Παραμονή Χριστουγέννων στο υπόγειο ενός σπιτιού, σ’ έναν παραθαλάσσιο οικισμό στα βόρεια του Δουβλίνου, ενώ έξω μαίνεται η καταιγίδα, τέσσερις φίλοι κι ένας μυστηριώδης ξένος θα περάσουν τη νύχτα γιορτάζοντας με τον τρόπο που ξέρουν: παίζοντας χαρτιά και πίνοντας.

Ads

Ενώ η νύχτα βαθαίνει κι η καταιγίδα θριαμβεύει, οι πέντε άντρες θα παίξουν μέχρι το τέλος, ποντάροντας όλο και περισσότερα, μια πιθανότητα να ξεφύγουν απ’ το παρελθόν τους. Και μια τελευταία ευκαιρία να σώσουν την ψυχή τους.

Το έργο του Κόνορ Μακφέρσον ο «Φάρος» είναι μια τρυφερή παραβολή για την εξιλέωση και τη λύτρωση και συνεχίζει την επιτυχημένη πορεία του στο Θέατρο Αθηνών, σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη.

Ο Μακφέρσον αγαπάει τους ήρωές του και μας κάνει να τους αγαπήσουμε κι εμείς. Αν η ζωή είναι ένα ταξίδι όπου όλοι ξέρουμε το τέλος, αξίζει να το κάνουμε μαζί. Κι αν αυτοί οι άνθρωποι, που έχουν αποτύχει σε όλα, δουλειά, έρωτα, σχέσεις, αξίζουν μια δεύτερη ευκαιρία, τότε την αξίζουμε κι εμείς.

Ads

Με αφορμή την παράσταση και σε ένα σκηνικό που «μυρίζει» αλκοόλ και καπνό, ο Αιμίλιος Χειλάκης και ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος μίλησαν στο Tvxs.gr για το έργο, τους ρόλους τους και τη γενιά των νέων ηθοποιών.

Πως προέκυψε η συνεργασία με τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη που σκηνοθέτησε την παράσταση;

Ο.Εγώ με τον Κωνσταντίνο τρέχω τώρα τον πέμπτο χρόνο συνεργασίας. Τρίτο έργο, πέμπτος χρόνος. Από αυτό και μόνο καταλαβαίνει κανείς πόσο σημαντική είναι αυτή η συνεργασία για μας, πόσο ανάγκη την έχουμε και πόσο μεγάλη επιθυμία ήταν να συνεχίσουμε μαζί. Βέβαια δεν είναι πάντα αυτοσκοπός στο θέατρο η συνεργασία, χωρίς το όχημα που είναι το έργο, το οποίο εξυπηρετεί τη συνεργασία και της δίνει λόγο ύπαρξης. Ωστόσο στη συγκεκριμένη περίπτωση η ανάγκη για τη συνεργασία προϋπήρχε του έργου. Τελειώνοντας το «Θεό της σφαγής» πέρυσι θέλαμε να βρούμε κάτι που να αξίζει τον κόπο και να εξηγεί γιατί μένουμε μαζί. Στον αρχικό αυτόν πυρήνα προστέθηκε γρήγορα και ο Αιμίλιος και κάπως έτσι ξεκίνησε η αναζήτηση του έργου που αρχικά εμπεριείχε κι άλλα έργα.

Α.Έγω ήμουν ο τρίτο που προστέθηκε σε αυτήν την ωραία παρέα. Είχα την ανάγκη να δουλέψω τον Κωνσταντίνο. Άλλωστε το πιο ωραίο πράγμα στο χώρο μας είναι να δουλεύεις με ανθρώπους που θαυμάζεις και θες να δημιουργήσεις μαζί τους. Τον είχα πάρει τηλέφωνο για να κάνουμε κάτι μαζί και τότε μου ανακοίνωσε πως ετοιμάζει κάτι με τον Οδυσσέα. Ξεκίνησαν οι συναντήσεις και η αναζήτηση ενός έργου που θα αφορά όλους.

image

Δηλαδή όλοι μαζί συμβάλατε στην αναζήτηση του έργου;

Ο.Οι ρόλοι και οι θέσεις είναι πολύ ξεκάθαροι, ποιος δηλαδή θα είναι η κεφαλή του πράγματος και ποιος θα πει το τελικό οκ. Και αυτό είναι ωραίο και αναγκαίο να συμβαίνει. Από κοινού έγινε η αναζήτηση, από κοινού είναι η ανησυχία, άλλα με δεδομένο ότι τελικά ένας άνθρωπος θα οδηγήσει το καράβι προς αυτή την πλευρά. Κι αν σε συναντάει μαζί του θα πας, αλλά ταυτόχρονα υπάρχει κι η εμπιστοσύνη ότι ξέρεις τον τρόπο με τον οποίο εργάζεται και βλέπει τα πράγματα. Και θες στα αλήθεια να πας μαζί του γιατί σου αρέσει αυτός ο τρόπος σκέψης και δουλειάς.

Α.Το προσυμφωνημένο υπήρχε. Γνωρίζαμε πολύ καλά ότι ο Κωνσταντίνος θα είναι η κεφαλή. Επειδή έχουμε δουλέψει σαν σκηνοθέτες ξέρουμε πολύ καλά την αξία του αρχηγού και τη δίνουμε χωρίς καμία δεύτερη σκέψη. Κοιτάξαμε μαζί κάποια έργα και ψάξαμε το όχημα που μπορεί να μας φέρει μαζί και τους τρεις στη σκηνή. Κάποια στιγμή λέει ο Κωνσταντίνος «The seafarer», ο θαλασσινός, το διαβάσαμε και ξέραμε ότι αυτό ήταν το έργο.

Τι σας γοήτευσε και σας οδήγησε στην επιλογή αυτή;

Ο.Το έργο είχε για μας και μία ακόμα δυνατότητα. Δύο ακόμα παίκτες. Άρα και τη χαρά να αναζητήσεις δύο ακόμα άτομα που θα είναι συνοδοιπορεί σε αυτό το ταξίδι. Κι εκεί συμμετείχαμε κι εμείς με όλη τη συνείδηση του ποιος οδηγεί, αλλά και με όλη αγωνία και την αγάπη για να δημιουργηθείς μια ομάδα που γουστάρεις να συνεργαστείς.

image

Α. Στην πρώτη μας συνάντηση, το καλοκαίρι όλοι είχαμε ανειλημμένες υποχρεώσεις με άλλα έργα. Οπότε πίστευα ότι κανείς δεν θα είναι συγκεντρωμένος στο έργο. Όμως ξεκινώντας να διαβάζουμε το έργο μας κυρίευσε μια περίεργη συγκίνηση. Δεν ξέραμε τους ρόλους ακόμα, είχαμε διαβάσει απλά το έργο αλλά δεν είχαμε συμπράξει. Και ξαφνικά αρχίζουμε να βλέπουμε ο ένας με τον άλλον, ότι μας αφορά αυτό που μας λένε. Στο θέατρο δεν μπορούμε να είμαστε μόνοι μας. Έχει παρέλθει αυτό. Ως γενιά θέλουμε να είμαστε όλοι παίκτες. Οι προηγούμενες γενιές παίζαν μόνοι τους, δηλαδή ένας πρωταγωνιστής και κάποιοι άλλοι.  Οι οποίοι στις περισσότερες περιπτώσεις δεν έπρεπε να είναι και πολύ καλοί γιατί να μην υποσκιάσουν τον κύριο ρόλο… Το ουσιώδες είναι οι συναντήσεις και με χαρά βλέπω ότι πλέον στη νέα γενιά ηθοποιών, το θέμα που τους απασχολεί περισσότερο είναι οι συναντήσεις. Δεν υπάρχουνε ρόλοι. Στην πραγματικότητα οι ρόλοι είναι κατασκευές κι αν δεν συνκατασκευάσεις κάτι, θα είναι σαν να φτιάξεις το σπιτάκι σου σε μια γωνιά, όπου αργά ή γρήγορα θα το πάρει το ρέμα.

Ο. Αυτό έχει μία τρομακτική μοναξιά. Δεν ξέρω πως το αντέξανε γιατί δεν υπάρχει μεγαλύτερη χαρά από το να παίζεις με ωραίους και ταλαντούχους ηθοποιούς. Εγώ πια σχεδόν δεν βρίσκω άλλον νόημα στο θέατρο.

Το έργο ακροβατεί αριστοτεχνικά ανάμεσα στο θρίλερ, τη μαύρη κωμωδία, τις κλασικές ιστορίες μυστηρίου και το δράμα. Τι είναι ακριβώς ο Φάρος;

Α. Διαβάζεις ένα έργο που έχει μια απίστευτη δυναμική και στο σκάει το πυροτέχνημα εκεί που δεν το περιμένεις. Ξαφνικά πέφτει ένας κεραυνός κι όλα αλλάζουν. Δεν είναι ένα κλασικό κυκλικό δράμα, στο οποίο αναγνωρίζεις τους χαρακτήρες αμέσως. Γιατί στο κυκλικό δράμα οφείλεις να αναγνωρίσεις τους χαρακτήρες στα 7 πρώτα λεπτά. Σε αυτό το έργο βλέπεις για μισή ώρα κάποια ρεμάλια τα οποία δεν συνεννοούνται, αντιλαμβάνεσαι κάτι βαθύτερο και στη συνέχεια έρχεται το μεταφυσικό. Αλλά δεν ολοκληρώνει τον κύκλο του δράματος, αντίθετα το αφήνει να συρθεί σε κάτι το οποίο σε αφήνει σε αναμονή.

Ο. Πρόκειται για παραβολή για την εξιλέωση γεμάτη μαύρο χιούμορ, με πρωταγωνιστές τέσσερις φίλους που περνούν τη νύχτα με έναν ξένο, παίζοντας χαρτιά και πίνοντας. Στόχος του έργου είναι να δείξει πως μπορεί το εμείς να είναι πιο σημαντικό από το εγώ. Και αυτό είναι και το διήγημα του έργου. Πως δηλαδή αυτό που για μας είναι συνείδηση μπορεί να γίνει σκηνική πράξη.

image

Το έργο έκανε πρεμιέρα το 2006 στο Εθνικό Θέατρο της Αγγλίας, στο Λονδίνο και ακολούθως το 2007 στη Ν. Υόρκη, στο Μπρόντγουεϊ, και τις δυο φορές σε σκηνοθεσία του ίδιου του συγγραφέα και τιμήθηκε με υποψηφιότητες και βραβεία Ολιβιέ και Τόνυ. Έκτοτε, οπουδήποτε ανέβηκε διεθνώς σημείωσε πολύ μεγάλη καλλιτεχνική και εμπορική επιτυχία. Ήταν πρόκληση αυτό για σας; Σας φόβισε;

Ο. Όχι καθόλου γιατί ναι μεν έχει κάνει μεγάλη επιτυχία στο εξωτερικό αλλά εδώ είναι ένα άγνωστο έργο. Είναι ένα έργο που στην Ελλάδα είναι εντελώς παρθένο, δεν έχει καμία προηγούμενη ανάγνωση. Άρα είσαι εντελώς απενοχοποιημένος σε σχέση με το που θα πάει. Ο φόβος της αποτυχίας είναι πιο έντονος όταν είσαι αντιμέτωπος με ένα κείμενο που έχει ανέβει 10-15 φορές στη χώρα σου και έχει αναγνωσθεί από πολύ σημαντικούς σκηνοθέτες. Εκεί, πέρα από τη χαρά έχεις και ένα στοίχημα σχετικά με το τι θέλεις να πεις εσύ με το συγκεκριμένο έργο κι αν θα πετύχει σε σχέση με τους άλλους.

Το έργο είναι του Ιρλανδού Κόνορ Μακφέρσον και στην Ελλάδα έχει ανέβει μόνο «Το Φράγμα» (The Weir) από την Πειραματική Σκηνή της Τέχνης, στη Θεσσαλονίκη, το 1997. 20 χρόνια μετά έρχεται ο Φάρος. Πόσο εύκολο ήταν να προσαρμοστεί το έργο στα ελληνικά δεδομένα, στη δική μας πραγματικότητα;

Α. Γινόμαστε πολλές φορές πολύ περιληπτικοί όταν μιλάμε για εντοπιότητα. Πρέπει να γίνουμε πιο περιληπτικοί όταν μιλάμε για μια δραματουργία που αφορά ανθρώπους και τις σχέσεις τους. Το θέατρο είναι ιστορίες. Εμείς διαβάσαμε αυτό το έργο και μας άρεσε να διηγηθούμε αυτή την ιστορία στον κόσμο. Δεν κάνουμε τίποτε παραπάνω από το να λέμε ιστορίες. Είμαστε αφηγητές ιστοριών. Στόχος είναι να δω τη ζωή μου μέσα από μια άλλη ιστορία και να καταλάβω τον εαυτό μου επειδή με συναντώ σε μια υπόθεση που αφορά κάποιον άλλο. Αυτό συμβαίνει τόσο στο Φάρο, όσο και στα περισσότερα έργα, συνεπώς πάντα μπορεί να βρει κάποιος κάτι που να προσαρμόζεται στη δική του πραγματικότητα ανεξαρτήτως τόπου, χώρας, πόλης.

Ο. Εγώ θεωρώ ότι αυτό το έργο μπορεί να σταθεί σε όλες τις χώρες του κόσμου, γιατί πέρα από κάποια χαρακτηριστικά του που είναι τοπικά, έχει μέσα ένα πυρήνα μικροπολιτικής που ανήκει παντού. Έχει μέσα την ανθρώπινη αδυναμία, την απελπισία, την αγωνία, τις σχέσεις και πως αυτές έρχονται σε κρίση και τον τρόπο που διαχειριζόμαστε τα πράγματα όταν είμαστε υπό απειλή. Αυτά τα ζητήματα είναι πανανθρώπινα και αυτές είναι για μένα οι βασικές κινητήριες δυνάμεις των έργων. Τα καλά έργα αντέχουν παντού και δε χρειάζονται το περιβάλλον.

image

Πιστεύετε ότι η τέχνη γίνεται πάντα για την τέχνη ή πολλές φορές εξυπηρετεί κι άλλους σκοπούς;

Α. Ευτυχώς σήμερα ειδικά στην Ελλάδα της κρίσης  έχεις τη δυνατότητα να δούλεψες με ανθρώπους που ξέρεις ότι είναι ικανοί να δημιουργήσουν κάτι καλό. Παλιότερα ίσως τα πράγματα να ήταν διαφορετικά, αλλά την τελευταία εικοσαετία, οι περισσότεροι κάνουν πράγματα επειδή κάτι τους τρώει. Είναι μια γενιά νέων σκηνοθετών και ηθοποιών που χαίρεσαι να δουλέψεις μαζί τους γιατί ξέρεις ότι θα συμπορευτείτε σε αυτό το ταξίδι και έχετε κοινές ανάγκες.

Ο Σάρκυ, ο μικρότερος αδερφός, «εγγύηση αποτυχίας», απολυμένος από δεκάδες δουλειές, μόνιμα οργισμένος, με έναν ανεκπλήρωτο έρωτα για τη γυναίκα του αφεντικού του, προσπαθεί να ξαναπιάσει από κάπου το νήμα της ζωής του. Ταυτίζεστε καθόλου με το ρόλο στη σύγχρονη κοινωνία που ζούμε;

Ο. Είναι ένας ρόλος που αντικατοπτρίζει όλους εμάς, γιατί όλοι κάποια στιγμή στη ζωή μας αποτύχαμε. Το έργο έχει μέσα πολύ ανθρώπινα και συγκινητικά στοιχεία. Εγώ τουλάχιστον βλέπω τον εαυτό μου μέσα στους ήρωες πάρα πολύ. Ο Σάρκυ είναι ένα παιδί που πήρε λάθος δρόμο στη ζωή, έχει πιάσει πάτο και δεν μπορεί να είναι ευτυχής σε ότι κάνει. Εμείς στο έργο τον συναντάμε σε μια περίοδο που χρειάζεται πραγματικά μια αλλαγή. Είναι η στιγμή που νιώθει ότι κάτι πρέπει να αλλάξει. Κι έτσι έρχεται αντιμέτωπος με όλο το σκοτάδι του, τις ενοχές και τους φόβους του, που είναι εκφρασμένοι μέσα από το ρόλο του Αιμίλιου. Σίγουρα δεν είναι τυχαίο που επιστρέφει στο πατρικό του σπίτι εκείνη τη στιγμή για να συναντήσει τον αδερφό του που τον έχει ανάγκη. Ασυνείδητα επιστρέφει στο εμείς κι αυτό είναι που δίνει και την οποιαδήποτε λύτρωση στο τέλος.

image

Ποιος είναι ο ρόλος του μυστηριώδη κύριου Λόκχαρτ στην παράσταση; Είναι ένας ρόλος κλειδί στην παράσταση…

Α.Αυτός ο ρόλος μπορεί να διαβαστεί με διάφορους τρόπους. Από την απόλυτη κυριολεξία μέχρι την απόλυτη μεταφορά. Ο συγγραφέας παρουσιάζει έναν ρόλο που δε μοιάζει αρχικά να έχει κάτι συγκινητικό ή ανθρώπινο κι όμως συγκεντρώνει τα πιο ανθρώπινα χαρακτηριστικά της απελπισίας. Δεν είναι άλλωστε τυχαία η φράση με την οποία αποχωρεί..επιθυμώ γαλήνη. Ο κύριος Λοκχαρτ κυνηγάει τους χαρακτήρες γι΄ αυτά που δεν τόλμησαν να κάνουν κι όχι για τις αμαρτίες τους. Γιατί ο άνθρωπος που δεν τόλμησε είναι αποτυχημένος. Δεν μπορούμε να καταλάβουμε τους ρόλους μας αν δεν τους καταλάβουμε σε σχέση με τους άλλους. Υπάρχει πάντα μια αλληλεπίδραση.

Αλκοόλ, τζόγος, πάθη. Πως το εμείς μπορεί να ωφελήσει κάποιον που έχει φτάσει στο πάτο. Και γιατί αυτoί οι άνθρωποι θέλουν να διατηρήσουν την παιδικότητα τους ενώ είναι πάνω από 40 και «κατεστραμμένοι»;

Α. Η επιδίωξη της νιρβάνας είναι πολύ παρεξηγημένη. Ο Μακφέρσον την ονομάζει επίτευξη του υλικού και πνευματικού κόσμου. Αν δεν είμαστε ενωμένοι στο εμείς, ο καθένας μόνος του είναι μια κακή περπατησιά. Γι΄αυτό το εμείς αγαπήσαμε αυτό το έργο. Οι πρωταγωνιστές ζουν μια διαρκή νεότητα. Αλκοόλ και τζόγος ήταν η χαρά μας στα 20. Ο τζόγος δεν έχει να κάνει με το αν θα κερδίσω ή όχι αλλά για την αδρεναλίνη να δω αν θα μου βγει το χαρτί. Οι ήρωες αυτοί θέλουν να ζουν αυτήν την αδρεναλίνη γιατί δε θέλουν να μεγαλώσουν. Ωστόσο θέλουν να παραμείνουν μαζί χωρίς να αντιλαμβάνονται την ανάγκη που οδηγεί σε αυτό. Αλλά πως αλλιώς μπορείς να καταλάβεις ποιος είσαι αν δεν δεις τον εαυτό σου μέσα σε μια ομάδα;

Ο. Το θέμα του έργου αφορά μια παρέα πέντε ανδρών που παιδιακίζουν κι αυτό δεν τους έχει βοηθήσει να προχωρήσουν παρακάτω στη ζωή τους, αλλά ταυτόχρονα αυτό στο τέλος του έργου είναι η μεγάλη τους λύτρωση, το μεγάλο τους κέρδος.

image

Ο αγγλικός τίτλος του έργου, The Seafarer (ο Ναυτικός), είναι δανεισμένος από ένα ομώνυμο ποίημα ανωνύμου, γραμμένο στα αρχαία Αγγλικά, στα μέσα του 8ου αιώνα μ.Χ., όπου ένας ναυτικός μιλάει στους στεριανούς για τις οδύνες της ζωής στη θάλασσα και προσεύχεται στον Θεό. Ποια η σχέση του έργου με το μεταφυσικό και τη θρησκεία;

Α. Το έργο δε μιλάει για το θείο, αλλά για το ανθρώπινο. Οι αναφορές του συγγραφέα στα Χριστούγεννα, στην εκκλησία και στους μοναχούς, είναι το πρόσχημα του να μιλήσει για εμάς. Είναι δηλαδή προσχηματικός ο λόγος του μεταφυσικού. Το μεταφυσικό άλλωστε είναι μια προσωπική μας ανάγκη να εξηγήσουμε το τυχαίο, για να δικαιολογήσουμε πράγματα για την προσωπική μας ζωή.

Ο. Είναι όλα μεταφορές. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι σε όλα του τα έργα υπάρχει το μεταφυσικό. Είναι το όχημα του να σου μιλήσει για τον άνθρωπο, χτυπώντας εκεί που είσαι ευάλωτος. Χρησιμοποιεί το «ανεξερεύνητο» για να σε φέρει στο εδώ  και στις καθημερινές σχέσεις. Μάλιστα  πολύ σκόπιμα μειώνει τον μεταφυσικό ρόλο του Αιμίλιου, με στόχο να ανυψώσει κάτι άλλο.

image

Σας γνωρίσαμε σαν ηθοποιoύς με πολλές συμμετοχές σε θεατρικές παραστάσεις αλλά και τηλεοπτικές σειρές. Τα τελευταία χρόνια όμως ασχοληθήκατε και με τη σκηνοθεσία. Ποια ανάγκη σας ώθησε να αλλάξετε πορεία;

Ο. Εγώ που είμαι πολύ φρέσκος στη σκηνοθεσία με την παράσταση «Εφτά χρόνια» που ανέβηκε πρόσφατα στο Θέατρο Αποθήκη. Για μένα είναι η ίδια ανάγκη που με ώθησε να είμαι ηθοποιός. Τα έργα είναι μηχανισμοί κι εγώ ήθελα να δω πως λειτουργούν στο όλον. Στη σκηνοθεσία έχει σημασία πως διαβάζεις το έργο μέσα από το δικό σου κόσμο. Εγώ δεν θεωρώ τον εαυτό μου σκηνοθέτη, αλλά ηθοποιό που κοιτάζει ακόμα πιο αντικειμενικά το έργο. Στόχος μου είναι να πω με τον δικό μου τρόπο μια ιστορία που διάβασα και δεν έχω κάποια μεγαλύτερη φιλοδοξία. Πρόκειται για μια επιθυμία να συναντηθώ με τα έργα με έναν πιο σφαιρικό τρόπο. Είναι πολύ λυτρωτικό να παίρνεις την ευθύνη γιατί μπορείς να δεις τη λειτουργία του ηθοποιού απ έξω, ενώ παράμενες ηθοποιός. Επίσης σε διευκολύνει στην υποκριτική γιατί γνωρίζεις πως είναι να ψάχνει κάποιος να δημιουργήσει έναν κόσμο και να θέλει τους άλλους συνδημιουργούς. Αν δεν πάρεις εσύ πρώτος το ρίσκο και την ευθύνη δεν μπορείς να το καταλάβεις ποτέ. Θεωρώ ότι θα γίνω πολύ καλύτερος ηθοποιός μέσα από την εμπειρία του σκηνοθέτη, γιατί γίνομαι αυτόματα πολύ πιο διαθέσιμος και ελεύθερος.

Α. Η σκηνοθεσία έχει άμεση σχέση με την αισθητική. Θέλεις κάποια στιγμή να μιλήσεις για την αισθητική που θα ήθελες εσύ να συμβεί. Εμένα δεν με ενδιαφέρουν οι κολακείες για κάτι που έχω σκηνοθετήσει. Αν έχεις ανάγκη να μιλήσεις αισθητικά αναλαμβάνεις την κατασκευή του έργου. Η κατασκευή ενέχει κανόνα κι εκεί κρίνεσαι για το αν είσαι αποτελεσματικός σκηνοθέτης, όχι καλός ή κακός. Εγώ προσωπικά δεν μπορώ να σκηνοθετήσω μια παράσταση χωρίς να παίζω, αλλιώς δεν ξέρω πως να το κάνω. Για μένα σκηνοθέτης δεν είναι κάποιος επιτυχημένος, αλλά κάποιος τολμηρός.

image

Υπάρχει μία σκηνή στο έργο που παραπέμπει λίγο στην ταινία «Έβδομη Σφραγίδα» του Μπέργμαν, στο σημείο που ο πρωταγωνιστής παίζει σκάκι με το διάβολο. Κινηματογράφο βλέπετε; Τι σας αρέσει;

Ο. Μου αρέσουν πολύ διαφορετικοί σκηνοθέτες μεταξύ τους. Θαυμάζω τον Γούντι Άλεν με τον ίδιο τρόπο που θαυμάζω και τον Ταραντίνο. Αυτό που μου αρέσει είναι το τεράστιο θάρρος που έχουν να πουν την ιστορία έτσι όπως εκείνοι θέλουν. Για παράδειγμα στις περισσότερες ταινίες του Ταραντίνο φαίνεται ότι δεν είναι υπόλογος σε τίποτα και σε κανέναν, παρά μόνο στην ιστορία που θέλει να διηγηθεί. Και δεν έχει κανένα όριο, αντίθετα χρησιμοποιεί όλους τους δυνατούς τρόπους για να εκφράσει την αισθητική που θέλει. Αυτό είναι πολύ λυτρωτικό. Ωστόσο αυτό υπάρχει σε πολλές ταινίες και κάθε φορά που βρίσκω μια ταινία με αυθεντική διήγηση της παραδίνομαι ολοκληρωτικά.

Α. Αν δεν έχεις κανόνα, συνήθως σκορπιέσαι όσο καλή πρόθεση και να έχεις. Πολλοί έχουν κανόνα αλλά δεν έχουν ιστορία, όπως κάνει το «Δόγμα 95». Η «Οικογενειακή γιορτή»του Τόμας Βίντερμπεργκ  αποτελεί εξαίρεση. Αυτή είναι η μεγάλη επιτυχία. Αυτό είναι κάτι που λατρεύω και στον Λευτέρη Βογιατζή, ο οποίος λέει ιστορίες που σε σκίζανε και επί μήνες οι ηθοποιοί είχαν μαστιγωθεί. Εγώ πλέον δε θέλω να κάνω κινηματογράφο. γιατί δεν βλέπω πολλές δουλείες που να δουλεύουν με κανόνα. Στην Αμερική μπορεί να δεις μια χαζοκωμωδία αλλά δε θα πηδάει ο άξονας και οι ηθοποιοί θα έχουν έναν κοινό στόχο. Εμένα μου αρέσει πολύ και ο Λάνθιμος γιατί ο άνθρωπος έχει κανόνα εδώ και πολλά χρόνια από τον καιρό που κάνει διαφημίσεις και βιντεοκλιπ. Εγώ προτιμώ να μείνω στο θέατρο.