Σε συνέδριο στην Ισπανία, όπου είχα λάβει μέρος προ πολλών ετών, ένας Κολομβιανός ομιλητής, Εισαγγελέας, είχε αναφέρει τα εξής: «Στην πατρίδα μου λένε ότι όταν ένας δικαστής αναλαμβάνει μια υπόθεση διαφθοράς, μπαίνει ανάμεσα σε δυο μέταλλα: το χρυσό και το μολύβι – σφαίρα. Θα παρουσιάσουμε σήμερα ένα φαινόμενο, μια κυβερνητική πολιτική που προσπαθεί να πείσει κάθε δικαστή πως, όταν αναλαμβάνει μια υπόθεση διαφθοράς, θα βρίσκεται ανάμεσα σε δυο χαρτιά: στο χαρτί της προαγωγής του και στο χαρτί της δίωξής του. 

Ads

Ένας χρόνος διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, ένας χρόνος επιθέσεων και έμπρακτων προσβολών της δικαιοσύνης.

Το πράγμα είχε φανεί από την πρώτη στιγμή: στις προγραμματικές δηλώσεις της Νέας Δημοκρατίας δεν υπήρχε καμία αναφορά στη Δικαιοσύνη. Η διαφάνεια, τα ανθρώπινα δικαιώματα εξαφανίστηκαν. Εξαρχής,  τα σώματα ελέγχου της διαφθοράς συρρικνώθηκαν ή αδρανοποιήθηκαν, δηλαδή συγκεντρώθηκαν σε μια υπεραρχή με αμφίβολες υπερεξουσίες που  ασχολείται με ανώδυνους ελέγχους (μάσκες, κάπνισμα κλπ). Το πιο βαρύ και επίσης χειροπιαστό: μεταφέρθηκε άμεσα η ευθύνη για τις φυλακές από το υπουργείο Δικαιοσύνης στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη. Πράξη που έδειξε, απότομα και καθαρά, τη θέση της Νέας Δημοκρατίας ότι η Δικαιοσύνη δεν είναι άξια και ικανή να έχει την ευθύνη της εφαρμογής των δικών της αποφάσεων. Επίσης, το Σώμα Επιθεώρησης Φυλακών στο οποίο προϊστατατο Αντεισαγγελέας ΑΠ ε.τ. αδρανοποιήθηκε. Η συμμετοχή δικαστικών λειτουργών στο Κεντρικό Επιστημονικό Συμβούλιο Φυλακών καταργήθηκε (υπήρξε σχετ. διαμαρτυρία της Ένωσης Δικαστών & Εισαγγελέων). Με δυο λόγια, όπου προβλέπονταν δικαστικοί λειτουργοί, διαγράφηκαν. Εξάλλου, η μικρή αξία που έχει η Δικαιοσύνη για την κυβέρνηση φάνηκε από την ανάθεση του υπουργείου, για πρώτη φορά στην ιστορία του ελληνικού κράτους, σε μη νομικό.

Στη συνέχεια, ακολούθησε μια σειρά από πρωτοφανείς παρεμβάσεις – προσβολές της Δικαιοσύνης. Κορυφαίες πράξεις συνιστούν οι μηνύσεις διωκόμενων πολιτικών σε βάρος δικαστικών λειτουργών οι οποίοι τους ελέγχουν. Είχαν προειδοποιήσει: προηγουμένως, απέδιδαν στον ΣΥΡΙΖΑ φραστικά  όσα πρωτοφανή στην ελληνική ιστορία σχεδίαζαν ως  κυβερνητικοί να κάνουν στη συνέχεια.

Ads

Ένα μονάχα -αλλά σημαντικό- μέρος της πολιορκίας της Δικαιοσύνης αφορά σήμερα την υπόθεση Νοβάρτις. Σειρά από κυβερνητικές δηλώσεις και παρεμβάσεις δείχνουν ότι η κυβέρνηση θέλει η Δικαιοσύνη, με τις αποφάσεις της, να πιστοποιήσει ότι δεν υπάρχει σκάνδαλο αλλά σκευωρία…

Χρήσιμη όμως εδώ είναι μια σύγκριση. Κατά τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, στη Βουλή λειτούργησαν δύο Επιτροπές Προκαταρκτικής Εξέτασης: για τον Γ. Παπαντωνίου και για την υπόθεση Νοβάρτις. Καμία νομική πλημμέλεια δεν μπόρεσε να αποδοθεί και να ευδοκιμήσει σε βάρος της τότε πλειοψηφίας κυβερνητικών βουλευτών. Ούτε αιτήματα να βγουν κουκούλες προωθήθηκαν, ούτε πολίτες κρίθηκαν ως ύποπτοι, ούτε παραβιάστηκε το τεκμήριο αθωότητας.

Στην περίπτωση της υπόθεσης Νοβάρτις, οι υποθέσεις των δέκα παραπεμπόμενων πολιτικών προσώπων είτε  κρίθηκε ότι εμπίπτουν στο άρθρο 86 του Συντάγματος και παραγράφηκαν, είτε παραπέμφθηκαν στη Δικαιοσύνη για να αποφασίσει. Σε καμία μα καμία περίπτωση, όμως, η τότε πλειοψηφία δεν παραβίασε το τεκμήριο αθωότητας των κρινομένων, δεν  επιχειρηματολόγησε  ούτε, πολύ περισσότερο, φώναξε  για ενοχή των πολιτικών. Σεβάστηκε την προσωπικότητά τους. Επιχειρείστε  τώρα τη σύγκριση με τη σημερινή πλειοψηφία της Επιτροπής Προκαταρκτικής Εξέτασης κατά Παπαγγελόπουλου με τους χαρακτηρισμούς «Ρασπούτιν» και τη διαρκή διαπόμπευση του κρινομένου, που διαρκώς αναπαράγεται από φιλικά της μέσα.

Κι ας προσέξουμε επίσης κάτι  που η κυβερνητική ρητορεία συνηθίζει να κρύβει  από τους δημοσιογράφους. Όταν κάποιοι πολιτικοί  εμπλέκονται σε σκάνδαλο οικονομικής διαφθοράς, το έγκλημα το οποίο συνήθως διαπράττουν  είναι αυτό της απιστίας. Δηλαδή, της κακοδιαχείρισης του δημόσιου χρήματος. Αυτή άλλωστε αποδεικνύεται εύκολα, με δεδομένα που προκύπτουν και από επίσημες καταγραφές, ενώ αντίθετα μια δωροδοκία δεν είναι απαραίτητο να υπάρχει και είναι δύσκολο να αποδειχθεί. Για απιστία όμως πλείστοι αναφερόμενοι πολιτικοί παράγοντες της Νέας Δημοκρατίας και του ΚΙΝΑΛ δεν κρίθηκαν: απαλλάχθηκαν λόγω παραγραφής με βάση το άστοχο και ήδη ευτυχώς αναθεωρημένο άρθρο 86 του Συντάγματος. Φυσικά, δεν τους χαρακτηρίζουμε ενόχους. Το τεκμήριο αθωότητας το διαθέτουν και μετά την λόγω παραγραφής απαλλαγή από κατηγορία απιστίας. Αλλά, ας μην ξεχνούμε ότι ουσιαστικά  δεν κρίθηκαν.

Γενικότερα, η σύγκριση  με τη λειτουργία της σημερινής Επιτροπής Προκαταρκτικής Εξέτασης κατά Παπαγγελόπουλου δείχνει διαφορά ημέρας με νύχτα. Οι βουλευτές Λάππας και Αυγέρη θα αναφερθούν αναλυτικότερα. Ιδιαίτερα επισημαίνουμε την προσπάθεια αποκάλυψης της ταυτότητας των προστατευόμενων μαρτύρων πράγμα που φυσικά απορρίφθηκε από την Εισαγγελία. Αν το αίτημα θα είχε γίνει δεκτό, οι μαφιόζοι όλης της γης θα είχαν  ανασάνει με ανακούφιση, αφού θα ήταν πια αδύνατο μετά την κυκλοφορία  της είδησης να ανευρίσκονται μάρτυρες για  να καταθέσουν με κρυμμένη ταυτότητα, κινδυνεύοντας να τα βάλουν με ισχυρούς, να αποκαλυφθούν και ύστερα ακόμη και να σκοτωθούν. Φυσικά, και οι πάμπολλες διατυπώσεις κυβερνητικών στελεχών, που θεωρούν δεδομένη την ευθύνη Παπαγγελόπουλου, προσκρούουν κατάφωρα και κάθετα στην ελληνική και τη διεθνή νομιμότητα. Ευρωπαϊκή Οδηγία που έχουμε ήδη ενσωματώσει με νόμο απαγορεύει τις κυβερνητικές παρεμβάσεις που προσβάλλουν το τεκμήριο αθωότητας ενός κρινομένου.

Ας κάνουμε και άλλη μια σύγκριση. Ο Δ. Παπαγγελόπουλος είπε ότι υπόθεση Νοβάρτις είναι το μεγαλύτερο σκάνδαλο της ελληνικής ιστορίας και βρέθηκε κατηγορούμενος, ενώ ο  σημερινός υπουργός Ανάπτυξης, που είπε ότι η Εισαγγελέας Τουλουπάκη πρέπει να πάει στη φυλακή, ασκεί καθήκοντα υπουργού με όλη του την άνεση. Ας συνειδητοποιήσουμε όμως ότι η ρήση Παπαγγελόπουλου δεν συνιστούσε επέμβαση στη Δικαιοσύνη: η Δικαιοσύνη δεν εξέταζε αν υπήρχε σκάνδαλο, αυτό είναι δεδομένο τόσο στις ΗΠΑ  όσο και στη χώρα μας, το έχει αναγνωρίσει άλλωστε και ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης. Η Δικαιοσύνη ερευνούσε τους προσωπικά – ποινικά  υπεύθυνους. Γι’ αυτό το θέμα ο Δ. Παπαγγελόπουλος δεν εκφράστηκε. Αντίθετα, η παρέμβαση του Αδ. Γεωργιάδη έδειχνε την επιθυμητή στην κυβέρνηση πορεία μιας δίκης που εξελισσόταν.

Μέσα σ’ ένα μήνα σχεδόν, η Δικαιοσύνη εμφανίζεται να συμμορφώνεται προς τις επιθυμίες του. Ήδη, ο υπουργός Δικαιοσύνης, με μια πρωτοφανή για δημοκρατικό κράτος παρέμβαση, δήλωσε ότι οι υποθέσεις εμπλεκομένων στο σκάνδαλο Νοβάρτις που εκκρεμούν στη Δικαιοσύνη, πρέπει να μπουν στο αρχείο.  Σκεφθείτε πόσο βαριά θα πληγεί η Δικαιοσύνη αν και η νέα της κρίση θα εμφανιστεί να  συμμορφώνεται προς τας υποδείξεις. Ο πολίτης, όμως, δεν θέλει να βλέπει τη Δικαιοσύνη  να γίνεται λάφυρο εξουσίας και να υπηρετεί τα διακηρυσσόμενα  χωρίς αιδώ κυβερνητικά κελεύσματα.

Κατά τη γνώμη μου, ιδίως η δίωξη της Εισαγγελέως Τουλουπάκη στέλνει ένα ηχηρό μήνυμα προς τους δικαστικούς λειτουργούς, ενόψει μελλοντικών οικονομικών διαχειρίσεων και επιχειρήσεων που περιστέλλουν ελευθερίες, να μη διανοηθούν να ελέγξουν κυβερνητικούς παράγοντες.

Ας μην αναφερθούμε καν σε άλλα παραδείγματα, όπως ο χαρακτηρισμός μιας ανεπιθύμητης σε κυβερνητικό παράγοντα εισαγγελικής αγόρευσης, ως ομιλίας σε λαϊκή απογευματινή.

Είμαι σίγουρος ότι κανείς σε αυτή την αίθουσα  δεν έχει  ακούσει ή γνωρίσει ανάλογο μελανό παράδειγμα, όπου κυβερνητικοί πολιτικοί ύποπτοι για οικονομική διαφθορά να μηνύουν τους δικαστές τους. Πιστεύω μάλιστα ότι εάν βρεθεί πολιτικός του ΣΥΡΙΖΑ να μηνύσει εισαγγελέα ή δικαστικό που τον διώκει, θα πρέπει αμέσως να αποπεμφθεί από το κόμμα του.

Είμαι βέβαιος ότι η Δημοκρατία και η Δικαιοσύνη θ’ αντιδράσουν στο φαινόμενο των ωμών παρεμβάσεων της κυβέρνησης στο δικαστικό έργο: θα περιφρουρήσουν την ανεξαρτησία της δικαστικής λειτουργίας και τους δημοκρατικούς κανόνες της διακυβέρνησης.

*Ο Νίκος Παρασκευόπουλος είναι πρώην Υπουργός Δικαιοσύνης και Ομότιμος Καθηγητής Νομικής.

**Είσηγηση σε συνέντευξη τύπου για την πρωτοβουλία “Η Δικαιοσύνη και η Δημοκρατία σε πολιορκία”