Τα πράγματα, με δυο λόγια, έχουν πάει ως εξής. Ένα Εθνικό Σύστημα Υγείας απαξιωμένο και χτυπημένο από τις μειώσεις δαπανών και τις ελλείψεις προσωπικού, καλείται να ανταπεξέλθει στη συνθήκη της πανδημίας του κορονοϊού. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, αντί για τις αναγκαίες προσλήψεις, κάνει ένα κάλεσμα σε ιδιώτες επαγγελματίες υγείας την περασμένη άνοιξη, με ελάχιστα αποτελέσματα όσον αφορά σε γιατρούς. 

Ads

Μεσολαβεί το καλοκαίρι κατά το οποίο η κυβέρνηση δεν προχώρησε στην ενίσχυση και θωράκιση του ΕΣΥ. Το δεύτερο κύμα της πανδημίας ξεσπά και η κατάσταση στα νοσοκομεία γίνεται ασφυκτική με το σύστημα να καταρρέει. Φτάνουμε στις αρχές Νοεμβρίου, με τη χώρα να μπαίνει για δεύτερη φορά σε γενικό lockdown και δεκάδες άνθρωποι να χάνουν καθημερινά τη ζωή τους εντός και εκτός ΜΕΘ, για να εμφανιστεί η κυβέρνηση να προωθεί μόνιμες προσλήψεις και να καλεί ιδιώτες γιατρούς για ενίσχυση. 

Όμως ακόμη και σε αυτή την κρίσιμη φάση το κάλεσμα προς τους ιδιώτες γίνεται με όρους προκλητικούς, μισθό 2.000 ευρώ αφορολόγητα και διατήρηση ιδιωτικών ιατρείων, με αποτέλεσμα την σφοδρή αντίδραση της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδας (ΟΕΝΓΕ), που από τη μεριά της απαιτεί την υποχρεωτική ένταξη των ιδιωτών γιατρών σε ενιαίο κρατικό σχέδιο για την πανδημία. Ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος (ΠΙΣ), που θεωρητικά εκπροσωπεί όλους τους γιατρούς της χώρας, όχι μόνο δεν δηλώνει την άνευ όρων διαθεσιμότητα των μελών του μπροστά στην κατεπείγουσα για τις ζωές ανθρώπων συνθήκη αλλά πραγματοποιεί ρελάνς ζητώντας μισθό 3.000 ευρώ για τους ιδιώτες που θα συνδράμουν στο ΕΣΥ. 

Τί σημαίνουν όλα αυτά για τους νοσοκομειακούς γιατρούς; Πώς βιώνουν αυτές τις κινήσεις της κυβέρνησης και του ΠΙΣ την ίδια ώρα που οι αντοχές τους δοκιμάζονται καθημερινά σε συνθήκες έξαρσης της πανδημίας; Εκφράζουν τους ιδιώτες γιατρούς οι απαιτήσεις του Πανελλήνιου Ιατρικου Συλλόγου; Προσπαθώντας να απαντήσουμε σε αυτά τα ερωτήματα, συνομιλήσαμε με την Δέσποινα Τοσονίδου, ακτινολόγο γιατρό στο Ασκληπιείο Βούλας, μέλος της Εκτελεστικής Γραμματείας της ΟΕΝΓΕ, τον Δημήτρη Ζιάζια, παθολόγο στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Ρίου, πρόεδρο της Ένωσης Ιατρών Αχαΐας και μέλος του ΔΣ του Ιατρικού συλλόγου Πάτρας, την Όλγα Κοσμοπούλου, παθολόγο-λοιμωξιολόγο, μέλος του συλλόγου εργαζομένων του Γενικού Κρατικού Νικαίας αλλά και τον ιδιώτη καρδιολόγο Σωτήρη Καλιαμπάκο, εκπρόσωπο του «Ενωτικού Κινήματος για την Ανατροπή» στο Δ.Σ του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου.

Ads

«Αισθανόμαστε βαθύτατα προσβεβλημένοι»

«Ύβρις» προς τους νοσοκομειακούς γιατρούς είναι για τη Δέσποινα Τοσονίδου, ακτινολόγο γιατρό στο Ασκληπιείο Βούλας και μέλος της Εκτελεστικής Γραμματείας της ΟΕΝΓΕ, η πρόταση του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου, και μάλιστα για δύο λόγους, όπως εξηγεί η ίδια στο tvxs.gr: «Πρώτον, γιατί βλέπουμε ότι ο ΠΙΣ και ο πρόεδρός του κ. Εξαδάκτυλος λειτουργούν ως οι λαγοί της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Βγαίνουν δηλαδή να προτείνουν αυτό που έχουν ήδη συμφωνήσει με την κυβέρνηση κάτω από το τραπέζι, ψαρεύοντας αντιδράσεις. Και δεύτερον, γιατί από τον Μάρτιο μέχρι σήμερα ενώ επανειλημμένα έχουμε επισημάνει τί χρειάζεται να γίνει ώστε να μην θρηνήσουμε χιλιάδες ζωές που θα μπορούσαν να έχουν σωθεί, ενώ έχουμε πει ότι υπάρχει ανάγκη να ενισχυθεί το ΕΣΥ και η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας με χιλιάδες νοσηλευτές και γιατρούς, η κυβέρνηση αντί να κάνει αυτό, διόρισε κάποιες χιλιάδες επικουρικούς συναδέλφους, με μόνο 700 να είναι γιατροί. Την στιγμή λοιπόν που δεν έχουν κάνει τίποτα για να ενισχύσουν το ΕΣΥ συζητούν με τον ΠΙΣ με ποιον τρόπο, εκμεταλλευόμενοι την πανδημία, θα καταργήσουν την πλήρη και αποκλειστική απασχόληση στο Εθνικό Σύστημα Υγείας».

Η κα. Τοσονίδου θυμίζει ότι η ΟΕΝΓΕ έχει προτείνει να επιταχθούν οι μεγάλες δομές της ιδιωτικής υγείας  – και όχι να ενοικιαστούν με 1600 ευρώ ανά κλίνη  – και να γίνει πρόσκληση προς τους συναδέλφους του ιδιωτικού τομέα «με όρους ΕΣΥ και όχι με όρους πλιάτσικου», όπως λέει χαρακτηριστικά.

«Για να καταλάβετε πώς νιώθουμε οι γιατροί στα νοσοκομεία, θα σας δώσω ένα παράδειγμα. Στο Ασκληπιείο Βούλας από την Τετάρτη ανοίγουν δέκα νέες κλίνες Covid, επιπλέον από τις 24 που λειτουργούν ήδη και είναι γεμάτες. Ο συνάδελφος που αναλαμβάνει υπεύθυνος σε αυτές τις κλίνες είναι ευπαθής και μάλιστα για δύο λόγους. Όταν αυτός ο συνάδελφος, ένας εξαίρετος συνάδελφος με το βαθμό του διευθυντή, παίρνει κάτω από 2 χιλιάρικα και λέει «εγώ είμαι γιατρός και δεν πρόκειται να πάω σπίτι μου», γνωρίζοντας πολύ καλά ότι ο ίδιος κινδυνεύει να εκτεθεί, να νοσήσει και να πεθάνει, δεν είναι ύβρις να λένε ο κ. Εξαδάκτυλος και ο κ. Κοντοζαμάνης ότι θα έρθουν μέσα ιδιώτες γιατροί παίρνοντας 2 ή 3 χιλιάδες ευρώ, αφορολόγητα και ακατάσχετα;»

«Ο κ. Εξαδάκτυλος μαζί με τον κ. Κοντοζαμάνη, τον κ. Κικίλια και τον κ. Μητσοτάκη προσπαθούν να αλώσουν ό, τι έχει απομείνει όρθιο στο ΕΣΥ» τονίζει η Δέσποινα Τοσονίδου και θυμίζει ότι και από τον περασμένο Δεκέμβρη, όταν η ΟΕΝΓΕ με παρέμβασή της διέκοψε  ημερίδα του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου (ΠΙΣ) για τις Συμπράξεις Δημόσιου – Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) στην Υγεία, δεχόμενη τότε χημικά από την Αστυνομία. «Δεν τους πέφτει λόγος για το ΕΣΥ. Στο ΕΣΥ υπάρχουν οι κατά τόπους Ενώσεις και η ΟΕΝΓΕ. Να μιλήσουν για τα του οίκου τους», λέει με έμφαση, αναφερόμενη στον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο.

«Υπάρχουν χιλιάδες συνάδελφοι που θέλουν να δουλέψουν στο ΕΣΥ»

Μια άλλη πτυχή σχετικά με την ενίσχυση του δημόσιου συστήματος Υγείας στη συνθήκη της πανδημίας βάλει ο πρόεδρος της Ένωσης Ιατρών Αχαΐας και μέλος του Δ.Σ του Ιατρικού Συλλόγου Πάτρας Δημήτρης Ζιάζιας. Μιλώντας στο tvxs.gr ο κ. Ζιάζιας που μέχρι πρόσφατα εργαζόταν σε κλινική Covid στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Ρίου υποστηρίζει πως η απεύθυνση στον ιδιωτικό τομέα δε θα έπρεπε να είναι προτεραιότητα: «Υπάρχουν χιλιάδες συνάδελφοι που έχουν εκφράσει την επιθυμία να εργαστούν στο ΕΣΥ με συμβάσεις πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης. Άλλωστε στις τελευταίες προκηρύξεις που έχουν γίνει για μόνιμες θέσεις στο ΕΣΥ, εν μέσω πανδημίας, 2.500 συνάδελφοι έχουν κάνει τα χαρτιά τους, με τις διαδικασίες να προχωρούν πολύ αργά. Επιπλέον, υπάρχουν τουλάχιστον 1000 συνάδελφοι πανελλαδικά σε λίστες, αναμένοντας να διοριστούν ως επικουρικοί», σημειώνει. 

Μάλιστα διατυπώνει το ερώτημα, πώς είναι δυνατόν το υπουργείο Υγείας να δηλώνει αδυναμία πρόσληψης για δύο χρόνια επικουρικών γιατρών, την ώρα που βρίσκει πόρους για τους ιδιώτες. «Ορισμένοι συνάδελφοι προσλαμβάνονται το τελευταίο διάστημα ως επικουρικοί αλλά με μονοετείς συμβάσεις, καθώς το υπουργείο επικαλείται οικονομική αδυναμία να καλύψει το μισθολογικό κόστος δύο ετών. Την ίδια στιγμή βρίσκει τα χρήματα για τις συμβάσεις των ιδιωτών γιατρών». 

«Δεν θα έρθουν ιδιώτες συνάδελφοι σε ένα διαλυμένο ΕΣΥ μόνο για τα χρήματα»

Αναντιστοιχία του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου με την πλειοψηφία των ιδιωτών αυτοαπασχολούμενων γιατρών διαπιστώνει η Όλγα Κοσμοπούλου, παθολόγος-λοιμωξιολόγος, μέλος του συλλόγου εργαζομένων του Γενικού Κρατικού Νικαίας. «Ο ΠΙΣ δεν εκπροσωπεί τους πραγματικά εργαζόμενους και μαχόμενους Έλληνες γιατρούς, ούτε του Δημοσίου, ούτε τους ιδιώτες. Έχω την τιμή να έχω την αδελφή μου κι άλλους αυτοαπασχολούμενους γιατρούς στην οικογένειά μου και γνωρίζω. Δεν είμαστε καθόλου έτσι στη μεγάλη μας πλειοψηφία». 

Η κα. Κοσμοπούλου εξηγεί γιατί η στάση του ΠΙΣ δεν εκφράζει, κατά τη γνώμη της, την πλειοψηφία των ιδιωτών γιατρών: «Κανένας γιατρός που τελείωσε την ειδικότητά του τα τελευταία χρόνια κι έχει επενδύσει στο να ανοίξει το δικό του ιατρείο δεν τα αφήνει όλα για να πάει να υπηρετήσει σε ένα σύστημα Υγείας το οποίο από την αρχή δεν τον ήθελε. Κι αυτό γιατί οι κυβερνήσεις μεθόδευσαν την αποδόμηση του ΕΣΥ, μην κάνοντας προσλήψεις για πάρα πολλά χρόνια, με αποτέλεσμα όποιος νέος γιατρός μπει τώρα να είναι μόνος του και να κάνει συνεχώς εφημερίες. Κι όλα αυτά με ελαστική εργασιακή σχέση».

Συνεχίζει βάζοντας παραμέτρους που σπάνια τίθενται στη δημόσια συζήτηση περί δημόσιας υγείας: «Κάποιος θα έρθει στο ΕΣΥ γιατί του αρέσει η νοσοκομειακή ιατρική, η συλλογική εργασία, η εκπαιδευτική διαδικασία. Γιατί να έρθει ένας ιδιώτης να δουλέψει στο ΕΣΥ εφόσον ξέρει ότι δε θα έχει αυτά; Μόνο για τα χρήματα; Είναι άδικο να πιστεύουμε ότι η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων αυτοαπασχολούμενων ή νοσοκομειακών γιατρών είναι τόσο αναξιοπρεπής για να αφήσει ό, τι έχει φτιάξει μόνο για τα λεφτά», λέει με έμφαση η Όλγα Κοσμοπούλου. 

Αντί για την πρόταση που προκάλεσε τους νοσοκομειακούς γιατρούς, η γιατρός προτείνει ένα άλλο πλαίσιο κινήσεων που θα μπορούσε να κάνει το υπουργείο προκειμένου να ενισχυθεί σημαντικά το ΕΣΥ στην επείγουσα συνθήκη της πανδημίας: «Η κυβέρνηση έπρεπε να έχει τη στοιχειώδη προνοητικότητα να μονιμοποιήσει όλους τους επικουρικούς γιατρούς που υπάρχουν στο σύστημα κι έτσι να βάλει τέλος στην ύπαρξη γιατρών δεύτερης κατηγορίας εντός του ΕΣΥ. Αυτό θα έδινε θετικό σήμα προς τους ιδιώτες γιατρούς που τώρα καλεί να βοηθήσουν. Επίσης,  θα βοηθούσε μαζική προκήρυξη των θέσεων που είναι κενές, κοντά στις 4000. Τρίτον, το υπουργείο έπρεπε να θεσπίσει πραγματικά κίνητρα, κι όχι ευνοιοκρατικά, προς τους συναδέλφους που βρίσκονται στην ξενιτιά. Βλέπετε η χώρα τους δεν είχε την προνοητικότητα να τους απορροφήσει στο ΕΣΥ. Με έναν τέτοιο σχεδιασμό κινήσεων ίσως υπήρχε και η επιθυμητή ανταπόκριση».

5 στους 14 παρόντες δεν ψήφισαν την πρόταση του προεδρείου του ΠΙΣ

Από τα μέλη του Δ.Σ του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου που αντιτάχθηκαν στην πρόταση του κου. Εξαδάκτυλου ήταν ο καρδιολόγος γιατρός Σωτήρης Καλιαμπάκος, ο οποίος εκπροσωπεί στον ΠΙΣ το «Ενωτικό Κίνημα για την Ανατροπή» και εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα. Όπως μας είπε, πέντε από τα δεκατέσσερα παρόντα μέλη ψήφισαν κατά των απαιτήσεων για αμοιβή 3.000 ευρώ και τα υπόλοιπα προνόμια που ζητά ο ΠΙΣ για την συνδρομή ιδιωτών γιατρών στην αντιμετώπιση της πανδημίας μέσω του ΕΣΥ.

«Οι προτάσεις της κυβέρνησης και του ΠΙΣ, ενώ φαίνονται κάπως διαφορετικές είναι ίδιες στη λογική τους, υπό την έννοια ότι πατούν πάνω στο γεγονός ότι η κυβέρνηση δεν έκανε ό, τι χρειαζόταν για τη στελέχωση του ΕΣΥ σε όλα τα επίπεδα και συμφωνούν ότι η στήριξη αυτή μπορεί να γίνεται περιστασιακά, με μπαλωματικό τρόπο, με θέσεις όχι μόνιμες, πλήρους μεν αλλά όχι αποκλειστικής απασχόλησης», λέει ο κ. Καλιαμπάκος. 

Ένα από τα σημεία στα οποία οι προτάσεις της κυβέρνησης και του ΠΙΣ συμπίπτουν είναι αυτό του δικαιώματος διατήρησης του ιδιωτικού ιατρείου. Ο κ. Καλιαμπάκος θεωρεί ότι αυτό είναι επικίνδυνο: «Ένας ιδιώτης γιατρός της γειτονιάς ο οποίος έχει μεγάλα βάρη ασφαλιστικά και φορολογικά πρακτικά καλείται να κλείσει το ιατρείο του. Δεν μπορεί να διατηρεί κάποιος ένα ιδιωτικό ιατρείο και ταυτόχρονα να δουλεύει με πλήρες ωράριο στο ΕΣΥ, πόσο μάλλον που είναι και επικίνδυνο και αντιεπιστημονικό. Φανταστείτε έναν γιατρό ιδιώτη ο οποίος το πρωί θα συμμετέχει στη λειτουργία μιας covid κλινικής με ό, τι αυτό συνεπάγεται στην έκθεση στον ιό και το απόγευμα να κάνει ιατρείο πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας στο ιατρείο του, εκθέτοντας κι άλλους ανθρώπους σε κίνδυνο».

Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ο κ. Καλιαμπάκος θεωρεί ότι η κριτική δεν πρέπει να εστιάζεται στις αποδοχές που είναι να λάβουν οι ιδιώτες γιατροί που θα συνδράμουν στο ΕΣΥ: 
«Το ποσό είναι πρόκληση για τους νοσοκομειακούς γιατρούς που παίρνουν πολύ χαμηλότερους μισθούς, ωστόσο πρέπει να γνωρίζουμε ότι με το όποιο ποσό, 2.000 ευρώ προτείνει η κυβέρνηση, 3.000 ζητά ο ΠΙΣ, ο κάθε ιδιώτης γιατρός καλείται να καλύψει το κόστος κλεισίματος του ιατρείου του». 

Ο γιατρός διαβλέπει στους νεότερους συναδέλφους του επιθυμία να βοηθήσουν στην προσπάθεια της χώρας απέναντι στην πανδημία και εξηγεί πώς κατά τη γνώμη του μπορούν να αξιοποιηθούν: «Υπάρχει στους ιδιώτες γιατρούς μια όλο και αυξανόμενη τάση και επιθυμία σε αυτές τις κρίσιμες στιγμές να συνδράμουν στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Εμείς δεν είμαστε κατά στο να συμβάλουν οι ιδιώτες γιατροί, εξάλλου κάποιοι ήδη το κάνουν με τα όποια μέσα έχουν. Είμαστε υπέρ του να μπουν στο σύστημα της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, η οποία σε συνθήκες τρομερής πίεσης στα νοσοκομεία είναι καθοριστική. Όμως αυτό να γίνει υπό την ευθύνη της κυβέρνησης, ενταγμένοι στο δημόσιο σύστημα πρωτοβάθμιας, με τους ίδιους όρους που εργάζονται και οι συνάδελφοί μας στο Δημόσιο, με πλήρη και αποκλειστική απασχόληση. Υπάρχουν χιλιάδες, νέοι κυρίως, συνάδελφοί μας για τους οποίους μια τέτοια προοπτική θα συνιστούσε μια καλή εξέλιξη στην επαγγελματική τους πορεία», σημειώνει ο κ. Καλιαμπάκος. 

«Σε μια εποχή όπου σε όλο τον πλανήτη υπάρχει ανάγκη για στήριξη των δημόσιων δομών περίθαλψης, κάποιοι προωθούν μέσα στο χαμό να προωθήσουν ιδιωτικοποίηση. Διότι η ύπαρξη γιατρών πολλών ταχυτήτων μέσα στο ΕΣΥ συνιστά ιδιωτικοποίηση», συμπληρώνει.