Περισσότεροι από 5.900 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους στην Ελλάδα από την COVID-19 από την έναρξη της πανδημίας, με το 85% αυτών να αφορά ασθενείς άνω των 65 ετών.  Η συντριπτική πλειονότητα των θανάτων καταγράφηκε στο δεύτερο κύμα της πανδημίας, από τις αρχές Νοεμβρίου 2020 έως και τις αρχές Ιανουαρίου 2021.

Ads

Συγκεκριμένα, από την 1η Νοεμβρίου έως και τις 30 του ίδιου μήνα, ο συνολικός αριθμός των θανάτων διπλασιαζόταν ανά 15 ημέρες περίπου (635 θάνατοι την 1η Νοεμβρίου, 1.288 θάνατοι στις 17 Νοεμβρίου, 2.406 θάνατοι στις 30 Νοεμβρίου). Στα τέλη του Δεκεμβρίου, είχαν διπλασιασιαστεί και πάλι (4.838 την 31η Δεκεμβρίου). Στη συνέχεια, έως το τέλος Ιανουαρίου, αυξήθηκε κατά 20% περίπου (5.764 την 30η Ιανουαρίου).

Εξέλιξη συνολικών θανάτων τους τελευταίους τρεις μήνες

Εξαιτίας του υψηλού αριθμού θανάτων αλλά και της κατακόρυφης αύξησής τους, την περίοδο 9 Νοεμβρίου 2020 έως και τις 30 Δεκεμβρίου, η ευρωπαϊκή πλατφόρμα EUROMOMO, που παρακολουθεί τη θνησιμότητα* από οποιαδήποτε αιτία σε 27 χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), κατέγραψε σημαντική αύξηση μη αναμενόμενης (στατιστικά) θνησιμότητας συνολικά στην Ελλάδα, της λεγόμενης υπερέχουσας θνησιμότητας («excess mortality»).

image

Ads

H EUROMOMO στηρίζει την ανάλυσή της σε έναν δείκτη (z-score) που έχει αναπτύξει για την καταγραφή της θνησιμότητας. Όμως, δεν διαθέτει ανοικτά δεδομένα για τον απόλυτο αριθμό των θανάτων ανά χώρα.

Ο δείκτης υπερέχουσας θνησιμότητας ορίζεται ως οι πραγματικοί θάνατοι ανεξαρτήτως αιτίας, μείον τους στατιστικά αναμενόμενους θανάτους. Για παράδειγμα, εάν υποθέσουμε ότι την 40η εβδομάδα του 2020 σε μία χώρα καταγράφηκαν 100 θάνατοι, ενώ τα προηγούμενα πέντε χρόνια (2015-2019) είχαν καταγραφεί, κατά μέσο όρο την ίδια εβδομάδα, 80 θάνατοι, θα λέγαμε ότι την 40η εβδομάδα του 2020, είχαμε 25% περισσότερους θανάτους από τους στατιστικά αναμενόμενους (υπερέχουσα θνησιμότητα).

Έως και 41% περισσότεροι θάνατοι από τους στατιστικά αναμενόμενους στις αρχές Δεκεμβρίου 2020.

Η υπερέχουσα θνησιμότητα θεωρείται ως ένας από τους πλέον σημαντικούς και αμερόληπτους δείκτες για την παρακολούθηση των θανάτων που σχετίζονται με την COVID-19. Αυτό επειδή, όπως επισημαίνεται σε επιστημονική έρευνα των Janine Aron, Charlie Giattino, John Muellbauer and Hannah Ritchie, η οποία δημοσιεύθηκε στο Our World in Data τον Ιούνιο 2020, «σε μια πανδημία, οι θάνατοι αυξάνονται κατακόρυφα, ωστόσο οι αιτίες θανάτου συχνά καταγράφονται ανακριβώς, ειδικά όταν δεν είναι ευρέως διαθέσιμα αξιόπιστα τεστ».

Στην ίδια έρευνα, σημειώνεται πως ο δείκτης της υπερέχουσας θνησιμότητας μας βοηθά να ξεπεράσουμε δύο σημαντικά προβλήματα ως προς την αναφορά θανάτων που σχετίζονται με την COVID-19: από τη μία, την υποκαταγραφή τους και, από την άλλη, τις «παράπλευρες απώλειες» από την πανδημία.

H αξία αυτού του δείκτη έχει επισημανθεί και σε παρουσίαση με ημερομηνία δημοσίευσης την 5η Οκτωβρίου 2020, από τον Σωτήρη Τσιόδρα, Καθηγητή Παθολογίας – Λοιμωξιολογίας, ο οποίος είναι επικεφαλής της ομάδας για την αντιμετώπιση της επιδημίας του κορωνοϊού στην Ελλάδα, αλλά και από τον Επίκουρο Καθηγητή της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, Γκίκα Μαγιορκίνη, ο οποίος στην ενημέρωση των διαπιστευμένων συντακτών του Υπουργείου Υγείας, στις 2 Οκτωβρίου, σημείωνε «… είμαστε ευτυχείς γιατί αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα δεν έχουμε δει “excess mortality”. Αυτό είναι χαρακτηριστικό για την Ελλάδα αυτή τη στιγμή».

Πράγματι, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας από την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) για το σύνολο των θανάτων ανά εβδομάδα στη χώρα, στις αρχές Οκτωβρίου, η υπερέχουσα θνησιμότητα στην Ελλάδα ήταν μόλις στο 4%. Λίγες εβδομάδες αργότερα, όμως, η κατάσταση άλλαξε δραματικά.

image

Aπό την 46η έως την 49η εβδομάδα του 2020 (9 Νοεμβρίου έως 6 Δεκεμβρίου) καταγράφονται κατά μέσο όρο 34,49% περισσότεροι θάνατοι από τους στατιστικά αναμενόμενους (μέσος όρος θανάτων τις αντίστοιχες εβδομάδες κατά την προηγούμενη πενταετία). Συγκεκριμένα, παρατηρείται αυξημένη θνησιμότητα κατά:

  • 21% την 46η εβδομάδα (9/11 – 15/11)
  • 35% την 47η (16/11 – 22/11)
  • 41% την 48η (23/11 – 29/11)
  • 41% την 49η (30/11 – 06/12)

Αύξηση άνω του 25% θεωρείται εξαιρετικά υψηλή. Η ανάλυσή μας σταματάει την 49η εβδομάδα, διότι δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για τις υπόλοιπες τέσσερις εβδομάδες από την ΕΛΣΤΑΤ.

Καταγεγραμμένοι θάνατοι ανά εβδομάδα σε απόλυτα νούμερα

Μόλις το 43,54% της υπερέχουσας θνησιμότητας σχετίζεται με τους επιβεβαιωμένους θανάτους από κορωνοϊό

Εξετάζοντας συνολικά την περίοδο από τον πρώτο θάνατο λόγω COVID-19 (11ηεβδομάδα η οποία ξεκινά στις 11 Μαρτίου 2020) έως την 49η εβδομάδα (ολοκληρώνεται στις 6 Δεκεμβρίου 2020), παρατηρούμε ότι καταγράφονται 7,93% περισσότεροι θάνατοι, συγκριτικά με τους στατιστικά αναμενόμενους. Οι στατιστικά αναμενόμενοι θάνατοι για το 2020, με βάση τον μέσο όρο την προηγούμενης πενταετίας (2015–2019), υπολογίζονται σε 86.976. Τα απόλυτα νούμερα σε αυτήν την ανάλυση πρέπει να διαβάζονται με προσοχή, διότι αποτελούν εκτίμηση –και όχι καταγεγραμμένα δελτία θανάτων. Ωστόσο, αποτελεί κοινή και αποδεκτή πρακτική παγκοσμίως ο υπολογισμός της υπερέχουσας θνησιμότητας να γίνεται με τιμή βάσης τον μέσο όρο θανάτων της προηγούμενης πενταετίας. Οι καταγεγραμμένοι θάνατοι για το ίδιο διάστημα του 2020 ήταν 93.863. Η διαφορά των δύο είναι 6.896 και προκύπτει από την αφαίρεση των πραγματικών θανάτων μείον των στατιστικά αναμενόμενων.

image
image
image

Η πρώτη υπόθεση που εξετάσαμε είναι κατά πόσο αυτοί οι περίπου 6.800 θάνατοι οφείλονται στην COVID-19. Σύμφωνα με τα στοιχεία του iMEdD Lab, οι επιβεβαιωμένοι θάνατοι από COVID-19 συνολικά στη χώρα, έως και την Κυριακή 6 Δεκεμβρίου είναι 3.003 , δηλαδή μόλις το 43,5% των υπερεχόντων, μη στατιστικά αναμενόμενων θανάτων («excess deaths»).

Ποιο είναι το πραγματικό κόστος της πανδημίας σε ανθρώπινες ζωές;

Από την παραπάνω ανάλυση προκύπτει η υπόθεση ότι ενδεχομένως είτε υπάρχουν κάποιοι θάνατοι από COVID-19, οι οποίοι δεν έχουν καταγραφεί ως τέτοιοι και, άρα, οι θάνατοι έχουν υποεκτιμηθεί στις επίσημες ανακοινώσεις από τον Εθνικό Οργανισμό Δημόσις Υγείας (ΕΟΔΥ), είτε υπάρχει αυξημένη θνητότητα από ασθένειες που δεν σχετίζονται με τον κορωνοϊό, αλλά με κάποιον τρόπο η πρόγνωση των ασθενών επηρεάστηκε άμεσα ή έμμεσα από την πανδημία. Για παράδειγμα, έχει παρατηρηθεί σε κάποιες χώρες, ασθενείς να μην πηγαίνουν εγκαίρως στο νοσοκομείο για να αντιμετωπίσουν αιφνίδιες ή χρόνιες παθήσεις, όπως ο καρκίνος, εμφράγματα και εγκεφαλικά, από φόβο μήπως κολλήσουν κορωνοϊό, ή σε άλλες περιπτώσεις το σύστημα υγείας να είναι τόσο υπερφορτωμένο ώστε να μην μπορεί να ανταποκριθεί στην περίθαλψη ασθενών από άλλες νόσους.

Έρευνα του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) σημειώνει ότι πρώιμα στοιχεία δείχνουν καθυστερήσεις στην πρόσβαση σε πρωτοβάθμιες δομές υγείας, χειρουργεία ή εξωτερικά ιατρεία για χρόνια νοσήματα.

Παραμένει ανοιχτό το ερώτημα κατά πόσο το εθνικό σύστημα υγείας ανταποκρίθηκε εγκαίρως και επαρκώς σε ασθενείς με άλλες παθήσεις

Ακόμα και αν επικεντρώσουμε την ανάλυση μόνο στις 4 εβδομάδες (46η– 49η), οπότε σημειώνεται η υψηλότερη αύξηση μη αναμενόμενης θνησιμότητας, το ποσοστό των επιβεβαιωμένων θανάτων από COVID-19, αντιστοιχεί μόνο στο 68%
των μη στατιστικά αναμενόμενων θανάτων. Αναλυτικά, οι λεγόμενοι “excess deaths”, δηλαδή οι υπερέχοντες θάνατοι είναι 3.226 ενώ οι θάνατοι από κορωνοϊό  είναι 2.219. Αυτό σημαίνει ότι 1002 θάνατοι, ή 32% των μη αναμενόμενων θανάτων ενδεχομένως σχετίζεται έμμεσα με την πανδημία.

Στις 6 Οκτωβρίου, πριν την κατακόρυφη αύξηση των θανάτων, ο Κ. Μαγιορκίνης είχε αναφερθεί στον δείκτη υπερέχουσας θνησιμότητας απαντώντας σε ερώτηση της δημοσιογράφου Νατάσσας Σπαγαδόρου για ενδεχόμενες αναβολές χειρουργείων λόγω του κορωνοϊού λέγοντας: «… εμείς οι επιδημιολόγοι βλέπουμε, μετράμε, ποσοτικοποιούμε την πίεση στο σύστημα Υγείας με τη λεγόμενη excess mortality, δηλαδή τη θνησιμότητα που υπερβαίνει από αυτή που περιμένουμε. Και υπάρχει μια ευρωπαϊκή βάση δεδομένων, η οποία λέγεται EUROMOMO και σε αυτή βλέπουμε πόσο υπερέβη η θνησιμότητα, δηλαδή πόσο πιέστηκε η γενική υγεία του πληθυσμού, η οποία είναι μέσα και από το σύστημα Υγείας. Και στην Ελλάδα δεν είχαμε καθόλου excess mortality καθ’ όλη την διάρκεια της πανδημίας. Ούτε στο πρώτο κύμα ούτε καταγράφεται τώρα. Αυτό θα πρέπει να το σημειώσουμε, διότι είναι πολύ σημαντικό. Επειδή είπατε ότι αναβλήθηκαν κάποια χειρουργεία. Μπορεί να αναβληθεί ένα μικρό χειρουργείο το οποίο δεν θα οδηγήσει τον ασθενή… Απλά θέλω να εξηγήσω ότι αν και εφόσον είχαν αναβληθεί πολλά και σοβαρά θα το βλέπαμε εκεί πέρα.»

Είναι γεγονός ότι στην Ελλάδα έχει καταγραφεί μικρότερη υπερέχουσα θνησιμότητα συγκριτικά με άλλες χώρες, ενώ στο πρώτο κύμα της πανδημίας, πράγματι ο αριθμός των θανάτων δεν ξεπέρασε το φυσιολογικό αναμενόμενο εύρος εκτιμώμενης θνησιμότητας. Ωστόσο παραμένει αναπάντητο το ερώτημα κατά πόσο το εθνικό σύστημα υγείας ανταποκρίθηκε εγκαίρως σε ασθενείς με άλλες παθήσεις καθ’ όλη τη διάρκεια του 2020 και ποιές περιοχές εμφανίζουν υψηλότερο ποσοστό μη στατιστικά αναμενόμενων θανάτων ανεξαρτήτως αιτίας.

Με δεδομένο ότι η Ελληνική Στατιστική Αρχή θα δημοσιεύσει αναλυτικά στοιχεία για τις αιτίες θανάτου του 2020 μετά από μεγάλο διάστημα (εντός του Φεβρουαρίου 2021 θα δημοσιευθεί η έκθεση για τις αιτίες θανάτου του 2018), ο δείκτης της υπερέχουσας θνησιμότητας, είναι σημαντικό, όχι μόνο να λαμβάνεται υπόψη από τις αρχές στη λήψη των μέτρων, αλλά να υπάρξει και απόλυτη διαφάνεια στα δεδομένα με τον COVID-19 με σκοπό να εκτιμηθεί συνολικά η ποιότητα υγειονομικής περίθαλψης που προσφέρεται στους ασθενείς κατά τη διάρκεια της πανδημίας και να διερευνηθεί η θνητότητα από ασθένεις, οι οποίες θα μπορούσαν να έχουν θεραπευθεί.

Δραματική αύξηση θανάτων το 2020 στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, μείωση της θνητότητας στην Στερεά Ελλάδα

ύμφωνα με τα εβδομαδιαία στοιχεία θανάτων της ΕΛΣΤΑΤ, το 2020 (1η – 49ηεβδομάδα) καταγράφηκε αύξηση θανάτων ανεξαρτήτως αιτίας κατά 10,5% στην Κεντρική Μακεδονία σε σύγκριση με το 2019 και 12,1% στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, δύο από τις περιφέρειες που έχουν πληγεί από τον κορωνοϊό. Δεν γνωρίζουμε, ωστόσο, την πραγματική έκταση του προβλήματος εκεί. Αυτό, είτε επειδή δεν γνωρίζουμε πόσα τεστ διεξάγονται σε κάθε περιοχή ώστε να εκτιμήσουμε την πραγματική εξάπλωση του ιού, είτε επειδή δεν ανακοινώνεται η γεωγραφική κατανομή των θανάτων. Ένα χρόνο μετά το ξέσπασμα της πανδημίας και παρά τα συνεχή αιτήματα του iMEdD Lab για παροχή αναλυτικών στοιχείων των επιβεβαιωμένων θανάτων ανά Περιφερειακή Ενότητα ή Περιφέρεια, ο ΕΟΔΥ, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στις υπόλοιπες χώρες του κόσμου, αρνείται να δημοσιεύσει αυτά τα δεδομένα.
Οκτώ φορές περισσότερους νεκρούς η Δράμα από την Αθήνα, αναλογικά με τον πληθυσμό της

Στις 15 Δεκεμβρίου το iMEdD Lab δημοσίευσε στοιχεία για τη γεωγραφική κατανομή 3.214 θανάτων ανά Περιφερειακή Ενότητα από την αρχή της πανδημίας, με ημερομηνία αναφοράς τη 10η Δεκεμβρίου, στα οποία φαινόταν ότι η Πέλλα, η Δράμα, η Πιερία και οι Σέρρες θρήνησαν τους περισσότερους θανάτους στην Ελλάδα αναλογικά με τον πληθυσμό τους.

Σήμερα το iMEdD Lab, συνεχίζοντας την έρευνα για την επίπτωση της πανδημίας στη χώρα, δημοσιεύει στοιχεία για τη γεωγραφική κατανομή δείγματος 5.471 θανάτων από την αρχή της πανδημίας, με ημερομηνία αναφοράς την 18η Ιανουαρίου 2021.

Οι περιοχές που έχουν τους περισσότερους θανάτους ανά 100.000 πληθυσμού (υπολογισμός που μας επιτρέπει να συγκρίνουμε περιοχές με ανόμοιο πληθυσμό) είναι οι:

  • Δράμα (231,1 θάνατοι ανά 100k: αύξηση 60% σε σχέση με τις 10 Δεκεμβρίου),
  • Πέλλα (218,2: αύξηση 43,27%),
  • Πιερία (177,8: αύξηση 54,61%)
  • Κιλκίς (177,8 έκαστη: αύξηση 74,39%).

image
image
image

Το διάστημα 10 Δεκεμβρίου – 18 Ιανουαρίου υπερδιπλασιάστηκαν οι θάνατοι ανά 100k πληθυσμού στις Περιφερειακές Ενότητες Καρδίτσας (134,09%), Ροδόπης (114,81%), Έβρου (108,57%), Κοζάνης (103,70%) και Ξάνθης (103,28%). Η Θεσσαλονίκη, με 120,5 θανάτους ανά 100k πληθυσμού, σημείωσε αύξηση θανάτων κατά 76,86%, ενώ η Αττική (περιλαμβάνει τις περιφερειακές ενότητες της Αθήνας καθώς και την Π.Ε. Πειραιώς και Νήσων) με 28,4 θανάτους ανά 100k σημείωσε αύξηση κατά 59,31%.

Γεωγραφικών κατανομή επιβεβαιωμένων θανάτων από COVID-19

Περισσότεροι από οκτώ στους δέκα θανάτους αφορούν άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω

Η εκτιμώμενη θνητότητα συνολικά στη χώρα από τον COVID-19 κυμαίνεται στο 3,7%. Ο δείκτης της θνητότητας μας δείχνει πόσοι από αυτούς που έχουν διαγνωστεί θετικοί στον κορονοϊό, έχασαν τη ζωή τους. Παρά το γεγονός ότι η θνητότητα είναι πολύ σημαντικός δείκτης, θα πρέπει να τον διαβάζουμε με εξαιρετικά μεγάλη προσοχή. Αυτό διότι ο αριθμός των ατόμων που έχουν διαγνωστεί με COVID-19 δεν ανταποκρίνεται στον πραγματικό πληθυσμό που έχει κολλήσει τον ιό. Αυτό συμβαίνει, από τη μία, επειδή δεν υποβάλλεται σε τεστ το σύνολο του πληθυσμού και, από την άλλη, επειδή εκείνοι που υποβάλλονται σε τεστ συνήθως είναι άτομα που έχουν ήδη εμφανίσει κάποια συμπτώματα.

Εξαιτίας αυτών των λόγων, το ποσοστό θνητότητας ενδέχεται να είναι υπερτιμημένο σε σύγκριση με τον πραγματικό κίνδυνο θανάτου από την COVID-19.

Εξετάζοντας τα στοιχεία ανά ηλικιακή ομάδα βλέπουμε ότι τον μεγαλύτερο κίνδυνο θανάτου από COVID-19 αντιμετωπίζουν οι ασθενείς με ηλικία άνω των 65 ετών. Συγκεκριμένα, από το σύνολο των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων (1η Φεβρουαρίου 2021), το 17,1% ανήκει σε αυτή την ηλικιακή ομάδα, και από αυτούς το 84,5% κατέληξαν. Η εκτιμώμενη θνητότητα δηλαδή αγγίζει το 18,8%.

Δράμα, Πέλλα, Πιερία θρηνούν τους περισσότερους θανάτους ατόμων ηλικίας άνω των 65 ετών

Βάσει των στοιχείων θανάτων που δημοσιεύουμε σήμερα και της εκτίμησης του πληθυσμού για το 2019 από την ΕΛΣΤΑΤ ανά ηλικιακή ομάδα, προσπαθήσαμε να βρούμε σε ποιες περιοχές καταγράφονται οι περισσότεροι θάνατοι ανθρώπων μεγαλύτερης ηλικίας καθώς και εάν υπάρχουν διακυμάνσεις στη θνησιμότητα και τη θνητότητα ανά περιφερειακή ενότητα.

Για να απαντήσουμε σε αυτά τα ερωτήματα, χρησιμοποιήσαμε ως σημείο αναφοράς την επίσημη ανακοίνωση του ΕΟΔΥ για την ημερομηνία αναφοράς που εξετάζουμε, την 18ηΙανουαρίου, στην οποία αναφέρεται, ότι στο σύνολο της χώρας το 17% των κρουσμάτων και το 84,5% των θανάτων αφορούν ανθρώπους ηλικίας άνω των 65 ετών. Στη συνέχεια κάναμε την υπόθεση, ότι αυτά τα ποσοστά αφορούν εξίσου όλες τις περιφερειακές ενότητες της χώρας,  δηλαδή, ότι για παράδειγμα τόσο στην Πέλλα, όσο και στη Δράμα και την Αττική, στους 100 θανάτους οι 85 είναι άτομα ηλικίας άνω των 65. Και μετά κάναμε αναγωγή των θανάτων ηλικιωμένων, στον πληθυσμό άνω των 65 ετών ανά περιφερειακή ενότητα.

Θνησιμότητα πληθυσμού ηλικίας άνω των 65

Σε απόλυτα νούμερα, η Θεσσαλονίκη εκτιμάται ότι είχε τον μεγαλύτερο αριθμό θανάτων ηλικιωμένων (1123), ενώ ακολουθεί η Αθήνα (896) και με μεγάλη διαφορά η Πέλλα (251). Με δεδομένο ότι Θεσσαλονίκη και Αθήνα έχει τους περισσότερους καταγεγραμμένους θανάτους από κορωνοϊό, τα στοιχεία αυτά είναι αναμενόμενα. Όταν όμως συμπεριλάβουμε στην εξίσωση των πληθυσμό των ηλικιωμένων και κάνουμε την αναγωγή ανά 100.000 πληθυσμού, τότε η κατάταξη των περιφερειακών ενοτήτων αλλάζει.

Συγκεκριμένα, η Δράμα βρίσκεται στην κορυφή της λίστας με 757,1 θανάτους ηλικιωμένων ανά 100.000 πληθυσμού ηλικίας άνω των 65 ετών. Ακολουθεί η Πέλλα (743,3), η Πιερρία (650,6), το Κιλκίς (594,5) και η Ξάνθη (530,3). Η Θεσσαλονίκη βρίσκεται στην έβδομη θέση της λίστας και η Αττική στην 22η.

Η αντίστοιχη ανάλυση για τα κρούσματα σε ηλικιωμένο πληθυσμό φέρνει τη Θεσσαλονίκη πρώτη με 2.335 κρούσματα ατόμων άνω των 65 ετών ανά 100.000 πληθυσμού άνω των 65 και ακολουθεί η Δράμα (2228,4), η Πέλλα (2147,7), η Δράμα (2027,6) και η Πιερία (1916,1). Αυτός ο δείκτης μας δείχνει σε ποιες περιοχές της χώρας εκτιμάται ότι υπήρξε μεγαλύτερη διασπορά του ιού στον πληθυσμό αυτής της ηλικιακής ομάδας. Αντιστοίχως, υπολογίζοντας τον κίνδυνο θανάτου του ηλικιωμένου πληθυσμού από COVID-19 (case fatality) η Δράμα, η Πέλλα, τα Γρεβενά, η Πιερία, οι Σέρρες, η Καβάλα, το Κιλκίς και η Ημαθία έχουν τα υψηλότερα ποσοστά, τα οποία υπερβαίνουν κατά πολύ τον μέσο όρο εκτιμώμενης θνητότητας από COVID-19 στη συγκεκριμένη πληθυσμιακή ομάδα. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να σημειώσουμε ότι επειδή δεν γνωρίζουμε τα πραγματικά κρούσματα κορωνοϊού, παρά μόνο όσα κρούσματα έχουν υποβληθεί σε τεστ, το οποίο βγήκε θετικό, και επειδή υπάρχει έλλειψη ενημέρωσης για τον αριθμό των τεστ ανά περιφερειακή ενότητα, αυτή η ανάλυση μας δείχνει ενδεχομένως μια τάση, όμως θα πρέπει να διαβάζεται με εξαιρετικά μεγάλη προσοχή διότι ενδέχεται να υπερεκτιμά την πραγματική κατάσταση.

Εκτιμώμενη θνητότητα νέων κρουσμάτων

Ο υπολογισμός της θνητότητας έγινε με βάσει των νέων επιβεβαιωμένων κρουσμάτων της περιόδου 20 Νοεμβρίου 2020 έως 8 Ιανουαρίου 2021

Το διάστημα 10 Δεκεμβρίου έως και 18 Ιανουαρίου, βάσει των δειγμάτων θανάτων που έχουμε δημοσιεύσει ανά περιφερειακή ενότητα, οι περισσότεροι νέοι θάνατοιεντοπίζονται στη Δράμα με 281 νέους θανάτους ηλικιωμένων ανά 100.000 πληθυσμού άνω των 65 ετών (αύξηση κατά 60% των θανάτων στον γενικό πληθυσμό), Ξάνθη (267,88 και αύξηση 103,28% των θανάτων στον γενικό πληθυσμό), Κιλκίς (251 και αύξηση 74,39%), Πιερία (227,3 και αύξηση 54,6%), Πέλλα (221,4 και αύξηση 43,2%), Θεσσαλονίκη (212,8 και αύξηση 76,8%), Φλώρινα (165,8 και αύξηση 70,97% των θανάτων στον γενικό πληθυσμό).

Σε αυτό το διάστημα τον υψηλότερο δείκτη εκτιμώμενης θνητότητας (νέοι θάνατοι προς επιβεβαιωμένα κρούσματα) εμφανίζουν η Δράμα, το Κιλκίς και η Καρδίτσα. Για τον υπολογισμό της θνητότητας επιλέξαμε να υπολογίσουμε τα επιβεβαιωμένα κρούσματα που καταγράφηκαν 20 ημέρες πριν τις 10 Δεκεμβρίου, υπολογίζοντας βάσει μελετών και γνωστών στοιχείων για τον χρόνο επώασης, ένα μέσο χρονικό διάστημα από τη μόλυνση ενός ανθρώπου έως και την κατάληξή του. Καταληκτική ημερομηνία υπολογισμού των νέων κρουσμάτων είναι η 8η Ιανουαρίου.

Τα επιδημιολογικά δεδομένα για την COVID-19 είναι το μόνο όπλο που έχουν στη φαρέτρα τους επιστήμονες και πολιτεία προκειμένου να αντιμετωπίσουν έναν ιό, για τον οποίο 12 μήνες πριν δεν γνώριζε κανείς τίποτα. Ταυτόχρονα, η δημοσίευση αυτών των στοιχείων είναι απαραίτητη – ειδικά τώρα που υπάρχει έξαρση των θεωριών συνωμοσίας – προκειμένου, από τη μία οι πολίτες να μπορούν να λάβουν αποφάσεις για τη ζωή τους σε μια τόσο κρίσιμη παγκοσμίως περίοδο έχοντας γνώση όλων των παραμέτρων της πανδημίας και από την άλλη για να αναλάβει καθένας από εμάς, βάσει συγκεκριμένων και αμερόληπτων στοιχείων, την λεγόμενη «ατομική ευθύνη» έναντι των υπολοίπων.
Από την ανάλυση των διαθέσιμων στοιχεία για την COVID-19 στην Ελλάδα, προκύπτουν σοβαρά ερωτήματα δημοσίου ενδιαφέροντος για τις πραγματικές συνέπειες της πανδημίας στη χώρα, τα οποία δεν μπορούν να απαντηθούν από τις αποσπασματικές ενημερώσεις του ΕΟΔΥ.

Συγκεκριμένα, είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ανά ημέρα και περιφερειακή ενότητατα εξής στοιχεία:

  • θανάτους εντός και εκτός νοσοκομείων
  • θανάτους εντός και εκτός ΜΕΘ
  • θανάτους ανά νοσοκομείο
  • διαθέσιμες κλίνες σε νοσοκομεία και ΜΕΘ
  • πληρότητα κλινών νοσοκομείων και ΜΕΘ
  • διαθέσιμο αριθμό γιατρών και νοσηλευτών για COVID-19
  • πόσοι άνθρωποι έχουν υποβληθεί σε τεστ και πόσοι εξ’ αυτών είναι θετικοί (όχι αριθμό δειγμάτων που έχουν ληφθεί)
  • νοσηλευόμενοι – διασωληνωμένοι – διασωληνώσεις – εξαγωγές ανά νοσοκομείο
  • μέση ηλικία θανόντων και επιβεβαιωμένων κρουσμάτων
  • ενεργά κρούσματα
  • αναλυτικά επιδημιολογικά στοιχεία για το ποιες δραστηριότητες σχετίζονται με τη μετάδοση του ιού

Έχοντας γνώση αυτών των δεδομένων, θα μπορούσαμε να εξετάσουμε τι πήγε στραβά στο δεύτερο κύμα της πανδημίας, γιατί στην Κεντρική Μακεδονία και την Ανατολική Μακεδονίας και Θράκη έχουμε τόσο αυξημένα ποσοστά εκτιμώμενης θνητότητας σε σύγκριση με την υπόλοιπη χώρα, να εκτιμήσουμε πόσοι είναι οι πραγματικοί νεκροί από την πανδημία και το κυριότερο να ετοιμαστούμε καλύτερα όλοι μας για το τρίτο κύμα.

Πηγή: iMEdD Lab