Για την έξαρση της εγκληματικότητας, μετά και τις απανωτές πρόσφατες μαφιόζικες δολοφονίες και τα συμβόλαια θανάτου, που εντείνουν το αίσθημα ανασφάλειας των πολιτών, κλήθηκε να τοποθετηθεί ο  υπουργός Εσωτερικών Μάκης Βορίδης.

Ads

Όπως είπε ο Μ. Βορίδης, «ανθρωποκτονίες δυστυχώς γίνονται στον κόσμο, και κανείς δεν έχει βρει τον τρόπο να σταματήσουν να γίνονται». «Υπάρχει εγκληματικότητα και δεν είναι κάτι που θα ξεριζωθεί και πρέπει να κάνει κανείς ό,τι μπορεί προκειμένου να υπάρχουν κατάλληλα μέτρα αντιεγκληματικής πολιτικής. Έχουμε κάνει συγκεκριμένα πράγματα για να αντιμετωπίσουμε την εγκληματικότητα, όπως για παράδειγμα, πήραμε περισσότερα αυτοκίνητα και εξοπλίσαμε την αστυνομία», δήλωσε, προκαλώντας εντύπωση, δεδομένου ότι υπήρξε θεματοφύλακας του «νόμου και τάξης».

Οι δημοσιογράφοι του πάνελ επικαλέστηκαν δηλώσεις αξιωματούχων του ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με την εγκληματικότητα στην Ελλάδα το τελευταίο διάστημα, δηλώσεις που αφήνουν αιχμές για τις ευθύνες της κυβέρνησης. Σχετικά με αυτό, ο Μ. Βορίδης είπε ότι «δεν χρειάζεται» να κάνουμε συγκρίσεις σχετικά με άλλες χώρες.

Ο υπουργός υποστήριξε ότι «η εικόνα ότι το οργανωμένο έγκλημα υπάρχει στην Ελλάδα τα τελευταία 3 χρόνια και όχι πριν από 5 χρόνια, είναι μια φαιδρή τοποθέτηση», απαντώντας στα στατιστικά στοιχεία που επικαλέστηκε δημοσιογράφος του πάνελ. Μάλιστα, ο ίδιος δημοσιογράφος εγκάλεσε τον υπουργό για «κυνικές δηλώσεις» σχετικά με το «εγκλήματα γίνονται και θα γίνονται» που είπε εμμέσως πλην σαφώς ο Μ. Βορίδης.

Ads

«Η πραγματικότητα του οργανωμένου εγκλήματος για μένα που το παρακολουθώ, δεν υπάρχει τώρα, υπάρχει εδώ και 20 – 25 χρόνια. Παρουσιάζει εξάρσεις και υφέσεις ανάλογα δυστυχώς, δευτερευόντως με το τι κάνει η κυβέρνηση και πρωτίστως με τις εσωτερικές ισορροπίες του οργανωμένου εγκλήματος, δυστυχώς», ήταν η απάντηση του υπουργού.

«Πρέπει να γίνουν περισσότερα πράγματα στην κατεύθυνση της αυστηροποίησης των αναστολών ώστε να μην έχουμε εγκληματίες που αποφυλακίζονται και εγκληματούν ξανά» πρόσθεσε, και αμέσως μετά αναφέρθηκε σε αλλαγές που πρέπει να γίνουν στον Ποινικό Κώδικα, και ειδικότερα στο επίπεδο της ποινικής μεταχείρισης.