Μια ακόμη «επωφελή» συμφωνία με την κυβέρνηση Μητσοτάκη, αυτή τη φορά αναφορικά με τα ΕΛΠΕ και τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων, δείχνει έτοιμος να εξασφαλίσει ο όμιλος Λάτση.

Ads

Σύμφωνα με ρεπορτάζ της Εφημερίδας των Συντακτών, ο εν λόγω επιχειρηματικός  Όμιλος, ο οποίος πρωταγωνιστεί και στην υπόθεση του Ελληνικού μέσω της Lamda Development, επιδιώκει μέσω της διατήρησης του ελέγχου στα Ελληνικά Πετρέλαια να κυριαρχήσει στο ενεργειακό μέλλον της χώρας. Κάτι τέτοιο θα γίνει μέσω της συμμετοχής του σχεδόν σε όλες (στις 9 από τις 13) τις έρευνες και εξορύξεις υδρογονανθράκων που θα πραγματοποιηθούν στις θαλάσσιες και χερσαίες περιοχές που έχουν παραχωρηθεί, σε συνεργασία με κολοσσούς όπως οι ExxonMobil, Total, Repsol, Energean και Edison.

Αξίζει να σημειωθεί πως στην παρούσα φάση η πλευρά Λάτση διαθέτει το 45,5% των μετοχών των ΕΛΠΕ, έναντι 35,5% του Δημοσίου, ενώ τώρα της δίνεται η ευκαιρία να αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο της μικρής ενεργειακής αυτοκρατορίας με τζίρο σχεδόν 10 δισ.

Η «ευκαιρία» της ατελέσφορης πώλησης των μετοχών και η καθοριστική «λεπτομέρεια»

Ads

Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ της Εφημερίδας των Συντακτών, η  «ευκαιρία» της πλευράς Λάτση βασίζεται στην αθέτηση της συμφωνίας που είχε επιτευχθεί με το Δημόσιο τον Απρίλιο του 2018 για την από κοινού διάθεση του 50,1% μετοχών των ΕΛΠΕ σε στρατηγικό επενδυτή μέσω διεθνούς διαγωνισμού. Συγκεκριμένα, στις 3 Απριλίου του περασμένου έτους  οι βασικοί μέτοχοι των ΕΛΠΕ, το ΤΑΙΠΕΔ και η Paneuropean (Ομιλος Λάτση) είχαν υπογράψει μνημόνιο κατανόησης βάσει του οποίου το Δημόσιο (ΤΑΙ- ΠΕΔ) θα πωλούσε το 20% και η Paneuropean το 30,1%.  Η κυβέρνηση επεδίωκε, παράλληλα, να μην ανατραπεί ο νόμος που δίνει τον έλεγχο του Δημοσίου στη διοίκηση των ΕΛΠΕ (με το δεδομένο ότι θα εξακολουθούσε να κατέχει το 15%), αλλά και να διαφυλαχθούν, μετά την πώληση, τα δικαιώματα του Δημοσίου στο χαρτοφυλάκιο της έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων.

Ένα χρόνο μετά όμως, ο διαγωνισμός κηρύχθηκε άγονος, με πολλούς να επιρρίπτουν τις ευθύνες στον τότε υπουργό Περιβάλλοντος, Γιώργο Σταθάκη, για την εξέλιξη αυτή.

Η «λεπτομέρεια» που τότε παραβλέφθηκε, σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εφημερίδας, ήταν πως η πλευρά Λάτση πιθανότατα δεν ήταν σε θέση να πουλήσει το μερίδιό της. Κι αυτό γιατί η Paneuropean, σύμφωνα με τις οικονομικές καταστάσεις του 2017, είχε συνολικές δανειακές υποχρεώσεις 637 εκατ. ευρώ, μέρος των οποίων ήταν δάνειο 167 εκατ. από την Credit Suisse με ενέχυρο σχεδόν το σύνολο των μετοχών της στα ΕΛΠΕ Το υπόλοιπο του δανεισμού της, περίπου 470 εκατ., άνευ εξασφαλίσεων, οφειλόταν στη Rockefort Investments Corp., με έδρα Παναμά, πιθανότατα συμφερόντων του Ομίλου Λάτση. Με λίγα λόγια, παρά τη συμφωνία με το Δημόσιο, η πλευρά Λάτση ήδη από τον περασμένο Απρίλιο ούτε μπορούσε ούτε ήθελε να πουλήσει τις μετοχές της στα ΕΛΠΕ.

Το ζήτημα όμως παραμένει σε εκκρεμότητα, καθώς  η πώληση του πλειοψηφικού πακέτου των ΕΛΠΕ με στόχο έσοδα τουλάχιστον 500 εκατ. ήταν δέσμευση έναντι των εκπροσώπων των θεσμών, κάτι που η Κομισιόν «υπενθύμισε» με σαφήνεια σε έκθεσή της ένα μόλις μήνα μετά τις εκλογές.

Τα σενάρια που εξετάζονται

Με βάση τα παραπάνω, τα σενάρια που εξετάζονται πλέον από τους εκπροσώπους των θεσμών, όπως αναφέρει η Εφημερίδα των Συντακτών, είναι τα εξής:

1) Η πώληση με τοποθέτηση μέσω Χρηματιστηρίου, που ήταν η χειρότερη λύση και δεν την ήθελαν ούτε οι εκπρόσωποι των θεσμών, αλλά φαίνεται ότι την προκρίνει η σύμβουλος ιδιωτικοποίησης Goldman Sachs και η ηγεσία του ΤΑΙΠΕΔ. Η τοποθέτηση μέσω Χ.Α. δεν έχει μεν ρίσκο αποτυχίας, αλλά έχει ένα discount 15% στην τιμή της μετοχής, άρα λιγότερα έσοδα.

2) Νέος διαγωνισμός για την πώληση του 35% σε στρατηγικό επενδυτή, με προσφορά και δικαιωμάτων στο μάνατζμεντ. Αυτή θα ήταν η προτιμητέα λύση στην περίπτωση που οι εκπρόσωποι των θεσμών έβαζαν το μαχαίρι στον λαιμό. Χωρίς δικαιώματα στο μάνατζμεντ το τίμημα θα είχε μεγαλύτερη έκπτωση, έως 25% από τη χρηματιστηριακή τιμή της μετοχή των ΕΛΠΕ, ενώ με μάνατζμεντ όχι μόνο δεν υπήρχε έκπτωση αντίθετα πρόσθετο τίμημα έως 20% από την τιμή του Χ.Α., επομένως, περισσότερα έσοδα.

3) Η τρίτη και προτιμότερη για το δημόσιο συμφέρον εναλλακτική ήταν η εκχώρηση στο ΤΑΙΠΕΔ για διάστημα μέχρι τριών ετών των κερδών που εισπράττει το Δημόσιο από τα ΕΛΠΕ, περίπου 150-200 εκατ. τον χρόνο. Ετσι, θα καλυπτόταν ανώδυνα, και χωρίς το Δημόσιο να χάνει τον στρατη γικό έλεγχο στα ΕΛΠΕ, η υποχρέωση για έσοδα 500 εκατ. από τις αποκρατικοποιήσεις.

Ο Όμιλος Λάτση παίζει (πολύ κερδοφόρες) καθυστερήσεις

Πλέον, όμως είναι σαφές πως μετά την εκλογή της κυβέρνησης Μητσοτάκη ο Όμιλος Λάτση φαίνεται να έχει λόγο να καθυστερήσει όσο περισσότερο μπορεί την πώληση του μεριδίου του, με σκοπό να αντλήσει τις μεγαλύτερες δυνατές υπεραξίες από την προνομιακή συμμετοχή του στα ΕΛΠΕ, έχοντας ως δεδομένο πως οι αρμόδιοι θα κάνουν τα «στραβά μάτια». Ιδιαίτερα σε αυτή τη συγκυρία που η κυβέρνηση προωθεί σαρωτικές ιδιωτικοποιήσεις σε όλο το φάσμα της ενεργειακής αγοράς. Μάλιστα, δεν είναι τυχαίο πως από πολλά ΜΜΕ προωθείται ως «μονόδρομος» η χρονοβόρα πώληση μέσω  Χρηματιστηρίου.

Όπως αναφέρει μάλιστα το ρεπορτάζ της Εφημερίδας των Συντακτών, το εύρος των υπεραξιών που μπορεί να αντλήσει ο Ομιλος Λάτση από την παραμονή του στα ΕΛΠΕ σε κυρίαρχη θέση, μετά τη συρρίκνωση της συμμετοχής του Δημοσίου σε ποσοστό 10%-15%, είναι τεράστιο. Από τις αρχές του 2015 η τιμή της μετοχής τους έχει υπερδιπλασιαστεί, ενώ το ενεργειακό τους χαρτοφυλάκιο ενισχύεται όχι μόνο από τις διεθνείς εξελίξεις που ωθούν ψηλά την τιμή του πετρελαίου, αλλά και από τη συμμετοχή τους στις έρευνες εξόρυξης υδρογονανθράκων σε 9 από τις 13 θαλάσσιες και χερσαίες περιοχές της χώρας που έχουν παραχωρηθεί.  Μόλις προχθές κατατέθηκαν στη Βουλή προς κύρωση 4 ακόμη συμβάσεις παραχώρησης, όλες με συμμετο- χή των ΕΛΠΕ Επιπλέον, τα ΕΛΠΕ, ως κάτοχος του 35% της ΔΕΠΑ, θα διεκδικήσουν την απόκτησή της στην πλήρη ιδιωτικοποίηση που προωθεί η κυβέρνηση,

Όλα τα παραπάνω τη στιγμή που, όπως αναφέρεται και στο ρεπορτάζ, του Ι. Παπαθανασίου (πρώην ΥΠΟΙΚ της κυβέρνησης Καραμανλή) στη θέση του (μη εκτελεστικού) προέδρου, αλλά και η διοικητική αναβάθμιση της εκπροσώπηση της πλευράς Λάτση μέσω του ορισμού ως διευθύνοντα συμβούλου του Ι. Σιαμίση, δείχνει τις προθέσεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη.