Οι μειώσεις στους μισθούς και ειδικά σε αυτούς των νέων εργαζόμενων και το ζοφερό μέλλον της απασχόλησης στη χώρα κάνουν τους υποψήφιους των Πανελλαδικών να στρέφονται κυρίως σε ειδικότητες που εξακολουθούν να εμφανίζονται ακόρεστες σε Ελλάδα και εξωτερικό. Πλέον, η επαγγελματική αποκατάσταση έχει γίνει το κύριο κριτήριο επιλογής σπουδών και όχι η προτίμηση του υποψήφιου σε κάποιο αντικείμενο.

Ads

Οι ειδικότητες που εξασφαλίζουν πρόσβαση στο Δημόσιο, οι στρατιωτικές σχολές όλων των επιστημονικών πεδίων, τα περί της Ιατρικής επαγγέλματα και οι Οικονομικές σχολές εμφανίζουν άνοδο στις επιλογές των υποψηφίων για τις Πανελλαδικές Εξετάσεις, ενώ Νομική και Ιατρική εξακολουθούν να έχουν ζήτηση κυρίως από υποψήφιους των οποίων οι γονείς ασκούν το επάγγελμα.

«Φέτος οι υποψήφιοι για τα ΑΕΙ και οι οικογένειές τους είναι προβληματισμένοι περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Οι σχολές που εξασφαλίζουν άμεση πρόσβαση στο Δημόσιο εξακολουθούν να αποτελούν τις πρώτες επιλογές τους αλλά αντιμετωπίζονται πλέον ως «αναγκαίο κακό», αφού γνωρίζουν ότι με τα νέα οικονομικά δεδομένα οι απολαβές τους θα είναι αισθητά λιγότερες», σχολιάζει στην εφημερίδα «Έθνος» ο εκπαιδευτικός Βαγγέλης Αγγελόπουλος και συμπληρώνει: «Αυτό συμβαίνει κυρίως με τις στρατιωτικές σχολές όλων των επιστημονικών πεδίων και με τις παιδαγωγικές σχολές που βρίσκονται στο 1ο και 2ο επιστημονικό πεδίο».

Θετικά αντιμετωπίζονται οι σχολές των λεγόμενων «παραϊατρικών» επαγγελμάτων του 3ου επιστημονικού πεδίου από μαθητές όλων των κατευθύνσεων με μέτριες έως καλές επιδόσεις, κάτι που σημειώνεται και με τις οικονομικές σχολές. Για τις σχολές των τεχνολογικών επιστημών του 4ου πεδίου υπάρχει προβληματισμός αφού τα αντίστοιχα επαγγέλματα φαίνεται ότι πλήττονται από την οικονομική κρίση.

Ads

Η Ιατρική και η Νομική δεν φαίνεται να χάνουν την προτίμηση των υποψηφίων, οι οποίοι προέρχονται κυρίως από συγκεκριμένες κοινωνικές τάξεις και έχουν γονείς που ασκούν το αντίστοιχο επάγγελμα, ενώ οι σχολές του 1ου και 2ου επιστημονικού πεδίου (φιλοσοφικής, μαθηματικών, φυσικής κλπ.) εξακολουθούν να αποτελούν λύση ανάγκης για μαθητές που δεν μπόρεσαν να εξασφαλίζουν πρόσβαση σε κάποια από τις σχολές υψηλής ζήτησης.

Οι σχολές που εμφανίζουν μεγαλύτερη ζήτηση στην αγορά εργασίας σε Ελλάδα και εξωτερικό είναι:

  • Οικονομικές
  • Νοσηλευτικής
  • Φυσικοθεραπείας
  • Λογοθεραπείας
  • Λογιστικής
  • Τεχνολογίας Ιατρικών Οργάνων
  • Τεχνολογίας Τροφίμων
  • Διοίκησης Επιχειρήσεων
  • Παιδαγωγικές
  • Ιατρικές

Στο μεταξύ, την απόφαση να ανασταλεί η αποχή των βαθμολογητών έλαβε χθες η ΟΛΜΕ. Παρά τη λήξη της αποχής, ωστόσο, υπολογίζεται ότι η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων θα καθυστερήσει τουλάχιστον 2 εβδομάδες.

Στο εξωτερικό για απασχόληση

Το ρεύμα εξόδου προς το εξωτερικό για την επαγγελματική αποκατάσταση των νέων δείχνουν τα στοιχεία από την έρευνα που πραγματοποιήθηκε από την Ερευνητική Μονάδα Περιφερειακής Ανάπτυξης και Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας ύπο τον καθηγητή Λόη Λαμπριανίδη και τον υποψήφιο διδάκτορα Νίκο Βογιατζή.

Στην έρευνα συμμετείχαν 2.734 Έλληνες πτυχιούχοι ανώτερων και ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, οι οποίοι έχουν εργαστεί στο εξωτερικό. Το 34% είναι γυναίκες και το 66% άνδρες, ενώ το 84,1% ζει σήμερα στο εξωτερικό και το 15,9% στην Ελλάδα.

Σύμφωνα με την έρευνα λοιπόν, το 60,9% των συμμετεχόντων δεν αναζήτησαν καν δουλειά στην Ελλάδα, προτού αποφασίσουν να φύγουν ή να παραμείνουν στο εξωτερικό για εργασία. Οι υπόλοιποι που τελικά αποφάσισαν να καταφύγουν στο εξωτερικό για την επαγγελματική αποκατάστασή τους, αναζήτησαν εργασία στην Ελλάδα για μικρό σχετικά διάστημα. Συγκεκριμένα, το 62% για λιγότερο από 6 μήνες, το 19,5% για 6-12 μήνες, ενώ το 18,5% για διάστημα μεγαλύτερο του ενός έτους.

Έκδηλη είναι η απογοήτευση των πτυχιούχων για τη δυνατότητα εύρεσης ικανοποιητικής εργασίας στην Ελλάδα όπως δείχνει 47,3% των ατόμων που πήραν όλα τα πτυχία τους στην Ελλάδα και δεν αναζήτησαν καθόλου δουλειά στη χώρα.

Οι Έλληνες που δουλεύουν στο εξωτερικό (81%) έχουν κυρίως ως αντικείμενό τους ένα από τα τρία επιστημονικά πεδία: α) οικονομικά, διοίκηση επιχειρήσεων, νομικά κλπ. (33%), β) προγραμματισμός ηλεκτρονικών υπολογιστών, φυσική, χημεία κλπ. (25%) και γ) μηχανικοί, μηχανικοί ηλεκτρονικών υπολογιστών, κλπ. (23%). Όσοι έχουν επιστρέψει στην Ελλάδα λαμβάνουν αποδοχές πολύ χαμηλότερες αυτών που λαμβάνουν όσοι παρέμειναν στο εξωτερικό για εργασία.

«Για τους περισσότερους από τους φοιτητές η παρούσα κρίση ήρθε απλώς να επιβεβαιώσει μία μακρόχρονη και αναπάντητη αγωνία. Η απαισιοδοξία, η ανασφάλεια και η παραδοχή ενός απρόσωπου «συστήματος» απορρόφησης πτυχιούχων με αναξιοκρατικά κριτήρια ήταν ήδη υπαρκτά ζητήματα. Εδώ βρίσκεται η ουσία του προβλήματος, το οποίο πρέπει να αντιληφθούμε ως κρίση αξιών και όχι οικονομίας. Πολλοί από τους φοιτητές μας αναλογίζονται καλύτερες τύχες στο εξωτερικό. Δεν σκέφτονται ότι οι ίδιες δυσκολίες ίσως υπάρχουν κι εκεί. Η φυγή δεν είναι πάντα λύση», σχολιάζει στο «Έθνος» ο Σπύρος Συρόπουλος, Επίκουρος καθηγητής Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας Πανεπιστημίου Αιγαίου.

450.000 ανήλικοι σε καθεστώς φτώχειας

Περίπου 450.000 ανήλικοι διαβιούν σε συνθήκες φτώχειας σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε χθες στη δημοσιότητα το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών κατά την παρουσίαση του Κοινωνικού Πορτραίτου της Ελλάδας 2010. Οπως σημείωσε κατά την παρουσίαση των στοιχείων ο Διονύσης Μπαλούρδος, αναπληρωτής διευθυντής του Ινστιτούτου Κοινωνικής Πολιτικής, μια ολόκληρη γενιά παιδιών πρόκειται να μπει μεγαλώνοντας στην κοινωνική ομάδα των φτωχών.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που περιλαμβάνει το Κοινωνικό Πορτραίτο του ΕΚΚΕ για την Ελλάδα, το 23,3% του συνόλου των παιδιών ηλικίας 0-17 ετών διαβιούν σε νοικοκυριά που αντιμετωπίζουν προβλήματα φτώχειας. Σε αριθμούς πρόκειται για περίπου 449.000 ανήλικα παιδιά, εκ των οποίων το 52% αγόρια και το 48% κορίτσια, με την τάση που καταγράφεται να είναι ανοδική.

Οπως προκύπτει από την έρευνα, η παιδική φτώχεια είναι αντιστρόφως ανάλογη με την πληθυσμιακή πυκνότητα της περιοχής όπου ζει το παιδί. Οσο πιο πυκνοκατοικημένος είναι ο τόπος κατοικίας τόσο χαμηλότερο το ποσοστό παιδικής φτώχειας. Το ποσοστό της παιδικής φτώχειας για τα παιδιά που ζουν στις πυκνοκατοικημένες περιοχές είναι 16,2%, ανεβαίνει στο 17,9% για τα παιδιά που ζουν στις περιοχές ενδιάμεσης πυκνότητας και εκτοξεύεται στο 31% για τα παιδιά που ζουν σε αραιοκατοικημένες περιοχές.

Τα αγόρια φαίνεται ότι απειλούνται περισσότερο από τη φτώχεια σε σχέση με τα κορίτσια, ενώ οι επιπτώσεις της οικονομικής δυσχέρειας είναι εντονότερες όσο αυξάνεται η ηλικία του παιδιού, με την ομάδα 12-17 ετών να αντιμετωπίζει τα υψηλότερα ποσοστά φτώχειας. Ως προς την εργασιακή κατάσταση των υπευθύνων των νοικοκυριών με φτωχά παιδιά προκύπτει ότι οι συνταξιούχοι με ανήλικα παιδιά αντιμετωπίζουν τα χαμηλότερα ποσοστά φτώχειας (15,7%), ακολουθούν οι εργαζόμενοι (21,3%), οι ανενεργοί (30,2%) και οι άνεργοι (54,6%).

Πηγή: Έθνος