Με νέο άρθρο του στο προσωπικό του ιστολόγιο την Κυριακή, ο δημοσιογράφος του βρετανικού τηλεοπτικού δικτύου Channel 4 Πολ Μέισον αναλύει τα όσα διαδραματίζονται τα τελευταία εικοσιτετράωρα μεταξύ Αθήνας και θεσμών, εστιάζοντας στη χθεσινή συνεδρίαση του Eurogroup, όταν ο Γερούν Ντάισελμπλουμ άφησε εκτός την Ελλάδα. Σημειώνει χαρακτηριστικά: «Η κατάρρευση των συζητήσεων ήταν μια κατάρρευση της ίδιας της Δημοκρατίας».

Ads

«Τι ήταν αυτό όμως που άλλαξε την ροή των πραγμάτων την τελευταία στιγμή, εφόσον η πρόταση των δανειστών, που ήταν και η βάση των συζητήσεων από την Πέμπτη τελικά θεωρήθηκε μη ικανοποιητική από το Eurogroup;», αναρωτιέται ο Μέισον. «Δεν μπορεί να περάσουν αυτές οι προτάσεις από τα Κοινοβούλιά μας, είναι πολύ ‘μαλακά’», ήταν η απάντηση των υπουργών της Ευρωζώνης.

Και συνεχίζει ο Μέισον: «Η κατάρρευση των συζητήσεων, δεν ήταν μια απλή κατάρρευση της πρότασης για τη διάσωση της Ελλάδας, ήταν μια κατάρρευση της ίδιας της Δημοκρατίας, σχολιάζει ο Μέισον. Η έλλειψη αλληλεγγύης μεταξύ των χωρών κρατών της Ευρωζώνης είναι πλέον πιο ορατή από ποτέ. Αυτή ήταν και η αιτία της ‘ρήξης’».

«Αυτή η έλλειψη αλληλεγγύης απεικονίζεται όμως και αλλού μέσα στην ΕΕ όπως για παράδειγμα στην εφαρμογή της Συνθήκης του Σένγκεν.

Ads

Ποιο είναι λοιπόν το επόμενο βήμα; Η στρατηγική της ελληνικής κυβέρνησης είναι να προσπαθήσει να διαπραγματευθεί με τους δανειστές προκειμένου να συνεχίσουν αυτές έχοντας όμως εκείνη πλέον το πάνω χέρι στις συζητήσεις την ερχόμενη Δευτέρα. Ό, τι όμως και αν λένε δημοσίως, τα θεσμικά όργανα, επίσης, θα προσπαθήσουν να προετοιμάσουν μια συμβιβαστική λύση – είτε για τον Τσίπρα ή για τον επόμενο πρωθυπουργό αν τελικά πέσει η κυβέρνηση.

Η σημερινή συνεδρίαση της ΕΚΤ είναι κρίσιμη. Υπάρχουν ήδη φωνές, κυρίως από από τη Γερμανία για την διακοπή της βοήθειας προς τις ελληνικές τράπεζες ακόμα και σήμερα, προκαλώντας την κατάρρευση του τραπεζικού της συστήματος».

Κατά τον Μέισον, «με το να θέτει ο Αλέξης Τσίπρας το ερώτημα: Δέχεστε τη συμφωνία που μας προσφέρουν οι δανειστές στην ουσία είναι σαν να πετάει μια ατομική βόμβα στην δεξιά και την κεντροδεξιά. Άλλωστε η παλιά κυβέρνηση συνασπισμού έπεσε επειδή δεν μπορούσε να δεχθεί μια πολύ πιο σκληρή διαπραγμάτευση.

Αν τελικά το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας δείξει «όχι στην πρόταση των δανειστών, τότε η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να διεκδικήσει μια καλύτερη πρόταση από τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο για μια πιο ‘βελούδινη έξοδο’ – δηλαδή μια ελεγχόμενη και μια επιδοτούμενη επιστροφή σε ένα εθνικό νόμισμα».