Όσα προηγήθηκαν της δολοφονίας του Μιχάλη Ζαφειρόπουλου μέσα στο γραφείο του, το βράδυ της 12ης Οκτωβρίου 2017, περιέγραψε στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο συνεργάτης του ποινικολόγου, που ήταν παρών στην μοιραία συνάντηση του θύματος με τους δράστες του εγκλήματος. Η δίκη θα συνεχιστεί στις 5 Απριλίου 2019.

Ads

Ο μάρτυρας κατέθεσε για το ραντεβού του Ζαφειρόπουλου με τους δύο δράστες, εκ των οποίων ο ένας φυγοδικεί. Οι δράστες προσποιήθηκαν πως ήθελαν τον δικηγόρο να αναλάβει υπόθεση ληστείας. Στην συνάντηση οι δράστες αρχικά έλεγαν ότι ο αδελφός τους κρατείται στη ΓΑΔΑ. Στην πορεία ωστόσο αποδείχθηκε, όπως κατέθεσε ο συνεργάτης του ποινικολόγου, ότι οι σκοποί τους ήταν άλλοι, αφού μετά από λίγο “έβγαλαν και οι δύο τα όπλα. Φόρεσαν και γάντια και σημάδευαν τον Μιχάλη Ζαφειρόπουλο και εμένα. Είπαν ότι έχουν έρθει από την Κύπρο για την υπόθεση του ‘Αρη Φλώρου. “Πρέπει να του πεις να μοιράσουμε τα λεφτά από την Κύπρο” είπαν στον Ζαφειρόπουλο. Εκείνος τους απάντησε “εμείς είμαστε δικηγόροι, δεν ξέρω τι μου λέτε”. Στη συνέχεια ζήτησαν να μάθουν που μένει ο Φλώρος. Μας πήραν και μας πήγαν μέσα στο γραφείο του Ζαφειρόπουλου. Του ζήτησαν τα έγγραφα της δικογραφίας Φλώρου και τους υπέδειξε που είναι”.

Ο μάρτυρας, κατέθεσε με κάθε λεπτομέρεια όσα ειπώθηκαν και όσα έγιναν μέσα στο γραφείο του Μιχάλη Ζαφειρόπουλου, μέχρι που ο ένας από τους δύο δράστες έβαλε σιγαστήρα στο όπλο του, ενώ ο άλλος τον απομάκρυνε σε άλλον χώρο :”Όταν ήμασταν στον προθάλαμο, είπε ο Μάτα (σσ φυγοδικεί) στον Ιμπραχίμ Μπραχιμάι “ρίξτου μία στο πόδι”. Όταν ήμασταν μόνοι με τον Μάτα του είπα “τι σας έχει κάνει; δικηγόρος είναι τη δουλειά του, κάνει” και μου απάντησε “πρέπει να φύγει το μήνυμα”. Μου είπε “δε θα σου κάνουμε κάτι”. Θα βγεις μόλις φύγουμε από το γραφείο. Κάτι είπε στα Αλβανικά και πριν κλείσει την πόρτα άκουσα τον θόρυβο από τον σιγαστήρα και έφυγαν. Φώναξα στον Ζαφειρόπουλο “είστε καλά;”. Μπήκα στο γραφείο, ήταν όρθιος, είχε μία μεγάλη κηλίδα αίμα στο πουκάμισο. Η τελευταία λέξη που μου είπε ήταν “με σκοτώσανε”. Είχε χλωμιάσει, δεν μπορούσε να μιλήσει. Του είπα να καθίσει στο γραφείο. Άρχισα να παίρνω τηλέφωνο να έρθει βοήθεια. Βγήκα έξω και κατέβηκα κάτω να φωνάξω βοήθεια. Βρήκα μία γιατρό, ανεβήκαμε πάνω αλλά δυστυχώς εκείνη την ώρα είχε καταλήξει…».

Πώς προετοίμασαν την εκτέλεση

Οι δύο δράστες, κατά τον μάρτυρα, είχαν τηλεφωνήσει το πρωί της δολοφονίας στον Μιχάλη Ζαφειρόπουλο ζητώντας του ραντεβού για υπόθεση ληστείας. Το ραντεβού κλείστηκε για τις 18.30 το απόγευμα της ίδιας ημέρας με τον ποινικολόγο να ζητά από τον συνεργάτη του να είναι παρών στο ραντεβού. «Γύρω στις 18.35 χτύπησε το κουδούνι και ήρθαν οι δύο άνθρωποι που είχαν ζητήσει το ραντεβού. Αρχικά καθίσαμε στην αίθουσα συσκέψεων. Είπαν ότι πρόκειται για μία οικογενειακή υπόθεση και ότι ο αδελφός τους κρατείται στη ΓΑΔΑ. Αποδείχθηκε εκ των υστέρων ότι επρόκειτο για φαντασιακή ιστορία. Μιλούσαν σπαστά ελληνικά και είπαν ότι έμεναν στο Μενίδι. Με αυτά που έλεγαν καταλάβαινες ότι δεν έδιναν σαφείς απαντήσεις για την υπόθεση. Αυτό προκάλεσε την αντίδραση του Μιχ. Ζαφειρόπουλου που τους είπε “εδώ είμαστε σοβαρό γραφείο, αν δεν πείτε λεπτομέρειες δεν μπορούμε να αναλάβουμε την υπόθεση”. Εκείνοι τον πίεζαν να αναλάβει και τον ρωτούσαν πόσα λεφτά θέλει. Τελικά, κάποια στιγμή ο δράστης που φυγοδικεί (σσ Μάτα) του είπε αν γίνεται να σου δώσουμε μία μικρή προκαταβολή, να πας να δεις και να μας πεις αν αναλαμβάνεις. Τότε, ρώτησε που είναι η τουαλέτα και στη συνέχεια κατέβηκε να πάει στο αυτοκίνητο να πάρει τα λεφτά για την προκαταβολή», ανέφερε και συνέχισε την περιγραφή του:

Ads

«Μετά επέστρεψε, ζήτησε να πάει και πάλι τουαλέτα και στη συνέχεια όταν μπήκε ξανά στο χώρο έβγαλαν και οι δύο τα όπλα. Φόρεσαν και γάντια και σημάδευαν τον Μιχάλη Ζαφειρόπουλο και εμένα. Είπαν ότι έχουν έρθει από την Κύπρο για την υπόθεση του Αρ. Φλώρου. “Πρέπει να του πεις να μοιράσουμε τα λεφτά από την Κύπρο” είπαν στον Μιχ. Ζαφειρόπουλο. Εκείνος τους απάντησε “εμείς είμαστε δικηγόροι, δεν ξέρω τι μου λέτε”. Στη συνέχεια ζήτησαν να μάθουν που μένει ο Αρ. Φλώρος. Μας πήραν και μας πήγαν μέσα στο γραφείο του Μιχ. Ζαφειρόπουλου. Εκεί τους έδωσε ένα κλητήριο θέσπισμα το οποίο είχε πάνω τη διεύθυνση. Ήταν η μόνη στιγμή που ο Μιχάλης Ζαφειρόπουλος κάθισε για να βρει το έγγραφο. Την ώρα που πηγαίναμε στο γραφείο του, ο Μάτα είπε στον Ζαφειρόπουλο “να τον προσέχεις”, εννοώντας τον Ιμπραχήμ. Ήμασταν και οι δύο όρθιοι. Του ζήτησαν τα έγγραφα της δικογραφίας Φλώρου και τους υπέδειξε που είναι. Με ήρεμο ύφος ο Μιχ. Ζαφειρόπουλος τους είπε “πάρτε ό, τι θέλετε!”. Μετά ο Μάτα βγήκε και πάλι από το γραφείο και μείναμε οι τρεις μας. Τότε, ο Ιμπραχίμ μας ζήτησε ό, τι χρήματα είχαμε πάνω μας. Έβγαλε ο Ζαφειρόπουλος ένα σεβαστό ποσό, δεν ξέρω πόσα ακριβώς και εγώ 70 ευρώ και του τα δώσαμε. Όταν ξαναμπήκε ο Μάτα ρώτησε τον Μιχ. Ζαφειρόπουλο εάν έχει όπλο, εάν έχει μπουτόν και που είναι οι κάμερες. Ρώτησε και εάν υπάρχει χρηματοκιβώτιο. Για μία ακόμα φορά τους απάντησε “εδώ είμαστε δικηγόροι, πάρτε ό, τι θέλετε!”. Τότε, στο όπλο του Ιμπραχίμ βιδώθηκε ένας σιγαστήρας. Ζήτησε και ο Μάτα τα κινητά μας τηλέφωνα».

Ο συνεργάτης του Μιχάλη Ζαφειρόπουλου περιέγραψε στη συνέχεια ότι ο Μάτα τον πήρε από το γραφείο του ποινικολόγου και τον πήγε αρχικά στην αίθουσα συσκέψεων και στη συνέχεια σε άλλο γραφείο. «Όταν ήμασταν στον προθάλαμο είπε ο Μάτα στον Ιμπραχίμ “ρίξτου μία στο πόδι”. Όταν ήμασταν μόνοι με τον Μάτα του είπα “τι σας έχει κάνει, δικηγόρος είναι τη δουλειά του, κάνει” και μου απάντησε “πρέπει να φύγει το μήνυμα”. Μου είπε “δε θα σου κάνουμε κάτι”. Θα βγεις μόλις φύγουμε από το γραφείο. Κάτι απήυθυνε στα αλβανικά και πριν κλείσει την πόρτα άκουσα τον θόρυβο από τον σιγαστήρα και έφυγαν. Φώναξα στο Μιχ. Ζαφειρόπουλο “είστε καλά;”. Μπήκα στο γραφείο, ήταν όρθιος, είχε μία μεγάλη κηλίδα αίμα στο πουκάμισο. Η τελευταία λέξη που μου είπε ήταν “με σκοτώσανε”. Είχε χλομιάσει, δεν μπορούσε να μιλήσει, έτρεμε από τον φόβο του. Του είπα να καθίσει στο γραφείο. Άρχισα να παίρνω τηλέφωνο να έρθει βοήθεια. Βγήκα έξω και κατέβηκα κάτω να φωνάξω βοήθεια. Βρήκα μία γιατρό, ανεβήκαμε πάνω αλλά δυστυχώς εκείνη την ώρα είχε καταλήξει».