Ads

Ολοκληρώθηκε χθες το καρναβάλι του Notting Hill της Αγγλίας, η μεγαλύτερη γιορτή που γίνεται σε δρόμους ευρωπαϊκής πόλης. Περισσότεροι από 400.000 άνθρωποι ταξίδεψαν από το εσωτερικό και το εξωτερικό για να παραβρεθούν στο διάσημο καρναβάλι που ξεκίνησε το 1959 από μετανάστες του νησιωτικού κρατιδίου της Καραϊβικής, Τρινιδάδ και Τομπάγκο.

Σε απάντηση των ρατσιστικών επιθέσεων που πραγματοποιούνταν στη Βρετανία τη δεκαετία του 1950, οι μετανάστες από το Τρινιδάδ και Τομπάγκο διοργάνωσαν το πρώτο καρναβάλι στην περιοχή που διέμεναν, το Notting Hill, τον Ιανουάριο του 1959. Η πρώτη απόπειρα σημείωσε μεγάλη επιτυχία και σύντομα το καρναβάλι πραγματοποιήθηκε σε ανοιχτό χώρο. Από το 1965 έγινε ετήσιο και πραγματοποιείται πλέον στους δρόμους του Notting Hill.

Αρχικά το καρναβάλι παρακολουθούσαν μερικές χιλιάδες κόσμου. Μέχρι το 1976 ο κόσμος που συνέρρεε για το καρναβάλι ξεπέρασε τις 150.000. Το 1976 και 1977 όμως οι εορτασμοί σκιάστηκαν από τις ταραχές που ξέσπασαν μεταξύ παρισταμένων, ακροδεξιών ομάδων και αστυνομίας. Το καρναβάλι βρέθηκε στο στόχαστρο και κινδύνευσε με απαγόρευση.

Ads

Τα τελευταία χρόνια ο θεσμός πλέον του καρναβαλιού του Notting Hill έλκει εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου – που κάποιες χρονιές φτάνουν και το 1 εκατομμύριο – απ’ολη την Αγγλία αλλά και το εξωτερικό και αποτελεί μια δυναμική έκφραση της πολυπολιτισμικής σύνθεσης της κοινωνίας της Αγγλίας. Παρά το μέγεθός του, το καρναβάλι είναι από τα πλέον ειρηνικά ολόκληρου του κόσμου πλέον. Το Λονδίνο και η βρετανική οικονομία εκτιμάται ότι κερδίζουν περί τα 93 εκατ. στερλίνες ετησίως από το καρναβάλι.

Οι ταραχές του 1976

Το 1976 ήταν μια σημαντική χρονιά στην ιστορία των φυλετικών σχέσεων της Βρετανίας. Το Λονδίνο έβραζε, εν μέσω μαζικών ρατσιστικών επιθέσεων που στις αρχές της δεκαετίας του 1980 θα προκαλούσαν τις ταραχές στο Μπρίξτον και το Τοξτεθ. Η αστυνομία είχε την εξουσία να σταματά, να ψάχνει και να κρατά κάποιον μοναχά με την υπόνοια ότι σχεδιάζει έγκλημα – και αυτό εφάρμοζε συστηματικά στους μαύρους πολίτες.

Η αστυνομία, από το φόβο ταραχών, όπως υποστηρίζει, στέλνει στο καρναβάλι 3.000 άντρες – δεκαπλάσιο αριθμό αστυνομικών απ’ ότι σε όλες τις προηγούμενες διοργανώσεις. Η ισυχρή αστυνομική παρουσία και στενή επιτήρηση προκαλούν νευρικότητα στο πλήθος.


Σύμφωνα με μάρτυρες, η παρουσία ακροδεξιών ομάδων ήταν έντονη. Η αστυνομία δήλωσε ότι όλα ξεκίνησαν όταν επιχειρήθηκε να συλληφθεί ένας πορτοφολάς. Το πλήθος σύντομα εξερράγη και οι αστυνομικοί έτρεχαν να καλυφθούν από τη βροχή τούβλων, μπουκαλιών και άλλων αντικειμένων που εκσφενδονιζόταν εναντίον τους.

Βιτρίνες κομματιάστηκαν, άναψαν πυρκαγιές και οι απροετοίμαστοι αστυνομικοί, εξοπλισμένοι με καπάκια από σκουπιδοτενεκές και μπουκάλια, επιχείρησαν να αντεπιτεθούν. Περισσότεροι από 100 αστυνομικοί και 60 άλλοι άνθρωποι κατέληξαν στο νοσοκομείο, τραυματίες.

Η Λευκή Εξέγερση των Clash

Το καρναβάλι του Notting Hill του 1976 υπήρξε μια σημαντική στιγμή στην ιστορία και του συγκροτήματος The Clash. Τη μέρα των επεισοδίων ο τραγουδιστής και κιθαρίστας του συγκροτήματος Joe Strummer και ο μπασίστας Paul Simonon, βρέθηκαν μέσα στο πλήθος στους δρόμους του Notting Hill. Εκείνη την εποχή οι Clash δεν ήταν παρά ένα μικρό συγκρότημα που είχε μόλις βγάλει ένα δίσκο και πάλευε για την αναγνώριση, η μουσική πανκ άλλωστε ήταν σχεδόν άγνωστο εκτός Λονδίνου και Νέας Υόρκης.

Όταν ξέσπασαν οι ταραχές οι δυο μουσικοί μπήκαν κι αυτοί στο «χορό». Εξαγριωμένοι από την γενικότεροι αστυνομική καταπίεση και το ρατσισμό που μάστιζε τη χώρα, θα δηλώσουν αργότερα, εκτόξευσαν κι αυτοί αντικείμενα κατά των αστυνόμων «προς υπεράσπιση του εαυτού τους αλλά και της μαύρης κοινότητας». Η φωτογραφία του μετέπειτα δημιουργού των βίντεο του συγκροτήματος, Don Letts μπροστά από το τείχος των αστυνομικών έγινε αργότερα το εξώφυλλο του δίσκου των Clash «Black Market».

Η επίδραση των γεγονότων στο Notting Hill υπήρξε καταλυτική για την πορεία του συγκροτήματος. Ο μάνατζέρ τους τούς προτρέπει να γράψουν για τα όσα συμβαίνουν στην κοινωνία και ο Joe Strummer γράφει το πρώτο single των Clash «White Riot».


BBC, Wikipedia, Mail Online, Counterpunch.org