Ο Πάνος Καμμένος ζητά να κυρωθεί η συμφωνία για το Μακεδονικό από 180 βουλευτές, ο Δημήτρης Τζανακόπουλος δηλώνει ότι εάν την καταψηφίσουν οι ΑΝΕΛ η κυβέρνηση θα ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης, και ο Σταύρος Θεοδωράκης σπεύδει να διαμηνύσει ότι το Ποτάμι θα υπερψηφίσει μεν τη συμφωνία αλλά δεν θα στηρίξει την κυβέρνηση. Παραπλεύρως, η ΝΔ αποκρούει ακαριαία τον αντιπερισπασμό Καμμένου διακηρύσσοντας ότι δεν θα επικυρώσει τη συμφωνία και, προς επίρρωση τούτου, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιδίδει μήνυμα «μη συμμόρφωσης» στον γερμανό πρεσβευτή στην Αθήνα.

Ads

Είναι η εικόνα του πρώτου «μπιγκ μπανγκ» που φέρνει στο πολιτικό σκηνικό η συμφωνία για το μακεδονικό – μια εικόνα, που αποτυπώνει μεν ισχυρές και οριζόντιες διακομματικές δονήσεις, αλλά ταυτόχρονα εμπερικλείει και εμφανή στοιχεία πολιτικού πόκερ εν όψει των εξελίξεων των επόμενων μηνών.

Στην κυβέρνηση, οι «μακεδονικές» δονήσεις έχουν ήδη πλήξει – όπως και αναμενόταν – τον μικρότερο εταίρο. Η πρώτη γραμμή άμυνας για τους ΑΝΕΛ ήταν η παραπομπή των τελικών αποφάσεων στο μέλλον, ήτοι στον χρόνο κατά τον οποίο η συμφωνία θα έρθει προς κύρωση στη Βουλή. Ηταν όμως μια γραμμή ντε φάκτο ασθενής – το απέδειξε η, προδιαγεγραμμένη έστω, διαφοροποίηση του Δημήτρη Καμμένου, οι αποδοκιμασίες κατά βουλευτών του κόμματος στην περιφέρεια και οι αλλεπάλληλες αποχωρήσεις μεσαίων στελεχών.

Εξ ου και ο Πάνος Καμμένος πέρασε σήμερα στην αντεπίθεση: Κατήγγειλε επιχείρηση εξαγοράς βουλευτών του, επανέλαβε κατηγορηματικά ότι οι ΑΝΕΛ θα καταψηφίσουν τη συμφωνία και – στοχεύοντας εμφανώς στο μαλακό υπογάστριο και τις αντιθέσεις εντός ΝΔ – είπε ότι θα «απαιτήσει» την κύρωσή της με πλειοψηφία 180 βουλευτών. Εν ολίγοις, ο πρόεδρος των ΑΝΕΛ μπορεί να στήριξε και να έμεινε στην κυβέρνηση στην πρόταση μομφής της ΝΔ, αλλά υπονόησε ότι μπορεί και να αποχωρήσει, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, όταν η συμφωνία των Πρεσπών έρθει προς κύρωση στη Βουλή μετά από τουλάχιστον ένα εξάμηνο.

Ads

Το εάν εν τέλει θα το πράξει είναι ανοιχτό ερώτημα, η δεδηλωμένη πρόθεση όμως διαμορφώνει ένα πιθανό σενάριο που απασχολεί το Μαξίμου. Εξ ου και η δήλωση Τζανακόπουλου ότι εάν η συμφωνία καταψηφιστεί από τους ΑΝΕΛ η κυβέρνηση θα ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης – μια δήλωση, στην οποία μάλλον θα πρέπει να προσμετρηθεί και το γεγονός ότι μετά από έξι μήνες, κι εάν η συμφωνία έχει απορριφθεί από τους ΑΝΕΛ, η ΝΔ θα μπορεί να καταθέσει εκ νέου πρόταση μομφής.

Ενώπιον αυτών των σεναρίων ήρθε και η τοποθέτηση του Σταύρου Θεοδωράκη, στον Αντέννα, ότι στηρίζει τη συμφωνία, αλλά δεν θα στηρίξει την κυβέρνηση. «Το Ποτάμι δεν θα κάνει τα ρεπό του Καμμένου», είχε ήδη πει από χθες βάζοντας φρένο στα δημοσιεύματα περί αλλαγής κυβερνητικού εταίρου του ΣΥΡΙΖΑ και αντικατάστασης των ΑΝΕΛ από το Ποτάμι.

Στην πραγματικότητα, ο επικεφαλής του Ποταμιού έπραξε το αυτονόητο καίγοντας ένα σενάριο που απειλεί να «κάψει» το ήδη υπερσυμπιεσμένο κόμμα του. Οι επιλογές όμως δεν είναι πολλές για το κόμμα του Σταύρου Θεοδωράκη που, όπως και οι ΑΝΕΛ, απειλείται να εξαϋλωθεί στις συμπληγάδες του διπολισμού. Εάν στη συνδιάσκεψη της 1ης Ιουλίου το Ποτάμι αποφασίσει το διαζύγιο με το «Κίνημα Αλλαγής», θα πρέπει να δώσει τιτάνια μάχη για την αυτόνομη είσοδό του στη Βουλή και, ως εκ τούτου, οι πλέον προβληματισμένοι στη Σεβαστουπόλεως λένε πως οποιοδήποτε συμπέρασμα, στην όποια κατεύθυνση, είναι εξαιρετικά πρόωρο.

Για τη Νέα Δημοκρατία η απάντηση στο κύμα όλων αυτών των υπόγειων διεργασιών παραμένει η περιχαράκωση στο πατριωτικό «όχι» και η στροφή προς τα δεξιά.  Στην Πειραιώς θεωρούν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ βγαίνει απομονωμένος από το Μακεδονικό με μοναδικούς – και κοινοβουλευτικά αδύναμους – συμμάχους τον Σταύρο Θεοδωράκη και τον Γιώργο Παπανδρέου, θέτουν ως προτεραιότητα τη θωράκιση της ΝΔ απέναντι στο ενδεχόμενο δημιουργίας νέου κόμματος εκ δεξιών, και δεν διστάζουν να έρθουν σε σύγκρουση ακόμη και με το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα πιστεύοντας ότι η αυτοδυναμία στις εκλογές θα έρθει δια της ψήφου του βορρά.

Με δεδομένες ωστόσο τις νέες κινήσεις προς συγκρότηση του λεγόμενου «κόμματος του βορρά» και με το ιστορικό προηγούμενο να δείχνει πως η έξαρση του εθνικισμού οδηγεί παγίως σε ενίσχυση της ακροδεξιάς, μάλλον πρόκειται για μια πρόβλεψη εξαιρετικά επισφαλή…