Σκληρές ανατροπές σε όλο το φάσμα των εργασιακών αξιώνει η τρόικα, σύμφωνα με έγγραφο 21 σελίδων που δόθηκε στην κυβέρνηση μετά το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης. 

Ads

Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Ελεύθερος Τύπος», ανατροπές έρχονται για τον κατώτατο μισθό, τις αμοιβές των εργαζομένων, τις συμβάσεις εργασίας, τα όρια των απολύσεων, τις ομαδικές απολύσεις, την κήρυξη απεργιών, τα προνόμια των συνδικαλιστών και το δικαίωμα των επιχειρήσεων να κηρύσσουν ανταπεργία (lock out). 

Οι δανειστές σημειώνουν την ανάγκη να δοθούν μεγαλύτερα περιθώρια ευελιξίας στις επιχειρήσεις να προσαρμόζουν τους μισθούς (wage flexibility) ανάλογα με τις αντοχές και τις ανάγκες τους, μειώνοντας το μισθολογικό κόστος για να αυξήσουν την παραγωγικότητα και εν τέλει την πτώση των τιμών σε προϊόντα και υπηρεσίες. Βασικός όρος, σύμφωνα με την τρόικα, για να συμβεί αυτό είναι η πλήρης απελευθέρωση της αγοράς προϊόντων, ώστε να έρθουν και επενδύσεις.

Ads

Για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού, επισημαίνουν ότι θα πρέπει να αποφασίζεται από το κράτος (όπως ισχύει σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες), ενώ τονίζουν πως παρά τη μείωση του στα 586 ευρώ και στα 510 ευρώ (για τους νέους έως 25 ετών) εξακολουθεί να παραμένει υψηλότερος σε σύγκριση με άλλες χώρες, λόγω της προσαύξησής του έως 30% από την σύνδεσή του με την προϋπηρεσία των υπαλλήλων έως τα 10 έτη.

Εμμέσως, όπως σημειώνει η εφημερίδα, προτείνουν την κατάργηση της προϋπηρεσίας ή την αποσύνδεσή της από τις κατώτατες αμοιβές των ανειδίκευτων εργαζομένων, δηλαδή την αφαίρεση μέχρι και του 30% της αμοιβής λόγω της προϋπηρεσίας στον κατώτατο μισθό (από 761 ευρώ με τρεις τριετίες στα 586 ευρώ με αφαίρεση της προϋπηρεσίας).

Στο στόχαστρο μπαίνει και η κατάργηση των επιδομάτων που καταβάλλονται με τη μορφή του 13ου και του 14ου μισθού, καθώς η αναφορά των δανειστών είναι ότι από το 2017 η δομή του κατώτατου μισθού θα πρέπει να αλλάξει και να αποτελεί ένα μοναδικό ποσό αναφοράς (single rate) χωρίς κανένα επίδομα, ώστε να είναι συγκρίσιμος με άλλα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Για τις απολύσεις προτείνουν ότι θα έπρεπε να εξεταστεί η αύξηση του ορίου των απολύσεων στα ποσοστά που ορίζει η κοινοτική οδηγία, δηλαδή από το 5% που είναι σήμερα στο 10%.

Ταυτόχρονα και φέρνοντας ως παράδειγμα τα «δαπανηρά», όπως λένε, προγράμματα εθελουσίας εξόδου από τράπεζες και δημόσιους οργανισμούς, θεωρούν σχεδόν προηλειμμένη την απόφαση για κατάργηση των περιορισμών που υπάρχουν σήμερα στην έγκριση αιτημάτων για ομαδικές απολύσεις, συνδέοντας μάλιστα το μέτρο αυτό με τη μείωση των κινδύνων μαζικής ανεργίας σε περιπτώσεις ξαφνικών πτωχεύσεων και λουκέτων.