Έντονο εκνευρισμό φαίνεται πως προκαλεί η αποκάλυψη του σκανδάλου των υποκλοπών σε μια μεγάλη μερίδα των φιλοκυβερνητικών ΜΜΕ, προκαλώντας ακόμη και “εμφύλιο” στον Όμιλο Μαρινάκη.

Ads

Συγκεκριμένα, ο Γιάννης Πρετεντέρης σε άρθρο του στα Νέα στρέφεται μεταξύ άλλων και κατά του αρθρογράφου του Βήματος, Αντώνη Καραμπατζού, με επίκεντρο την επισήμανση του τελευταίου  ότι «χάρη στην πολύμηνη έρευνα, στην επιμονή και στην τόλμη μιας ομάδας δημοσιογράφων ήλθε στην επιφάνεια στη χώρα μας μια σοβαρότατη υπόθεση παρακολούθησης πολιτικών και δημοσιογράφων».

Από τη δική του μεριά, ο Γιάννης Πρετεντέρης στο δικό κείμενο (με “Τα μυστήρια του ΠΑΣΟΚ”)  αναφέρει:

“Πρώτον, είναι απολύτως ανακριβές ότι «χάρη στην πολύμηνη έρευνα, στην επιμονή και στην τόλμη μιας ομάδας δημοσιογράφων ήλθε στην επιφάνεια στη χώρα μας μια σοβαρότατη υπόθεση παρακολούθησης πολιτικών και δημοσιογράφων» (Α. Καραμπάτζος, «Το Βήμα της Κυριακής», 21/8).

Ads

Καμία «ομάδα δημοσιογράφων» δεν έπαιξε κανένα ρόλο. Την υπόθεση έφεραν στην επιφάνεια ο ίδιος ο Ανδρουλάκης με μηνυτήρια αναφορά και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός έπειτα από έρευνα της ΑΔΑΕ”.

Αναλυτικά το άρθρο του Γιάννη Πρετεντέρη

Προτείνω να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

Στην υπόθεση των (νόμιμων ή παράνομων) υποκλοπών όλοι μπορούμε να καταλάβουμε τι επιδιώκει η κυβέρνηση. Επιδιώκει να διαχειριστεί τις ζημιές από ένα (κατά την ομολογία του Πρωθυπουργού) λάθος. Κατανοητό.

Καταλαβαίνουμε επίσης τι επιδιώκει ο ΣΥΡΙΖΑ. Θέλει να συγκροτήσει ένα «αντικυβερνητικό μέτωπο» με τον ίδιο επικεφαλής. Κατανοητό και αυτό. Του ήλθε ένα ανέλπιστο δώρο και προσπαθεί να το εκμεταλλευτεί.

Το ΠΑΣΟΚ όμως τι επιδιώκει; Μυστήριο.
Μικρή αναδρομή στα γεγονότα. Η υπόθεση ξεκίνησε με μια μηνυτήρια αναφορά του Ν. Ανδρουλάκη.

Εκεί ο ευρωβουλευτής καταγγέλλει μια απόπειρα παγίδευσης του κινητού του στις 21 Σεπτεμβρίου 2021 από ένα «κακόβουλο λογισμικό». Η οποία (ευτυχώς γι’ αυτόν) δεν ευοδώθηκε αλλά εντοπίστηκε εννέα μήνες αργότερα από μια υπηρεσία ελέγχου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Ούτε καμία ΕΥΠ αναφέρεται στην καταγγελία, ούτε τίποτα για νόμιμες ή μη νόμιμες «επισυνδέσεις».

Ο Ανδρουλάκης είναι απλώς σε γνώση μιας απόπειρας παγίδευσης του κινητού και εντελώς φυσιολογικά την καταγγέλλει στη Δικαιοσύνη. Ούτε από ποιον έγινε φαίνεται να γνωρίζει, ούτε γιατί.

Εκεί βρισκόμαστε στις 26 Ιουλίου.

Λογικά η ΑΔΑΕ ελέγχει την καταγγελία Ανδρουλάκη και δεν αναφέρει κάτι για «κακόβουλο λογισμικό».

Διαπιστώνει όμως (ή ήδη γνώριζε…) κάτι χειρότερο.

Οτι το κινητό του Ανδρουλάκη είχε τεθεί επισήμως και κατόπιν εισαγγελικής εντολής σε παρακολούθηση από την ΕΥΠ για ένα διάστημα από τις αρχές Σεπτεμβρίου 2021 (σχεδόν τρεις εβδομάδες πριν από την απόπειρα παγίδευσης για την οποία έγινε η μηνυτήρια αναφορά) έως δύο μέρες μετά την εκλογή του Ανδρουλάκη στην προεδρία του ΠΑΣΟΚ (12 Δεκεμβρίου 2021).
Το γεγονός περιέρχεται σε γνώση του Πρωθυπουργού. Εκείνος απομακρύνει τον γενικό γραμματέα του Γραφείου του και τον διοικητή της ΕΥΠ επειδή (όπως λέει) η παρακολούθηση έγινε εν αγνοία του και χωρίς να ενημερωθεί. Τη χαρακτηρίζει «νόμιμη» αλλά «λάθος».

Αυτά συμβαίνουν στις 5 Αυγούστου.

Πρώτον, είναι απολύτως ανακριβές ότι «χάρη στην πολύμηνη έρευνα, στην επιμονή και στην τόλμη μιας ομάδας δημοσιογράφων ήλθε στην επιφάνεια στη χώρα μας μια σοβαρότατη υπόθεση παρακολούθησης πολιτικών και δημοσιογράφων» (Α. Καραμπάτζος, «Το Βήμα της Κυριακής», 21/8).

Καμία «ομάδα δημοσιογράφων» δεν έπαιξε κανένα ρόλο. Την υπόθεση έφεραν στην επιφάνεια ο ίδιος ο Ανδρουλάκης με μηνυτήρια αναφορά και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός έπειτα από έρευνα της ΑΔΑΕ.
Δεύτερον, έως τις 5 Αυγούστου δεν υπάρχει καμία ανάμειξη της κυβέρνησης στην υπόθεση, ούτε καμία αντιπαράθεση της κυβέρνησης με το ΠΑΣΟΚ.

Η αντιπαράθεση προκύπτει στη συνέχεια μετά την αποκάλυψη της παρακολούθησης από την ΕΥΠ. Ο ίδιος ο Ανδρουλάκης μιλάει για «έναν παρακρατικό μηχανισμό κινούμενο από την ηγεσία της ΝΔ» που «ήθελε ένα ΠΑΣΟΚ σε ομηρεία» (25/8).
Πάει λοιπόν το «κακόβουλο λογισμικό» που εντόπισε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Τον Ανδρουλάκη παρακολουθούσε ήδη και επισήμως η ΕΥΠ.

Συνεπώς η θεωρία του «παρακρατικού μηχανισμού» της ΝΔ και της «ομηρείας» του ΠΑΣΟΚ δεν υπήρχε στην αρχή ούτε ως υποψία. Διαμορφώθηκε κάπου μεταξύ 5 και 25 Αυγούστου.

Σε αυτήν αντιδρά πλέον το ΠΑΣΟΚ επιτιθέμενο εναντίον της κυβέρνησης. Λογικό.
Με ποιον σκοπό; Θεωρητικά το ζητούμενο είναι να πληροφορηθεί ο Ανδρουλάκης γιατί τον παρακολουθούσαν και εύλογα το ζητάει.

Πρακτικά επίσης θα μαθαίναμε πώς ακριβώς το ΠΑΣΟΚ θα περιερχόταν σε κατάσταση ομηρείας χάρη στο κινητό ενός ευρωβουλευτή του. Οι Α. Σπυρόπουλος και Οδ. Κωνσταντινόπουλος αναφέρθηκαν ήδη πριν από τις 5/8 σε «προσωπικά δεδομένα».
Δεν θα επεκταθώ – ενδεχομένως να μας διαφωτίσει η Εξεταστική Επιτροπή και η Δικαιοσύνη.

Εχουμε όμως ένα πρώτο συμπέρασμα.
Από πουθενά δεν προκύπτει ότι το ΠΑΣΟΚ ξεκίνησε την υπόθεση με στόχο την κυβέρνηση. Η αντιπαράθεση προέκυψε δώδεκα μέρες αργότερα όταν η ίδια η κυβέρνηση αποκάλυψε την εμπλοκή της ΕΥΠ και μάλιστα επτά μήνες μετά τον τερματισμό της παρακολούθησης.
Συνεπώς η θεωρία της ομηρείας έχει μερικά κενά.

Αν το ζητούμενο ήταν η «ομηρεία» του ΠΑΣΟΚ, θα μεθοδευόταν από το τηλέφωνο ενός απλού ευρωβουλευτή για τον οποίο κανείς δεν ήξερε ότι τρεις μήνες αργότερα θα εκλεγόταν πρόεδρος του κόμματος;

Θα τερματιζόταν μόλις εξελέγη;

Κι αν ένας «παρακρατικός μηχανισμός» μάζευε γενικά ομήρους θα ξεκινούσε σε ανύποπτο χρόνο από τον Ανδρουλάκη κι όχι (ας πούμε) από τη Γεννηματά, τον Παπανδρέου ή τον ίδιο τον Τσίπρα;
Επιστρέφουμε λοιπόν στην αρχική ερώτηση.

Τι επιδίωκε και τι επιδιώκει πλέον το ΠΑΣΟΚ; Κάνω τον διαχωρισμό διότι είναι προφανές πως για αλλού ξεκίνησε κι αλλού πήγε. Μάλλον ερήμην του.

Φυσικά τα γεγονότα παράγουν συνέπειες ανεξαρτήτως των επιδιώξεων των πρωταγωνιστών τους. Το ΠΑΣΟΚ λοιπόν χρειάστηκε να ανταποκριθεί σε νέα δεδομένα και τώρα καλείται να ελέγξει το απρόσμενο.
Καταφανώς δυσκολεύεται. Με τον αρχηγό του (και θύμα της υπόθεσης) απόντα, τον… Καστανίδη κουμανταδόρο (!) και κηδεμόνα τον Τσίπρα, το ναυάγιο της Βουλής ήταν περίπου αναμενόμενο.
Εκτός αν δεχτούμε ότι το ΠΑΣΟΚ επιδιώκει να μετατραπεί σε συνιστώσα του ΣΥΡΙΖΑ.

Η γνώμη μου είναι πως δεν το επιδιώκει, πλην ελαχίστων υποψηφίων δωρητών σώματος.

Ξέρουν πως κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με μαζική αυτοκτονία. Και μπορεί η νέα ηγεσία του να στερείται (ακόμη) πολιτικής εμπειρίας αλλά οι άνθρωποι ούτε χαζοί είναι, ούτε αυτόχειρες.

Χωρίς αυτό βεβαίως να σημαίνει ότι το ΠΑΣΟΚ ξέρει τι επιδιώκει. Αν ήθελε να πέσει η κυβέρνηση, μάλλον δεν το πέτυχε. Μπλέχτηκε με τους βασιβουζούκους που δεν είναι καλή παρέα. Και η πόλωση δεν το ευνοεί.

Είναι το γήπεδο του Τσίπρα. Και ούτως ή άλλως δεν υπάρχει καλύτερος στον ρόλο του Τσίπρα από τον ίδιο τον Τσίπρα. Αποκλείεται να τον διεκδικεί ο Ανδρουλάκης”.