Μεγάλη είναι η συζήτηση που άνοιξε για μια ακόμη φορά με επίκεντρο τις δημοσκοπήσεις, μετά την ανακοίνωση των τελικών αποτελεσμάτων των κυπριακών εκλογών.
Κι αυτό γιατι τον Ιανουάριο, πραγματοποιήθηκαν περισσότερες από δέκα μετρήσεις οι οποίες έκαναν λόγο ακόμη και για άνετη επικράτηση του υποψηφίου του ΔΗ.ΚΟ Νίκου Χριστοδουλίδη, με τον Αβέρωφ Νεοφύτου του ΔΗΣΥ να εμφανίζεται ως δεύτερο και τον Ανδρέα Μαυρογιάννη του ΑΚΕΛ να τίθεται εκτός διεκδίκησης της κυπριακής προεδρίας. Παράλληλα, έδειχναν πως ο κύριος Χριστοδουλίδης θα είχε διαφορά άνω των έξι μονάδων από τον δεύτερο.
Ωστόσο, το εκλογικό αποτέλεσμα της 5ης Φεβρουαρίου απείχε αρκετά, καθώς ο Ανδρέας Μαυρογιάννης του ΑΚΕΛ (29,6%) όχι μόνο συγκέντρωσε μεγαλύτερο ποσοστό από τον Αβέρωφ Νεοφύτου (26,11%), αλλά τερμάτισε μόλις 2,4 μονάδες πίσω από τον πρωτοπόρο Νίκο Χριστοδουλίδη (32,04%).
Το ζήτημα μεταφέρθηκε και στην ελληνική πραγματικότητα, όπου η συζήτηση αναφορικά με την αξιοπιστία των ερευνών που βλέπουν το «φως της δημοσιότητας» έχει ανοίξει αρκετές φορές στο παρελθόν.
Το εύρος των ποσοστών στο επίκεντρο
Από την πλευρά του,ο αντιπρόεδρος του Συλλόγου Εταιρειών Δημοσκοπήσεων και Έρευνας Αγοράς (ΣΕΔΕΑ) και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας MRB, Δημήτρης Μαύρος, μιλώντας στο tvxs.gr σημειώνει πως το αποτέλεσμα των κυπριακών εκλογών δεν αποτέλεσε «έκπληξη», επισημαίνοντας παράλληλα πως δεν βλέπει αποτυχία των δημοσκοπήσεων. Παράλληλα, επιχειρεί να διευκρινίσει κάποια βασικά ζητήματα αναφορικά με τρόπο διεξαγωγής των ερευνών αλλά και τα αποτελέσματα που βλέπουν το «φως της δημοσιότητας».
«Πρέπει να βάλουμε κάποια πράγματα σε τάξη: Πρώτον, δεν μπορούμε να τσουβαλιάζουμε όλες τις δημοσκοπήσεις κάτω από μια λέξη: «Οι δημοσκοπήσεις πέτυχαν ή απέτυχαν». Υπάρχουν εταιρείες, ΜΜΕ και παράγοντες, τους οποίους πρέπει να ξεδιαλέξουμε». Υπάρχουν δηλαδή εταιρείες στην Κύπρο, οι οποίες έπιασαν πολύ λογικά αποτελέσματα, κι αυτό θα πρέπει να κρατηθεί στο μυαλό μας» σημειώνει αρχικά ο κύριος Μαύρος και συνεχίζει:
«Το δεύτερο σημείο που θα πρέπει να κρατηθεί είναι πως έχουμε ένα εργαλείο, όπως οι δημοσκοπήσεις, το οποίο έχουμε «τραβήξει» έξω από τα όρια αυτού που μπορεί και δικαιούται να έχει ως ευθύνη. Θέλω να επισημάνω πως έχουμε συνηθίσει από τις εποχές, που ήταν πολύ «αθώες», όσον αφορά την εμπειρία που είχαν οι ερωτώμενο σε σχέση με τις δημοσκοπήσεις, συμμετείχαν όλοι, απαντούσαν αυτό που πραγματικά αισθάνονταν. Τότε πράγματι τα αποτελέσματα τα πιάναμε με το «δεκαδικό». Σήμερα όμως η γνώση και η εμπερία των ερωτώμενων αλλά και το «θολό τοπίο» μέσα στο οποίο κινούνται οι πολίτες μέσα σε κάθε χώρα είναι τόσο μπλεγμένο, ώστε στην πραγματικότητα πρέπει να φύγουμε από τις κεντρικές τιμές και τα δεκαδικά και να πάμε στα εύρη. Επιστημονικά το εργαλείο εκείνο που μπορεί να προσφέρει είναι ένα εύρος ποσοστών μεσα στα οποία ενδέχεται με μια πιθανότητα 95% να κινηθεί το αποτέλεσμα ενός κόμματος στις εκλογές».
Παράλληλα, σημειώνει ο αντιπρόεδρος του ΣΕΔΕΑ: «Το τρίτο σημείο αφορά τον πολιτικό χρόνο, ο οποίος με τις ταχύτητες που κινείται η πληροφόρηση, καθίσταται πάρα πολύ πυκνός, έχει τεράστιο ιξώδες. Λίγο να κινηθεί το πολιτικό τοπίο, έχει μεγάλη σημασία στο τι συμβαίνει στο μυαλό των πολιτών. Κατά συνέπεια, εκείνο που πρέπει να κάνουμε είναι να μην παίρνουμε απλά την «φωτογραφία» της στιγμής, δηλαδή να κοιτάμε τι έβγαλε η τελευταία έρευνα κάποιας εταιρείας και να κρίνουμε με βάση αυτό. Αντίθετα θα πρέπει να παρατηρήσει κανείς την πορεία των ποσοστών προς μια κατεύθυνση, καθώς πλησιάζει κανείς προς τις εκλογές. Γιατί εκεί γίνονται και πράγματα, το οποία ωθούν τους πολίτες να αλλάζουν γνώμη ή ακόμη και τους αναποφάσιστους να παίρνουν θέση. Για το αν λοιπόν ότι οριακά ήταν στη δεύτερη θέση ή δεν ήταν ο κύριος Μαυρογιάννης, θα πρέπει να παρακολουθήσει κανείς και την πορεία ανόδου του, για να βγάλει συμπέρασμα αναφορικά με το τι συνέβη με τον κύριο Νεοφύτου στην Κύπρο».
Τα προβλήματα από τις πολιτικές επιθέσεις και το προφίλ των ερωτώμενων
«Κατά συνέπεια, θεωρώ πως θα πρέπει να αφήσουμε στις έρευνες αυτό που δικαιούνται να έχουν ως ευθύνη. Δεν μπορούμε να τις χρησιμοποιούμε λες και είναι το μαντείο των Δελφών. Είναι ένα επιστημονικό, μαθηματικό εργαλείο. Προσθέστε σε αυτό και τις επιθέσεις που έχουν δεχτεί οι δημοσκοπήσεις στην Ελλάδα από κάποιους, που στην προσπάθειά τους να συμπληρώσουν το πολιτικό τους σχέδιο ή να ερμηνεύσουν δικές τους ανησυχίες, έχουν κάνει το κοινό να συμμετέχει ή να μην συμμετέχει στις έρευνες. Δημιουργούν δηλαδή επιπρόσθετα προβλήματα οι ίδιοι οι θιγόμενοι, από ένα εργαλείο μέσα στο οποίο θα ήθελαν να έχουν πολύ καλύτερη θέση» επισημαίνει ο κύριος Μαύρος, ο οποίος αναφέρεται σε ένα επιπλέον ζήτημα που αντιμετωπίζουν πολλοί δημοσκόποι:
«Το response rate -ή αλλιώς ο ρυθμός απάντησης- σε σχέση τουλάχιστον με την εποχή των μνημονίων δεν έχει αλλάξει πάρα πολύ, παραμένει δηλαδή πολύ πιο χαμηλό σε σχέση με το απώτερο παρελθόν -πχ τα τέλη της δεκαετίας του 1990 ή τη δεκαετία του 2000. Εκείνο που έχει αλλάξει εξαιτίας των θέσεων που έχουν πάρει διάφοροι φορείς απέναντι στις δημοσκοπήσεις είναι η εσωτερική ποιότητα της δομής των απαντώντων. Για παράδειγμα, για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να εντοπίσουμε νεότερους ανθρώπους, καθώς οι περισσότεροι δεν κάθονταν πια στα σπίτια τους. Για να το αντιμετωπίσουμε αυτό βάλαμε και κινητά τηλέφωνα μέσα στις δειγματοληψίες αλλά και συνεντεύξεις στο internet, δομημένες όμως και όχι μέσω pop ups σε κάποια site. Επίσης ήταν δύσκολο να βρούμε ανθρώπους που ήταν βαριά εργαζόμενοι ή είχαν εργασία τέτοιας φύσεως, ώστε θα τους πετύχαινες είτε μόνο στο κινητό είτε στο internet. Επίσης εκείνοι που συμβαίνει είναι πως οι ερωτώμενοι έχουν γίνει τόσο εξοικειωμένοι με κάποιες κλισέ ερωτήσεις όπως η πρόθεση ψήφου, ο καταλληλότερος πρωθυπουργός ή η παράσταση νίκης, ώστε μπαίνουν σχεδόν στη διαδικασία να γνωρίζουν πώς να «χειριστούν» και τις δικές τους απαντήσεις. Εκεί λοιπόν εμείς έχουμε αντιδράσει -σε δημιουργική κατεύθυνση- προσθέτοντας ερωτήσεις, οι οποίες ξεπερνάνε τον «δούρειο ίππο» αυτών των ερωτήσεων κλισέ και πάνε λίγο πιο βαθιά στο μυαλό των ερωτωμένων» αναφέρει.
Υπογραμμίζει τέλος ότι «εκείνο που θέλει επιπλέον προσοχή αφορά το γεγονός ότι όχι μόνο αρκετές φορές υπολείπεται ένα κόμμα, αλλά είναι και αλλαγμένο και το προφίλ των ανθρώπων που συμμετέχουν σε μια έρευνα. Είναι δηλαδή και πιο λίγοι αλλά και το προφίλ τους δεν μοιαζει «ισορροπημένο». Πρέπει λοιπόν να το αποκαταστήσουμε με σταθμίσεις, οι οποίες μας οδηγούν πιο κοντά στο αποτέλεγμα, με βάση την εμπειρία που έχουμε μέχρι σήμερα από προηγούμενες εκλογικές φάσεις».
Πώς δημιουργεί ψευδαισθήσεις ο τρόπος παρουσίασης των δημοσκοπήσεων στα ΜΜΕ
Την δική του προσέγγιση επί του ζητήματος καταθέτει στο tvxs και ο πολιτικός επιστήμονας και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, Νίκος Μαραντζίδης, ο οποίος έχει επίσης μεγάλη εμπειρία στη διεξαγωγή δημοσκοπήσεων.
Ο ίδιος υπογραμμίζει αρχικά «δεν θα έλεγα πως πρόκειται για αποτυχία των δημοσκοπικών εταιριών στην Κύπρο. Κατ’ αρχήν υπήρχαν έρευνες που έδειχναν αυτοί τη σειρά. Δηλαδή πρώτο τον Χριστοδουλίδη, δεύτερο τον Μαυρογιάννη και τρίτο τον Νεοφύτου. Υπήρξαν όμως και έρευνες που έδειξαν την άλλη σειρά δηλαδή τον κύριο Νεοφύτου δεύτερο και τον Μαυρογιάννη τρίτο κι εδώ ξεκινάει η όλη συζήτηση».
«Ας ξεκινήσουμε από μια γενική αρχή, ότι οι έρευνες μπορεί και να αποτύχουν. Ας μην έχουμε ταμπού επί του συγκεκριμένου ζητήματος, ήδη σε αρκετές χώρες είχαμε πολύ πιο τρανταχτές αποτυχίες» σημειώνει συνεχίζοντας, ενώ διαβλέπει σοβαρό πρόβλημα στον τρόπο που παρουσιάζονται οι δημοσκοπήσεις από πολλά ΜΜΕ.
«Σε όλες τις έρευνες, όταν έχουμε «χιλιάρια δείγματα» -με χίλιους δηλαδή ερωτώμενους- προκύπτει ένα διάστημα εμπιστοσύνης, το οποίο συνήθως είναι το +/-3%. Εκείνο που δεν αντιλαμβάνεται ο κόσμος -καθώς αντιβαίνει στον κοινό νου, αλλά έτσι είναι τα statistics- πως αυτό το +/-3% είναι ισοπίθανο. Κανονικά πως βλέπει κάποιος έναν υποψήφιο να παίρνει 30% κι έναν άλλο 25%, αυτό σημαίνει κάλλιστα πως ένας υποψήφιος να λάβει μεταξύ 27%-33% και ο άλλος 22%-28%. Οταν λοιπόν δει μια δημοσκόπηση τους δυο υποψηφίους σε ποσοστά 30% και 25% και τελικά δει αποτέλεσμα αντίστροφο, 27% και 28%, θα θεωρήσει πως συνέβη κάτι το εξωφρενικό» υπογραμμίζει ο κύριος Μαραντζίδης και προσθέτει: «Εδώ έχουμε το μεγάλο πρόβλημα των δημοσκόπων, το οποίο δεν συζητάμε στην πραγματικότητα. Αυτό έχει να κάνει με το γεγονός πως η μιντιακή αποτύπωση των δημοσκοπήσεων -και εδώ δεν άμοιροι ευθυνών και οι ίδιο οι δημοσκόποι- γίνεται με τέτοιους όρους, ώστε το προϊόν να είναι «εύπεπτο» από το κοινό. Για παράδειγμα, βλέπουμε στις ελληνικές δημοσκοπήσεις ΝΔ 32,3% και ΣΥΡΙΖΑ 25,8%. Όποιος άνθρωπος ασχολείται σοβαρά επιστημονικά με τις έρευνες γελάει με αυτά. Πιστεύω πως γελάνε και οι ίδιοι οι δημοσκόποι, που παρουσιάζουν τις δημοσκοπήσεις. Κι αυτό γιατί όταν οι ίδιοι μιλάνε για +/-3% ως ισοπίθανη διάσταση, σημαίνει πως το εύρος των ίσων πιθανοτήτων στο 32,3% που δίνουν είναι μεταξύ 29% και 35% και το 26% περίπου δίνουν στο δεύτερο κόμμα στο εύρος των πιθανοτήτων κινείται μεταξύ 23 και 29%. Έτσι θα έπρεπε να παρουσιάζονται τα αποτελέσματα, αυτή είναι η σωστή -και παιδαγωγική θα έλεγα- παρουσίαση. Θα μου αντιτείνει κανείς πως με αυτό τον τρόπο του λέω πως όλα είναι πιθανά. Στην πραγματικότητα αυτό του λέω, γιατί αυτό λένε και τα νούμερα. Με τον άλλο τρόπο -δηλαδή το 32%-26%- δημιουργώ μια ψευδαίσθηση σιγουριάς και η λανθασμένη εντύπωση πως δεν ανατρέπεται η κατάσταση».
Τα παράδειγμα της ήττας της Χίλαρι Κλίντον και η υποεκτίμηση του ΣΥΡΙΖΑ
«Έτσι δημιουργείται και η εντύπωση των μεγάλων ανατροπών από τα ΜΜΕ, αν δουν δηλαδή κάποιο κόμμα να έχει πάρει μια μονάδα. Στην πραγματικότητα, το πιο πιθανό είναι να μην έχει κουνηθεί τίποτα» προσθέτει ο κύριος Μαραντζίδης, ενώ παράλληλα υπογραμμίζει:
«Το δεύτερο πρόβλημα είναι το εξής: εμείς μπορεί να έχουμε χίλιους ερωτώμενους, με βάση τους οποίους προκύπτει το αποτέλεσμα της δημοσκόπησης. Το πραγματικό όμως αποτέλεσμα των εκλογών προκύπτει από αυτούς που προσήλθαν στην κάλπη. Από τα μεγαλύτερα λοιπόν άγχη των δημοσκόπων παγκοσμίως είναι να εντοπίσουν το μέγεθος της αποχής αλλά και κατά πόσο το μέγεθος της αποχής ή συμμετοχής ευνοεί κάποιο κόμμα. Για παράδειγμα, ξέρουμε πως στις ΗΠΑ -κατά κανόνα- η μεγάλη αποχή ευνοεί τους Ρεπουμπλικάνους, ενώ η μεγάλη συμμετοχή τους Δημοκρατικούς. Άρα αν ξέρω που θα κινηθεί η αποχή στις ΗΠΑ, ξέρω που θα κινηθεί το αποτέλεσμα. Με αυτό τον τρόπο εξηγείται πχ η ήττα της Χίλαρι Κλίντον στις εκλογές του 2016».
«Κατά συνέπεια, μπορεί πράγματι μια δημοσκόπηση να πέσει έξω, γιατί πολλοί από τους ερωτώμενους δεν πήγαν τελικά να ψηφίσουν, και με τις ίδιες αναλογίες» υπογραμμίζει ο κύριος Μαραντζίδης.
Ο ίδιος αναφέρεται με τη σειρά του στο θέμα του «ρυθμού απάντησης» στις δημοσκοπήσεις λέγοντας: «Συνεχίζουμε να έχουμε στην Ελλάδα -για την Κύπρο δεν ξέρω- ζήτημα με το response rate. Αυτό πράγματι δημιουργεί πρόβλημα. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των εκλογών του Σεπτεμβρίου του 2015, όταν η δική μας εκτίμηση έλεγε πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα κερδίσει με τέσσερις μονάδες διαφορά. Τις κέρδισε τελικά με επτά. Αυτό συνέβη, καθώς χάναμε ένα κομμάτι του κόσμου που δεν μας απαντούσε, ο οποίος ήταν κόσμος που ήταν εκλογικό κομμάτι του ΣΥΡΙΖΑ και τελικά ψήφισε και πάλι ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό το είχα ονομάσει σε άρθρο μου εκείνη την εποχή «ο ντροπαλός Συριζαίος». Επρόκειτο για εκείνον τον ψηφοφόρο που είχε στηρίξει στις εκλογές του Γενάρη του 2015 ΣΥΡΙΖΑ για να φύγει το μνημόνιο «με ένα νόμο και ένα άρθρο», ψήφισε «όχι» στο δημοψήφισμα, ήρθε το τρίτο μνημόνιο, σοκαρίστηκε και στη συνέχεια αμφινταλαντευόταν, με αποτέλεσμα να μην απαντάει καθόλου στις δημοσκοπήσεις».
Καταλήγει δε αναφέροντας: «Αυτό αποτελεί σοβαρό πρόβλημα. Γιατί εμείς στις δημοσκοπήσεις κάνουμε μια υπόθεση, ισοκατανέμοντας όσους δεν μας απαντούν μεταξύ των κομμάτων. Αυτό είναι όμως απλά υπόθεση και στην πραγματικότητα δημιουργεί μια στρεβλή εικόνα αναφορικά με την εκλογική πραγματικότητα. Η γνώμη μου είναι αυτό εξηγεί και την μόνιμη υποεκτίμηση του ΣΥΡΙΖΑ κατά 2-3 μονάδες, κάτι που είδαμε και στις εκλογές του 2019».
Στην Ελλάδα τα ΜΜΕ που στηρίζουν τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, χρημαδοτούνται από το ... κράτος. Tο tvxs.gr στηρίζεται στους αναγνώστες του και αποτελεί μια από τις ελάχιστες ανεξάρτητες φωνές στη χώρα. Mε μια συνδρομή, από 2.9 €/μήνα,ενισχύετε την αυτονομία του tvxs.gr και των δημοσιογραφικών του ερευνών. Συγχρόνως αποκτάτε πρόσβαση στα ντοκιμαντέρ και το περιεχόμενο του 24ores.gr.
Δες τα πακέτα συνδρομών >