Ο Ταγίπ Ερντογάν είπε στην Ανγκελα Μέρκελ ότι θα κρατήσει το Oruc Reis «δεμένο» μακριά από το Καστελόριζο και, σε αντάλλαγμα, φέρεται να ζήτησε διάλογο εφ’ όλης της ύλης με την Ελλάδα. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης φέρεται να είπε στην γερμανίδα καγκελάριο ότι εάν το τουρκικό πλοίο ποντίσει καλώδια θα υπάρξει στρατιωτική εμπλοκή και ότι διάλογος με το πιστόλι στον κρόταφο δεν γίνεται. Η Ανγκελα Μέρκελ δεσμεύτηκε στον έναν – τον έλληνα πρωθυπουργό – για εκτόνωση της έντασης και αποφόρτιση της κατάστασης και στον άλλον – τον τούρκο πρόεδρο – για κλιμάκωση της γερμανικής πρωτοβουλίας υπέρ του διαλόγου Ελλάδας και Τουρκίας.

Ads

Το πρώτο ερώτημα είναι τι ακριβώς εννοούν και ορίζουν ως αποφόρτιση τόσο η Μέρκελ όσο και ο Ερντογάν. Το δεύτερο ερώτημα είναι το εάν η ατζέντα του διαλόγου που προωθεί το Βερολίνο συναντάται ή τέμνεται σε κάποια σημεία με το «εφ όλης της ύλης» που αξιώνει η Αγκυρα. Και το τρίτο είναι εάν η ελληνική κυβέρνηση θεωρεί ότι μπορεί και πρέπει, όταν κατέβει έστω το πιστόλι από τον κρόταφο,  να συζητήσει με την Τουρκία ο,τιδήποτε άλλο πέραν της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ.

Ως προς το σκέλος που αφορά την αποκλιμάκωση, ο Ερντογάν δείχνει ότι για μια ακόμη φορά σκοπεύει να παίξει στην γραμμή μαστιγίου και καρότου. Η φιλοκυβερνητική εφημερίδα «Σαμπάχ» φάνηκε να στέλνει χθες μήνυμα τόσο στην Αθήνα όσο και στο Βερολίνο γράφοντας πως η αποκλιμάκωση στο Αιγαίο αποτελεί ένα «σύντομο διάλειμμα», συνιστά συνέχεια της διαμεσολάβησης Μέρκελ, και ήταν μια κίνηση της Αγκυρας που έχει ως στόχο να δώσει χρόνο στην γερμανίδα καγκελάριο «για να αντιληφθεί πως έχουν τα πράγματα». Και σημειώνει πως η Ανγκελα Μέρκελ «είναι υπέρ της εύρεσης λύσης μέσω διαλόγου».

Κοινώς ο Ερντογάν, δια του φιλικού του Τύπου τουλάχιστον, διαμηνύει στο Βερολίνο πως η αποφόρτιση αποτελεί βραχεία διαπραγματευτική παρένθεση και λέει στην Αθήνα ότι μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας η Μέρκελ κινείται στην γραμμή του «βρείτε τα». Εδώ, διπλωματικοί κύκλοι προσθέτουν ότι ο χρόνος όντως δεν είναι απεριόριστος και η σπουδή του Ερντογάν είναι απολύτως ειλικρινής, καθώς θέλει να κατοχυρώσει τετελεσμένα και σχεδιασμούς πριν λήξει η θητεία Τραμπ στον οποίο ποντάρει σταθερά και βασίμως.

Ads

Ως προς το δεύτερο ζητούμενο, το περιεχόμενο του όποιου διαλόγου, αρκετοί είναι εκείνοι που είδαν γερμανική ατζέντα υπέρ της συνεκμετάλλευσης σε ένα άρθρο της Deutsche Welle. Το άρθρο υπογράφει η Νέλε Ματς-Λυκ, στέλεχος του Ινστιτούτου Διεθνούς Δικαίου Walther Schücking στο Πανεπιστήμιο του Κιέλου, και αφού αναφέρεται σε μια πιθανή προσφυγή στην Χάγη υποδεικνύει μια πιθανή «προσωρινή» ή και «μόνιμη λύση»: «Μέχρι να εκδοθεί απόφαση», γράφει, «οι δύο χώρες θα μπορούσαν να συμφωνήσουν σε μια προσωρινή λύση που προβλέπει την κοινή οικονομική ανάπτυξη των επίμαχων θαλασσίων εδαφών, χωρίς να διατυπώνονται ισχυρισμοί και να μην υπάρχει πρόβλεψη για τη μορφή μιας μεταγενέστερης συμφωνίας. Τα κέρδη μοιράζονται έως ότου μπορεί να συμφωνηθεί κάποια στιγμή. Μια τέτοια κοινή χρήση μπορεί τελικά να γίνει μόνιμη λύση.».

Παραμένει, επί του παρόντος, άγνωστο εάν αυτή η πρόταση βρίσκεται όντως μέσα στην ατζέντα Μέρκελ – όπως παραμένει άγνωστο εάν, και υπό ποιες προϋποθέσεις, θα την θεωρούσε αντικείμενο διαλόγου η ελληνική κυβέρνηση. Μέχρι στιγμής ο μόνος από κυβερνητικής πλευράς που έχει θέσει δημοσίως ζήτημα συνεκμετάλλευσης είναι ο αναπληρωτής σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του πρωθυπουργού Θάνος Ντόκος. Τον περασμένο Φεβρουάριο είχε πει στον «Φιλελεύθερο» της Κύπρου ότι «εφόσον ανακαλυφθούν σημαντικά κοιτάσματα στο Αιγαίο ή (το πιο πιθανόν) στην Ανατολική Μεσόγειο, εφόσον το κοίτασμα εκτείνεται στις θαλάσσιες ζώνες και των δύο χωρών (περίπτωση Κατάρ-Ιράν), εφόσον η ποσότητα, η τιμή και οι τάσεις απομάκρυνσης από τα ορυκτά καύσιμα επιτρέψουν την εμπορική εκμετάλλευση του κοιτάσματος και, τέλος, εφόσον η Ελλάδα αποφασίσει ότι αυτό τη συμφέρει, τότε θα μπορούσε να διαπραγματευθεί μια συμφωνία συνεκμετάλλευσης με ποσοστά που θα καθοριστούν σύμφωνα με τα συμφωνημένα θαλάσσια σύνορα».

Τότε, μετά την θύελλα που είχε ξεσπάσει, ο κ. Ντόκος είχε πει ότι εξέφρασε «προσωπικές απόψεις». Όμως, ο Θάνος Ντόκος παραμένει αναπληρωτής σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του πρωθυπουργού, όπως παραμένουν στο διπλωματικό επιτελείο περί τω Μαξίμου και αρκετά ακόμα πρόσωπα που έχουν ανάλογες – προσωπικές ή μη – απόψεις…