευθέωςτο άρθρο 90 παρ. 5 του Συντάγματος, κατά το οποίο, εν προκειμένω, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε δέσμια αρμοδιότητα να εκδώσει το επίμαχο προεδρικό διάταγμα.
  2. Παραβιάζει την ανωτέρω συνταγματική διάταξη, ερμηνευομένη σε συνδυασμό με τα άρθρα 26 παρ. 2, 35 παρ. 1, 50, 30 παρ. 1, 82 παρ. 1 και 85 Συντ., τα οποία ορίζουν τον θεσμικό ρόλο και τις (συγκεκριμένες) αρμοδιότητες που διαθέτει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ενόψει των οποίων δεν επιτρεπόταν σε αυτόν να απόσχει από την έκδοση του επίμαχου προεδρικού διατάγματος.
  3. Παραβιάζει την ανωτέρω συνταγματική διάταξη, σε συνδυασμό με τις συνταγματικές, αλλά και υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις (άρθρα 26 παρ. 3, 87 παρ. 1 και 2, 88, 20 παρ. 1 Συντ. και 2, 19 ΣΕΕ, 47 ΧΘΔΕΕ και 6 παρ. 1 ΕΣΔΑ),  οι οποίες κατοχυρώνουν το κύρος και την ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών και από τις οποίες απορρέουν η αρχή της συνέχειας των κρατικών λειτουργιών, ειδικότερα δε η συνταγματική επιταγή για ομαλή λειτουργία των ανωτάτων δικαστηρίων.
  4. Τυχόν αποδοχή της δυνατότητας αρνησικυρίας του Προέδρου της Δημοκρατίας ως προς τα προεδρικά διατάγματα προαγωγής των επιλεγέντων δικαστικών λειτουργών αναιρεί τον ρυθμιστικό, σταθεροποιητικό και εγγυητικό ρόλο του, ενώ παράλληλα καθιστά τη δικαστική εξουσία δέσμια των πολιτικών επιλογών τόσο της απελθούσας, όσο και της επερχόμενης πολιτικής ηγεσίας.