Στις 7 Νοεμβρίου, όταν η χώρα «κλείδωσε» στο δεύτερο lockdown, ο ημερήσιος αριθμός των κρουσμάτων κορονοϊού ήταν 2.555. Εικοσιπέντε μέρες μετά, την 1η Δεκεμβρίου, ο αριθμός των ημερήσιων κρουσμάτων παραμένει στα 2.199, έχουν καταγραφεί περισσότεροι από 1.700 θάνατοι, κάθε 24ωρο αφήνει πίσω του εκατόμβη θυμάτων, και το ΕΣΥ ξεπερνά τα όριά του.

Ads

Εν ολίγοις, το lockdown απέτυχε και, ως εκ τούτου, παρατείνεται: «Εάν και σήμερα ξαναδούμε αριθμό κρουσμάτων στις 2.000, σημαίνει ότι δεν λειτουργεί το lockdownδεν παρεμποδίζει την μετάδοση. Και μάλιστα θα φανεί ότι κάτι χειροτέρεψε, διότι είχαμε δει τη μείωση πριν, δήλωσε χαρακτηριστικά στον Σκάι ο καθηγητής Γενετικής στην Ιατρική Σχολή της Γενεύης, Μανώλης Δερμιτζάκης.

«Δεν μπορεί να σταματήσει το lockdown με τόσο ψηλά νούμερα» είπε και ο Αδωνις Γεωργιάδης, «εάν οι ειδικοί μας πουν να μην ανοίξουμε τα Χριστούγεννα θα τους ακούσουμε» πρόσθεσε, ο Στέλιος Πέτσας προανήγγειλε (ξανά) το πρωί μέσω του MEGA την παράταση της καραντίνας, και οι πληροφορίες λένε ότι τα μέλη της επιστημονικής επιτροπής Τσιόδρα δεν εισηγούνται απλώς διατήρηση των μέτρων έως τις 14 Δεκεμβρίου αλλά, στην πλειοψηφία τους, έως τις 21 του μήνα.

Στην πραγματικότητα, στην κυβέρνηση καμία απόφαση δεν έχει ληφθεί, τα πάντα παραπέμπονται στο τέλος αυτής της εβδομάδας – οπότε και θα υπάρξουν είτε ανακοινώσεις Πέτσα, είτε ένα ακόμη διάγγελμα Μητσοτάκη -, και από το Μαξίμου εκπέμπονται μηνύματα φόβου.

Ads

Η πρώτη πηγή αυτού του φόβου είναι η επανάληψη της τραγωδίας της Θεσσαλονίκης. Στις συσκέψεις που γίνονται στο πρωθυπουργικό επιτελείο ουδείς δείχνει πρόθυμος να αναλάβει την ευθύνη παράκαμψης των επιστημονικών εισηγήσεων – πόσο μάλλον αφού ο ένας μετά τον άλλον τοπικοί παράγοντες και εκπρόσωποι των φορέων της Θεσσαλονίκης βγαίνουν δηνόσια και δηλώνουν ότι είχαν ζητήσει μέτρα από τον Οκτώβριο αλλά δεν εισακούστηκαν.

Το δεύτερο στοιχείο που φοβίζει είναι η παγίωση κλίματος δυσαρέσκειας, αμφισβήτησης και απόρριψης των χειρισμών της κυβέρνησης στο δεύτερο κύμα της πανδημίας.

Στην έρευνα της Prorata που δημοσιεύει η Εφημερίδα των Συντακτών το κλίμα φαίνεται να έχει αντιστραφεί πλήρως σε σχέση με την άνοιξη: Το 55% αξιολογεί αρνητικά «την διαχείριση της πανδημίας από την κυβέρνηση» και το 45% θετικά, έναντι 80% που ήταν το αντίστοιχο ποσοστό των θετικών κρίσεων τον περασμένο Μάρτιο.

Η αρνητική εικόνα επιβεβαιώνεται και στην αξιολόγηση σε επιμέρους πεδία όπως η λειτουργία των νοσοκομείων και των σχολείων, ενώ χαρακτηριστικές είναι και οι απαντήσεις στο ερώτημα εάν η κυβέρνηση «έκανε ό,τι ήταν δυνατό για την αποτροπή του δεύτερου lockdown». Εκεί, το 65% τοποθετείται αρνητικά, και μόνον το 35% θεωρεί πως, όντως, η κυβέρνηση έκανε ό,τι ήταν δυνατό για να αποτραπεί το νέο lockdown.

Η έρευνα της Prorata επιβεβαιώνει το κλίμα δυσαρέσκειας που αποτυπώνεται σε όλες τις τελευταίες δημοσκοπήσεις. Και με δεδομένο ότι η επικοινωνιακή διαχείριση παραμένει, ακόμη και τώρα, η πρώτη κυβερνητική προτεραιότητα ενεργοποιεί, κατά τις πληροφορίες, «καμπανάκια» στο Μαξίμου και εισηγήσεις για επαναπροσδιορισμό τακτικής.

Το ποιος μπορεί να είναι αυτός ο επαναπροσδιορισμός θα φανεί σε πρώτο χρόνο αύριο στην Βουλή, όπου ο πρωθυπουργός θα απαντήσει στις ερωτήσεις Γεννηματά και Βαρουφάκη – όπως θα φανεί και το πώς θα
υπερβεί το μείζον πολιτικό θέμα που έχει ανοίξει με τις αποκαλύψεις για μη αξιόπιστα επιδημιολογικά στοιχεία και δεδομένα από τον ΕΟΔΥ.

Εδώ η πίεση εντείνεται, μετά και τις δημόσιες τοποθετήσεις επιστημόνων όπως ο Αλκης Βατόπουλος και ο Τάκης Παναγιωτόπουλος περί μη επαρκών επιδημιολογικών στοιχείων από τον ΕΟΔΥ, ενώ ενδεικτικά είναι και τα όσα είπε η καθηγήτρια Ιατρικής Αθηνά Λινού: «Δεν υπάρχει διαφάνεια στα δεδομένα», δήλωσε, και «δεν μπορούμε να μιλάμε για μείωση κρουσμάτων όταν δεν γίνεται επαρκής αριθμός τεστ».

Η υπόθεση θα έχει θερμή συνέχεια και σε πολιτικό επίπεδο, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ ήδη έχει ζητήσει την κλήση των Βασίλη Κικίλια, Παναγιώτη Αρκουμανέα, Νίκου Χαραδλιά και Σωτήρη Τσιόδρα στην επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, ενώ από πηγές της Κουμουνδούρου τίθενται και αιχμηρά ερωτήματα για το εάν κάποιοι στην κυβέρνηση παίζουν με «μαγείρεμα» των στοιχείων για επικοινωνιακούς λόγους και για να εκπέμψουν εικόνα ύφεσης στην πανδημία.