«Κόφτη» στις δαπάνες, ένα δημοσιονομικό τρικ στα έσοδα, αλλά και την πρώτη… αφαίμαξη στο «μαξιλάρι» των 37 δις επιστρατεύει η κυβέρνηση για να παραμείνει – κατά έναν βαθμό έστω – συνεπής στις προεκλογικές της δεσμεύσεις χωρίς παράλληλα να θέσει σε κίνδυνο τους στόχους για τα πλεονάσματα του 3,5%.

Ads

Δεν πρόκειται για εγχείρημα εύκολο και τα πάντα τελούν ακόμη υπό αίρεση, η πίεση όμως για το οικονομικό επιτελείο εντείνεται καθώς η περίοδος χάριτος εκπνέει και στο Eurogroup του Σεπτεμβρίου θα κληθεί να δώσει απαντήσεις στους δανειστές σε συγκεκριμένα ερωτήματα: Πως θα καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό του 2020 – το οποίο ο Ευκλείδης Τσακαλώτος έχει ήδη υπολογίσει στα 1,8 δις ευρώ – εάν παράλληλα εφαρμοστούν και οι φοροαπαλλαγές που έχει υποσχεθεί η κυβέρνηση; Ποιες δαπάνες θα περικοπούν, από που θα προέλθει η αύξηση των εσόδων και πιο «μεταρρυθμιστικό« μίγμα θα ακολουθηθεί; Ποια από τα θετικά μέτρα της κυβέρνησης Τσίπρα θα διατηρηθούν και ποια τίθενται υπό επανεξέταση;

Μέχρι στιγμής η μόνη δημόσια απάντηση επί όλων αυτών είναι η νέα, χθεσινή διαβεβαίωση του κυβερνητικού εκπροσώπου Στέλιου Πέτσα ότι και οι φοροελαφρύνσεις θα ενσωματωθούν στον νέο προϋπολογισμό και ο στόχος του 3,5% για το πλεόνασμα θα επιτευχθεί το 2020.

Πίσω από αυτές τις διαβεβαιώσεις ωστόσο, η κυβέρνηση έχει λάβει ήδη τις σαφείς προειδοποιήσεις των θεσμών ότι, με βάση τα ισχύοντα δεδομένα και τις εξαγγελίες της κυβέρνησης, το πλεόνασμα του 2020 δεν θα ξεπεράσει το 1,5% με 2%, άρα εντοπίζεται δημοσιονομικό κενό τουλάχιστον 1,5% το οποίο πρέπει να καλυφθεί με τα γνωστά «ισοδύναμα».

Ads

Για να αποφύγει ακριβώς αυτά τα ισοδύναμα, το υπουργείο Οικονομικών έχει βάλει στο τραπέζι το πρώτο δημοσιονομικό τρικ: Την προσμέτρηση στον προϋπολογισμό και στα έσοδα του 2020 των επιστροφών των κερδών των ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών από τα ελληνικά ομόλογα. Το ποσό αυτών των επιστροφών υπολογίζεται στα 1,3 δις και θα κάλυπτε μεγάλο μέρος του δημοσιονομικού κενού.

Παραμένει όμως αμφίβολο αν το εν λόγω τρικ μπορεί να γίνει δεκτό από τους θεσμούς. Και τούτο διότι οι επιστροφές των κερδών αποτελούν μέρος της συμφωνίας για την ρύθμιση του χρέους και δεν εγγράφονται στον προϋπολογισμό με το σκεπτικό ότι δεν αποτελούν προϊόν μόνιμων μέτρων – άρα ούτε και διαρθρωτικών εσόδων.

Το δεύτερο όπλο που επιστρατεύει η κυβέρνηση είναι η – συνήθης – πλέον περικοπή δαπανών, με την εξαίρεση του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων. Με βάση τους έως τώρα υπολογισμούς του υπουργείου Οικονομικών μπορεί να εξοικονομηθεί περί το 1 δις από τον εξορθολογισμό των δαπανών των υπουργείων και την επιστροφή της αναλογίας 1 προς 5 στις προσλήψεις, χωρίς να περικοπούν κοινωνικά επιδόματα.

Σε τρίτο επίπεδο, η κυβέρνηση αναζητεί τα εργαλεία που θα τονώσουν άμεσα τον ρυθμό ανάπτυξης, προφανώς όχι με στόχο το θεαματικό 4% σε έναν χρόνο που… εξήγγειλε προεκλογικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αλλά την βελτίωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ που θα ανοίξει και περαιτέρω δημοσιονομικό χώρο.

Στο πλαίσιο αυτό φαίνεται να έχει αποφασιστεί ήδη η άντληση περίπου 3 δις ευρώ από το μαξιλάρι των 37 δις για να δοθούν στις τράπεζες και να καλύψουν κόκκινα δάνεια με κρατικές εγγυήσεις. Η θέση του οικονομικού επιτελείου είναι πως μια τέτοια κίνηση θα ανοίξει δρόμο για την χορήγηση ρευστότητας από τις τράπεζες στην αγορά – πρόκειται όμως για μία θέση που αμφισβητείται πολλαπλώς. 

Και είναι δεδομένο πως αν αυτό το μοντέλο προχωρήσει τελικά, θα προκαλέσει την έντονη αντίδραση του ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος είχε ήδη δρομολογήσει το σχέδιο χρησιμοποίησης 5,5 δις από το «μαξιλάρι» εν είδει εγγυήσεων για να μειωθεί στο 2,5% ο στόχος για τα πλεονάσματα.