Η mainstream εκτίμηση εντός ΣΥΡΙΖΑ παραμένει εκείνη που λέει ότι τα Τέμπη αποτελούν διαχωριστική γραμμή για το πολιτικό σκηνικό, πως το «προ Τεμπών» είναι τελείως διαφορετικό από το «μετά Τεμπών» τοπίο, και ότι η φθορά της κυβέρνησης έχει πια βαθιά δομικά χαρακτηριστικά που κάνουν την προοπτική της πολιτικής ανατροπής στόχο απολύτως ρεαλιστικό.

Ads

Τα ποιοτικά στοιχεία των τελευταίων δημοσκοπήσεων, ανεξαρτήτως εύρους διαφοράς, στηρίζουν σε έναν βαθμό αυτή την οπτική:

Το συναίσθημα της οργής διαχέεται και φουντώνει σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, η εικόνα της αποτελεσματικής κυβέρνησης και του αποτελεσματικού πρωθυπουργού έχει καταρρεύσει και – σε κάποιες τουλάχιστον, μετρήσεις ο ΣΥΡΙΖΑ έχει φθάσει να προηγείται σε θετικές γνώμες έναντι της ΝΔ σε ό,τι αφορά την στάση αμφοτέρων στο δυστύχημα των Τεμπών.

Ενδεικτικά, στην χθεσινοβραδυνή δημοσκόπηση της Alco για τον Αlpha το 83% των ερωτηθέντων δήλωσε πως το τραγικό δυστύχημα έχει επηρεάσει αρνητικά τη συνολική εικόνα της κυβέρνησης, το 52% χαρακτήρισε «μη ειλικρινή την συγγνώμη του πρωθυπουργού, και στο ερώτημα ποιο είναι καταλληλότερος για να κυβερνήσει προηγείται ο «κανένας» με 36% έναντι 33% του Κυριάκου Μητσοτάκη και 26% του Αλεξη Τσίπρα.

Ads

Το εύρημα, όμως, στο οποίο στέκονται ιδιαίτερα στην Κουμουνδούρου είναι εκείνο που δείχνει ότι το αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο είναι πια βαριά αποδυναμωμένο: Στο πάγιο ερώτημα στις δημοσκοπήσεις της MRB «ποιο κόμμα θα σας στενοχωρούσε αν κέρδιζε τις εκλογές έστω και με μία ψήφο διαφορά» το 39% των πολιτών απαντά ΝΔ και το 31,7% ΣΥΡΙΖΑ. ‘Ητοι, η «αντιΝΔ» τάση υπερτερεί πια κατά 7,3% της «αντιΣΥΡΙΖΑ» τάσης.

Για όσους ωστόσο εντός ΣΥΡΙΖΑ επιμένουν να διαβάζουν τα βαθύτερα πολιτικά ρεύματα το εν λόγω εύρημα μπορεί να αποτελεί πρόδρομο ανατροπής υπό μια προϋπόθεση: ότι στις εκλογές θα κυριαρχήσει απόλυτα η αρνητική ψήφος. Οση κι εάν είναι η οργή στην κοινωνία, κάτι τέτοιο δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένο διότι οι δημοσκοπήσεις βγάζουν ένα ακόμη κρίσιμο στοιχείο – τις πολύ περιορισμένες μετακινήσεις απ’ ευθείας από την ΝΔ στον ΣΥΡΙΖΑ.

Κοινώς, μπορεί το αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο να σπάει στο ευρύτερο εκλογικό σώμα, δεν σπάει όμως σε σημαντική μερίδα των ψηφοφόρων εκείνων που το 2019 ψήφισαν ΝΔ και τώρα είναι απογοητευμένοι, ή και οργισμένοι από την κυβέρνηση. Και το «αντι-ΝΔ» ρεύμα δεν δείχνει μέχρι στιγμής δυναμική μετατροπής σε ρεύμα υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ.

Αυτή η εικόνα, σύμφωνα με έμπειρο δημοσκόπο και αναλυτή, μπορεί να οδηγήσει, κατ΄αρχάς, σε δύο δρόμους: Eίτε σε ψήφο διαμαρτυρίας που  θα επανασυσπειρωθεί στη ΝΔ στις δεύτερες κάλπες της ενισχυμένης αναλογικής (το λιγότερο πιθανό σενάριο αυτή την στιγμή), είτε σε τόσο ευρεία διασπορά της ψήφου που η οποιαδήποτε κυβερνητική λύση προκύψει σε δεύτερες, ή και τρίτες, κάλπες να είναι λύση πολιτικής αστάθειας.

Υπάρχει και τρίτη εκδοχή, εκείνη της διαμόρφωσης πλαισίου προοδευτικής διακυβέρνησης από την πρώτη κάλπη της απλής αναλογικής αλλά, κατά τον ίδιο δημοσκόπο, είναι μια εκδοχή που έχει μια πολύ συγκεκριμένη προϋπόθεση: να καταφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ έως τις εκλογές να βρει και να περάσει το περίφημο θετικό αφήγημα – ήτοι, να πείσει ότι μπορεί να κυβερνήσει καλύτερα και πιο αποτελεσματικά από τη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη.