Στο Eurogroup της ερχόμενης Δευτέρας αλλά και γενικότερα «τις επόμενες ημέρες» θα υπάρξει νέα πρόοδος στις βασικές παραμέτρους του νέου πακέτου βοήθειας προς την Ελλάδα, εκτίμησε ο εκπρόσωπος του Ολι Ρεν, ο οποίος παράλληλα τόνισε ότι οι τεχνικές λεπτομέρειες της συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα στην ευρωπαϊκή αρωγή θα διευκρινιστούν «τις επόμενες εβδομάδες».

Ads

Απαντώντας σε σειρά ερωτήσεων κατά την τακτική ενημέρωση των δημοσιογράφων, ο Αμαντέου Αλταφάζ δήλωσε ότι μετά από κάθε Eurogroup η νέα στήριξη προς την Ελλάδα λαμβάνει σταδιακά μορφή και υπογράμμισε ότι τις τελευταίες εβδομάδες έχει σημειωθεί «πολύ σημαντική πρόοδος». Τόνισε ότι από την συνεδρίαση των χωρών μελών της ευρωζώνης στις 11 Ιουλίου αναμένει να αποσαφηνιστούν περαιτέρω οι πτυχές της εμπλοκής των ιδιωτών, καθώς , όπως επεσήμανε, οι συζητήσεις συνεχίζονται για τα ποσά που προτίθεται να διαθέσει ο ιδιωτικός τομέας αλλά και το ποσοστό της κατανομής από άλλες πηγές βοήθειας.

Ο εκπρόσωπος του κοινοτικού επιτρόπου αρνήθηκε να σχολιάσει επί της ουσίας την αξιολόγηση της Standard&Poor’s σύμφωνα με την οποία η γαλλική πρόταση για μετακύλιση του χρέους θα οδηγήσει σε επιλεκτική χρεοκοπία, ωστόσο διαβεβαίωσε πως με τις αποφάσεις που λαμβάνονται και θα ληφθούν το επόμενο διάστημα «σε τρεις μήνες η χώρα θα παραμείνει όρθια».

Τέλος , ο Α. Αλταφάζ δεν θέλησε να σχολιάσει τις δηλώσεις του προέδρου του Eurogroup Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ για «περιορισμένη εθνική κυριαρχία», αλλά αναγνώρισε ότι οι χώρες μέλη του ευρώ που βρίσκονται σε προγράμματα οικονομικής προσαρμογής έχουν περιορισμένα περιθώρια στην άσκηση δημοσιονομικής πολιτικής.

Ads

Της οικονομικής βοήθειας προς την Ελλάδα, ως σημαντικού και ορθού βήματος και για ολόκληρη την Ευρώπη, υπεραμύνθηκε ο ομοσπονδιακός πρόεδρος της Αυστρίας Χάιντς Φίσερ, χαιρετίζοντας εκ νέου την πρόσφατη υπερψήφιση του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος από την ελληνική Βουλή. Σύμφωνα με τον Αυστριακό πρόεδρο η εναλλακτική επιλογή της χρεοκοπίας θα είχε απρόβλεπτες συνέπειες και παρόλο που η κατάσταση στην Ελλάδα εξακολουθεί να είναι δύσκολη, πρόκειται για ένα σωστό και απαραίτητο βήμα. Ενδεχόμενη χρεοκοπία «θα σήμαινε αφενός νίκη της κερδοσκοπίας σε βάρος της Ελλάδας και επιπλέον οι κερδοσκόποι θα μπορούσαν πλέον να στραφούν και σε άλλες χώρες της Ευρωζώνης που αντιμετωπίζουν προβλήματα και εκτός τούτου τα χρήματα που έχουν δοθεί μέχρι στιγμής στην Ελλάδα θα ήταν μάταια».

Στο μεταξύ, εκπρόσωπος του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών δήλωσε σήμερα πως το υπουργείο δεν έχει καταλήξει σε συμφωνία με τα γερμανικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα επί ενός ξεκάθαρου και συγκεκριμένου μοντέλου όσον αφορά τη συνεισφορά των ιδιωτών στο νέο πακέτο διάσωσης της Ελλάδας.

Την προηγούμενη εβδομάδα οι δυο πλευρές συμφώνησαν ότι οι ιδιωτικές τράπεζες και οι ασφαλιστικές εταιρείες της Γερμανίας θα συνεισφέρουν 3,2 δισ. ευρώ στο δεύτερο πακέτο στήριξης της Ελλάδας, βάση του υφισταμένου γαλλικού μοντέλου με κάποιες παρεκκλίσεις. Η συνεισφορά αυτή βασίζεται στην υπόθεση ότι οι οίκοι αξιολόγησης δεν θα θεωρήσουν τη μετακύλιση του χρέους από τις τράπεζες ως χρεοκοπία.

Eurobank: Πολύ μικρό το κίνητρο της Ελλάδας για «κούρεμα» στα ομόλογα

Στο μεταξύ, σύμφωνα με την τριμηνιαία μελέτη της Διεύθυνσης Οικονομικών Μελετών και Προβλέψεων της Eurobank, η Ελλάδα έχει πολύ μικρό κίνητρο να επιβάλει κούρεμα στα ομόλογα μετά τη λήξη και του δεύτερου πακέτου στήριξης το 2014.

Το κυβερνητικό χρέος που θα κρατείται από μη εγχώριους ιδιώτες επενδυτές θα αντιπροσωπεύει μόνο το 20% του συνολικού χρέους. Συνεπώς ακόμα και ένα μεγάλο κούρεμα θα μειώσει λίγο το συνολικό χρέος. Αντίθετα, το πλήγμα στην εμπιστοσύνη των επενδυτών θα είναι μεγάλο, με σοβαρό αντίκτυπο στην αναπτυξιακή προοπτική της χώρας, αναφέρεται στην μελέτη.

Σε αντίθεση με τις λύσεις σκληρής αναδιάρθρωσης, μετά το 2014 η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους μπορεί να βελτιωθεί σημαντικά από μια επιμήκυνση και ταυτόχρονη μείωση του επιτοκίου αποπληρωμής του χρέους που θα διακρατείται από επίσημους ευρωπαϊκούς φορείς. Προκειμένου να επιτύχει ευνοϊκότερες ρυθμίσεις για το χρέος της, η Ελλάδα οφείλει να υλοποιήσει τις δεσμεύσεις της για δομικές μεταρρυθμίσεις και αποκρατικοποιήσεις, επισημαίνεται επίσης στην μελέτη.

Συγγραφείς της μελέτης είναι ο Σύμβουλος Οικονομικών Μελετών της Eurobank και Καθηγητής Χρηματοοικονομικής του Πανεπιστημίου Πειραιώς Δημήτρης Μαλλιαρόπουλος και οι Οικονομικοί Αναλυτές Όλγα Κοσμά, Μαρία Πρανδέκα και Βασίλης Ζάρκος.