Για «πνοή Δημοκρατίας» έκανε λόγο ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναφερόμενος στην είσοδο της αστυνομίας στα Πανεπιστήμια, κατά την τοποθέτησή του στην Ολομέλεια της Βουλής για το νομοσχέδιο Κεραμέως.

Ads

«Στα πανεπιστήμια μπαίνει η Δημοκρατία όχι η Αστυνομία» ανέφερε χαρακτηριστικά ο πρωθυπουργός.

«Υπάρχουν ρυθμίσεις που αντιμετωπίζουν προβλήματα δεκαετιών, άλλες οι οποίες υπηρετούν ζητήματα του παρόντος και άλλες που ανοίγουν ορίζοντες στο μέλλον. Το νομοσχέδιο που συζητάμε σήμερα διαθέτει και τα τρία αυτά χαρακτηριστικά. Γιατί απαντά με τόλμη στο διαχρονικό πρόβλημα της ασφάλειας των πανεπιστημίων. Καθιερώνει ένα σύγχρονο τρόπο για την εισαγωγή και επιλογή των σπουδών και αναβαθμίζει συνολικά την ανώτατη εκπαίδευση, συγχρονίζοντάς την με τις ανάγκες και τον βηματισμό του 21ου αιώνα» συνέχισε.

Επιχειρώντας να απαντήσει στην κριτική πως ούτως ή άλλως και σήμερα η Αστυνομία έχει δυνατότητα παρέμβασης όταν διαπράττοναι αδικήματα, είπε ότι «η δράση μέσα στα πανεπιστήμια παραμένει ευαίσθητη, για αυτό θα συνεργάζεται με τον Πρύτανη και την ειδική συμβουλευτική επιτροπή, ένα νέο όργανο το οποίο θα μελετά το σχέδιο φύλαξης κάθε σχολής ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες της».

Παράλληλα, υποστήριξε ότι «αναμετρώνται δύο διαμετρικά αντίθετες αντιλήψεις για το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο. Δική μας επιδίωξη είναι να δώσουμε το δημόσιο πανεπιστήμιο πίσω στους φυσικούς του κατόχους. Στους φοιτητές και τους καθηγητές στους εργαζόμενους. Να το κάνουμε και πάλι κυψέλη δημιουργίας και εστία γόνιμου προβληματισμού. Με ελευθέρους και ασφαλείς τους ανθρώπους που το υπηρετούν. Πρωτεργάτη της ανάπτυξης της χώρας. Όχι νησίδα που αδρανούν οι κανόνες της δημοκρατικής πολιτείας και επιβάλλεται η βούληση κάθε αυταρχικής μειοψηφίας».

Ads

Ο πρωθυπουργός μάλιστα διάβασε από το βήμα της Βουλής ένα κείμενο της νεολαίας Λαμπράκη, επιχειρώντας να δημιουργήσει την εικόνα πως θα υποστήριζαν τα μέλη της το σημερινό νομοσχέδιο.

«Εγγύηση ποιότητας δίνει η ελάχιστη βάση εισαγωγής στα ΑΕΙ»

Αναφερόμενος στο νέο σύστημα εισόδου στα ΑΕΙ ο Κυριάκος Μητσοτάκης ισχυρίστηκε πως «οι μεταρρυθμίσεις που προβλέπονται στο σχέδιο νόμου κινούνται σε τέσσερις σαφείς κατευθύνσεις. Διασφαλίζουν τη στοιχειώδη ικανότητα των υποψηφίων φοιτητών να ξεκινήσουν τις σπουδές τους θεσπίζοντας ελάχιστη βάση εισαγωγής σε κάθε σχολή. Ένα όριο μάλιστα που θα καθορίζουν τα ίδια τα πανεπιστημιακά τμήματα.

Οδηγούν τον ενδιαφερόμενο να φοιτήσει εκεί που πραγματικά επιθυμεί, αντί να καταλήγει, τυχαία πολύ συχνά, σε ένα τμήμα από το οποίο είναι πολύ πιθανό ποτέ να μην αποφοιτήσει. Ενισχύοντας την παράλληλη οδό της επαγγελματικής εκπαίδευσης».

«Δεν είναι δυνατόν να έχουμε φοιτητές με γνώσεις που βαθμολογούνται με ένα και δύο. Αυτό θα σταματήσει» ανέφερε και πρόσθεσε: «Αντίθετα είναι λογικό τα πανεπιστήμια να καθορίζουν τις βάσεις εισαγωγής, δίνοντας βαρύτητα στα μαθήματα που έχουν να κάνουν με το συγκεκριμένο τομέα και με γενικότερη βάση εισαγωγής το 8,5, που δίνει μία εγγύηση ποιότητας».

Συνεχίζοντας είπε οτι πρέπει όποιος εισάγεται στο πανεπιστήμιο να το τελειώνει, διαφορετικά όπως ισχυρίστηκε: «Χάνει το νόημά του και γίνεται ένας προθάλαμος υποψηφίων ανέργων με τμήματα- φαντάσματα που στοιχίζουν στα ιδρύματα, στην πολιτεία και τελικά στην ίδια τη νεολαία».