Σύμφωνα με το κυβερνητικό αφήγημα η ελληνική οικονομία έχει εισέλθει σε τροχιά αναπτυξιακής «απογείωσης» μετά την πανδημία, η δυναμική της ανάκαμψης είναι εκρηκτική, και μέσω αυτής θα τροφοδοτηθούν οι επενδύσεις και η πολυετής μεγέθυνση του ΑΕΠ– μια μεγέθυνση, που θα έχει άμεσο αντίκρυσμα σε νέες θέσεις εργασίας και καλύτερους μισθούς.

Ads

Η δεύτερη, όμως, και βαθύτερη ανάγνωση των εντυπωσιακών μακροοικονομικών προβλέψεων και στοιχείων, δείχνει πως η «έκρηξη» αυτή δεν γεννά ανάκαμψη και προοπτική για όλους – στην πραγματικότητα, ήδη, οδηγεί σε μια ανάπτυξη ανισοτήτων, αποκλεισμών και νέων στρεβλώσεων.

Τα στοιχεία της ανάλυσης του Ινστιτούτου ΕΝΑ («Σε σχήμα Κ και με ανισότητες η ανάκαμψη») δείχνουν ακριβώς από πού ξεκινά, πως διαμορφώνεται και που οδηγεί αυτή η άνιση διάχυση της ανάκαμψης.

Στην ανάλυση σημειώνεται κατ’ αρχάς ότι η ευφορία για τους υψηλούς ρυθμούς ανάκαμψης (6,1% με βάση την τελευταία εκτίμηση του υπουργείου Οικονομικών και 7% με βάση την πρόβλεψη του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα) παρακάμπτει μια παράλληλη πραγματικότητα: Το γεγονός ότι αυτοί οι ρυθμοί ανάπτυξης ακολουθούν μια ιστορική ύφεση, της τάξης του 9%, το 2020. Με απλά λόγια, ακόμη κι εάν υλοποιηθεί το αισιόδοξο σενάριο Στουρνάρα, η οικονομία στο τέλος του χρόνου δεν θα έχει επιστρέψει καν στα προ πανδημίας επίπεδα – θα είναι χειρότερη απ’ ό,τι ήταν το 2019, όπως έχει αναγνωρίσει και ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης.

Ads

Σ’ αυτό το πλαίσιο, επισημαίνονται μια σειρά από παράγοντες που οδηγούν σε μια ανάκαμψη πολλαπλών ανισοτήτων:

►Οι έκτακτοι παράγοντες που τροφοδότησαν ταχεία ανάκαμψη – από τα μέτρα στήριξης των 40 δις ευρώ έως την αύξηση των καταθέσεων – δύσκολα θα διατηρηθούν με την ίδια ένταση τους επόμενους μήνες. Ήδη, καταγράφεται κάμψη της κατανάλωσης στο δεύτερο τρίμηνο και κάμψη του δείκτη οικονομικού κλίματος τον Σεπτέμβριο.

►Η σημαντική αύξηση του εμπορικού ελλείμματος στο 8μηνο Ιανουαρίου- Αυγούστου 2021 και η αποσταθεροποίηση των δημοσιονομικών μεγεθών εγείρουν ανησυχίες σχετικά με την επανεμφάνιση των «δίδυμων ελλειμμάτων».

►Οι αυξήσεις στις τιμές εισαγόμενων πρώτων υλών και  αγαθών και στα μεταφορικά κόστη μετακυλίονται στις τιμές των εγχώριων προϊόντων και υπηρεσιών και πλήττουν ήδη την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών.

►Η μη σύνδεση των μισθών με την εξέλιξη του πληθωρισμού (και την κερδοφορία συνολικότερα) αναμένεται να πλήξει πρωτίστως τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα, εξανεμίζοντας την πολύ μικρή αύξηση του κατώτατου μισθού που αποφασίστηκε για το 2022. Η αύξηση του πληθωρισμού αναμένεται να έχει δυσανάλογη επίπτωση σε σύγκριση με το πραγματικό της μέγεθος, γεγονός που πρέπει να αποδοθεί στις συνθήκες υλικής αποστέρησης και επισφάλειας που βιώνει ήδη ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού.

►Είναι ενδεικτική η ανισορροπία που καταγράφεται ήδη στην  εξέλιξη των συνολικών αμοιβών εξαρτημένης εργασίας σε σχέση με την δυναμική της εταιρικής κερδοφορίας. Οι αμοιβές εξαρτώμενης εργασίας παρουσιάζουν αύξηση μόλις 1,6% μεταξύ του δεύτεορυ τριμήνου 2020 και του αντίστοιχου τριμήνου του 2021, σε αντίθεση με το άθροισμα του ακαθάριστου λειτουργικού πλεονάσματος και του μεικτού εισοδήματος, που αυξήθηκε κατά 23,5%.

►Παρά τη σημαντική μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, οι υπερχρεωμένες επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά εξακολουθούν να επωμίζονται υποχρεώσεις που δύσκολα μπορούν να εξυπηρετήσουν. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στους όρους που επιβάλλονται στους δανειολήπτες κατόπιν της μαζικής μεταβίβασης δανείων από τις τράπεζες στα funds και στις επιπτώσεις του νέου πτωχευτικού νόμου.

Με βάση αυτά τα δεδομένα, η ανάλυση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ανεξάρτητα από την ένταση της ανάκαμψης των επόμενων ετών, ο διαφαινόμενος νέος αναπτυξιακός κύκλος της ελληνικής οικονομίας κινδυνεύει να χαρακτηριστεί από διεύρυνση των ανισοτήτων και ασύμμετρες συνολικότερα καταστάσεις. Μεταξύ αυτών των αντιθέσεων, ξεχωρίζουν:

  • Η μη σύνδεση των μισθών με την εξέλιξη του πληθωρισμού και της κερδοφορίας συνολικότερα, και η επιμονή σε πολιτικές απορρύθμισης της αγοράς εργασίας ως κατεξοχήν διαύλου ενίσχυσης της διεθνούς ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων με στόχο και τη μείωση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών.
  • Ο αυξανόμενος ενδοκλαδικός και διακλαδικός δυισμός στον επιχειρηματικό τομέα και ο διαφαινόμενος κίνδυνος άνισης διάχυσης του οφέλους από το Ταμείο Ανάκαμψης & Ανθεκτικότητας κυρίως προς τις ΜμΕ.
  • Ο κίνδυνος να μην επιβεβαιωθεί το σενάριο υψηλής και συνεχούς μεγέθυνσης του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος 2022-2025, με αποτέλεσμα η δημοσιονομική προσαρμογή να οδηγήσει -λόγω της έκτασης των τρεχουσών δημοσιονομικών ανισορροπιών- σε έναν νέο κύκλο περιοριστικών δημοσιονομικών πολιτικών  και διαρθρωτικών αλλαγών, που θα θίξουν περαιτέρω την αναδιανεμητική, επενδυτική και αναπτυξιακή πολιτική του κράτους.