Η Ολλανδή δημοσιογράφος Ιγκεμποργκ Μπέγκελ, που συνελήφθη στην Ύδρα με την κατηγορία ότι φιλοξενεί στο σπίτι της πρόσφυγα από το Αφγανιστάν, ο οποίος έχει υποβάλει αίτημα για παροχή ασύλου, αφέθηκε ελεύθερη μέχρι τη δίκη. Ακούγεται εξαντλημένη στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής και όπως δηλώνει στο tvxs.gr, είναι ακόμα σοκαρισμένη και νιώθει ότι προσγειώθηκε σε ναζιστική ταινία. Στο ρεπορτάζ που ακολουθεί, περιγράφει πως ξεκινά η γνωριμία της με τον νεαρό που λογαριάζει πλέον σαν το τρίτο παιδί της και ο οποίος ήρθε στην Ελλάδα όταν οι Ταλιμπάν, δολοφόνησαν μέλη της οικογένειάς του. Όμως δεν βλέπει να έχει τέλος το μαρτύριο του.

Ads

Την ίδια ώρα, εισπράττει μηνύματα αλληλεγγύης, η είδηση κάνει τον γύρο του κόσμου, ενώ οι βουλεύτριες Sophia in ‘t Veld και η Tineke Strik, (μέλη της επιτροπής που ερευνά την Frontex και τις επαναπροωθήσεις) έχουν ήδη υποβάλλει σχετική ερώτηση στην Κομισιόν.

«Ζω 40 χρόνια στην Ελλάδα, στο οικογενειακό μας σπίτι στην Ύδρα και πρέπει να παραδεχτώ ότι υποτίμησα τους Χρυσαυγίτες (κρυφούς και φανερούς) και ποτέ δεν φαντάστηκα ότι ο ελληνικός πολιτισμός έτσι όπως τον ξέρω, θα επέτρεπε την ποινικοποίηση της φιλοξενίας. Όταν μάλιστα, ο άνθρωπος αυτός, έχει κριθεί παράνομος ενώ δεν είναι, επειδή δεν λειτουργούσε η υπηρεσία χορήγησης ασύλου στην Ελλάδα λόγω της πανδημίας. Με ευθύνη δηλαδή της πολιτείας κατηγορείται, ενώ είναι απολύτως αθώος. Γεγονός που γνωρίζουν οι αρχές στην Ύδρα, αλλά δεν τους ενδιαφέρει».

Αυστηροποίηση: Η πολιτεία ενεργοποίησε μια διάταξη που δεν εφαρμόζεται

Ads

Η φιλοξενία αυτή, μπορεί να στοιχίσει στη γνωστή δημοσιογράφο και επί χρόνια εργαζόμενη στη δημόσια τηλεόραση της Ολλανδίας και σε πολλά άλλα ΜΜΕ, ποινή έως έναν χρόνο φυλάκισης και χρηματική ποινή τουλάχιστον 5.000 ευρώ.

Όπως λέει στο tvxs.gr ο δικηγόρος της Βασίλης Παπαδόπουλος,  η διάταξη του 1991 που επικαλούνται οι Αρχές όντως τιμωρεί ακόμη και τη φιλοξενία. Υπογραμμίζει όμως με έμφαση, πως δεν έχει χρησιμοποιηθεί  ποτέ στο παρελθόν από μόνη της, παρά μόνο σε συνδυασμό με άλλες διατάξεις που αφορούν την διευκόλυνση παράνομης εισόδου και εξόδου από την χώρα μεταναστών χωρίς νόμιμα έγγραφα, καθώς θεωρητικά, στόχος του νόμου είναι οι διακινητές και όχι οι πολίτες που προσφέρουν φιλοξενία. Ωστόσο για τους ίδιους τους πρόσφυγες, οι ποινές όπως λέει μετά τον νόμο Δένδια το 2009, «…έφτασαν στον Θεό».

«Υπάρχει επίσης σχετική οδηγία του 2002 που τιμωρεί όσους διευκολύνουν την είσοδο και την έξοδο παράτυπων μεταναστών, αλλά εφόσον αποδειχτεί ότι υπάρχει οποιοδήποτε όφελος, που δεν υπάρχει σε καμία περίπτωση στην υπόθεση αυτή. Θυμόμαστε ότι το 2015, φιλοξενήθηκαν πρόσφυγες σε δομές από νομάρχες, οι οποίοι δεν είχαν νόμιμα έγγραφα. Επίσης είχαν κατάσχει ταξί, πάλι με βάση αυτή την οδηγία, που μετέφεραν πρόσφυγες από την βόρεια Λέσβο στην Μόρια. Ευτυχώς με αφορμή εκείνο το γεγονός, έγινε τότε κάποια διόρθωση στον νόμο επί της προηγούμενης κυβέρνησης», υπογραμμίζει ο νομικός.

Του ζητάω να ερμηνεύσει την παράλογη αυτή σύλληψη της δημοσιογράφου, στη συγκεκριμένη πολιτικοκοινωνική συγκυρία:

«Νομίζω ότι στοχοποιήθηκε στην τοπική κοινωνία της Ύδρας αφενός από συγκεκριμένα πρόσωπα. Αφετέρου συνέπεσε το αυτόφωρο και με ένα πλαίσιο αυστηροποίησης από την πλευρά της πολιτείας, η οποία “θυμήθηκε” μία διάταξη που δεν εφαρμόζεται. Αν αρχίζουν να ψάχνουν τα χαρτιά Γεωργιανών ή Φιλιππινέζων που εργάζονται σε σπίτια χωρίς νόμιμα έγγραφα, θα πρέπει με τη λογική αυτή, να έχουν επιπτώσεις οι εργοδότες που τους φιλοξενούν».

Ο νομικός τονίζει πως ήδη στη Γαλλία, έχουν ληφθεί μέτρα ώστε να μην ποινικοποιείται η φιλοξενία με αλλαγές στον σχετικό νόμο και υπογραμμίζει ξανά πως η πολιτεία ενεργοποίησε έναν απαρχαιωμένο νόμο που έρχεται σε αντίθεση με το Σύνταγμα σε σχέση με την υποχρέωση σεβασμού και προστασίας της αξίας του ανθρώπου που αποτελεί θεμελιώδη και απαραβίαστη αρχή αυτού, όσο και με την αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου.

Εκφράζει δε την ανησυχία του, πως μετά την αναγνώριση της Τουρκίας ως ασφαλή 3η χώρα από την πλευρά της κυβέρνησης, θα απορριφθούν όλα τα αιτήματα προσφύγων από τη Συρία, το Πακιστάν, το Αφγανιστάν και το Μπαγκλαντές.

Πως έγινε ο πρόσφυγας, το τρίτο παιδί μου. Σκέφτηκα: Αν ήταν ο γιος μου;

Πίσω από την  σχέση της Ιγκεμποργκ Μπέγκελ με τον νεαρό πρόσφυγα, υπάρχει ένα οδυνηρό ανθρώπινο δράμα και μια συγκινητική ιστορία πηγαίας αλληλεγγύης. Της ζήτησα να αφηγηθεί την ιστορία της γνωριμίας τους.

«Όταν έφτασε στην Ελλάδα, τον Νοέμβριο του 2015, ήταν 18 χρονών. Είχαν δολοφονήσει οι Ταλιμπάν τον θείο του και είχαν χτυπήσει το αδερφάκι του αφήνοντας το ανάπηρο. Ο ίδιος και ο πατέρας του, ήταν στην λίστα θανάτου των Ταλιμπάν. Οι συγγενείς του, μάζεψαν λεφτά για να στείλουν στην ασφάλεια το τελευταίο πουλάκι της οικογένειας για να μην δολοφονηθεί. Η οικογένεια του συνεργαζόταν με τον Αμερικάνικο στρατό ενάντια στους Ταλιμπάν, γι’αυτό και βρέθηκαν όλοι στην μαύρη λίστα.

Έφτασε λοιπόν, 18 χρονών στην Λέσβο. Δεν είχε δει βάρκα στη ζωή του και οι διακινητές τον έβαλαν καπετάνιο στη βάρκα, είναι μια μέθοδος που ακολουθούν συχνά. Γι’αυτό τον πήγαν σε φυλακή στην Αθήνα με κατηγορία για διακίνηση. Μια όμοια περίπτωση παιδιού έφαγε 52 χρόνια φυλάκισης!

Το παιδάκι όμως αθωώθηκε δικαίως. Όταν τον έβγαλαν από φυλακή, ήταν Ιούλιος του ’16. Είχε θεία και θείο στη Γερμανία και ήθελε να πάει με τα πόδια ως εκεί. Όμως είχαν κλείσει τα σύνορα.

Την πρώτη συνέντευξη για τη χορήγηση ασύλου την έδωσε τον Ιούλιο  του 2017. Και του έδωσαν λάθος μεταφραστή, κάτι επίσης σύνηθες. Υπέγραψε χαρτί που έλεγε άλλα ντ΄άλλων. Δεν είχε καμία σχέση με την αληθινή του ιστορία. Κι έπρεπε να περιμένει δύο χρόνια να τον απορρίψουν, να πάει μετά σε δικαστήριο για να αλλάξει την ιστορία του. Εντωμεταξύ, έφτασε η είδηση της δολοφονίας και του πατέρα του από τους Ταλιμπάν.

Εγώ τον συνάντησα Δεκέμβρη του ’18 στο camp της Μαλακάσας, όταν έκανα εκεί γύρισμα μιας σειράς ντοκιμαντέρ για δημόσια τηλεόραση Ολλανδίας σχετικά με την κρίση στην Ελλάδα. Ένα επεισόδιο από αυτά αφορούσε το προσφυγικό δράμα.

Πήγα με camera man, ηχολήπτη και το σκυλάκι μου. Ξαφνικά είδα το σκυλάκι μου με το σκυλάκι του να παίζουν. Μου έκανε εντύπωση. Ήταν ένα 21χρόνο παιδί και μοίραζε το τίποτα που είχε για να φάει, με το σκυλάκι του. Κατάλαβα πολλά για τον χαρακτήρα του από αυτό. Έπιασα κουβέντα μαζί του. Ήταν πολύ ευγενής, γενναιόδωρος, μιλούσε πολύ πολιτισμένα και ήξερε  4 γλώσσες. Είχε έναν αέρα καλλιεργημένου ανθρώπου. Πιάσαμε φιλία. Έχω 2 παιδιά 34 και 32 χρονών, μεγαλωμένα μέχρι τα 8 τους στην Ύδρα και σκέφτηκα: Σκέψου να ήταν τα παιδιά μου εδώ. Αν ήταν ο γιος μου;

Από λάθος της πολιτείας, βρέθηκε παράνομος

Ιανουάριο του ’19 μου είπε πως χτυπήθηκε άγρια από μεθυσμένους άνδρες του camp οι οποίοι επίσης βασάνισαν άγρια τον σκύλο του και είπα: Basta, θα φύγεις από εκεί θα έρθεις σπίτι μου. Είχε κάρτα άδειας διαμονής και περιμέναμε την αξιολόγηση Νοέμβρη 2019 και μετά είχε 60 μέρες διορία αν απορριφθεί να φύγει από τη χώρα ή να κάνει τρίτη αίτηση. Και ο δικηγόρος αποφάσισε να πάμε σε δικαστήριο για να αλλάξουμε τη λάθος ιστορία.

Εγώ ανακάλυψα τον Σεπτέμβριο του 2019, ότι όλη η οικογένειά του είχε εργαστεί με τον Αμερικανικό στρατό γι’αυτό ήταν στη λίστα των Ταλιμπάν. Όλα αυτά, έλειπαν από το κείμενο. Πήρα δικηγόρο και πήγαμε λοιπόν για δικαστήριο.

Καταθέσαμε τα χαρτιά στις 10-1-20 και αναβλήθηκε η δίκη λόγω κορονοϊού και η δίκη ορίστηκε για τον Μάρτιο του 2019.

Εντωμεταξύ, ο Μητσοτάκης είχε αλλάξει  τη νομοθεσία τον Μάιο του ’20 σχετικά με τη χορήγηση ασύλου και όταν φτάσαμε Οκτώβριο δεν είχε δικαίωμα πλέον να εμφανιστεί μπροστά σε  εφτά δικαστές με εμένα και άλλους μάρτυρες, ώστε να αφηγηθεί την ιστορία του. Με τον νέο νόμο, θα αποφάσιζαν τρεις δικαστές, βλέποντας μόνο τα χαρτιά κι όχι τον άνθρωπο στα μάτια.  Εκεί μας συμβούλεψε η δικηγόρος, να σταματήσουμε τη διαδικασία της δίκης γιατί δεν έχουμε ελπίδα.

Αν πηγαίναμε στο δικαστήριο θα άκουγαν, ότι εγώ τον είχα σαν παιδί μου, θα του έβρισκα δουλειά …. μπορεί κάτι να γινόταν.

Τον Οκτώβριο που μας πέρασε, σταματήσαμε τη διαδικασία της δίκης επίσημα για να γραφτούμε στο ελληνικό τμήμα χορήγησης ασύλου. Όμως ήταν κλειστό.

Οι πρόσφυγες έπρεπε να καλέσουν σε έναν αριθμό στο Skype, να τους δώσουν κωδικό προκειμένου να κάνουν αίτηση ασύλου. Όμως καλούσαν ξανά και ξανά κάθε Πέμπτη την προκαθορισμένη ώρα, δεν απαντούσε κανείς, δεν πήραν ποτέ κωδικό. 10.000 πρόσφυγες καλούσαν μάταια εν μέσω πανδημίας. Δεν ενημερώθηκαν ποτέ από κανέναν, ότι δεν θα απαντήσει κανείς στις κλήσεις της απόγνωσης.

Έτσι, αφού είχαμε σταματήσει τη διαδικασία της δίκης, πέρασαν 60 μέρες κι έγινε παράνομος.  Επειδή η πολιτεία αδρανοποίησε εν μέσω πανδημίας το τμήμα χορήγησης ασύλου και δεν πήρε κωδικό, όχι μόνο ο συγκεκριμένος, αλλά 10.000 πρόσφυγες. Γι’αυτό και νομικά, η υπερασπιστική γραμμή είναι αυτή: Δεν μπορεί να τιμωρηθεί, επειδή δεν λειτουργούσε η υπηρεσία! Όσο κι αν προσπάθησε να κάνει το καθήκον του, ήταν αδύνατον εφόσον η πολιτεία δεν είχε κάνει το δικό της.

Είμαι 61 ετών και δεν είχα συλληφθεί ποτέ παρά μόνο ως πολεμική ανταποκρίτρια στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας

Τον περασμένο Μάρτιο, πήγαμε μαζί στην Ύδρα γιατί αναβλήθηκε το δικαστήριό του. Τον Απρίλιο τον έπιασαν για πρώτη φορά γιατί δεν είχε χαρτιά και τους παρακάλεσα να ελέγξουν μέσα από το σύστημα, ότι έχει δίκη σε αναβολή και δεν συντρέχει λόγος σύλληψης. Η δικηγόρος δεν μπορούσε να μας στείλει το χαρτί, γιατί νοσηλευόταν με κορονοϊό. Αρνήθηκαν όμως να ελέγξουν τα χαρτιά και αποφάσισαν ότι είναι παράνομος.

Είμαι 61 έτους και ικέτευα κλαίγοντας να μην τον πάνε στη Δραπετσώνα, για να μην δω τον προστατευόμενό μου να προσθέτει κι άλλα τραύματα. Ζήτησα χρόνο μέχρι να έρθουν τα χαρτιά του. Είπε ο αστυνόμος: εγώ θέλω να σας βοηθήσω, αλλά έχουμε ειδική εντολή από ψηλά να τον πάνε στον Πειραιά.

Τον πήγανε στη φυλακή. Δεν κοιμήθηκα 7 νύχτες. Οι φυλακές εκεί είναι σαν τη Βραζιλία. Στέκονται όρθιοι μερικοί για να κοιμούνται οι άλλοι.  Τον είχαν αφήσει 3 μέρες χωρίς φαγητό, με μόνη παρηγοριά την αλληλεγγύη φίλων μου που του πήγαιναν τα βασικά.

Στις 13 Ιουνίου, κατά τη δεύτερη σύλληψή του, έτρεξα στο τμήμα να τον βοηθήσω. Προς μεγάλη μου έκπληξη, κατά τις 8, συνέλαβαν κι εμένα! Τους εξιστόρησα τα πάντα από την αρχή. Τους είπα ότι η υπηρεσία ασύλου ήταν κλειστή. Μου απάντησαν: «Αυτό δεν είναι δικό μας πρόβλημα. Να τα πείτε στην υπηρεσία ασύλου».

Είμαι 61 ετών και δεν έχω συλληφθεί ποτέ ως τώρα, παρά μόνο κατά τη διάρκεια που ήμουν πολεμική ανταποκρίτρια στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας, όπως κι άλλοι συνάδελφοί μου. Δεν με συνέλαβαν μόνο. Δεν μου επέτρεψαν καν να πάω να πάρω από το σπίτι μου τα χάπια μου και μια αλλαξιά καθαρά ρούχα για τον υιοθετημένο μου γιο. Στο τμήμα δεν υπήρχε χαρτί υγείας, πετσέτες…τίποτα κι ας θεωρείται η Ύδρα ένα πλούσιο νησί.

Κοιμηθήκαμε σε βρωμικά στρώματα, κρατώντας τα χέρια μας μέσα από τα χοντρά σιδερένια κάγκελα. Εκείνος είχε εφιάλτες το βράδυ. Παραμιλούσε και κλοτσούσε. Οι αστυνομικοί ήταν φιλικοί. Μου αποκάλυψαν πως η σύλληψή μας έγινε μετά από καταγγελία νησιωτών, ότι διατηρώ ύποπτη σχέση με παράνομο μετανάστη σπίτι μου. Την επόμενη μέρα, μας μετέφεραν με χειροπέδες στον Πειραιά, σαν να είμαστε εγκληματίες δολοφόνοι. Αφεθήκαμε ελεύθεροι τελικά και η δίκη μου θα γίνει το φθινόπωρο.

Όλοι γνωρίζουν – κι εγώ μαζί- ποιος κρύβεται πίσω από την περιπέτεια μας. Στοχοποιήθηκα γιατί με την δημοσιογραφία μου έκανα κριτική σε συγκεκριμένες πολιτικές στο νησί, έκανα αγώνα ενάντια σε φασιστικές πρακτικές και δεν φοβήθηκα ποτέ να μιλήσω ανοιχτά για όλα αυτά. Και για να εκδικηθούν τον αγώνα μου αυτόν, δεν δίστασαν να στραφούν ενάντια στον προστατευόμενό μου. Είναι το πιο ανήθικο και απεχθές πράγμα που έχω βιώσει.

Είχα υποτιμήσει την κακία ορισμένων και τα μέλη της ΧΑ, κρυφά και φανερά. Αδυνατώ ακόμα να πιστέψω, ότι μου συμβαίνουν όλα αυτά στην Ελλάδα, που ζω 40 χρόνια, έχω κάνει φίλους και δύο παιδιά. Είναι μια κόλαση όλο αυτό. Αν ποινικοποιείται η φιλοξενία στην Ελλάδα, αυτό είναι το τέλος του Ελληνικού πολιτισμού στην ουσία του».