Προσδοκίες που θα ήταν πολύ δύσκολο να υλοποιηθούν σχετικά με την πορεία της οικονομίας το περασμένο καλοκαίρι καλλιέργησε η κυβέρνηση, υποστηρίζει ο καθηγητής Οικονομικών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Κώστας Μελάς. Στον απόηχο των στοιχείων της Eurostat που φέρνουν την Ελλάδα στην τελευταία θέση μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών όσον αφορά στην ανάπτυξη σε τριμηνιαία βάση, ο καθηγητής σημειώνει ότι η εξάρτηση της ελληνικής οικονομίας από τον τουρισμό και τους συναφείς κλάδους είναι τόσο μεγάλη που τα περιθώρια καλύτερων αποτελεσμάτων ήταν μικρά.
 
«Η προσδοκώμενη ανάπτυξη για το τρίτο τρίμηνο του 2020 ήταν σαφώς μεγαλύτερη από το 2,3%. Η κυβέρνηση, ορισμένες τράπεζες και αναλυτές ανέμεναν ανάπτυξη άνω του 7%.

Ads

Το τρίτο τρίμηνο είναι αυτό όπου ο τουρισμός, μαζί με τα πολλαπλασιαστικά του αποτελέσματα, παίζει ένα τεράστιο ρόλο στην πορεία της ελληνικής οικονομίας. Η κυβέρνηση φαίνεται ότι υποεκτίμησε τις συνέπειες της πανδημίας πάνω στον τουρισμό», λέει ο κ. Μελάς.
 
Ερωτώμενος σχετικά με τα αίτια αυτής της υποεκτίμησης, ο καθηγητής Οικονομικών στο Πάντειο απαντά: «Γενικά η ελληνική κυβέρνηση αλλά και η Τράπεζα της Ελλάδος, το ΙΟΒΕ, οι ελληνικοί οργανισμοί που ασχολούνται με τις προβλέψεις ήταν πολύ αισιόδοξοι. Η αισιοδοξία τους αυτή απέρρεε από την εντύπωση ότι η πανδημία και οι συνέπειές της στην οικονομία θα είχαν υποχωρήσει, ότι δε θα υπήρχε τόσο μεγάλη αβεβαιότητα».
 
Παραδοσιακά τους μήνες Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέμβριο κάθε έτους η ελληνική οικονομία καταγράφει μεγέθυνση, χάρις στην τουριστική κίνηση. Όμως το 2020, η μεγέθυνση σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο του έτους ήταν μικρή (2,7%), ενώ σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο του 2019, ήταν κατά 11,7 μονάδες μικρότερη.
 
«Η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται να μην αντιλήφθηκε σωστά ότι θα έχουμε και δεύτερο κύμα πανδημίας και ως εκ τούτου δεν είχε προετοιμαστεί κατάλληλα. Αυτό το βλέπουμε άλλωστε και στα ασφαλώς δυσάρεστα αποτελέσματα που έχουμε σε υγειονομικό επίπεδο».
 
«Δε θα μπορούσαν να γίνουν πολλά πράγματα πάνω στον τουρισμό»
 
Καλούμενος να σχολιάσει τα συγκριτικά στοιχεία της Eurostat όπου η Ελλάδα εμφανίζεται τελευταία μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών όσον αφορά στην ανάπτυξη σε τριμηνιαία βάση, ο οικονομολόγος διατυπώνει την άποψη πως τα πράγματα δε θα μπορούσαν να είναι πολύ καλύτερα: «Σε μια οικονομία όπου κλάδοι όπως ο τουρισμός, η διασκέδαση και το εμπόριο είναι τόσο σημαντικοί, μια συνθήκη όπως αυτή της πανδημίας και των lockdown θα έχει αναπόφευκτα σοβαρές συνέπειες».
 
«Η ελληνική δεν είναι όπως οι οικονομίες της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης που είναι κυρίως βιομηχανικές κι άρα μπορούν αμέσως να ξαναπαίρνουν μπροστά μετά από τέτοιες παύσεις. Βλέπουμε ότι η Ισπανία, η οποία επίσης στηρίζεται στον τουρισμό είχε ύφεση 8,7% σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο του 2019», επισημαίνει ο κ. Μελάς. 
 
Είναι αλήθεια πως οικονομίες με μεγάλη εξάρτηση από τον τουρισμό κατέγραψαν μεγάλη ύφεση στο τρίτο τρίμηνο του 2020 σε σχέση με το αντίστοιχο του 2019. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, εκτός το -11,7% της Ελλάδας, η Κροατία κατέγραψε -10%, η Μάλτα -9,2% και η Ισπανία -8,7%. Όλες τους όμως σημείωσαν σημαντικά μεγαλύτερη ανάπτυξη σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο του 2020: 6.9% η Κροατία, 12,7% η Μάλτα, 16,7% η Ισπανία. 
 
Στην ερώτησή μας τί θα μπορούσε να έχει κάνει καλύτερα η ελληνική κυβέρνηση, ο καθηγητής λέει: «Θα μπορούσε κάποιος να «πιαστεί» από τις διαρροές του υπουργείου Οικονομικών σύμφωνα με τις οποίες αν δεν είχαν ληφθεί τα μέτρα στήριξης η ύφεση θα έφτανε το 17,5%, και να πει ότι αν είχαν ληφθεί επιπλέον μέτρα στήριξης η ύφεση θα ήταν ακόμα χαμηλότερη. Όμως δε θα το κάνω γιατί δεν το πιστεύω. Έχω την εντύπωση ότι δε θα είχαμε καλύτερα αποτελέσματα, εκτός εάν τα μέτρα ήταν πολύ στοχευμένα προς κατηγορίες πληθυσμού που μπορούσαν να καταναλώσουν ή σε πολίτες με σημαντικές υποχρεώσεις. Όμως και πάλι τα περιθώρια καλύτερων αποτελεσμάτων ήταν περιορισμένα», σημειώνει.
 
«Σχετικά με τα μέτρα στήριξης της οικονομίας μέσα στην πανδημία, η Ελλάδα δεν είναι στις πρώτες θέσεις αλλά ούτε και στις τελευταίες. Το πρόβλημα με την κυβέρνηση είναι ότι παίρνει μέτρα στήριξης αφού εκδηλωθούν τα προβλήματα, αντί να κάνει δαπάνες στο πλαίσιο μακροπρόθεσμου σχεδιασμού. Ίδιες δαπάνες πιθανότατα να είχαν φέρει καλύτερα αποτελέσματα αν είχαν γίνει νωρίτερα και πιο συστηματικά», τονίζει ο κ. Μελάς.