Δεν διαπιστώνεται ούτε παράνομη, ούτε επιζήμια πράξη, ούτε πράξη διαχείρισης δημόσιας περιουσίας, αναφέρει το πόρισμα του Κινήματος Αλλαγής για το «Ερρίκος Ντυνάν»
που δημοσιοποίησε η Δημοκρατική Συμπαράταξη.

Ads

Στο πόρισμα της που αριθμεί 45 σελίδες τονίζεται ότι «δεν διαπιστώνεται η πλήρωση της αντικειμενικής υπόστασης του αδικήματος της απιστίας περί την υπηρεσία (ΠΚ 256) είτε και οποιουδήποτε άλλου ποινικού αδικήματος από πολιτικά πρόσωπα κατά την ελεγχόμενη περίοδο».

Σημειώνει ότι «το Κοινωφελές Ίδρυμα “Ερρίκος Ντυνάν” δεν συνιστά δημόσια περιουσία, αλλά κοινωφελές ίδρυμα ιδιωτικού δικαίου, που απολαύει οικονομικής αυτοτέλειας, κατά το καταστατικό του» και ότι «το ελληνικό Δημόσιο δεν χρηματοδότησε το ΚΙΕΝ. Αντιθέτως, επί υπουργίας Ανδρέα Λοβέρδου το Δημόσιο αρνήθηκε να το εντάξει στο ΕΣΥ, και να αναδεχθεί τα χρέη του. Τέτοια τυχόν ενέργεια θα μπορούσε πράγματι να εγείρει ζητήματα απιστίας. Η αποφυγή της ήταν ασφαλώς ωφέλιμη για το δημόσιο συμφέρον και την προστασία των οικονομικών συμφερόντων του Δημοσίου».

Επισημαίνεται επίσης ότι το Δημόσιο είχε (δια των εκπροσώπων του) μέχρι το 2012 μειοψηφική συμμετοχή στο ΔΣ του ΚΙΕΝ, χωρίς δικαίωμα αρνησικυρίας. Συνεπώς, δεν είχε ούτε άμεσα, ούτε έμμεσα, ούτε εν τοις πράγμασιν, την διαχείριση της περιουσίας του ΚΙΕΝ.

Ads

Αναφέρεται μεταξύ άλλων πως:

* Η επίσπευση του πλειστηριασμού ήταν η κατάληξη διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης για την ικανοποίηση ιδιωτικής απαίτησης, που είχε λόγω δανείου η Τράπεζα (αρχικώς η Μαρφίν, και κατόπιν εκχωρήσεως η Πειραιώς) έναντι του ΚΙΕΝ. Ο σχετικός υπέρογκος δανεισμός αναλήφθηκε με αποκλειστική ευθύνη και απόφαση της Διοίκησης του ΚΙΕΝ το 2006.

* Κατά το διάστημα έως το 2009, οπότε και έγινε καταγγελία από την Τράπεζα, μεσολάβησε επιζήμια και σπάταλη διαχείριση εκ μέρους της διοίκησης του ΚΙΕΝ, η οποία επέφερε οικονομική ασφυξία (απλήρωτοι εργαζόμενοι σε επίσχεση εργασίας, απλήρωτοι προμηθευτές οι οποίοι εξέδιδαν διαταγές πληρωμές, επιδείνωση των οικονομικών δεικτών κ.ο.κ.).

* Η σύμπραξη ΓΑΙΑ- ΚΙΕΝ, που αποτέλεσε τον λόγο καταγγελίας της δανειακής σύμβασης, κρίθηκε από το Τμήμα και την Ολομέλεια του ΝΣΚ ομόφωνα (πολλαπλώς) παράνομη. Η αποδοχή της γνωμοδότησης από τον υπουργό αποτελούσε λοιπόν συμμόρφωση με τη νομιμότητα και τις υποδείξεις -με εμβριθή τεκμηρίωση- του επίσημου νομικού συμβούλου της Πολιτείας, και μάλιστα ομοφώνως και εν ολομελεία. Η απόφαση του υπουργού περί αποδοχής της γνωμοδότησης ουδέποτε προσεβλήθη δικαστικώς.

* Η παραίτηση του ΚΙΕΝ από τη μήνυση κατά του Α. Βγενόπουλου για απόπειρα εκβίασης αφορά ποινική υπόθεση μεταξύ ΚΙΕΝ και Α. Βγενόπουλου και όχι την αστική διαφορά που οδήγησε στην αναγκαστική εκτέλεση. Η παραίτηση ολοκληρώθηκε στις 11-5-2012, δηλ. μία εβδομάδα μετά τις εκλογές της 6-5-2012. Η σχετική απόφαση δεν ελήφθη κατόπιν απαιτήσεως του υπουργού, ο οποίος εξάλλου ούτε τέτοια αρμοδιότητα είχε, ούτε μπορούσε να επιβάλλει την θέλησή του συναφώς, αλλά ελήφθη από το ΔΣ του ΚΙΕΝ ως αποκλειστικώς αρμόδιο όργανο, και αφού το ίδιο το ΔΣ έλαβε γνώση των συναντήσεων και επικοινωνιών που είχε προσωπικά ο πρόεδρος του κ. Αντρέας Μαρτίνης με αρμόδια όργανα της Marfin Popular Bank, και της αποδέσμευσης ποσών άνω των 11 εκατ. ευρώ από τους ενεχυρασμένους λογαριασμούς για την πληρωμή των εργαζόμενων.

* Τόσο η βασική απαίτηση εκ του δανείου όσο και οι πράξεις της εκτελεστικής διαδικασίας, ήταν δεκτικές δικαστικής προσβολής πλην όμως είτε δεν προσεβλήθησαν ενώπιον των αρμοδίων πολιτικών δικαστηρίων, είτε προσεβλήθησαν ανεπιτυχώς. Ειδικώς δε, για τον πλειστηριασμό του νοσοκομείου, ως συνόλου περιουσίας, ελήφθη από την επισπεύδουσα δανείστρια τράπεζα ειδική άδεια με δικαστική απόφαση. Συνεπώς, ο εκτελεστός τίτλος, η δικαστική απόφαση που παρείχε την άδεια του πλειστηριασμού και οι κατ’ ιδίαν πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης, επικυρώθηκαν δικαστικώς, και κατέστησαν ισχυρές και απρόσβλητες, ελλείψει λυσιτελούς ασκήσεως ενδίκου μέσου κατ’ αυτών.

* Ο πλειστηριασμός, και δη εκείνος της επιχείρησης ως συνόλου περιουσίας, αντί των κατ’ ιδίαν πραγμάτων (εξοπλισμού κλπ), λόγω του δημοσίου χαρακτήρα του επιτρέπει την ελεύθερη συμμετοχή προσώπων και διαμορφώνει κατά τεκμήριο το υψηλότερο δυνατό τίμημα.

* Αποτελεί ασφαλώς υποχρέωση των πιστωτών, στο πλαίσιο του καθήκοντος επιμελούς διαχείρισης, να αναγγέλλονται στη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης. Τούτο ισχύει κατά μείζονα λόγο στην περίπτωση του Δημοσίου. Ως εκ τούτου, χρήζει διερεύνησης προς το σκοπό καταλογισμού τυχόν ευθυνών, η καταγγελία ότι το Δημόσιο δεν αναγγέλθηκε για το σύνολο των απαιτήσεών του έναντι του ΚΙΕΝ, παρά μόνο για μέρος αυτών (ήτοι φέρεται ότι αναγγέλθηκε μόνο για ποσά 185.729 ευρώ , 47.647 ευρώ, και 921.125 ευρώ, έναντι συνολικής απαίτησης 4,5 εκ. ευρώ), με αποτέλεσμα εξ αυτού του λόγου να προκληθεί ζημία του Δημοσίου.

Οι υπόλοιπες αποφάσεις που αφορούσαν το ΚΙΕΝ, όπως π.χ. η δυνατότητα αξιοποίησής του ως ενιαίας επιχειρηματικής μονάδας ή η απόσυρση των (ούτως ή άλλως μειοψηφούντων) εκπροσώπων του Δημοσίου από το ΔΣ του ιδρύματος, περιβλήθηκαν τον τύπο του (τυπικού) νόμου και ως εκ τούτου δεν συνιστούν ποινικώς αξιόλογη συμπεριφορά κατά την κρισιολόγηση περί απιστίας.

«Σε καμία παράγραφο του σχεδίου Πορίσματος δεν περιγράφεται ούτε μία αξιόποινη πράξη (γιατί δεν υπήρξε) για διατελέσαντες Υπουργούς και πιο συγκεκριμένα για τον Ανδρέα Λοβέρδο. Άρα δεν υπάρχει περιθώριο για να προσφύγει η Βουλή των Ελλήνων στις διαδικασίες μιας Προανακριτικής Επιτροπής.

Σε καμία παράγραφο του σχεδίου Πορίσματος δεν περιγράφεται ούτε μία αδικοπρακτική συμπεριφορά (γιατί δεν υπήρξε) διατελεσάντων Υπουργών και πιο συγκεκριμένα του Ανδρέα Λοβέρδου, που με βάση τους κανόνες του Αστικού και Δημοσιονομικού Δικαίου θα μπορούσαν να στηρίξουν εκ μέρους του Ελληνικού Δημοσίου αξιώσεις σε βάρος τους.

Σε καμία παράγραφο του σχεδίου Πορίσματος δεν γίνεται ευθεία αναφορά σε ενδεχόμενες πολιτικές ευθύνες του Ανδρέα Λοβέρδου. Οι διαφορετικές υποκειμενικές εκτιμήσεις και κρίσεις των συντακτών του σχεδίου Πορίσματος (της πλειοψηφίας) δεν έχουν καμία τεκμηρίωση που να βασίζεται στο Σύνταγμα και τον νόμο.»

Το Πόρισμα των βουλευτών της δημοκρατικής συμπαράταξης καταλήγει πως δεν υπάρχει καμία παράνομη πράξη πολιτικού προσώπου για την υπόθεση του Ερρίκος Ντυνάν.

«Συνεπώς, δεν διαπιστώνεται ούτε παράνομη πράξη πολιτικού προσώπου, ούτε επιζήμια πράξη, ούτε πράξη διαχείρισης δημόσιας περιουσίας. Έπεται ότι δεν πληρούται η αντικειμενική υπόσταση του ποινικού αδικήματος της απιστίας περί την υπηρεσία (ούτε και οποιουδήποτε άλλου αδικήματος). Παρέλκει η εξέταση της (επίσης ελλείπουσας) συνδρομής των υποκειμενικών στοιχείων του αδικήματος (ιδίως ο άμεσος δόλος ελάττωσης της δημόσιας περιουσίας και ο ειδικός σκοπός οφέλους του δράστη ή άλλου της».