Πλήρη κάλυψη προς τον υπουργό Ανάπτυξης, Άδωνη Γεωργιάδη, για την τιμητική πολιτογράφηση του Τούρκου καταζητούμενου από την Ιντερπόλ  επιχειρηματία και ψευδoϋπηκόου των κατεχόμενων Γιασάμ Αγιαβέφε, πρόσφερε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, παρά τα σοβαρά ερωτήματα που έχουν προκύψει.

Ads

Ο Γιάννης Οικονόμου, κατά την ενημέρωση των πολιτικών συντακτών, την Δευτέρα, ρωτήθηκε εάν υπάρχει ζήτημα εμπιστοσύνης προς το πρόσωπο του Άδωνι Γεωργιάδη για να απαντήσει ότι «στην περίπτωση στην οποία αναφέρεστε έχουνε τηρηθεί όλες οι διαδικασίες που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία».

Δεν έδωσε καμία άλλη λεπτομέρεια και δεν τοποθετήθηκε για τα όσα έχουν αποκαλυφθεί στα σχετικά ρεπορτάζ, αλλά ούτε στις ανακοινώσεις της αντιπολίτευσης, η οποία ζητά εξηγήσεις και ακύρωση της απόδοσης τιμητικής υπηκοότητας.

Η τιμητική πολιτογράφηση έγινε στις 22 Ιουνίου. Ο Άδωνης Γεωργιάδης, που έδωσε τη συστατική επιστολή για την πολιτογράφηση, επιμένει να παρουσιάζει τον καταζητούμενο ως Τούρκο «αντικαθεστωτικό», χωρίς να παρουσιάζει όμως κανένα τεκμήριο.

Ads

Όπως αναφέρει η «Εφημερίδα των Συντεκτών», η υπόθεση έγινε γνωστή αρχικά από τον νομικό Βασίλη Χρονόπουλο, που ανάρτησε το προεδρικό διάταγμα της πολιτογράφησης του Αγιαβέφε, με τις υπογραφές του Μάκη Βορίδη και της Προέδρου της Δημοκρατίας.

Όμως το θέμα αναδείχθηκε πλήρως και πήρε πολιτικές διαστάσεις μετά το ρεπορτάζ της δημοσιογράφου Ελίζας Τριανταφύλλου στο Ιnside Story («Η τιμητική πολιτογράφηση Τούρκου “σωτήρα” του ΕΣΥ»).

Η απόφαση, σύμφωνα με το ΦΕΚ, βασίστηκε στο ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο «έχει συνεισφέρει ουσιαστικά με τις χορηγίες του σε υγειονομικό υλικό, είδη πρώτης ανάγκης και τρόφιμα στην αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας κατά την πιο κρίσιμη στιγμή απομακρύνοντας τον κίνδυνο κατάρρευσης του ΕΣΥ, εξασφαλίζοντας τον απαιτούμενο χρόνο για τη λήψη πρόσθετων μέτρων και την ανεύρεση περισσότερων απαιτούμενων πόρων.

»Επίσης, με τις επενδύσεις του και την ανάπτυξη της επιχειρηματικής του δραστηριότητας στη χώρα έχει συμβάλει στη στήριξη της ελληνικής οικονομίας προβάλλοντάς την στους διεθνείς οικονομικούς κύκλους και ως εκ τούτου η απονομή της ελληνικής ιθαγένειας στο πρόσωπό του δύναται να εξυπηρετήσει εξαιρετικό συμφέρον της χώρας στο πλαίσιο της στρατηγικής ενδυνάμωσης της ελληνικής οικονομίας».

Μετά τις αποκαλύψεις, το υπουργείο Εσωτερικών, με ανακοίνωσή του έδειξε προς την πλευρά Γεωργιάδη, αναφέροντας την εκτίμηση του τελευταίου ότι η πολιτογράφηση «θα συμβάλει σημαντικά στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας μας διά της διενέργειας επενδύσεων που θα πραγματοποιήσει ο συγκεκριμένος, η οποία προφανώς στηρίχθηκε και στο οικονομικό του μέγεθος αφού ήταν στη λίστα Forbes.

Περαιτέρω, υπήρξε αίτηση από τον Μητροπολίτη Πειραιώς Σεραφείμ ο οποίος μνημονεύει δωρεές που έχει ήδη πραγματοποιήσει ο πολιτογραφούμενος προς την Ιερά Μητρόπολη Πειραιώς και φιλανθρωπικά ιδρύματά της».

Όπως αναφέρει το δημοσίευμα, ο Αγιαβέφε είναι και «ευεργέτης» της Βόρειας Κύπρου:

«Οπουδήποτε κι αν βρίσκομαι στον κόσμο, όσο έχω τη δυνατότητα να βοηθάω, θα στέκομαι άνευ όρων στο πλευρό των Τουρκοκυπρίων», έχει δηλώσει ο 39χρονος επιχειρηματίας, ο οποίος έχει καζίνο στην Κερύνεια και περιουσία στα κατεχόμενα (θεωρείται έποικος).

Ο ίδιος τον Αύγουστο του 2016 πήρε και την τουρκοκυπριακή ψευδοϋπηκοότητα. Δεν είναι η μόνη. Σύμφωνα με εταιρικά έγγραφα που έχουν κατατεθεί στη Βρετανία όπου δραστηριοποιείται επιχειρηματικά, έχει υπάρξει
πολίτης της Σερβίας και του Μαυροβουνίου, της Τουρκίας και της Δομινικανής Δημοκρατίας.

Σύμφωνα, δε, με πληροφορίες του δημοσιογράφου Μανώλη Καλατζή, «στο πλαίσιο των ερευνών που γίνονταν στα κατεχόμενα για τον φόνο του “νονού” των καζίνο Χαλίλ Φαλγιαλί και του οδηγού του, […] προέκυψαν καταγγελίες για εμπλοκή του Γιασάμ Αγιαβέφε. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς, είχε πληρώσει 8 εκατ. δολάρια για να σκοτώσουν τον Φαλγιαλί, με τον οποίο υπήρχε ανταγωνισμός για έλεγχο του τζόγου στα κατεχόμενα. Μάλιστα, είχε γραφτεί ότι το “συμβόλαιο θανάτου” κλείστηκε στην Αθήνα. Ο 39χρονος είχε διαψεύσει τους ισχυρισμούς».

Το δεδομένο πάντως είναι πως ο Αγιαβέφε ήταν καταζητούμενος, με ερυθρά αγγελία της τουρκικής αστυνομίας προς την Interpol, μετά από καταδικαστική απόφαση δικαστηρίου της Κωνσταντινούπολης στις 28 Φεβρουαρίου 2019.

Είχε κατηγορηθεί και καταδικαστεί για «σύσταση και διαχείριση παράνομου διαδικτυακού τζόγου και στοιχήματος».

Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς παίρνει από την Ελλάδα άσυλο. Συνελήφθη από την Ελληνική Αστυνομία αλλά, αντί να εκδοθεί στην Τουρκία, του παρασχέθηκε καθεστώς διεθνούς προστασίας, χωρίς να έχει εξηγηθεί επαρκώς ο λόγος.

Το Συμβούλιο Εφετών Θεσσαλονίκης γνωμοδότησε υπέρ της έκδοσής του στην Τουρκία, ώστε να εκτίσει υπόλοιπο ποινής 2,5 χρόνων. Στην απόφασή του και ο Αρειος Πάγος απέρριψε ως αβάσιμους τους ισχυρισμούς του Αγιαβέφε στην έφεσή του. Δέχτηκε όμως πως «ο εκζητούμενος είναι χριστιανός στο θρήσκευμα και μέλος ομάδας αντιφρονούντων προς το πολιτικό καθεστώς της Τουρκίας» με «αντιπολιτευτική δράση» (τίποτα από αυτά δεν τεκμηριώνεται με στοιχεία) και συνάγεται ότι «αν επιτραπεί η έκδοσή του στην Τουρκία, είναι πιθανό να διωχθεί για τα πολιτικά του φρονήματα». (πηγή: Lifo)

Στις αρχές της πανδημίας ο Αγιαβέφε δώρισε στην Εκκλησία της Ελλάδος ιατρικό υλικό υποτιθέμενης συνολικής αξίας 300.000 ευρώ.

Το ποσό αυτό δεν επιβεβαιώνεται πουθενά ώς σήμερα, ενώ δεν φέρεται να υπάρχει σχετική απόφαση αποδοχής δωρεάς από πλευράς του υπουργείου Υγείας. Αντιθέτως αυτό που προκύπτει είναι πως μια εταιρεία του επιχείρησε την ίδια περίοδο να δωρίσει στην ΕΛ.ΑΣ. ακριβώς τα ίδια υλικά, συνολικής αξίας 25 χιλιάδων ευρώ.

«Πόση πλέον υποστήριξη στον Ερντογάν θα δώσουν αυτοί οι άνθρωποι; Με απόφαση του Αρείου Πάγου απαγορεύεται να εκδοθεί στην Τουρκία, διότι είναι αποδεδειγμένα αντικαθεστωτικός και θα εκτελεστεί με βασανιστήρια αν πάει εκεί», υποστήριξε ο υπουργός Ανάπτυξης.

Η αντίδραση του ΣΥΡΙΖΑ

Να πάρει πίσω αμέσως την πολιτογράφηση και να δώσει στη δημοσιότητα τη συστατική επιστολή του Αδ. Γεωργιάδη ζήτησε από τον πρωθυπουργό ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως και να απαντήσει «ποιος έφερε σε επαφή τον κ. Γεωργιάδη με τον καταζητούμενο Τούρκο επιχειρηματία, πώς τον έπεισε ο Τούρκος έποικος από τα κατεχόμενα να του δώσει συστατική επιστολή και ποιο ήταν το κίνητρο της τιμητικής υπηκοότητας».