Παρά τη δεδηλωμένη αντίθεση φιλικά διακείμενων προς την κυβέρνηση πρυτάνεων και τις ηχηρές ενστάσεις του Νικήτα Κακλαμάνη, το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας για τα ΑΕΙ κατά πάσα πιθανότητα τις επόμενες εβδομάδες θα είναι νόμος του κράτους. Και τότε, σχεδόν τίποτα δε θα είναι όπως πριν στα ελληνικά πανεπιστήμια.

Ads

«Το νομοσχέδιο περιλαμβάνει πολλές διατάξεις για τα ΑΕΙ που ήδη έχει ψηφίσει η κυβέρνηση, όπως για παράδειγμα τις διαγραφές των φοιτητών. Θέλει σε αυτόν τον νόμο, και έτσι εύλογα λεγεται νόμος-πλαίσιο, να εντάξει όλη της την πολιτική για την ανώτατη εκπαίδευση», λέει στο tvxs.gr ο καθηγητής στο τμήμα Μηχανικών Βιοϊατρικής του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, Ερρίκος Βεντούρας.

Νόμος Διαμαντοπούλου, πιο συγκεντρωτικός, πιο αντιδημοκρατικός

Κορωνίδα των αλλαγών που φέρνει το νομοσχέδιο για τα ΑΕΙ είναι η μεγάλη αλλαγή στη διοίκηση των ιδρυμάτων. Η Σύγκλητος αποδυναμώνεται, δίνοντας τον πρώτο λόγο στα «συμβούλια διοίκησης».

Ads

«Με το νομοσχέδιο αυτό η κυβέρνηση επιχειρεί να αλλάξει τον τρόπο διοίκησης του πανεπιστημίου με έναν τρόπο που παραπέμπει στον αποτυχημένο νόμο Διαμαντοπούλου αλλά πιο αυταρχικά, πιο αντιδημοκρατικά και πιο συγκεντρωτικά», λέει ο κ. Βεντούρας, συστηματικός παρατηρητής των εξελίξεων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.

«Ξεκινώντας από το τελευταίο, φαίνεται ότι οι συντάκτες του νομοσχεδίου έχουν διδαχθεί από τα “παθήματα” του θεσμού του “Συμβουλίου Ιδρύματος” του νόμου Διαμαντοπούλου, όταν η διαρχία υπονόμευσε την εφαρμογή του. Τώρα αυτό λύνεται καθώς ο πρύτανης θα είναι επικεφαλής στην Σύγκλητο αλλά και στο Συμβούλιο Διοίκησης.

Είναι όμως και σαφώς πιο αντιδημοκρατικό αφού πλέον ο πρύτανης δε θα εκλέγεται από 1.000 ή 2.000 μέλη ΔΕΠ αλλά από το 11μελές συμβούλιο, τους έξι εσωτερικούς και τους πέντε εξωτερικούς που θα εκλέγονται-προσκαλούνται στο ίδρυμα από τους ‘6’. Πρύτανης θα μπορεί να εκλεγεί ένα από τα έξι εσωτερικά μέλη του Συμβουλίου αλλά όχι απαραίτητα το μέλος που έλαβε τις περισσότερες ψήφους από τα μέλη ΔΕΠ.

Το μοντέλο όμως είναι και πιο αυταρχικό από το αντίστοιχο του νόμου Διαμαντοπούλου. Η αποδυναμωμένη πλέον Σύγκλητος θα έχει στην αρμοδιότητά της μόνο αμιγώς εκπαιδευτικά ζητήματα. Στον αντίποδα, ο στρατηγικός προγραμματισμός και η οικονομική διαχείριση περνούν στο 11μελές Συμβούλιο», αναλύει ο καθηγητής.

Όσο για τις επιπτώσεις που θα έχει η εφαρμογή αυτού του νέου μοντέλου διοίκησης στο περιεχόμενο της γνώσης και της έρευνας που παράγονται στο ελληνικό πανεπιστήμιο, ο κ. Βεντούρας σημειώνει: «Αυτές θα φανούν μεσομακροπρόθεσμα. Παρόλο που η Σύγκλητος διατηρεί την ευθύνη των εκπαιδευτικών ζητημάτων, είναι προφανές ότι το εύρος των επιλογών που θα έχει σε βάθος χρόνου, ποσοτικά και ποιοτικά μιλώντας, θα καθορίζεται από το 11μελές Συμβούλιο Διοίκησης. Με απλά λόγια το Συμβούλιο θα λέει στην Σύγκλητο ‘φτιάξτε καλά προγράμματα σπουδών στους τομείς που αποφασίσαμε και με τους πόρους που σας παρέχουμε’».

Τον ρωτήσαμε εάν έχει εφαρμοστεί στο εξωτερικό αυτό το μοντέλο. «Σε αυτή τη μορφή, απ’ όσο γνωρίζω, όχι. Στις αγγλοσαξονικές, κυρίως, χώρες υπάρχουν τέτοιου είδους συμβούλια αλλά έχουν ρόλο, όπως προκύπτει από τον όρο, συμβουλευτικό και όχι εκτελεστικό. Είναι κάτι σαν το board of trustees που έχουν οι μεγάλες εταιρίες. Τα συμβούλια αυτά δίνουν κατευθύνσεις αλλά αυτές περνούν από τη βάσανο των εσωτερικών διαδικασιών των πανεπιστημίων πριν υλοποιηθούν».

Διαβάστε επίσης: Το αυταρχικό νομοσχέδιο Κεραμέως και η δημοκρατική λειτουργία των πανεπιστημίων

Σύγκλιση με το εξωτερικό αλλά με υποστελέχωση

Ίδρυση κοινών και διπλών προπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών στο πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ τμημάτων του ίδιου ή άλλου Α.Ε.Ι, διοργάνωση περισσοτέρων προπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών ανά τμήμα εφόσον έχουν διαθέσιμους πόρους και υλικοτεχνική υποδομή, διοργάνωση προγραμμάτων σπουδών δευτερεύουσας κατεύθυνσης (minor degrees), κινητικότητα των φοιτητών, είναι μερικές από τις αλλαγές που προβλέπονται στο νομοσχέδιο της κυβέρνησης.

«Είναι αλήθεια ότι το νομοσχέδιο περιέχει μια σειρά από διατάξεις που, ανεξάρτητα αν συμφωνεί ή διαφωνεί κανείς, επιχειρούν να φέρουν στο ελληνικό πανεπιστήμιο θεσμούς και πρακτικές που υπάρχουν ήδη, σε παραλλαγές, στην πλειονότητα των πανεπιστημίων του εξωτερικού. Η πιο προβληματική, κατά την γνώμη μου, από αυτές τις διατάξεις, είναι αυτή που επιτρέπει στο τμήμα να προσφέρει περισσότερα του ενός προπτυχιακά προγράμματα», υποστηρίζει ο κ. Βεντούρας.

«Θεωρητικά μιλώντας, εάν ένα τμήμα έχει δυνατότητα να προσφέρει μόρφωση πανεπιστημιακού επιπέδου σε ένα δεύτερο, έστω παρεμφερές, επιστημονικό πεδίο, γιατί να μην «σπάσει» σε δύο τμήματα; Ή γιατί δεν καλύπτεται από τους θεσμούς των κατευθύνσεων ή των τομέων που υπάρχουν και σήμερα;

Στην πραγματικότητα των ελληνικών πανεπιστημίων, τα οποία πανθομολογουμένως πάσχουν από υποστελέχωση, η δημιουργία δύο ή περισσότερων προγραμμάτων σπουδών από ένα τμήμα είναι πολύ δύσκολο να δώσει πτυχία ίσης μεταξύ τους αξίας και αυτό με τη σειρά του θα δημιουργήσει μεγάλο πρόβλημα κατοχύρωσης επαγγελματικών δικαιωμάτων στους Απόφοιτους», εξηγεί ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής.

Παρόμοιο πρόβλημα θα φέρει σύμφωνα με τον κο. Βεντούρα και η δυνατότητα δημιουργίας προγραμμάτων σπουδών εφαρμοσμένων επιστημών και τεχνολογίας, διάρκειας επτά και όχι οκτώ εξαμήνων.

«Δεν αναφέρεται ρητά, είναι όμως προφανές ότι οι απόφοιτοι τέτοιων προγραμμάτων θα καταχωρηθούν από τον ΑΣΕΠ ως Τ.Ε (Τεχνολογικής Εκπαίδευσης) και όχι Π.Ε (Πανεπιστημιακής). Και έτσι θα επιστρέψουμε στα προβλήματα που γεννούσε επί δεκαετίες αυτός ο διαχωρισμός στην αγορά εργασίας. Σκεφτείτε όμως, τί διαφορά σε προσόντα έχει π.χ. ένας απόφοιτος Τ.Ε πληροφορικής και με έναν Π.Ε; Από ελάχιστη ως καμία νομίζω», τονίζει.

Διαβάστε επίσης: Η κυβέρνηση χτίζει «το δικό της» πανεπιστήμιο: Τί προβλέπει το νομοσχέδιο

Άρση δικλείδων στα μεταπτυχιακά

Επίσης το νομοσχέδιο αίρει τις δικλείδες ασφαλείας που περιέχει ο νόμος Γαβρόγλου σχετικά με το πόσες ώρες διδασκαλίας σε μεταπτυχιακά μπορεί να έχει το κάθε μέλος ΔΕΠ, δηλαδή οι καθηγητές, αναπληρωτές καθηγητές και επίκουροι.

«Οι καθηγητές υποχρεούνται να διδάσκουν μόνο έξι ώρες εβδομαδιαία στο προπτυχιακό ώστε να έχουν χρόνο για έρευνα και επίβλεψη εργασιών, όχι για να κάνουν ύστερα 10 ή 15 ώρες μάθημα στα μεταπτυχιακά για να αυξάνουν το εισόδημά τους. Τώρα αίρεται κάθε περιορισμός», παρατηρεί ο κ. Βεντούρας.

ΔΟΑΤΑΠ: Πιο γρήγορα αλλά και πιο σωστά;

Το νομοσχέδιο φέρνει σημαντικές αλλαγές και στον Διεπιστημονικό Οργανισμό Αναγνώρισης Τίτλων Ακαδημαϊκών και Πληροφόρησης, τον γνωστό ΔΟΑΤΑΠ ή παλιότερα ΔΙΚΑΤΣΑ. «Η κυβέρνηση προβλέπει ότι τα πτυχία τριών ετών bachelor ισοδυναμούν κατ’ αρχήν με τα ελληνικά τετραετή. Έως τώρα οι απόφοιτοι bachelor χρειάζονταν επιπλέον ένα master. Στο εξής οι κάτοχοι τριετών bachelor από πανεπιστήμια του εξωτερικού, ως Π.Ε, θα έχουν περισσότερα επαγγελματικά δικαιώματα από τους αποφοίτους των παλαιών ΤΕΙ, ή όσους είχαν μπει σε αυτά και φοιτούν ακόμα, που (θα) έχουν παρακολουθήσει τετραετή προγράμματα», λέει ο καθηγητής.

Στην ερώτησή σας εάν διαφαίνεται επιτάχυνση στις διαδικασίες αναγνώρισης πτυχίων του εξωτερικού, ο κ. Βεντούρας απαντά:

«Επιτάχυνση έχουμε ήδη από το 2016, όταν δημιουργήθηκε το e-doatap, με την υπάρχουσα δηλαδή νομοθεσία. Όμως έως τώρα ο ΔΟΑΤΑΠ ζητούσε από το ίδρυμα του εξωτερικού βεβαίωση ότι το πτυχίο είναι γνήσιο. Με το νομοσχέδιο, τέτοια υποχρέωση θα υφίσταται ‘σε περίπτωση αμφιβολιών’, δηλ. απόπειρας πλαστογράφησης. Στην Ελλάδα που ως γνωστόν κατασκευάζονται διάφορα, αυτή η πρόβλεψη ίσως αποδειχθεί προβληματική. Θα προσδώσει ταχύτητα αλλά αφήνει μεγαλύτερο περιθώριο λάθους».

Συμπερασματικά ο καθηγητής σημειώνει: «Το νήμα που συνδέει όλες αυτές τις διατάξεις και πολιτικές είναι ότι η κυβέρνηση θέλει να προσφέρει πανεπιστημιακή εκπαίδευση σε λιγότερους ανθρώπους. Θέλει ένα πανεπιστήμιο πιο επιλεκτικό, πιο αυστηρό και πιο ατομικιστικό, με την έννοια ότι δίνει κίνητρο στα μέλη ΔΕΠ να αυξάνουν το δικό τους εισόδημα με τρόπους που δεν θα ανταποκρίνονται πάντα στο επίπεδο που συνηθίζουμε να περιγράφουμε ως ‘ακαδημαϊκά κριτήρια’.