Τι είναι το Κοινωνικό ΕΚΑΒ; Τι είδος οργάνωση θέλουμε να είναι; Ποια είναι η θέση του στο κοινωνικό γίγνεσθαι και πως σκοπεύουμε να το λειτουργήσουμε;
 
Ας διαπιστώσουμε καταρχήν μια κακή συνήθεια που επικρατεί, βάσει της οποίας, όταν ο ορισμός ενός υποκειμένου παρουσιάζει κάποια δυσκολία, προσφεύγουμε στην ονομασία, όχι του τι είναι, αλλά… του τι ΔΕΝ είναι! Έτσι γεννήθηκε ο όρος «Μη Κυβερνητική Οργάνωση». Η ασάφεια αυτού του όρου, που στην κυριολεξία μπορεί να χαρακτηρίσει από το περίπτερο της γειτονιάς μέχρι τα Όσκαρ της Αμερικανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, συμπεριλαμβάνοντας και το 15μελές του σχολείου, αγγίζει την αστειότητα.
 
Βέβαια, όταν χρησιμοποιούμε αυτόν τον άστοχο όρο, έχουμε στο νου μια πιο περιορισμένη κατηγορία «μη κυβερνητικών οργανώσεων». Το πρόβλημα όμως παραμένει, διότι ακόμα και με αυτούς τους μη-προσδιορισμένους περιορισμούς, ο όρος ΜΚΟ περιλαμβάνει φορείς με πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά. ΜΚΟ μπορεί να είναι μια οργάνωση με ανοιχτό και δημοκρατική σωματειακό καθεστώς, ΜΚΟ είναι ένα ίδρυμα που υφίσταται χάρη σε περιουσιακή κατάθεση ενός πλούσιου επιχειρηματία, ΜΚΟ είναι μια αστική μη κερδοσκοπική εταιρία ιδιοκτησίας δυο ή τριών ατόμων, η οποία λειτουργεί με τους κανόνες του εμπορικού δικαίου. Ο ετερογενής χαρακτήρας της κατηγορίας «ΜΚΟ» έγκειται και στους σκοπούς, οι οποίοι μπορούν να αφορούν αποκλειστικά τα μέλη του φορέα (πχ σύλλογος γονέων ενός σχολείου) ή αντιθέτως μη μέλη (πχ εταιρεία προστασίας ζώων). Επίσης, ο σκοπός μιας «ΜΚΟ» μπορεί να έχει αυστηρά περιορισμένο χαρακτήρα (πχ εξωραϊστικός σύλλογος μιας συνοικίας) ή να έχει άκρως οικουμενική εμβέλεια (πχ οργάνωση υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων).
 
Με αυτή τη σύντομη εισαγωγή θέλουμε να καταστήσουμε σαφές ότι το Κοινωνικό ΕΚΑΒ δεν υιοθετεί τον όρο «ΜΚΟ» για να αυτοπροσδιοριστεί. Εξαρχής, τα ιδρυτικά μέλη προσπάθησαν να ορίσουν θετικά και με ακρίβεια τι είναι το Κοινωνικό ΕΚΑΒ. Ο ορισμός που υιοθετήθηκε είναι «ανεξάρτητη, κοινωνική, ανθρωπιστική, μη κερδοσκοπική οργάνωση», όπου κάθε λέξη έχει την σημασία της. Το Κοινωνικό ΕΚΑΒ είναι ανεξάρτητο από κάθε κομματικό, κρατικό, επιχειρηματικό, ιδεολογικό, θρησκευτικό ή άλλης φύσης φορέα. Είναι κοινωνική οργάνωση με την έννοια ότι πηγάζει από την κοινωνία, είναι ανοιχτή σε αυτή, με την επιλεγμένη σωματειακή νομική μορφή, και η δράση του απευθύνεται σε αυτή. Είναι ανθρωπιστική οργάνωση που τοποθετεί στο κέντρο της δράσης της την ανθρώπινη υπόσταση σε όλες τις διαστάσεις, υγειονομική, ψυχική, κοινωνική. Ο μόνος «αρνητικός προσδιορισμός» είναι η διασαφήνιση «μη κερδοσκοπική», αυτονόητο επακόλουθο των όσων διατυπώθηκαν ως στόχοι της οργάνωσης.
 
Οργανώσεις με αυτά τα χαρακτηριστικά αναπτύχθηκαν στην Ελλάδα κυρίως από την δεκαετία του ’90, όπως οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα ή οι Γιατροί του Κόσμου. Ωστόσο, οι συνθήκες υπό τις οποίες λειτουργούν σήμερα τέτοιες οργανώσεις έχουν εξελιχθεί πολύ από τότε. Ο αποκλειστικός εθελοντισμός, που ήταν αρχικά ο κανόνας, αδυνατεί να στηρίξει δραστηριότητες όλο και πιο σύνθετες και απαιτητικές. Η επαγγελματική κατάρτιση και αποτελεσματικότητα γίνεται μια ανάγκη, ενώ το μέγεθος των προγραμμάτων και το οικονομικό τους βάρος αυξάνουν σημαντικά. Η δράση υπό μορφή προγραμμάτων, απαιτεί πλήρη απασχόληση για μεγάλη χρονική περίοδο, θέτοντας το θέμα βιοπορισμού για όσους υλοποιούν τα προγράμματα αυτά. Οι οργανώσεις, αρχικά αποτελούμενες από μικρές ομάδες σε φιλική βάση, αποκτούν εκτεταμένη θεσμική υπόσταση, συχνά με σημαντικό αριθμό εργαζομένων. Η εξέλιξη αυτή παρουσιάζει θετικά στοιχεία, αλλά βέβαια εγκυμονεί κινδύνους.
 
Θετική είναι η ανάπτυξη ενός «τρίτου τομέα», πλάι στους δυο υπάρχοντες: τον κρατικό και τον επιχειρηματικό. Αυτός ο τρίτος τομέας, άμεση έκφραση της κοινωνίας των πολιτών, συνδυάζει  την δημόσια ωφελιμότητα και την ευέλικτη λειτουργία. Ο κίνδυνος, που προκύπτει από την ίδια την επιτυχία των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, συνίσταται σε μια διολίσθηση προς ένα είδος «επιχείρησης παροχής ανθρωπιστικών υπηρεσιών», όπου θα ξεθωριάζει ο κοινωνικός χαρακτήρας. Τέτοια φαινόμενα έχουν ήδη αρχίσει να παρατηρούνται. Σε αυτό συμβάλουν διάφοροι παράγοντες, εκ των οποίων ο σημαντικότερος είναι ίσως η απουσία συλλογικών και δημοκρατικών λειτουργιών εντός πολλών οργανώσεων, ενώ πληθαίνουν οι έμμισθοι εργαζόμενοί τους. Το αποτέλεσμα είναι αυτές οι οργανώσεις να διολισθαίνουν προς ένα κλασσικό επιχειρηματικό σχήμα εργοδότης – εργαζόμενοι, με το φαινόμενο, αδιανόητο πριν μερικά χρόνια, οι εργαζόμενοι να νοιώθουν ασφαλέστερα εκπροσωπούμενοι μέσω συνδικαλιστικών ενώσεων, απ’ ότι μέσα από τις δημοκρατικές σωματειακές διαδικασίες των οργανώσεων (εφόσον υπάρχουν βέβαια).
 
Το πρόβλημα είναι σύνθετο και πιθανώς οι δυνατές απαντήσεις πολλαπλές. Το Κοινωνικό ΕΚΑΒ, το οποίο βρίσκεται και αυτό σε τροχιά ανάπτυξης, έχει πλήρη συνείδηση ότι η καθυστέρηση αντιμετώπισης αυτής της νέας πρόκλησης θα καθιστούσε όλο και πιο δύσκολη οποιαδήποτε λύση στο μέλλον. Θεωρούμε βέβαια πως η αξιοποίηση της εθελοντικής προσφοράς, παράλληλα με την έμμισθη ενασχόληση, είναι μεγάλης σημασίας. Αλλά αυτό μάλλον δεν αρκεί.
 
Πιστεύουμε πως ο στεγανός διαχωρισμός μεταξύ μελών και εργαζομένων της οργάνωσης κινδυνεύει να οδηγήσει σε βάθος χρόνου σε καταστάσεις και ενδεχομένως αντιπαραθέσεις όμοιες με εκείνες που χαρακτηρίζουν τις εμπορικές επιχειρήσεις. Μια τέτοια εξέλιξη θα αλλοίωνε την ίδια την κοινωνική φύση της οργάνωσης. Έχοντας υπόψη τον προβληματισμό αυτό, παρακολουθούμε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας, γειτονικός τομέας στο πλαίσιο της κοινωνίας των πολιτών, και πιστεύουμε πως έχουμε να εμπνευστούμε από ορισμένες πτυχές της. Βασικό χαρακτηριστικό της κοινωνικής οικονομίας είναι η γεφύρωση του δίπολου εργοδότης – εργαζόμενος, δηλαδή η υπόσταση  του κάθε εργαζόμενου ως συμμέτοχο στην επιχείρηση.
 
Ακολουθώντας μια αντίστοιχη λογική, αντιμετωπίζουμε την ένταξη όσων επιλέγουν να συνεργαστούν επαγγελματικά με το Κοινωνικό ΕΚΑΒ, στο πλαίσιο προγραμμάτων κοινωνικού χαρακτήρα, ως μια ενδιαφέρουσα και θετική εξέλιξη. Μια τέτοια ένταξη πρέπει βέβαια να συνεπάγεται δικαιώματα και υποχρεώσεις. Η προοπτική αυτή έχει πολλαπλά οφέλη, τόσο για την οργάνωση, όσο και για τους εργαζόμενους. Το Κοινωνικό ΕΚΑΒ μπορεί έτσι να αποκτήσει μια πλατύτερη βάση και να αντλήσει πρόσθετη στήριξη, ηθική και υλική, στο έργο του. Οι εργαζόμενοι διευρύνουν την ορατότητα του πεδίου της δουλειάς τους, αποκτούν πρόσθετο κίνητρο και δίνουν μια νέα διάσταση στην εργασία τους. Μειώνεται η απόσταση εργοδότη-εργαζόμενου, χωρίς αρνητικές επιπτώσεις στον χώρο εργασίας, όπου επικρατούν οι θεσμοθετημένοι εργασιακοί όροι.
 
Ταυτόχρονα, το Κοινωνικό ΕΚΑΒ οφείλει να θεσπίσει τα κατάλληλα μέτρα, ώστε να μην εξελιχθεί μια οργάνωση κοινωνικού σκοπού σε επιχείρηση αυτοεξυπηρέτησης του προσωπικού της. Τον προβληματισμό αυτό έχουν αντιμετωπίσει και άλλες οργανώσεις, όπως οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα, θεσμοθετώντας κατάλληλους κανόνες. Βασική αρχή είναι η συμμετοχή του κάθε μέλους στον προσδιορισμό των στρατηγικών στόχων, χωρίς απευθείας διαχειριστική εμπλοκή στη πορεία προγραμμάτων που τον αφορούν ως εργαζόμενο. Η διπλή ιδιότητα του εργαζόμενου-μέλους υφίσταται σε δυο διακριτά επίπεδα. Είναι εργαζόμενος σε ένα πρόγραμμα, με όρους εργασιακού δικαίου και είναι μέλος της οργάνωσης με την ιδιότητα μέλους σωματείου.
 
Αυτό το φιλόδοξο εγχείρημα δύναται να αποτελέσει μια καρποφόρο επιλογή ώστε η ανάπτυξη και ο κοινωνικός χαρακτήρας της οργάνωσής μας να παραμένουν αλληλένδετα στοιχεία του Κοινωνικού ΕΚΑΒ.
 
* Ο Οδυσσέας Βουδούρης είναι ιατρός χειρουργός και  πρόεδρος του ΔΣ του Κοινωνικού ΕΚΑΒ