Τη θέση της ότι ενδεχόμενη επιβολή πλαφόν στα καύσιμα θα πρέπει να αφορά όλα τα στάδια διακίνησης όχι μόνο τη λιανική επαναλαμβάνει η Πανελλήνια Ομοσπονδία Πρατηριούχων Εμπόρων Καυσίμων (ΠΟΠΕΚ) χαρακτηρίζοντας λεονταρισμούς τις σχετικές εξαγγελίες του αρμόδιου υπουργού Μ. Χρυσοχοΐδη.

Ads

«Οι απειλές που εκτόξευσε χθες ο υπουργός Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας κ. Μ. Χρυσοχοΐδης για επιβολή πλαφόν στις τιμές των καυσίμων σε ορισμένους νομούς και Εθνικές οδούς της χώρας δεν εκπλήσσουν κανέναν γιατί δεν ξεφεύγουν από την πεπατημένη του τρόπου λειτουργίας των ελληνικών κυβερνήσεων: λεονταρισμοί και πρόχειρες δηλώσεις χωρίς προηγούμενη προετοιμασία, μελέτη και διάλογο», επισημαίνει σε ανακοίνωσή της η ΠΟΠΕΚ, υπενθυμίζοντας παράλληλα ότι πριν δύο εβδομάδες είχε αναγγελθεί η πραγματοποίηση ευρείας σύσκεψης για τις εξελίξεις στην αγορά καυσίμων με συμμετοχή όλων των κλάδων που εμπλέκονται στη διακίνηση πετρελαιοειδών. Η σύσκεψη όμως, σημειώνει η Ομοσπονδία, «αναβλήθηκε δύο φορές και τελικά παραπέμφθηκε στις ελληνικές καλένδες, χωρίς κανείς να μπει στον κόπο να εξηγήσει στους φορείς της αγοράς το λόγο».

Επιπρόσθετα, η ΠΟΠΕΚ επισημαίνει τα εξής:

«-Η επιβολή πλαφόν είναι δικαίωμα του υπουργείου, εφόσον κρίνει ότι σε κάποιες περιοχές ή αγορές δεν λειτουργεί ο ανταγωνισμός. Αν όμως επιβληθεί πλαφόν, αυτό θα πρέπει να αφορά όλα τα στάδια διακίνησης και όχι μόνο τη λιανική, όπως είχε γίνει την προηγούμενη φορά, οπότε το υπουργείο αναγκάστηκε να καταργήσει πρόωρα τις ανώτατες τιμές. Το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού.

Ads

-Στο γνωστό από τετραετίας πόρισμα της Επιτροπής Ανταγωνισμού για την αγορά καυσίμων αναφέρονται ως αιτία των υψηλών τιμών στις εθνικές οδούς τα υψηλά ενοίκια που πληρώνουν τα πρατήρια στο ΤΕΟ. Αν η ηγεσία του υπουργείου δεν έχει υπόψη της το πόρισμα, μπορούμε να της το κοινοποιήσουμε.

-Στο ίδιο πόρισμα περιλαμβάνεται η πρόταση να αναγράφονται σε πινακίδες στους αυτοκινητόδρομους οι τιμές στα δύο επόμενα πρατήρια. Ο κ. Χρυσοχοίδης είναι ο τέταρτος υπουργός Ανάπτυξης που εξαγγέλλει το μέτρο. Η διαφορά είναι ότι περιόρισε το πεδίο εφαρμογής τους από τις εθνικές οδούς μόνο στην Αττική οδό.»