Ο σκηνοθέτης Δημήτρης Ινδαρές μετά την αθώωσή του, όπως και των δυο γιων του, τοποθετήθηκε σχετικά με τα τρία τελευταία χρόνια της υπόθεσης.

Ads

Υπενθυμίζεται ότι ο σκηνοθέτης και οι δύο γιοι του είχαν ξυλοκοπηθεί από αστυνομικούς μέσα στο σπίτι τους στο Κουκάκι το 2019, κατά τη διάρκεια εκκένωσης κατάληψης σε διπλανό κτίριο.

Διαβάστε επίσης: Όταν ο Γεωργιάδης ειρωνευόταν την οικογένεια Ινδαρέ: «Μακράν η πιο απαλή αστυνομία της Δύσης η ελληνική»

Με παρέμβασή του στον τηλεοπτικό σταθμό Open TV, o σκηνοθέτης κατέγραψε τις δύσκολες στιγμές που πέρασε εκείνος και η οικογένειά του μετά το περιστατικό, σημειώνοντας ότι: «ήμασταν τρία χρόνια σε μία μεγάλη αγωνία με πάρα πολλά προβλήματα πρακτικά και κοινωνικά, στο έλεος κάθε πικραμένου είτε πολιτικού είτε δημοσιολογούντα είτε ανώνυμων που γράφανε για τα παιδιά μου, για εμένα και τη γυναίκα μου απίστευτες βρωμιές».

Ads

Παράλληλα, σχολίασε τη στάση που είχαν κρατήσει για την υπόθεση υπουργοί της κυβέρνησης Μητσοτάκη αναφέροντας: «Να σας θυμίσω και εκείνες τις μέρες, είναι τραυματικό για αυτό το λέω, κορυφαίοι παράγοντες της πολιτικής ζωής είπαν σε πανελλήνια μετάδοση και επώνυμα πράγματα που αποδεικνύονται πλέον ανυπόστατα. Φαινόταν ότι ήταν το μένος μίας παραταξιακής υστερίας».

Όσον αφορά την καταγγελία γείτονα της οικογένειας, η οποία έφερε στο «φως» το περιστατικό, σημείωσε ότι: «από την πρώτη στιγμή και απόλυτα συνειδητά, από τη στιγμή που είμαστε δαρμένοι και δεμένοι στην ταράτσα μας, ένας γείτονας είχε την ενστικτώδη ετοιμότητα να πατήσει το κουμπί και να γράψει τα λόγια που ένας Έλληνας πολίτης εξέφραζε απόλυτα δομημένα και συγκροτημένα για να υπερασπιστεί τα παιδιά του που υφίσταντο τρομερούς προπηλακισμούς και βία -δεν λέω για τον εαυτό μου τον ίδιο, τη γυναίκα του που έχει βρεθεί στόχος ενός σεξιστικού παραληρήματος από ανθρώπους χωρίς πρόσωπο, από ρόμποκοπ απόλυτα κουκουλωμένους και το μόνο που έβγαινε από το στόμα τους και τις κινήσεις τους ήταν βία και σεξιστικά παραληρήματα σε όλους μας».

«Από την πρώτη στιγμή αυτό το πράγμα είχε τα χαρακτηριστικά της σύγκρουσης ενός πολίτη με μία πλευρά του κράτους που λειτουργούσε πέρα κάθε ορίου, εντελώς παράλογα. Προσπάθησα να υπερασπιστώ τις αξίες που πιστεύουμε, δεύτερον να τους συνεφέρω, αν μπορεί κανείς να συνεφέρει τέσσερις μανιασμένους αστυνομικούς που δεν μπορείς να καταλάβεις τι τροφοδοτούσε αυτό το μένος- και τρίτον να κινητοποιήσω τη γειτονιά να εμφανιστεί επιτέλους ένας εκπρόσωπος του νόμου, γιατί αυτοί οι αστυνομικοί δεν ήταν, να βάλει τέλος σε αυτόν τον παραλογισμό», αναφέρει για την αντίδρασή του στο μένος των αστυνομικών.

Στην συνέχεια, πρόσθεσε ότι «Θα ήθελα στη σκοτεινή πλευρά του κράτους να προσθέσω ένα ακόμα στοιχείο: οι τέσσερις αστυνομικοί κάνανε προφανώς αυτό που έχουνε μάθει να κάνουνε, δεν θέλω να το σχολιάσω. Οι άνθρωποι αυτοί είχαν μια αποστολή, προφανώς ξέφυγαν, το αναγνωρίζει και το δικαστήριο. Το πρόβλημα με τη σκοτεινή πλευρά έχει να κάνει με τη συνέχεια. Δεν είναι μια ιστορία μόνο αυθαιρεσίας αστυνομικής, είναι μια ιστορία που στη συνέχεια πολλοί θεσμοί κινητοποιούνται και στήνουν μια σκευωρία που για έναν πολίτη είναι ένα πράγμα απόλυτα εφιαλτικό. Αλλά δεν διστάζουν να βάζουν κι άλλο, να προσθέτουν κι άλλη λάσπη οι ίδιοι, οι εκπρόσωποι του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη».

«Υπουργοί βγαίνουν επωνύμως, εκείνη τη ζόρικη ώρα για εμάς, και λένε όσα είπαν κορυφαίοι υπουργοί της χώρας μας και της κυβέρνησης, είναι ένα πράγμα που ξεπερνά κατά πολύ η κακή αστυνομία», υπογράμμισε.