Τα ελληνικά ΜΜΕ είναι τα πιο αναξιόπιστα του κόσμου. Και αυτό δεν είναι fake news, αλλά μια θλιβερή πραγματικότητα, με αποδείξεις.

Ads

Σε έρευνα που έγινε στις αρχές του χρόνου από το Pew Research Center, ανάμεσα σε 38 χώρες σε ολόκληρο τον πλανήτη, η χώρα μας βρίσκεται στην τελευταία θέση όσον αφορά την εμπιστοσύνη των πολιτών προς τα ΜΜΕ. Πιο συγκεκριμένα μόλις το 18% θεωρεί ότι τα πολιτικά ζητήματα παρουσιάζονται αντικειμενικά, μόλις το 25% πιστεύει τις ειδήσεις που αφορούν την κυβέρνηση και τους αξιωματούχους, μόλις το 22% θεωρεί πως οι ειδήσεις μεταδίδονται στη σωστή τους διάσταση, ενώ ούτε καν οι μισοί, αλλά μόλις το 42% των Ελλήνων πιστεύει πως τα νέα που παρακολουθούν στα δελτία ειδήσεων είναι όντως τα πιο σημαντικά νέα της ημέρας.

Και πως να μην συμβαίνει αυτό όταν το Mega πρόσθεσε ήχους επεισοδίων στο βίντεο – ντοκουμέντο της δολοφονίας Γρηγορόπουλου, το Βήμα κυκλοφόρησε με ρεπορτάζ για τα «ψυχρά χαμόγελα» στη συνάντηση Καραμανλή – Ερντογάν που όμως ακυρώθηκε εφόσον τυπώθηκε η εφημερίδα, το Πρώτο Θέμα ακολούθησε γιαγιάδες να πηγαίνουν στην τράπεζα με τσιλιαδόρους της Χρυσής Αυγής που αποδείχτηκαν γιοι τους, ο ΣΚΑΪ έσπευσε να αποδώσει τη δολοφονία Φύσσα σε καβγά για το ποδόσφαιρο, πριν από το δημοψήφισμα είδαμε άλλες γιαγιάδες να κάνουν η μία στην άλλη τον τσιλιαδόρο σε ΑΤΜ… της Βενεζουέλας, ενώ πρόσφατα ψάξαμε όλοι πως θα πάρουμε κι εμείς το «επίδομα σφραγίδας». Τρανταχτές περιπτώσεις από τις αναρίθμητες που τόσο η fake, όσο και η mythbusted εκδοχή τους απασχόλησαν την κοινή γνώμη, βάζοντας όχι ένα λιθαράκι, αλλά την ταφόπλακα στην εμπιστοσύνη των πολιτών απέναντι στα ΜΜΕ.

«Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς!» είναι η αφοπλιστική απάντηση που δίνει ο Δημήτρης Τρίμης – δημοσιογράφος και πρώην πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ – στο tvxs.gr στο ερώτημα ποιο από τα fake news που έχουμε ακούσει ή διαβάσει είναι το πιο τρανταχτό. «Υπάρχουν fake news ανώδυνα, όπως π.χ το ότι σπείρα έκοβε τα ρολά κουζίνας στα δύο και τα πούλαγε για χαρτιά υγείας, που κινούνται σε μία ανώδυνη σφαίρα σάτιρας, τα περισσότερα δεν είναι όμως έτσι», λέει. «Το επικίνδυνο είναι να πιστεύει κάποιος ότι Πακιστανοί πρόσφατα έθεσαν υπό ομηρία και βασάνισαν έναν αστυνομικό, όπως αρχικά μεταδόθηκε, ενώ ο αστυνομικός ήταν αυτός που πήγε να ληστέψει τους μετανάστες – μικροπωλητές, όπως τελικά αποδείχτηκε. Θα ήταν ενδιαφέρον να γινόταν μια έρευνα που θα έδειχνε το πόσοι τελικά έχουν μάθει την πραγματική είδηση και πόσοι έχουν μείνει με την αρχική εντύπωση», συνεχίζει και τονίζει τον κίνδυνο της διαμόρφωσης στερεοτύπων μέσα από μια άναρχη ενημέρωση, όπου «ο καθένας είναι έτοιμος να πιστέψει αυτό που θα ήθελε ή αυτό που του είπαν ότι θα ήθελε».

Ads

image

Πώς φτάσαμε στην τελευταία θέση

«Η γνώμη των πολιτών για την αναξιοπιστία των ελληνικών ΜΜΕ είναι ένα σταθερό φαινόμενο που ενισχύθηκε και παγιώθηκε εν μέσω της κρίσης», παρατηρεί ο Δ. Τρίμης. «Τον καιρό που ξεκίνησα να δημοσιογραφώ εγώ, υπήρχαν επιχειρήσεις που μπορούσαν με αξιοπιστία αλλά και οικονομική υγεία και αυτάρκεια να ζητήσουν από τους δημοσιογράφους τους να απευθυνθούν απευθείας στους πολίτες, να κριθούν και να στηριχθούν από αυτούς», λέει. «Τώρα, όμως, κυριάρχησε η διαπλοκή. Η δομή, η ιδεολογικοπολιτική εξάρτηση, η οικονομική κατάσταση των μέσων και κατά συνέπεια το περιεχόμενο τους είναι βαθύτατα προβληματικά, πράγμα που αποτελεί κοινή γνώση», εξηγεί. «Χρειάζεται να αναρωτηθούμε που ακούσαμε κάτι και ποιος το είπε για να κρίνουμε την ακρίβεια της γνώσης που μας παρέχουν τα ΜΜΕ. Αυτό πρέπει να ξανακερδηθεί», θα πει ο κ. Τρίμης.

Και τώρα τι κάνουμε;

Υπάρχει εύκολη λύση στην κρίση αξιοπιστίας των ΜΜΕ και ποια είναι αυτή; Ο Δ. Τρίμης εκτιμά πως για να ανακτήσουμε τον πλουραλισμό και την αξιοπιστία των ελληνικών ΜΜΕ, χρειάζεται αυτά να εξασφαλίσουν όσο το δυνατόν περισσότερο την οικονομική αυτοδυναμία τους. Χρειάζεται επίσης η επαναφορά των συλλογικών δικαιωμάτων των δημοσιογράφων, αλλά και η υψηλή και συνεχής εκπαίδευσή τους.

Εξαιρετικά σημαντικό θα ήταν να συνυπογραφεί εκ νέου ένας κώδικας αρχών αλλά και να υπάρχουν συμβούλια δεοντολογίας στην οργανωτική δομή των μέσων, ώστε να σταθμίζεται κάθε στιγμή η ποιότητα των ειδήσεων και των σχολίων που μεταφέρονται, χωρίς βέβαια να περιορίζεται η ελευθερία της γνώμης. Δεν διαφωνεί επίσης με την συγκρότηση ενός ευρύτερου ανεξάρτητου φορέα, όπως το ΕΣΡ, στελεχωμένου με επιστημονικό προσωπικό που θα ελέγχει όχι μόνο την ραδιοτηλεόραση αλλά και τον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο και θα παρακολουθεί την αξιοπιστία του. Τέλος, τονίζει τον ρόλο των ίδιων των τηλεθεατών, ακροατών κι αναγνωστών. «Χρειάζεται και κοινωνικός έλεγχος», λέει ο κ. Τρίμης. «μια κοινωνία κινητοποιημένη και οργανωμένη που με αυτενέργεια θα μπορεί να αξιολογεί και να ελέγχει τι προσλαμβάνει», συμπληρώνει.

Media και social media

Δεν είναι λίγοι όμως αυτοί που χρεώνουν σε αυτή ακριβώς την κινητοποιημένη κοινωνία που ασκεί δημοσιογραφία των πολιτών, κυρίως μέσω των social media, την παρακμή της media. «Υπάρχουν πολλοί που δεν είναι επαγγελματίες δημοσιογράφοι και είναι καλύτεροι από τους δημοσιογράφους», είναι η άποψη του Δ. Τρίμη. «Δεν μπορούμε να αφαιρέσουμε από κανένα τη δυνατότητα να θέτει την άποψη του, την ανάλυση του ακόμη και το γεγονός που υποπίπτει στην αντίληψη του. Μπορεί το κίνητρο του καθενός να είναι εμφανές και δεν μπορεί κανείς να του το αφαιρέσει ως δική του πεποίθηση. Το θέμα είναι το τι καταθέτει ως πραγματικά γεγονότα και τι επιχειρήματα χρησιμοποιεί για να στηρίξει την άποψη του», λέει. Πιο επίκαιρη από ποτέ, η φιλόσοφος Χάνα Άρεντ έγραφε άλλωστε το 1967 στο δοκίμιό της «Αλήθεια και Πολιτική» ότι «η ελευθερία της γνώμης είναι μια φάρσα, αν δεν είναι εγγυημένα τα πραγματικά στοιχεία και όταν αμφισβητούνται τα γεγονότα», υπενθυμίζει στο tvxs.gr, ο κ. Τρίμης.

«Το καφενείο γίνεται μια παγκόσμια πραγματικότητα», παραδέχεται o πρώην πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ και σημειώνει ότι «καθένας έχει δυνατότητα και πρέπει να του παρέχονται τα εργαλεία να διαλέγει την ενημέρωση του και να διαλέγει να την λάβει αυτόν που έχει ταυτότητα και συνέπεια». «Δεν πρέπει να δαιμονοποιούμε τα social media αλλά να τα χρησιμοποιούμε σωστά», λέει. «Πρέπει να επικρατήσει μια λογική της επαγγελματικής οργάνωσης και της συλλογής πληροφοριών και ιδεών σε μία ζωντανή κοινωνία που έχει το δικαίωμα να ενημερώνεται και να εκφράζεται», θα πει καταληκτικά ο Δ. Τρίμης.