Το 2015 δημιουργήθηκε στην Αθήνα μια ιδιόμορφη κινηματογραφική λέσχη, τα μέλη της οποίας δίνουν τα ραντεβού τους αποκλειστικά αργά το βράδυ του Σαββάτου, ή μάλλον τα ξημερώματα της Κυριακής. Το Midnight Express ξεκίνησε από τον κριτικό κινηματογράφου, Άκη Καπράνο, σαν κλειστό γκρουπ στην κοινότητα του Facebook, για να μετατραπεί σε ένα ενδιαφέρον project μεταμεσονύκτιων προβολών ταινιών στον κινηματογράφο Ααβόρα.

Ads

Τι είναι όμως αυτό που έφερε ξανά στο προσκήνιο τα midnight movies 20 σχεδόν χρόνια μετά τον αφανισμό τους από την αθηναϊκή νύχτα και γιατί αυτές αναπτύσσουν εκ νέου ένα δυναμικό cult following;

Το TVXS μίλησε με τον Άκη Καπράνο για την επάνοδο των μεταμεσονύκτιων προβολών, το Midnight Express και τη νοσταλγία της κινηματογραφικής βιομηχανίας.

image

Ads

-Ας ξεκινήσουμε με τις midnight movies. Πως δημιουργήθηκε η κουλτούρα των μεταμεσονύκτιων προβολών και πως φτάνει να χαρακτηριστεί μια ταινία midnight movie;

Τα midnight movies ξεκινάνε από το El Topo του Alejandro Jodorowsky, καθώς ο ίδιος είχε αυτή την ιδέα. Είχε μόλις φτιάξει μια ταινία που θεωρούσε πως δε θα μπορούσε να λειτουργήσει μέσα σε ένα «κανονικό» κύκλο προγράμματος και δεν απευθυνόταν σε «κανονικούς» θεατές. Όλο αυτό το πράγμα ενισχύθηκε από μια συγκυρία: ο John Lennon είδε την ταινία, τη λάτρεψε και η φήμη της ταινίας αναπτύχθηκε.  Ο ίδιος ο Jodorowsky δήλωνε σε συνεντεύξεις του ικανοποιημένος για την πορεία της ταινίας, αλλά και γιατί την εποχή εκείνη πήγε με πολλές γυναίκες λόγω ακριβώς της κυκλοφορίας του El Topo. Αυτό το πράγμα έδωσε μια «βρώμικη» χροιά στην ταινία, που όμως δεν ακολουθήθηκε από κάτι άλλο μέχρι το 1973.

Το 1973 έχουμε την κυκλοφορία του Rocky Horror Picture Show. Αυτό βγαίνει σε κανονική διανομή, πατώνει εισπρακτικά και, μήνες μετά, κάποιος έχει την ιδέα να το εκδώσει για μεταμεσονύκτια προβολή. Με το που γίνεται αυτό, ακριβώς επειδή το Rocky Horror Picture Show μιλά για όλη την κουλτούρα των b-movies, μοιάζει σαν να «παίρνει σβάρνα» όλα τα b-movies και να τα ανυψώνει με έναν τρόπο. Ξεκινούν σιγά σιγά να βγαίνουν σε μεταμεσονύκτιες προβολές παλαιότερες ταινίες όπως το The Night of the Living Dead ή το Carnival of Souls.

Οι ταινίες αυτές ξεκίνησαν τότε μια δεύτερη καριέρα και κυρίως αναπτύχθηκε η κουλτούρα του κοινού. Το κοινό αυτό πλέον δεν αντιδρά σε αυτές τις ταινίες όπως αντιδρά στις κανονικές προβολές. Δεν είναι δηλαδή ένα ανάγωγο, αδιάφορο κοινό που δεν ενδιαφέρεται για το τι συμβαίνει στην οθόνη, ούτε είναι ένα κοινό σιωπηλό, που σέβεται με τους όρους του Μεγάρου Μουσικής. Είναι ένα κοινό που συμμετέχει, που αντιμετωπίζει την ταινία διαδραστικά και αυτό το πράγμα μεταφέρεται διεθνώς.

Στην Ελλάδα ξεκινά στα τέλη της δεκαετίας του 70’ με τις αρχές του 80′, από τρεις ανθρώπους: το Βαγγέλη Κοτρώνη, το Νίκο Ζερβό και τον Τάσο Γεώργα, οι οποίοι ξεκινούν τις πρώτες μεταμεσονύκτιες προβολές στο Ελυζέ στην Αθήνα. Στη Θεσσαλονίκη, δύο αδέρφια και δύο σπουδαίοι ακαδημαϊκοί και θεωρητικοί του σινεμά κάνουν το ίδιο: ο Γιάννης και ο Περικλής Δεληολάνης.

Στην Αθήνα η κουλτούρα του μεταμεσονύκτιου σινεμά συνεχίζεται από τον κινηματογράφο Άλφαβιλ και το Σινέ Δεξαμενή στο Κολωνάκι στα τέλη των 90s (από το Μπάμπη Αρζόγλου) και εκεί πεθαίνει ο θεσμός.

Για κάποιο λόγο οι προβολές σταματούν να «πηγαίνουν», το κοινό έχει αλλάξει γούστο. Έχουμε μια έντονη λαϊφσταϊλοποίηση, μια μετάλλαξη του νεοέλληνα, που του «βρωμάει» το μεταμεσονύκτιο και δεν μπορεί να αφομοιωθεί πια η κουλτούρα του.

image

-Πως προέκυψε η ιδέα του Midnight Express και ποια είναι η διαδικασία που ακολουθείτε για τη διοργάνωση των προβολών ως προς τη λήψη των δικαιωμάτων προβολής κλπ;

Εγώ ξεκίνησα αυτή την ιστορία γιατί μου έλειπε και πίστευα ότι αυτό το πράγμα θα μπορούσε να δουλέψει. Διδάσκω κινηματογράφο, παλιότερα στη σχολή Σταυράκη και τώρα στο New York College, και έχω μια επαφή με σινεφίλ από 18 ετών και πάνω, οι οποίοι με ρωτούσαν για τις μεταμεσονύκτιες προβολές. Όλα αυτά τα χρόνια είχε αναπτυχθεί ένας μύθος γύρω από αυτές και εγώ ήξερα ότι τις νοσταλγούσα. Προσωπικά βρισκόμουν σε ένα μεταίχμιο της ζωής μου, στο οποίο ήθελα να κάνω κάτι για να νιώσω καλά με τον εαυτό μου.

Το συζητούσα με αιθουσάρχες, και μου έλεγαν ότι δεν υπήρχε περίπτωση να δουλέψει κάτι τέτοιο. Βρήκα όμως μία που αποφάσισε να με στηρίξει σε αυτό, την Πέγκυ Ρήγα, ιδιοκτήτρια της Ααβόρα και του θερινού Ριβιέρα (όπου θα κάνουμε επίσης καλοκαιρινές προβολές), και το επόμενο βήμα ήταν να βρούμε τις ταινίες.

Εδώ ξεκινά μια Οδύσσεια. Θα σου πω την αλήθεια: ήξερα και ξέρουμε όλοι πως υπάρχουν πολλοί εκεί έξω που κάνουν αυτή τη δουλειά, είτε σε κανονικές αίθουσες, είτε σε δήθεν «ανεξάρτητες αίθουσες» και με πολλά κόλπα δεν πληρώνουν δικαιώματα. Εγώ δε θα μπορούσα να το κάνω έτσι. Εκτιμώ πολύ τις ταινίες που παίζουμε, ακόμα κι αν στην εποχή τους πήγαν άπατες. Μιας και με ρώτησες προηγουμένως τι συνιστά ένα midnight movie, ένα cult movie, αυτές είναι έννοιες που συγγενεύουν. Ως cult movie χαρακτηρίζεται μια ταινία ανάλογα με το αποτύπωμα που αφήνει μέσα στο χρόνο. Cult movies είναι συνήθως οι ταινίες που απέτυχαν εμπορικά και άφησαν άφραγκους τους δημιουργούς τους. Ένας λόγος παραπάνω δηλαδή για να πληρώσεις σήμερα τα δικαιώματά τους. 

Ό, τι πληρώνω για τα δικαιώματα μπαίνει από την τσέπη μου. Το μόνο που συντηρεί αυτό το πράγμα είναι ότι έχει επιτυχία. Ο κόσμος έρχεται, το τιμά και βοηθά ώστε να υπάρχει αρκετό κέρδος για να συνεχίζει και να νοικιάζουμε ταινίες.

Στην Ελλάδα με βοηθάει μια σύμπραξη εταιριών που διευθύνεται ουσιαστικά από τη Feelgood Entertainment και στο εξωτερικό υπάρχει το Canal + και η εταιρία Screenhound, αλλά πέραν τούτου πρέπει να βρίσκεις στα τυφλά τα δικαιώματα. Μπορεί να χρειαστεί να ψάξεις πολύ γι’ αυτό και κάνω συνέχεια κουβέντες με τα μέλη της ομάδας στο Facebook, που είναι πλέον πάνω από 3.000, ώστε να καταλάβω ποια ταινία θα «πήγαινε» περισσότερο για να προγραμματίσω να την ψάξω από νωρίς. 

image

-Το κοινό του Midnight Express ποιο είναι; Αποτελείται μόνο από παραδοσιακούς σινεφίλ ή παρατηρείτε και κόσμο που δεν περιμένατε να δείτε σε τέτοιου είδους προβολές;

Στο Carnival of Souls είδα ένα ζευγάρι που πρέπει να ήταν πάνω από 65 ετών. Τους είδα με πολλή περιέργεια στο ταμείο και «μαγκώθηκα», γιατί νόμιζα πως ήρθαν κατά λάθος. Ήρθαν μετά και με βρήκαν, επειδή προλογίζω τις ταινίες στο Midnight Express, και μου εξήγησαν, πολύ συγκινημένοι, πως γνωρίστηκαν σε ένα midnight movie, από τα πρώτα στην Ελλάδα, και ήθελαν να ξαναζήσουν την εμπειρία. Αυτό εμένα με ξεπέρασε.

-Ποιες είναι μέχρι τώρα οι πιο επιτυχημένες προβολές στο Ααβόρα;

Το Evil Dead του Sam Raimi, η πρώτη μας προβολή, και το Christine του John Carpenter. Κι αυτό επειδή ήταν ταινίες-κράχτες και το ξέραμε ότι θα κάνανε τα περισσότερα εισιτήρια. Παρ’ όλα αυτά, το Carnival of Souls, μια cult ταινία, ασπρόμαυρη, του 1962 και μόνο για όσους «την ψάχνουν», έκανε 125 εισιτήρια και μαζί με κάποιες προσκλήσεις μιλάμε για 140 άτομα. Αυτό δείχνει, αν μη τι άλλο, πως ο κόσμος δεν έρχεται μόνο για την ταινία. Έρχεται για το Midnight Express και γιατί για κάποιο λόγο με εμπιστεύεται. Αυτό ήταν και το στοίχημα εξαρχής, δηλαδή να φτιαχτεί μια μαγιά ανθρώπων, ένα κοινό, που θα μας στηρίζει. Αυτό γίνεται και είμαστε πολύ ευτυχισμένοι.  

Στην επόμενη ταινία που θα προβάλουμε, το Rocky Horror Picture Show θέλουμε να ενισχύσουμε τη διαδραστικότητα της ταινίας και το δικαίωμα του κόσμου να επεμβαίνει στην ταινία με κάθε τρόπο, χωρίς αυτό να συνεπάγεται ασέβεια και χωρίς να απαιτούμε κάποιον – σιχαίνομαι τη λέξη – «σεβασμό». Εγώ πιστεύω ότι πρέπει να ενωνόμαστε. Δεν πιστεύω στη διαφορετικότητα σε κανένα επίπεδο. Πιστεύω στην ομοιότητα όμως. Υπάρχει ένα σημείο στο οποίο ενωνόμαστε όλοι, ανεξαρτήτως φύλου, σεξουαλικότητας, χρώματος δέρματος. Στην ομοιότητα είμαστε όλοι ίσοι, στο σκοτάδι της αίθουσας είμαστε όλοι ίσοι, στα πάθη της αίθουσας και στα δικά μας πάθη είμαστε όλοι ίσοι και αυτό είναι που κάνει το Midnight Express ένα χώρο που μπορείς να δεις από πιτσιρικάδες μέχρι και τρανς. Είναι ένας χώρος εκτός ορίων, απόλυτης ελευθερίας, όπου είμαστε όλοι ένα. Αυτό και σε κοινωνικό και σε πολιτικό επίπεδο. Στο κάτω κάτω, κανείς δε θέλει να πηγαίνει σπίτι του. Έχει γεμίσει όλη η Αθήνα ξενυχτάδικα!  

image

-Θεωρείτε πως η νοοτροπία του DIY γύρω από τη διοργάνωση είναι αυτή που κάνει τόσο δημοφιλές το Midnight Express στο αθηναϊκό κοινό;

Δεν το έχω σκεφτεί καθόλου! Τα κέρδη μας είναι ίσα ίσα για να ανανεώνονται οι ταινίες και να καθαρίζεται η αίθουσα, γιατί υπάρχουν άνθρωποι που δουλεύουν γι’ αυτό το πράγμα. Επίσης τα εισιτήριά μας είναι χαμηλά γιατί είναι ένα πράγμα που απευθύνεται σε πιτσιρικάδες, φοιτητές. Ήδη τα πέντε ευρώ είναι πάρα πολλά και το επτάευρω στα σινεμά έχει κάνει μεγάλη ζημιά. Εμείς το κρατάμε στα 5.

Όπως και να έχει, ο κόσμος ξέρει πως δουλεύουμε, πως αυτό το πράγμα το κάνω μόνος μου και, αν το στηρίζει γι’ αυτό, μπράβο του. Εγώ θα ήθελα να το κάνει μόνο για τις ταινίες. Δεν είναι ένα ναρκισσιστικό όχημά μου το Midnight Express και θα προτιμούσα όταν τελειώσει, γιατί κάποτε όλα τελειώνουν, να θυμούνται τις ταινίες του και όχι εμένα.

-Είναι κατά τη γνώμη σας η αναβίωση των μεταμεσονύκτιων προβολών μια έκφανση της νοσταλγίας που παρατηρείται στη σύγχρονη βιομηχανία παραγωγής ταινιών και της τέχνης γενικότερα;

Στα 80s, έπαιζε πάρα πολύ η προώθηση του μέλλοντος, υπήρχε για παράδειγμα μεγάλη αναφορά στο 2000, υπήρχαν πολλές ντισκοτέκ. Όταν η οικονομία πάει καλά, πουλάς μέλλον και ελπίδα.  Όταν όμως η οικονομία πάει σκατά πουλάς νοσταλγία. Πάντα το εμπόριο βρίσκει τι έχεις ανάγκη και θα στο πουλήσει. Τώρα λοιπόν που το 2000 ενηλικιώθηκε και δεν έχουμε ελπίδα να πουλήσουμε κάτι άλλο, πουλάμε νοσταλγία. Γι’ αυτό και τα πολλά remake, το κίνημα της retrowave κλπ. Νομίζω πως όλο το vintage ρεύμα πατάει πάνω στην ανάγκη ενός κοινού, που είναι έτοιμο να αγοράσει νοσταλγία επειδή δεν μπορεί να πιστέψει στο σήμερα.

Νομίζω όμως ότι ο κόσμος που έρχεται σε εμάς δεν έρχεται λόγω νοσταλγίας, γιατί δεν έχει προλάβει να ζήσει κάτι τέτοιο για να το νοσταλγήσει και πρόκειται για άτομα εξ’ αγχιστείας ενήλικα! Θέλουν απλά να μοιραστούν μια εμπειρία, γιατί άκουσαν πως ο κόσμος περνούσε παλιά καλά με αυτό τον τρόπο. Και με την ευκαιρία βλέπουν ταινίες που δεν είχαν ξαναδεί.

-Στο Midnight Express παρατηρείται μια ενδιαφέρουσα αλληλεπίδραση του κοινού κατά τη διάρκεια της προβολής, που υπό άλλες συνθήκες θα θεωρείτο ενοχλητική ή και απαγορευτική. Πως εξηγείτε την οικειότητα που νιώθουν οι θεατές ώστε να σχολιάζουν δυνατά και γενικά να αντιδρούν διαφορετικά από ό, τι σε μια «παραδοσιακή» προβολή.

Καταργείται η συστολή. Και είναι και το πρώτο πράγμα που συμβαίνει και σε εμένα, που εξοργίζομαι με το παραμικρό «χρατς χρατς» του δίπλα. Κι αυτό γιατί οι όροι είναι διαφορετικοί. Με έναν τρόπο όλοι γνωριζόμαστε εκεί μέσα. Ένας άνθρωπος που σηκώνεται από το σπίτι του για να πάει να δει μια ταινία στη 1 το βράδυ, κάποια λόξα έχει. Κάποια βίδα είναι λίγο λάσκα! Είμαστε τύποι που «την ψάχνουμε» κάπως διαφορετικά. Που θεωρούμε ότι τη νύχτα, τα πράγματα γίνονται κάπως διαφορετικά. Υπάρχουν άλλοι κώδικες, άλλοι νόμοι. Οι άνθρωποι λειτουργούν διαφορετικά, μαθαίνουν να συνυπάρχουν.

Ακόμη όμως και για αυτούς που δεν θέλουν να ακούν πολλά πολλά, υπάρχει ο εξώστης. Μαγικά μιλώντας, αν κάτσεις στον εξώστη είναι λες και οι άνθρωποι εκεί είναι συνεννοημένοι ότι είναι πιο κουλ, λειτουργούν διαφορετικά και δεν τους ενοχλούν.

Επίσης έχει ενδιαφέρον να ανακαλύψει κανείς το χιούμορ σε  ορισμένες ταινίες, που είναι σκόπιμο, αλλά στους κώδικες της κανονικής προβολής δεν γίνεται αντιληπτό. Το Christine του John Carpenter, για παράδειγμα, είναι γεμάτο από αστείες ατάκες, που στο Midnight Express βρίσκουν αποδέκτη.

Μπορείς επίσης να φωνάξεις, να προειδοποιήσεις έναν ήρωα: «Κοίτα πίσω σου!». Να κράξεις έναν κακό. Δε φαντάζεσαι πόσο απελευθερωτικό συναίσθημα είναι αυτό! Είναι μια απελευθέρωση και, αν θες, το σπάσιμο ενός ταμπού. Η μεταμεσονύκτια προβολή είναι ο καλύτερος χώρος για να συμβεί αυτό το πράγμα.

image

-Είναι η αλληλεπίδραση του κοινού στο διαδικτυακό γκρουπ του Midnight Express κινητήρια δύναμη και για διαφορετικού είδους διοργανώσεις, πάντα με γνώμονα το σινεμά;

Όχι! Κυρίως γιατί αυτό ήταν εμένα το όνειρό μου, η φιλοδοξία μου. Δεν έχω ιδιαίτερες φιλοδοξίες και δεν μπορώ να σκεφτώ και κάτι άλλο. Ξέρω ότι εμένα αυτό μου αρέσει, ότι ο κόσμος το στηρίζει και ότι θα προβληθούν στο μέλλον κάποιες ταινίες επειδή τα μέλη αυτής της κινηματογραφικής λέσχης, γιατί περί αυτού πρόκειται, το αποζητά. Οπότε έτσι θα πορεύομαι μέχρι αυτό το πράγμα να κάνει τον κύκλο του.

-Έχετε κάποια ταινία απωθημένο που θα θέλατε να προβληθεί μέσω του project του Midnight Express;

Αυτή που δεν έχει παιχτεί ποτέ στην Ελλάδα και θα ήθελα να παίξω, είναι η γερμανική Der Todesking («Ο βασιλιάς του θανάτου»), του Jörg Buttgereit. Πρόκειται για μια underground ταινία, ένα low budget αριστούργημα, με επτά σκετσάκια, ένα για κάθε μέρα της εβδομάδας. Όλα είναι τελείως διαφορετικά σε κινηματογραφικό ύφος και όλα τελειώνουν με την αυτοκτονία του ήρωά τους.

Οι δύο ταινίες που θα ήθελα επίσης να παίξω σε μεταμεσονύκτια, τις αναζήτησα διακαώς και είτε δεν μπορώ να βρω κόπια, είτε είναι πανάκριβες για την τσέπη μου είναι Τα σκυλιά στη χλόη (‘’Lawn Dogs’’) του John Duigan και το Τρένο της μεγάλης φυγής (“Runaway Train”) του Andrei Konchalovsky. Ίσως του χρόνου βρεθεί κάποιος μεγάλος σπόνσορας, ώστε να μπορώ να προγραμματίζω προβολές ταινιών χωρίς να σκέφτομαι αν το αντέχει η τσέπη μου ή όχι! 

Στις φωτογραφίες, αφίσες από ταινίες που έχουν προβληθεί στο Midnight Express. 

Το επόμενο Midnight Express θα «αναχωρήσει» στις 14 Απριλίου, με την προβολή της ταινίας The Rocky Horror Picture Show.

Σινέ Ααβόρα: Ιπποκράτους 180, Νεάπολη Εξαρχείων

image