Ο Κυριάκος Μητσοτάκης απέδωσε την επιτυχία του δεκαετούς ομολόγου στο «γεγονός ότι οι αγορές προσδοκούν την πολιτική αλλαγή στην Ελλάδα». Και υποσχέθηκε ότι «η επόμενη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας θα καταφέρει θέση επενδυτικής βαθμίδας σε 18 μήνες».

Ads

Προφανώς, εάν η έκδοση δεν ήταν επιτυχής θα έφταιγε ο «ολετήρας Τσίπρας» και το γεγονός ότι η «πολιτική αλλαγή», κι οι εκλογές μαζί , δεν ήρθαν ακόμη. Κι εξίσου προφανώς, εάν έχει δίκιο ο Κυριάκος Μητσοτάκης όταν – κι εάν – εκλεγεί πρωθυπουργός οι αγορές θα μας πληρώνουν για να τις δανείζουμε. Η Μoody’s, η Fitch και η S&P θα μας αποθεώσουν, κι ο Ντράγκι θα ανοίξει ξανά τις κάνουλες της ποσοτικής χαλάρωσης και θα κόβει χρήμα μόνον για την Ελλάδα.

Η θέση άλλωστε του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης αποκτά πρόσθετη βαρύτητα, καθώς ήρθε σε προέκταση της αντίστοιχης εκτίμησης του Μανουέλ Μπαρόζο. Ο πρώην πρόεδρος της Κομισιόν – ιστορικά καταγεγραμμένος και ως ο «θαλαμηπόλος των Αζορών» – ήρθε το Σαββατοκύριακο στο φόρουμ των Δελφών και μας ενημέρωσε ότι «οι αγορές ήδη κοστολογούν την πιθανή νίκη Μητσοτάκη. Περιμένουν ότι θα γίνει, και γι αυτό είναι πιο σίγουρες (confident) για το μέλλον της Ελλάδας».

Όταν καταθέτει τέτοια βεβαιότητα ο (μη εκτελεστικός) πρόεδρος της Goldman Sachs, προφανώς και οι επενδυτές , και οι διεθνείς οίκοι, και η Wall Street μαζί, χορεύουν ήδη στους ρυθμούς του γαλάζιου θριάμβου. Κι όταν δίνει την «γραμμή» των αγορών ο άνθρωπος που, ως πρωθυπουργός, κατάφερε να οδηγήσει μέσα σε δύο χρόνια την Πορτογαλία στα πρόθυρα της χρεοκοπίας στο όνομα των πιο άγριων κοινωνικών περικοπών και ιδιωτικοποιήσεων, τότε το φάντασμα του Ανταμ Σμιθ μπορεί και να ξαναγράφει τις αρχές του φιλελευθερισμού.

Ads

Παρεμπιπτόντως, όταν όντας «μελλοντικός πρωθυπουργός» επιλέγεις ως βασικό σου σύμμαχο τον πολιτικό που – κατά τη Monde – υπήρξε ο «αρχιτέκτονας της παρακμής των ευρωπαϊκών θεσμών», μπορεί και να πρέπει να ξαναδείς τις πολιτικές σου παρέες. Κι όταν ταυτίζεσαι με τον άνθρωπο που αντάλλαξε την προεδρία της Goldman Sachs με εσωτερική πληροφόρηση από την θητεία του στην προεδρία της Κομισιόν, μπορεί και να έχεις ελλειμματικό ένστικτο πολιτικής αυτοσυντήρησης.

Μικρή σημασία έχει. Το ουσιαστικό γεγονός είναι πως οι ρεαλιστές και ορθόδοξοι φιλελεύθεροι κύριοι Μπαρόζο και Μητσοτάκης δεν είδαν – και δεν θέλησαν να δουν – την κυνική πραγματικότητα των αριθμών και των αγορών. Και το αυτό έπραξαν και οι λοιπές εγχώριες πολιτικές δυνάμεις. Το ΚΙΝΑΛ για παράδειγμα, δια του Φίλιππου Σαχινίδη είδε μόνον ότι η απόδοση του ελληνικού δεκαετούς ομολόγου – στο 3,9% – είναι πολύ υψηλή σε σχέση με το 0,18% της Γερμανίας, το 1,46% της Πορτογαλίας και το 2,7% της Ιταλίας, και πως τούτο αποτελεί «το τίμημα των λανθασμένων χειρισμών της πελατειακής κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ».

Δεν είδαν όμως ούτε ο κ. Μητσοτάκης, ούτε ο κ. Μπαρόζο, ούτε το ΚΙΝΑΛ πως η απόδοση του 3,9% είναι η χαμηλότερη που έχει επιτευχθεί σε έκδοση ελληνικού δεκαετούς τίτλου όχι από το 2010 και την έναρξη της κρίσης, αλλά από το 2003 – ήτοι, από την εποχή της «χρυσής» διακυβέρνησης Σημίτη και της μεγάλης ευμάρειας. Δεν είδαν επίσης την υπερπροσφορά των σχεδόν 12 δις, ούτε είδαν ότι το μεγαλύτερο μέρος της ζήτησης δεν προήλθε από κερδοσκοπικά hedge funds αλλά από σταθερούς θεσμικούς επενδυτές.

Η εικόνα αυτή δεν αποτελεί απαραιτήτως – ή μόνον – επίτευγμα της κυβέρνησης Τσίπρα. Μπορεί να είναι και το αποτέλεσμα της, κυνικής, επιδίωξης των επενδυτών για υψηλές αποδόσεις σε μια ευρωπαϊκή χώρα χαμηλού ρίσκου. Είναι όμως και η, εξίσου κυνική, επιβεβαίωση ότι η χθεσινή μέρα ήταν η μέρα της πραγματικής εξόδου της Ελλάδας από τα Μνημόνια και της ανάκτησης της δημοσιονομικής της κυριαρχίας.

Στο εξής, αυτή η κυριαρχία δεν θα παζαρεύεται στο όποιο Hilton με τους δανειστές. Θα δοκιμάζεται και θα κρίνεται στις αγορές, όπως συμβαίνει με όλες τις χώρες του παγκόσμιου, καπιταλιστικού και φιλελεύθερου στερεώματος. Και τούτο μάλλον οφείλει να το γνωρίζει – και να το αναγνωρίζει – όποιος δηλώνει έτοιμος να κυβερνήσει αυτή την χώρα. Για να τελειώνει, αν μη τι άλλο, με το βολικό μεν, ανύπαρκτο δε άλλοθι του επίσης ανύπαρκτου 4ου Μνημονίου…