Τηλεδιάσκεψη με στελέχη των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας πέντε μεγάλων δημόσιων νοσοκομείων, είχε το απόγευμα της Τρίτης ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Αντικείμενο της σύσκεψης ήταν η εξέταση των κύριων αναγκών που έχουν οι ΜΕΘ.

Ads

«Σκοπός μας είναι να αφήσουμε πίσω μας μια ουσιαστική παρακαταθήκη, για να αντιμετωπίσουμε την επόμενη κρίση. Θα έρθει η επόμενη κρίση» σημείωσε ο Κ. Μητσοτάκης.

Παράλληλα πρόσθεσε ότι στόχος ήταν να κερδίσουμε τον χρόνο μέχρι το καλοκαίρι.

«Νομίζω ότι γι’ αυτό τον κύκλο της επιδημίας, δηλαδή μέχρι το καλοκαίρι, ο χρόνος πιστεύω ότι κερδήθηκε. Επειδή το πρώτο πράγμα που κοιτάζω κάθε πρωί είναι οι διασωληνώσεις και το πόσο στενές είναι οι διασωληνώσεις που έχουμε ακόμα, πιστεύω ότι – αν δεν κάνουμε κάτι λάθος – θα έχουμε κερδίσει το χρόνο μέχρι τον Οκτώβριο. Το ότι θα ξανάρθε αυτή η επιδημία, είναι περίπου βέβαιο. Αλλά θα μας βρει πιο έτοιμους».

Ads

Οι εντατικολόγοι στάθηκαν στην ανάγκη αύξησης των μόνιμα διαθέσιμων κλινών και ενίσχυσης των ΜΕΘ με εξειδικευμένους γιατρούς και νοσηλευτές. Η αύξηση της δυναμικότητας, προσέθεσαν, θα επιτρέψει στις Μονάδες να δέχονται ασθενείς προτού η επιδείνωση της υγείας τους καταστήσει απόλυτα αναγκαία την εντατική θεραπεία, αναβαθμίζοντας την αποτελεσματικότητα των νοσοκομείων.

«Σε αυτή την περίπτωση δεν θα παίρναμε μόνο τα πολύ βαριά, θα παίρναμε και αυτά τα οποία έχουν και μεγαλύτερη ελπίδα να γίνουν καλά, γιατί θα τα παίρναμε πολύ νωρίτερα», σημείωσε η Αναστασία Κοτανίδου από τον «Ευαγγελισμό».

«Αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα έχουμε, ανά 100.000 πληθυσμού, το μισό από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (…) ‘Αρα χρειαζόμαστε τουλάχιστον άλλα τόσα κρεβάτια εντατικής θεραπείας. Επίσης είμαστε ακόμα πιο χαμηλά, στις μονάδες “step down”, δηλαδή αυτές όπου θα πάει ο άρρωστος όταν είναι κάπως πιο ελαφρά», ανέφερε ο Απόστολος Αρμαγανίδης από το «Αττικόν».

Υπογραμμίστηκε, επίσης, πως είναι σημαντικό να θεσπιστούν εκπαιδευτικά προγράμματα για νοσηλευτές που θα υπηρετούν στις ΜΕΘ και κίνητρα ώστε το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό να μην εγκαταλείπει τις Μονάδες για άλλες κλινικές. Επισημάνθηκαν ακόμη οι επιπτώσεις του brain drain, καθώς νεαροί Έλληνες γιατροί έχουν δεχτεί θέσεις στο εξωτερικό.

«Για το μέλλον νομίζω ότι σημαντικό είναι να δούμε τι θα μας μείνει από αυτή την ιστορία, τι κέρδος θα έχει όχι μόνο η εντατική θεραπεία αλλά το Σύστημα Υγείας και η κοινωνία συνολικότερα (…) Σκεφτείτε στο μέλλον να φτιάξετε ειδικευμένους νοσηλευτές Εντατικής», δήλωσε η Αντωνία Κουτσούκου από το νοσοκομείο «Η Σωτηρία».

«Δεν υπάρχουν διαθέσιμοι γιατροί με την εξειδίκευση της εντατικολογίας (…) Το κυριότερο πρόβλημα – που νομίζω πανελλήνια υπάρχει – είναι η έλλειψη από τις μάσκες υψηλής προστασίας», ανέφερε από την πλευρά της Ελένη Γκέκα από το ΑΧΕΠΑ.

«Το θέμα είναι να εκμεταλλευτούμε πραγματικά αυτή την ευκαιρία, να μην την αφήσουμε να πάει χαμένη. Δηλαδή αυτά τα κρεβάτια, όλα τα κρεβάτια που έχουν μπει σε όλα τα νοσοκομεία, σιγά-σιγά να εξοπλιστούν, να επανδρωθούν και να μείνουν στο ελληνικό ΕΣΥ για να αρχίσουμε πλέον να δεχόμαστε αρρώστους οι οποίοι δεν είναι απαραίτητα διασωληνωμένοι αλλά είναι βαριά και θα πάνε πολύ καλύτερα αν νοσηλευτούν σε μία ΜΕΘ», σημείωσε η Μηλίτσα Μπιτζάνη από το «Γ. Παπανικολάου» της Θεσσαλονίκης.

Ο πρωθυπουργός είπε πως στόχος είναι η αντιμετώπιση των σημερινών κενών και ελλείψεων με ζητούμενο την πολύπλευρη και μακρόπνοη θωράκιση του ΕΣΥ, ώστε να μην χρειάζεται η προσφυγή σε έκτακτες, «πυροσβεστικές» λύσεις, και για να εξασφαλιστεί μία παρακαταθήκη που θα έχει διάρκεια.