Χαμηλότερες πτήσεις σε σχέση με το 2018, όταν και έφθασε στο αποκορύφωμά του με 33 εκατομμύρια τουρίστες και 16 δισεκατομμύρια ευρώ άμεσα έσοδα, καταγράφει φέτος ο ελληνικός τουρισμός, όπως δείχνουν τουλάχιστον τα έως τώρα στοιχεία. Σύμφωνα με αυτά εκτιμάται πως το 2019 θα κλείσει με μια μείωση των τουριστικών αφίξεων κατά 10% περίπου, η οποία συνεπάγεται και μείωση των τουριστικών εσόδων κατά 1,5 δισεκατομμύρια ευρώ, που θα επηρεάσει αρνητικά τους εν δυνάμει ρυθμούς ανάπτυξης, την περαιτέρω μείωση της ανεργίας και των φορολογικών εσόδων.

Ads

Η νέα συντηρητική κυβέρνηση της χώρας, που έχει κάνει σημαία της την εκτόξευση των ρυθμών ανάπτυξης σε στρατοσφαιρικά επίπεδα, κάνει “ποδαρικό” με χαμηλότερες πτήσεις στον τουρισμό, χαμηλότερα φορολογικά έσοδα κλπ. ενώ το μόνο σχέδιο που φαίνεται να έχει ως τώρα  είναι να μεταφέρει κι άλλα βάρη στους φτωχούς και μικρομεσαίους, ελαφρύνοντας ταυτόχρονα φορολογικά τους πλούσιους και τις επιχειρήσεις.
 
Κεντρική Μακεδονία: πρώτη στις τουριστικές αφίξεις, τελευταία στα έσοδα

H Κεντρική Μακεδονία αποτελεί ανέκαθεν την περιφέρεια που υποδέχεται κάθε χρόνο τους περισσότερους επισκέπτες της χώρας μας, κυρίως από τις βαλκανικές χώρες. Συνολικά το 18% των τουριστών που έρχονται κάθε χρόνο στην Ελλάδα κατευθύνονται στην Κεντρική Μακεδονία, πράγμα που αντιστοιχεί, με βάση τα στοιχεία των τελευταίων τριών ετών, σε 5-6 εκατομμύρια επισκέπτες το χρόνο -ένας ομολογουμένως εντυπωσιακός αριθμός. Κι αυτό παρότι φέτος προβλέπεται μια μείωση της τάξεως του 15% περίπου.

Αυτό θα αποτελούσε μια καταπληκτική ευκαιρία ώστε η Κεντρική Μακεδονία να ανακάμψει ταχύτερα και να αναλάβει ρόλο “οικονομικής ατμομηχανής” της χώρας. Ωστόσο δε συμβαίνει κάτι τέτοιο διότι η συντριπτική πλειοψηφία των τουριστών στην περιοχή ξοδεύουν πολύ λιγότερα από τον εθνικό μέσο όρο σε ημερήσια κατανάλωση, αφήνοντας έτσι πολύ λιγότερα χρήματα στην τοπική οικονομία από ό,τι π.χ. ο μέσος τουρίστας στην Κρήτη. Κι αυτό γιατί οι περισσότεροι είναι τουρίστες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος που έρχονται οδικώς από τις γειτονικές χώρες, κουβαλώντας συνήθως στα αυτοκίνητά τους όλα τα τρόφιμα που χρειάζονται κατά την παραμονή τους στην Ελλάδα τα οποία και αγοράζουν φθηνότερα από τα σούπερ μάρκετ και τις λαϊκές αγορές των χωρών τους.
 
“Όπου έρχονται οι Βαλκάνιοι, φεύγουν οι τουρίστες”

Ads

Είναι “Βαλκάνιοι μπατιροτουρίστες”, όπως τους αποκαλούν οι τοπικοί τουριστικοί παράγοντες και οι εργαζόμενοι στον τουριστικό τομέα, οι οποίοι αναγκάζονται να προσαρμόσουν ανάλογα και τις τιμές τους. Ενώ συνεχίζουν όλα αυτά τα χρόνια να συνεργάζονται μαζί τους και να τους υποδέχονται μαζικά, εισπράττοντας ό,τι μπορούν και όπως μπορούν, χωρίς μάλιστα να τους παρέχουν τουριστικές υπηρεσίες υψηλού επιπέδου, εντούτοις, πίσω από την πλάτη τους, τους χαρακτηρίζουν “μπατιροτουρίστες”, που “τρώνε μόνο γύρο” και “αφήνουν τα βαλκανοσκουπίδια τους στις παραλίες μας”. Δεν λείπουν φυσικά και οι ρατσιστικοί χαρακτηρισμοί και τα εθνικιστικά κλισέ, που είναι τυπικά στα, ταλαιπωρημένα από την ιστορία, Βαλκάνια.

Αυτό που εκνευρίζει περισσότερο την τουριστική αγορά της Κεντρικής Μακεδονίας είναι πως από το 2000 και μετά είναι στενά εξαρτημένη από την βαλκανική της ενδοχώρα. Οι “καλοί τουρίστες” της δεκαετίας του 1980, οι Δυτικοευρωπαίοι, που γέμιζαν τα ξενοδοχεία της Χαλκιδικής, κατανάλωναν πολύ και άφηναν παχυλά πουρμπουάρ, αποφεύγουν να επισκέπτονται την περιοχή και προτιμούν πλέον άλλες περιοχές της Ελλάδας. Αντί να στρέψουν τα βέλη τους στις ελληνικές κυβερνήσεις, που δεν φρόντισαν να αναβαθμίσουν και να προωθήσουν διαφημιστικά το τουριστικό προϊόν της Κεντρικής Μακεδονίας, προτιμούν να κατηγορούν τους “Βαλκάνιους μπατιροτουρίστες”, τους οποίους από τη μία χρειάζονται κι εκμεταλλεύονται τουριστικά όπως μπορούν, ότι “διώχνουν τον καλό τουρισμό”. “Όπου έρχονται οι Βαλκάνιοι, οι Τουρίστες φεύγουν”, είναι το αγαπημένο μότο τουριστικών παραγόντων της περιοχής…
 
Η χαμένη “χρυσή ευκαιρία” των Ρώσων τουριστών

Οι Ρώσοι τουρίστες, για μια δεκαετία τουλάχιστον, αποτέλεσαν μια “χρυσή ευκαιρία” για τη Θεσσαλονίκη και τη Χαλκιδική, καθώς ξόδευαν πολλά περισσότερα από τον εθνικό μέσο όρο και συντηρούσαν ακόμη και καταστήματα πολυτελείας με τις αγορές τους, ενώ τόνωναν και τον θρησκευτικό τουρισμό. Μετά το 2016 όμως άρχισαν να λιγοστεύουν επικίνδυνα (μείωση τουλάχιστον κατά 50%), καθώς στράφηκαν και πάλι στην φθηνότερη Τουρκία, όπου για να ταξιδέψουν δεν απαιτείται η πολυδάπανη βίζα Σένγκεν.

Ο “μικρός τυφώνας” που έπληξε τη Χαλκιδική στις 11 Ιουλίου και οδήγησε σε επτά νεκρούς, ανάμεσα τους και δύο Ρώσοι τουρίστες (πατέρας και παιδί) που καταπλακώθηκαν από δένδρο, ήταν απλά “το κερασάκι στην τούρτα” για την περαιτέρω μείωση της προσέλευσης Ρώσων τουριστών στην περιοχή. Κι έτσι η Κεντρική Μακεδονία απέμεινε στο να ανακυκλώνει συνεχώς “Βαλκάνιους μπατιροτουρίστες”, τους οποίους πλέον χρειάζεται απελπιστικά διότι διαφορετικά θα ξεμείνει από “τουριστικά καύσιμα”.
 
Οι “τουριστικές αποικίες” των Σέρβων

Κάποιες τουριστικές περιοχές και παραθαλάσσια χωριά έχουν συμβιβαστεί προ πολλού με αυτή την  ιδέα κι έχουν “εξειδικευτεί” σε σχέση με την εθνικότητα των Βαλκάνιων τουριστών που φιλοξενούν. Έτσι π.χ. το Πευκοχώρι στη χερσόνησο της Κασσάνδρας στη Χαλκιδική μετατρέπεται κάθε καλοκαίρι σε “σερβοχώρι”, σε καλοκαιρινή “τουριστική αποικία” των Σέρβων, που αποτελούν και το 80% των τουριστών. Οι επιγραφές στα καταστήματα και οι κατάλογοι των ταβερνών είναι γραμμένες και στη Σερβική γλώσσα, ενώ τα περισσότερα μαγαζιά έχουν υπαλλήλους που μιλούν και Σερβικά για να μπορούν να συνεννοούνται καλύτερα με τους Σέρβους “μπατιροτουρίστες”.

Επίσης τα γυράδικα έχουν πολλαπλασιαστεί. Μάλιστα οι ντόπιοι, που ενοικιάζουν τα δωμάτιά τους, δεν θέλουν καν να ασχολούνται κι έχουν μετατραπεί σε εισοδηματίες. Κάθε Νοέμβριο λοιπόν τα νοικιάζουν, για όλο το χρόνο και σχετικά φθηνά, σε τουριστικά γραφεία από το Βελιγράδι, τα οποία και τα εκμεταλλεύονται γεμίζοντας τα με Σέρβους τουρίστες καθ’ όλη τη διάρκεια της τουριστικής σαιζόν που ξεκινά από το Πάσχα και τελειώνει στα τέλη Οκτωβρίου. Έτσι, ένα σημαντικό μέρος από τα έσοδα επιστρέφουν στο Βελιγράδι και όχι στην τοπική οικονομία (χωρίς να αναφερόμαστε και στις απώλειες φορολογικών εσόδων). Παρόμοια φαινόμενα παρατηρούνται και σε άλλα “εξειδικευμένα” τουριστικά χωριά της Κεντρικής Μακεδονίας, όχι μόνον με Σέρβους αλλά και με Βούλγαρους τουρίστες, που είναι ακόμη περισσότεροι. 
 
Μακεδονομάχοι Vs τουρίστες από τη Βόρεια Μακεδονία

Το πιο ενδιαφέρον πάντως στοιχείο είναι πως οι περισσότεροι Βαλκάνιοι τουρίστες που επισκέπτονται την Κεντρική Μακεδονία, και μάλιστα καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, παραδοσιακά προέρχονται από τη Βόρεια Μακεδονία. Αυτή η μικρή γειτονική μας χώρα, παρότι μόλις δύο εκατομμυρίων, λόγω της γεωγραφικής της εγγύτητας θεωρεί την Κεντρική Μακεδονία ως τη φυσική της έξοδο προς τη θάλασσα και τη Θεσσαλονίκη ως μια “Δυτική μεγαλούπολη” όπου μπορεί να βρει και να ψωνίσει σχεδόν τα πάντα. Είτε έρχονται, ακόμη και το χειμώνα, για Σαββατοκύριακο αγορών στη Θεσσαλονίκη, είτε το καλοκαίρι ως παραθεριστές στην παραλία της Πιερίας και της Χαλκιδικής, οι επισκέπτες και τουρίστες από τη Βόρεια Μακεδονία (πάνω από τρία εκατομμύρια το χρόνο καθώς οι περισσότεροι επισκέπτονται την Ελλάδα 2-3 φορές το χρόνο) είναι πιο σταθεροί και σημαντικότεροι “αιμοδότες” της τουριστικής αγοράς, και όχι μόνον, της Κεντρικής Μακεδονίας. Όσοι εργάζονται στον τουριστικό τομέα το γνωρίζουν, όπως και οι ιδιοκτήτες πολλών καταστημάτων του κέντρου της Θεσσαλονίκης, αλλά και των μεγάλων εμπορικών κέντρων γύρω από την πόλη. Είναι ωστόσο και οι τουρίστες που εισπράττουν και τον περισσότερο ρατσισμό, διακρίσεις, εθνικιστικά κλισέ, ακόμη και υβριστικούς χαρακτηρισμούς, σε σύγκριση με τους υπόλοιπους Βαλκάνιους “μπατιροτουρίστες”.

Αναμφισβήτητα σε αυτόν τον τομέα πρωτοστατούν οι ντόπιοι αυτόκλητοι “Μακεδονομάχοι”, ειδικά  εκείνοι που εργάζονται στον τουριστικό τομέα. Από τη μία εισπράττουν τα καλοδεχούμενα χρήματά τους, που αφήνουν οι Βορειομακεδόνες με τις αγορές τους ή για τα δωμάτια που νοικιάζουν, κι από την άλλη τους αποκαλούν “γυφτοσκοπιανούς”, ενώ δεν λείπουν και οι χαρακτηρισμοί “βρωμιάρηδες”, “φτωχομπινέδες”, “μαϊμούδες” κλπ. Το ρατσιστικό τους ρεπερτόριο είναι τεράστιο, αν τυχόν κανείς και βρεθεί κανείς στην ακουστική εμβέλεια τέτοιων Μακεδόνομάχων, που δεν είναι και λίγοι, αλλά ευτυχώς δεν αποτελούν και την πλειοψηφία των κατοίκων της Κεντρικής Μακεδονίας, που επιθυμούν καλές και φιλικές σχέσεις με τους γείτονές τους. Για τα καλά και συμφέροντα ασφαλώς.
 
Ο “ακτιβισμός” των Μακεδονομάχων κατά των τουριστών
Ο γνωστός επιχειρηματίας των τουριστικών μεταφορών από τη Θεσσαλονίκη, ο Μ. Ζορπίδης, που πρόσκειται στη ΝΔ, ενώ έστελνε συνεχώς όλα τα προηγούμενα χρόνια Έλληνες τουρίστες στη λίμνη της Αχρίδας στη Βόρεια Μακεδονία, άρχισε κι αυτός να κραυγάζει κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών, καβαλώντας το άρμα της πατριδοκαπηλίας και προσδοκώντας μικροπολιτικά οφέλη. Ήταν το απαύγασμα της υποκρισίας. Βλέπετε άλλο οι Πρέσπες και άλλο η Αχρίδα…
Εθνολαϊκιστές ραδιοφωνικοί παραγωγοί σε “αθλητικά ραδιόφωνα” της Θεσσαλονίκης, που είχαν κι αυτοί αναδειχθεί σε αυτόκλητους Μακεδονομάχους, συνεχίζουν να ωρύονται καθημερινά κατά των “Σκοπιανών τουριστών”, αυτά τα “δίποδα ανθρωπάρια” που “μολύνουν τις ακτές μας”, “διακινούν πλαστά χαρτονομίσματα”, ενώ “δεν αφήνουν φράγκο” στους ντόπιους γιατί είναι “μπατιροτουρίστες”.
Ειδικά το 2018, χρονιά κορύφωσης του ελληνικού τουρισμού αλλά και μεγάλης έντασης στην Κεντρική Μακεδονία λόγω της εθνικιστικής κινητοποίησης ενάντια στη Συμφωνία των Πρεσπών, οι κάθε είδους επιθέσεις κατά των τουριστών κι επισκεπτών από τη Βόρεια Μακεδονία πολλαπλασιάστηκαν. “Ακτιβιστές” Μακεδονομάχοι ξήλωναν το τότε σήμα ΜΚ (σήμερα είναι πλέον ΝΜΚ) από τις πινακίδες αυτοκινήτων από τη Βόρεια Μακεδονία, ενώ κάποιοι προκαλούσαν και φθορές σε αυτά. Οι διαπληκτισμοί, προκαλούμενοι άνευ λόγου από τους Μακεδονομάχους, ήταν καθημερινό φαινόμενο, ενώ δεν έλειπαν και οι καυγάδες ακόμη και ανάμεσα στα παιδιά. Ένας “Μακεδονομάχος” σταμάτησε αυθαίρετα στα Γιαννιτσά έναν οδηγό από τα Σκόπια τον έβγαλε από το αυτοκίνητό του και άρχισε να καυγαδίζει μαζί του, μέχρι να τους χωρίσει η αστυνομία. Σ΄ αυτή την ηλεκτρισμένη από τον εθνικισμό ατμόσφαιρα συνέβησαν πολλά παρόμοια περιστατικά, αλλά λίγα κατέληξαν στην αστυνομία κι ελάχιστα στη δημοσιότητα. Οι περισσότεροι τουρίστες από τη Βόρεια Μακεδονία υπέμειναν αυτές τις ταπεινώσεις και δοκιμασίες, αλλά αρκετοί αποφάσισαν να αποφεύγουν για κάποιο διάστημα την περιοχή και να αφήνουν αλλού τα χρήματά τους.
 
Τουρίστες τριών κατηγοριών

Σε κάθε περίπτωση η όλη κατάσταση στην Κεντρική Μακεδονία οδήγησε τους ντόπιους, με δική τους ευθύνη κατά κύριο λόγο, στο να κατατάσσουν τους τουρίστες σε τρεις κατηγορίες.

Στην “πρώτη κατηγορία” ανήκουν οι προερχόμενοι από τη Δυτική και Κεντρική Ευρώπη, αλλά και εκείνοι που προέρχονται από τη Ρωσία, που είναι ευπρόσδεκτοι παντού και περιζήτητοι ως πελάτες, αλλά αποτελούν μόνον το 20%. Στη “δεύτερη κατηγορία” ανήκουν όλοι οι Βαλκάνιοι “μπατιροτουρίστες”, καθώς και οι περισσότεροι της Ανατολικής Ευρώπης, που είναι μεν ευπρόσδεκτοι, αλλά επειδή “δεν αφήνουν αρκετά” θα προτιμούσαν χωρίς δεύτερη σκέψη να τους αντικαταστήσουν με άλλους τουρίστες π.χ. Τούρκους, Άραβες, Κινέζους κ.ά. αρκεί να ξοδεύουν περισσότερα.

Στην “τρίτη κατηγορία”, η οποία ουσιαστικά αποτελεί υποκατηγορία της δεύτερης, ανήκουν οι τουρίστες από τη Βόρεια Μακεδονία, καθώς κι εκείνοι από την Αλβανία -ναι, υπάρχουν πλέον και Αλβανοί τουρίστες. Αυτοί είναι επιθυμητοί αποκλειστικά για τα χρήματα που αφήνουν, αλλά όχι και για την παρουσία τους. Κατά βάθος θεωρούνται ανεπιθύμητοι, θα ήθελαν να απαλλαγούν, αν γίνεται, από αυτούς, αλλά δεν μπορούν διότι χρειάζονται απελπιστικά και τα χρήματα που αφήνουν. Γι’ αυτό και μέσα στους Μακεδονομάχους του τουριστικού τομέα γίνεται ένας συνεχής εσωτερικός πόλεμος. Από τη μία θα ήθελαν να βρίσουν και διαολοστείλουν έναν “εθνικά ανεπιθύμητο” τουρίστα, διότι το μυαλό τους είναι εθνικιστικά ντοπαρισμένο να τον θεωρεί εχθρό τους, αλλά από την άλλη είναι αναγκασμένοι να λένε “ευχαριστώ” και “παρακαλώ” για λόγους “πολιτικής καταστήματος” και “τουριστικής φιλοξενίας”. Μέσα τους όμως σιγοβράζει η μνησικακία, που αναζητεί τρόπους να εκτονωθεί, ειδικά τώρα που η νέα κεντροδεξιά κυβέρνηση της χώρας άνοιξε τα χαρτιά της και αποφάσισε να τηρήσει κατά γράμμα τη Συμφωνία των Πρεσπών, που τόσο λοιδορούσε όλο το προηγούμενο διάστημα. Το πως θα το δούμε κατά το επόμενο χρονικό διάστημα…

Το παρήγορο όμως είναι πως τέτοιες ακραίες απόψεις δεν απηχούν την πλειοψηφία των κατοίκων της Κεντρικής Μακεδονίας, που εμφανίζεται πιο ήπια και διαλλακτική προκειμένου να προστατεύσει τα καλά και συμφέροντα από τις πολυεπίπεδες σχέσεις που παραδοσιακά έχει με τη βαλκανική της ενδοχώρα και τους γείτονές της. Χωρίς τον εθνικισμό τα πράγματα στην Ελλάδα και στα υπόλοιπα Βαλκάνια θα ήταν πολύ καλύτερα.
 
* Ο Γιώργος Στάμκος είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος.