Οι βουλευτές είμαστε ιδιαίτερα προβληματισμένοι αλλά και αντίθετοι στο ενδεχόμενο άτακτης χρεοκοπίας, δηλώνει ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Μιχάλης Κατρίνης, μεταφέροντας το κλίμα από τη Βουλή ενόψει της ψηφοφορίας για το «πακέτο» της νέας δανειακής σύμβασης. Ο ίδιος ζητά να διευκρινιστεί γιατί επιλέγεται η εκάστοτε περικοπή έναντι κάποιας άλλης, επικεντρώνοντας την κριτική του στη μείωση του κατώτατου μισθού που πλήττει ιδίως τους νέους.

Ads

 
Πρέπει οι βουλευτές να εγκρίνουν το «πακέτο» της δανειακής σύμβασης με αυτούς τους όρους;
 
Καταρχάς, πρέπει να οριστικοποιηθούν τα μέτρα, να δούμε την τεχνική τους πλευρά, να μάθουμε αν θα τεθούν προς ψήφιση ως ένα άρθρο ή χωριστά, κ.ο.κ.
 
Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, κατά γενική ομολογία, το περιεχόμενο της συμφωνίας θα είναι αφενός επώδυνο, αφετέρου αδιέξοδο.
 
Νομίζω ότι το πολιτικό σύστημα συνολικά πρέπει να πει στον ελληνικό λαό την αλήθεια, η οποία αλήθεια σίγουρα δεν μπορεί να είναι ανώδυνη. Διότι οι ασκούμενες πολιτικές, εδώ και 40 χρόνια, οδήγησαν στα σημερινά μεγάλα αδιέξοδα. Όλοι θέλουμε να είμαστε φιλολαϊκοί και ευχάριστοι, αλλά θα αναγκαστούμε να είμαστε επώδυνοι. Όμως, το θέμα είναι αυτά τα επώδυνα μέτρα τα οποία θα εφαρμοστούν να διασφαλίζουν ένα βαθμό δικαιοσύνης. Η κυβέρνηση πρέπει να μας εξηγήσει για ποιο λόγο επέλεξε τη μία περικοπή έναντι μιας άλλης. Να μας εξηγήσει με ποιο σκεπτικό αποφασίστηκε το εκάστοτε μέτρο.
 
Τι κλίμα αποκομίζετε από τους συναδέλφους σας, στο ΠΑΣΟΚ και γενικότερα; Ενδέχεται να τεθούν εμπόδια στην κύρωση της συμφωνίας;
 
Τόσο εγώ, όσο και πάρα πολλοί συνάδελφοι βουλευτές, είμαστε προβληματισμένοι, γιατί οι εταίροι μας εξακολουθούν να υιοθετούν τη συγκεκριμένη μορφή προγράμματος η οποία οδηγεί αναπόφευκτα σε μία ανακυκλούμενη ύφεση. Βεβαίως, κανείς δεν πρέπει να αφήσει τα πράγματα να εξελιχθούν στην τύχη και να οδηγήσουν σε μια άτακτη χρεοκοπία. Από την άλλη πλευρά, όμως, υπάρχουν σοβαρά ζητήματα, όπως είναι η μείωση του κατώτατου μισθού, που ειδικά για τη νέα γενιά αποτελεί μια επιλογή η οποία πραγματικά θα την οδηγήσει στο οικονομικό περιθώριο. Προσωπικά, δεν θεωρώ σημαντικότερο το θέμα των επικουρικών συντάξεων σε σχέση με τη μείωση του κατώτατου μισθού, η οποία άλλωστε δεν αποτελεί προτεραιότητα για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Εδώ δεν έχουν «ανοίξει» επαγγέλματα, εξακολουθούν να υπάρχουν προστατευόμενοι κλάδοι με αμοιβές οριζόμενες από το κράτος, κ.ο.κ. Επομένως, υπάρχει μεγάλος προβληματισμός ανάμεσα στους βουλευτές. Εγώ δεν θα υιοθετήσω το εθνικό, πατριωτικό ύφος προσεγγίσεων που αποτελούν αντικείμενα πολιτικού παιγνίου περασμένων 10ετιών. Η Ελλάδα έχει πολύ σοβαρά προβλήματα οικονομικού μοντέλου, ελλείμματος, χρέους, ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Αυτή τη στιγμή είναι μια χώρα η οποία εξαρτάται από τους θεσμικούς της εταίρους. Οι τελευταίοι, όμως, θα πρέπει να καταλάβουν ότι δεν μπορούν να οδηγήσουν τον ελληνικό λαό σε εξαθλίωση για λόγους… παιδαγωγικούς. Θα πρέπει να βρεθεί η «χρυσή τομή», ώστε από τη μία πλευρά να εφαρμοστούν μεταρρυθμίσεις, να εξορθολογιστούν οι δαπάνες, να μειωθούν τα δημόσια κόστη, και από την άλλη πλευρά να μπορεί ο ελληνικός λαός να απολαμβάνει τους κόπους των θυσιών οι οποίες πραγματικά είναι πρωτοφανείς.
 
Το ζήτημα, όμως, είναι με ποιο τρόπο μπορεί η Ελλάδα να καθορίσει αυτές τις εξελίξεις και σε ποιο βαθμό το κάνει. Εκτιμάτε ότι τα διαπραγματευτικά περιθώρια της χώρας είναι μηδαμινά ή θεωρείτε ότι οι πολιτικοί αρχηγοί έχουν υποτιμήσει τις διαπραγματευτικές τους δυνατότητες;
 
Το θέμα των διαπραγματευτικών δυνατοτήτων έχει πάντα σχέση με το δημοσιονομικό κόστος των μέτρων. Από τη στιγμή που η αντιπρόταση των πολιτικών αρχηγών και της κυβέρνησης δεν είναι ρεαλιστική και εφικτή, είναι λογικό οι δανειστές να μην τη βάζουν στο τραπέζι της συζήτησης. Επαναλαμβάνω ότι σίγουρα θα υποστούμε κάποιες θυσίες. Ωστόσο, δεν μπορούμε να μετακυλίουμε συνεχώς τις θυσίες στα εύκολα θύματα, που είναι οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα, αυτοί που δεν μπορούν να φοροδιαφύγουν. Ταυτόχρονα, μάλιστα, δεν διορθώνονται τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, τα οποία συσσωρεύουν ελλείμματα και μας καθιστούν ολοένα και πιο αναξιόπιστους απέναντι στους δανειστές. Θεωρώ ότι γίνεται όντως μια προσπάθεια, μια διαπραγμάτευση, αλλά παράλληλα πρέπει να διαισθανθούμε ότι και τα περιθώρια στις άλλες 16 χώρες οι οποίες μας δανείζουν είναι μικρά. Το κλίμα ανάμεσα στους πολίτες και στους πολιτικούς αυτών των χωρών απέναντι στην Ελλάδα δεν είναι πολύ ευχάριστο και η αλληλεγγύη δεν αποτελεί για εκείνους μια ανεξάντλητη έννοια.
 
Τι θεωρείτε ότι θα συνέβαινε αν αυτή τη φορά η κυβέρνηση της χώρας «πατούσε πόδι», εξηγώντας ότι αυτά τα μέτρα είναι και επώδυνα και αναποτελεσματικά, και τελικώς αρνιόταν να συναινέσει σε αυτό το «πακέτο», με αυτά τα χαρακτηριστικά;
 
Αν η Βουλή, η κυβέρνηση, δεν δεχτεί την πρόταση των θεσμικών εταίρων, τότε είναι υποχρεωμένη να έχει εναλλακτικό σχέδιο διαφυγής, να μπορεί να καταστήσει την οικονομία βιώσιμη και να μπορέσει να συνέλθει από ένα ενδεχόμενο άτακτης χρεοκοπίας. Εγώ δεν πιστεύω ότι η Ελλάδα αυτή τη στιγμή πρέπει να οδηγηθεί σε άτακτη χρεοκοπία, ούτε βεβαίως εν ευθέτω χρόνο σε έξοδο από την Ευρωζώνη. Θεωρώ ότι αυτό αποτελεί ένα καταστροφικό σενάριο, το οποίο δεν είναι υπόθεση εργασίας, είναι μια πολύ οδυνηρή πραγματικότητα την οποία εύχομαι να μη ζήσουμε στη χώρα μας.
 
Θα πρέπει κάποια στιγμή, αν όχι σήμερα, να απονεμηθούν ευθύνες, τουλάχιστον πολιτικές, για τις συνθήκες υπό τις οποίες έφτασε η ελληνική οικονομία σε αυτό το σημείο;
 
Ευθύνες υπάρχουν σίγουρα. Νομίζω, όμως, σταχυολογώντας όλες αυτές τις περιπτώσεις καθημερινής ελληνικής τρέλας που βλέπουν το φως της δημοσιότητας το τελευταίο διάστημα (οφειλές, φαινόμενα διαφθοράς, κατασπατάληση δημόσιου χρήματος, κακοδιαχείριση, κλπ), ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο οικονομικό αλλά και θεσμικό, πολιτισμικό, πρόβλημα αντίληψης. Βεβαίως, το πολιτικό σύστημα έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο, κυρίως γιατί δεν ήταν ανήσυχο ώστε να εφαρμοστούν οι νόμοι και να υπάρχει ένα κράτος δικαίου. Οι ευθύνες πρέπει να αποδοθούν, αλλά από την άλλη πλευρά και οι αποφάσεις οι οποίες θα ληφθούν θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι υπάρχει σήμερα και αύριο για τη χώρα και τους πολίτες. Με θυσίες μεν, με μειωμένη οικονομική δυνατότητα, αλλά με μια προοπτική ώστε να μπορέσουμε σιγά σιγά να γίνουμε αυτοδύναμοι και όχι εξαρτώμενοι και ταπεινωμένοι, όπως εύλογα κάποιοι συζητούν.
 
Εσείς τι περιμένετε από τις εσωτερικές διεργασίες στο ΠΑΣΟΚ;
 
Αναπόφευκτα αυτές έρχονται σε δεύτερη μοίρα, καθώς το μεγάλο ζήτημα είναι η επόμενη δανειακή σύμβαση. Βεβαίως, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι το ΠΑΣΟΚ είναι το κόμμα το οποίο «ήπιε το πικρό ποτήρι» της κρίσης και όλων των επώδυνων μέτρων τα οποία μας κράτησαν ζωντανούς ως σήμερα. Και το ΠΑΣΟΚ φαίνεται να πληρώνει αυτό το τίμημα. Νομίζω ότι είναι σημαντικό και για τη χώρα και για το δημοκρατικό πολίτευμα, μια μεγάλη παράταξη όπως το ΠΑΣΟΚ με τις αδυναμίες του αλλά κυρίως με όσα σημαντικά έχει προσφέρει διαχρονικά στον τόπο, να ανασυγκροτηθεί και να έρθει με άλλο «πρόσωπο», να «κατέβει» στις επόμενες εκλογές, ώστε να διεκδικήσει και πάλι την εμπιστοσύνη του ελληνικού λαού. Όχι κατ’ ανάγκη την πλειοψηφική εμπιστοσύνη αλλά την εμπιστοσύνη απέναντι σε ένα πολιτικό σύστημα το οποίο κλονίζεται. Θεωρώ ότι οι διαδικασίες έχουν ήδη πάρει το δρόμο τους και εκφράζονται όλες οι διαφορετικές απόψεις, όμως, με αίσθηση της πραγματικότητας, της ανάγκης το ΠΑΣΟΚ να «κατεβεί» με νέο «πρόσωπο» και με ξεκάθαρη πρόταση στις εκλογές. Να έχει ξεκάθαρες προτεραιότητες και προτάσεις, ώστε να εκπέμψει και καθαρό «σήμα» στον ελληνικό λαό, ζητώντας την εμπιστοσύνη του.