Τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του Κράτους. Στη σημερινή οικονομική συγκυρία όμως φαίνεται να είναι το ίδιο το Κράτος που τα υπονομεύει. Της Ειρήνης Σόβολου

Ads

 
Τα κοινωνικά δικαιώματα τίθενται στο περιθώριο, καθίστανται απλά ευχολόγια και αντιμετωπίζονται ως εμπόδιο στην έξοδο της χώρας από την κρίση. Η απαξίωση όμως των κοινωνικών δικαιωμάτων θέτει σε κίνδυνο το ίδιο το Σύνταγμα και τελικά την ίδια την ουσία της Δημοκρατίας. Ωστόσο υπάρχουν τρόποι να διεκδικήσουμε την πραγμάτωση των κοινωνικών δικαιωμάτων και τελικά ένα ελάχιστο επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης. Αυτοί ήταν κάποιοι από τους άξονες της συζήτησης που διοργάνωσε Η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου με θέμα «Τα κοινωνικά δικαιώματα ως πρόβλημα και ως λύση».
 
Ο Γιώργος Σωτηρέλης, Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών επισημαίνει ότι ήδη από την τελευταία δεκαετία του περασμένου αιώνα έχει ξεκινήσει να διαμορφώνεται μια νέα διεθνής πραγματικότητα, η οποία χαρακτηρίζεται από βίαιη απορρύθμιση των αγορών και ασυδοσία του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Η προστασία των κοινωνικών δικαιωμάτων θυσιάζεται στο βωμό της οικονομικής κρίσης, καθώς «αποτελεί εμπόδιο στην απορρύθμιση οικονομικών και εργασιακών σχέσεων προς όφελος των επιχειρηματικών κερδών και στην ισοπεδωτική και άνευ όρων εμπορευματοποίηση των κοινωνικών αγαθών», σημειώνει. 
 
«Τι είναι λοιπόν η ελευθερία; Να λες σε κάποιον που τρεκλίζει από την πείνα ότι έχει την ελευθερία να ζει υπό ένα Σύνταγμα και όχι το δικαίωμα σε ένα καλό γεύμα, παρατηρούσε κριτικά ένας γάλλος του 19ου αιώνα», αναφέρει ο Στέργιος Μήτας, Δρ. Νομικής. «Αν πράγματι οι πόροι επιφέρουν ελευθερία, τότε το να ισχυρίζεται κανείς ότι δεν δικαιούνται όλοι πρόσβαση σε πόρους αυτοτέλειας θέτει μια στυγνή αξιολογική κρίση για το ποιος δικαιούται να χαίρει και ποιος όχι ελευθερίας». Τα κοινωνικά δικαιώματα θεσπίστηκαν μεταπολεμικά προκειμένου να εξασφαλίσουν την κοινωνική συνοχή και δικαιοσύνη. Αντίθετα, οι μεταβολές που συντελούνται σήμερα «ευνοούν τη διαιώνιση της ανισότητας, επιφυλάσσοντας ένα λιγότερο δίκαιο και αισιόδοξο κοινωνικό μέλλον». «Στις μελλοντικές κοινωνίες ο καθένας να διαθέτει ένα ζωτικό μίνιμουμ, όπως ο αέρας βρίσκεται στη διάθεση των πνευμόνων», καταλήγει ο κ. Μήτας.
 
Η Αλκμήνη Φωτιάδου, Δρ. Νομικής επισημαίνει ότι η νομοθεσία της κρίσης χαρακτηρίζεται από τη λήψη βιαστικών μέτρων, τα οποία συχνά δεν είναι πρόσφορα και κατάλληλα για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού, με αποτέλεσμα απλά να περιορίζονται και να χάνονται δικαιώματα. Η κ. Φωτιάδου τονίζει ότι η χρήση της αρχής της αναλογικότητας επιτρέπει στον δικαστή να κρίνει τις όποιες οικονομικές αποφάσεις λαμβάνονται. Συγκεκριμένα ο δικαστής μπορεί να ελέγξει κατά πόσον ο νομοθέτης εξέτασε, όταν έλαβε τα μέτρα, την ύπαρξη άλλων μέσων λιγότερο περιοριστικών και αν έλαβε σοβαρά υπόψη τον αντίκτυπο που θα έχουν οι εκάστοτε αποφάσεις στα κοινωνικά δικαιώματα.
 
Ο συντονιστής της συζήτησης Νίκος Φίλης, Δημοσιογράφος, Διευθυντής της Εφημερίδας «Η Αυγή» αναφερόμενος στην απόφαση 668/2012 του Συμβουλίου της Επικρατείας που αφορά το πρώτο μνημόνιο, αναρωτιέται πώς είναι δυνατόν η χρήση της αρχής της αναλογικότητας στην προκειμένη περίπτωση  να καταλήξει στο αντίστροφο αποτέλεσμα, στη νομιμοποίηση δηλαδή του μνημονίου». «Αυτό σημαίνει ότι η απόφαση είναι πολιτική και όχι νομική, γιατί υπακούει στο κυρίαρχο πολιτικό δόγμα, ότι υπέρτατος νόμος είναι η σωτηρία της πατρίδας. Έτσι φτιάχτηκε και έτσι προχώρησε το μνημόνιο», παρατηρεί ο ίδιος.
 
Σύμφωνα με τον Απόστολο Καψάλη, Νομικό, Επιστημονικό Συνεργάτη ΙΝΕ/ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, κάποιος πρέπει να απολογηθεί για την αποτυχημένη πολιτική εσωτερικής υποτίμησης, όπως αυτή εφαρμόζεται. Συγκεκριμένα «σύμφωνα με τις μελέτες, ακόμα και του Δ.Ν.Τ., το εργασιακό κόστος έχει υποστεί μείωση της τάξεως του 14 % από την αρχή του προγράμματος, ενώ η μείωση των τιμών έχει περιοριστεί στο 1% και σύμφωνα με διόρθωση που κάνουν οι οικονομολόγοι περιορίζεται στο 0%». Το μοντέλο της εσωτερικής υποτίμησης επιτρέπει την πλήρη απορρύθμιση του συλλογικού εργατικού δικαίου και ιδίως του δικαίου της συλλογικής διαπραγμάτευσης. Ο εργαζόμενος δεν έχει πια καμία δυνατότητα να διαπραγματευτεί με τον εργοδότη. «Η ίδια η πεμπτουσία των κοινωνικών δικαιωμάτων έχει διαρραγεί καθώς δεν υπάρχουν πια κατώτατα όρια ασφάλειας. Το εισόδημά μπορεί να μειωθεί ανά πάσα στιγμή σχεδόν απροειδοποίητα». «Η κοινωνία προσπαθεί να βρει καινοτόμες λύσεις απέναντι σε οράματα και αξίες όπως είναι ο δημόσιος χώρος, η αλληλεγγύη και τα κοινωνικά δικαιώματα για να επιβιώσει», επισημαίνει ο κ. Καψάλης.
 
Τα κοινωνικά δικαιώματα μπορούν να αποτελέσουν ένα μέσο για να βγούμε από την κρίση, καθώς έχουμε στη διάθεσή μας το οπλοστάσιο για να τα διεκδικήσουμε, σύμφωνα με τη Σοφία Κουκούλη-Σπηλιωτοπούλου, Δικηγόρο-Ανεξάρτητη Εμπειρογνώμονα της Ε.Ε. Στα μέτρα που υπαγορεύονται από τα Μνημόνια, περιλαμβάνονται και μέτρα που έχουν κριθεί από τα διεθνή όργανα ως αντίθετα στον Ευρωπαικό Κοινωνικό Χάρτη και στις διεθνείς συμβάσεις εργασίας. Παρόλο που σύμφωνα με τη Συνθήκη της Ε.Ε. τα κοινωνικά δικαιώματα αποτελούν θεμέλιο της Ένωσης, «οι δημοσιονομικές συνθήκες μεταξύ των κρατών δεν λαμβάνουν υπόψιν τη κοινωνική διάσταση που απαιτούν οι συνθήκες της Ευρωπαικής ‘Ενωσης και έχουν καθαρά μονεταριστικό χαρακτήρα. Το πρόβλημα είναι ευρωπαϊκο, και όχι μόνο των χωρών του Νότου, και πρέπει να πολεμηθεί σε ευρωπαϊκο επίπεδο», σημειώνει η κ. Κουκούλη-Σπηλιωτοπούλου.