Η αλήθεια είναι ότι δεν είναι πρώτη φορά που η κα Παπαευαγγέλου μας διασκεδάζει με τις «ατάκες» (!!) της. Ωστόσο αυτή τη φορά ξεπέρασε τον εαυτόν της, τις μάζεψε όλες μαζί και χωρίς να «υπολογίζει» ζωντανούς και νεκρούς, μας τις πέταξε όλες βροχηδόν, χωρίς προειδοποίηση, έτσι για να ‘χουμε …

Ads

Αφήνοντας μας άναυδους, ίσως θα έπρεπε να αναρωτηθούμε, εάν έχουμε να κάνουμε μόνο με τον ιό ή και με την παραπληροφόρηση.

Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τι από τα δυο συμβαίνει. Αν δηλαδή η κα Παπαευαγγέλου επιμελείται η ίδια τα κείμενα που μας διαβάζει ή εάν αυτά είναι έργα τέχνης κάποιου ανώνυμου λογογράφου από τα επιτελεία του ΕΟΔΥ, ο οποίος παραμένει δυστυχώς στο παρασκήνιο, αφήνοντας την αφάνεια να σκεπάζει με το πέπλο της το σημαντικό ρόλο που διαδραματίζει ο ίδιος, στην τόσο πετυχημένη επικοινωνιακή πολιτική (!), του Υπουργείου Υγείας και γενικά της κυβέρνησης.

Αν συμβαίνει το πρώτο δεν θα εκπλαγούμε καθόλου, το αντίθετο. Αν όμως συμβαίνει το δεύτερο, τότε η κα Παπαευαγγέλου θα πρέπει να επιστρατεύσει επιπλέον και τις υποκριτικές της ικανότητες, προκειμένου να διανθίσει το περιεχόμενο των κειμένων, ώστε να τα καταστήσει, λίγο περισσότερο πειστικά.

Ads

Αλλά ας δούμε προσεκτικά τι μας δίδαξε η κα Παπευαγγέλου, την περασμένη Παρασκευή στις 26 Μαρτίου.

Περί σταθεροποίησης και ηλικίας κρουσμάτων

Μετά την καλησπέρα της και τις ευχές της για χρόνια πολλά, μας είπε πως: «Το επιδημιολογικό φορτίο στην επικράτεια εξακολουθεί να είναι ιδιαίτερα επιβαρυμένο, αλλά για πρώτη φορά αυτήν την εβδομάδα είδαμε μια πρώτη εικόνα σταθεροποίησης μετά από 7 εβδομάδες συνεχούς ανοδικής πορείας της επιδημίας στη χώρα μας». Δηλαδή: «Ο κυλιόμενος μέσος όρος νέων κρουσμάτων των τελευταίων 7 ημερών είναι 2.500».

Για την τεκμηρίωση της εκτίμησής της, περί σταθεροποίησης παραθέτουμε τους μέσους όρους των προηγούμενων τεσσάρων εβδομάδων, ξεκινώντας από την αμέσως προηγούμενη, σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία του ΕΟΔΥ: 2.250, 2.100, 1.900, 1.500. Εύκολα  λοιπόν μπορεί να διακρίνει κανείς τη «σταθεροποίηση» για την οποία μας μίλησε η κα Παπαευαγγέλου.

Και συνεχίζει αμέσως μετά: «Η μέση ηλικία των κρουσμάτων είναι σταθερή στα 44 έτη και εξακολουθούμε να βλέπουμε μείωση των κρουσμάτων σε άτομα ηλικίας μεγαλύτερης των 75 ετών». Ας παραβλέψουμε την εύλογη απορία, πως παραμένει σταθερή, από τη στιγμή που υπάρχει μείωση σε μια άλλη κατηγορία και θα έπρεπε να την επηρεάζει. 

Αλλά ας δούμε τι λένε για αυτό τα στοιχεία του ΕΟΔΥ, παίρνοντας δυο διαφορετικές χρονικές περιόδους για σύγκριση. Την 19 Νοεμβρίου του 2020 όταν είχαμε 3.227 κρούσματα και την 9 Μαρτίου 2021, όταν είχαμε επίσης 3.215 κρούσματα. Πρόκειται για δυο περιόδους με ίδιο περίπου αριθμό κρουσμάτων. Αυτό που παρατηρούμε είναι ότι : η ηλικιακή ομάδα των 65 και πάνω παρουσιάζει αύξηση 3,7% και η ηλικιακή ομάδα των 40 έως 64 παρουσιάζει αντίστοιχα αύξηση 2,1 %. . Καταρίπτεται ο ισχυρισμός, ότι μειώθηκε ο αριθμός κρουσμάτων στις ηλικίες 65 και πάνω , δήθεν λόγω εμβολιασμού.

Απτόητη δε συνεχίζει αμέσως μετά : «Ο συνολικός αριθμός των διαγνωσμένων ενεργών κρουσμάτων στην επικράτεια ανέρχεται στις 23.500 κρούσματα».

Ας κάνουμε λοιπόν κι εμείς έναν απλό υπολογισμό, σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία του ΕΟΔΥ. Και μόνο το άθροισμα των νέων κρουσμάτων που προστέθηκαν στη δεξαμενή των ήδη υπαρχόντων ενεργών κρουσμάτων, τις τελευταίες 10 ημέρες (παίρνοντας υπ’ όψη μας το γεγονός ότι 10 ημέρες είναι ο μέσος χρόνος διαδρομής της νόσου, τουλάχιστον στις ήπιες μορφές της) είναι 24.034.

Αν σε αυτό προσθέσουμε και ένα μεγάλο μέρος από τις 5.000 των νοσηλευομένων που παραμένουν με τις πιο βαρειές μορφές της νόσου, στις κλίνες  COVID, πολλοί από τους οποίους ξεκίνησαν να νοσηλεύονται πολύ πριν από 10 ημέρες και παραμένουν νοσηλευόμενοι, με τις εισαγωγές να είναι πολύ περισσότερες από τα εξιτήρια, τότε πλησιάζουμε τουλάχιστον τις 29.000!

Κι όλα αυτά χωρίς να υπολογίζουμε, τα άτομα που βρίσκονταν ήδη στη δεξαμενή των κρουσμάτων, πριν να προστεθούν τα νέα κρούσματα. Είναι φανερό ότι δεν μιλάμε για το ίδιο πράγμα στο οποίο αναφέρεται η κα Παπαευαγγέλου και οι λοιποί διαχειριστές, όταν κατά καιρούς αναφέρονται στον όρο «ενεργά κρούσματα».

Είναι φανερό ότι δεν ήταν, δεν είναι και δεν θα είναι ποτέ σε θέση να υπολογίσουν τον ακριβή αριθμό, δεδομένου ότι δεν υπάρχει μητρώο ασυμπτωματικών θετικών κρουσμάτων και κρουσμάτων με ήπια συμπτώματα που παραμένουν στα σπίτια τους σε απομόνωση. Προφανώς δεν είναι επίσης σε θέση να υπολογίζουν και τον αριθμό των ατόμων που απαλλάχθηκαν  από τη νόσο.

Τους μόνους αριθμούς που γνωρίζουν είναι εκείνοι που αντιστοιχούν στις εισαγωγές στα νοσοκομεία, στους νοσηλευόμενους, στους διασωληνωμένους, στα εξιτήρια και στους θανάτους.

Δυστυχώς  όλα αυτά μαζί τα νούμερα μόνον, δεν μπορούν να αποτυπώσουν τον συνολικό αριθμό των ενεργών κρουσμάτων.

Επομένως όταν αναφέρονται σε «ενεργά κρούσματα», αναφέρονται σε αριθμούς  κατά προσέγγιση, οι οποίοι προκύπτουν από τα προηγούμενα γνωστά δεδομένα πολλαπλασιαζόμενα αυθαίρετα με κάποιον συντελεστή πχ επί 2 ή επί 3 κοκ.

Ο δείκτης θετικότητας

Η επόμενη διαπίστωση που κάνει η κα Παπαευαγγέλου στην αμέσως επόμενη παράγραφο είναι:

«Αυτό που ενδιαφέρει είναι ο δείκτης θετικότητας, δηλαδή πόσα από τα 100 τεστ που διενεργήθηκαν συνολικά ήταν θετικά. Και την εβδομάδα που μας πέρασε, για πρώτη φορά, ο δείκτης θετικότητας παρέμεινε σταθερός στο 6%».

Ξεχνάει αφενός μεν ότι το όριο πάνω από το οποίο η κατάσταση παύει να είναι διαχειρίσιμη και αρχίζει να γίνεται εκθετική είναι το 4%.  Αφ’ ετέρου δε, ο δείκτης θετικότητας δεν μπορεί να υπολογίζεται με συλλήβδην υπολογισμούς από στοιχεία που προκύπτουν από διαφορετικούς πληθυσμούς, από διαφορετικές κατανομές.

Στη συνέχεια η ίδια καταφεύγει αμέσως μετά σε ένα στοιχειώδη διαχωρισμό: στα νοσοκομεία και στις τυχαίες δειγματοληψίες. Ωστόσο και πάλι δεν απέφυγε να δηλώσει άστοχα : «Μας ενδιαφέρει η θετικότητα στα Νοσοκομεία, όπου προσέρχονται άνθρωποι με συμπτώματα». Είναι να απορείς κανείς…  Δηλαδή γιατί θα έπρεπε να ενδιαφέρει το ποσοστό θετικότητας στα νοσοκομεία, τη στιγμή που εκ των πραγμάτων δεν θα μπορούσε, παρά μόνον πολύ υψηλό να είναι.

Εκείνο που θα έπρεπε να ενδιαφέρει είναι το ποσοστό θετικότητας που υπάρχει στην κοινότητα, το οποίον δεν είναι σε θέση να υπολογίσουν, δεδομένου ότι εξακολουθούν ακόμη και σήμερα να μην κάνουν μαζικά test στην κοινότητα.  Κι αυτό σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να γίνει με τυχαίες δειγματοληψίες, τις οποίες επικαλείται για να διασκεδάσει τις εντυπώσεις, περί δήθεν επιιτελούμενης «επιδημιολογικής επιτήρησης». 

Εισαγωγές στα νοσοκομεία και εξιτήρια

Στην επόμενη παράγραφο αναφέρεται στο μέσο όρο των εισαγωγών στα νοσοκομεία, αποφεύγοντας φυσικά να αναφερθεί αντίστοιχα στον μέσο όρο των εξιτηρίων, δεδομένου ότι η θλιβερή πραγματικότητα, θα διέψευδε στη συνέχεια τον ισχυρισμό του κου Κοντοζαμάνη, ο οποίος  με αφορμή μια «στημένη ερώτηση», μας μίλησε μετά από λίγο, για το κλείσιμο της ψαλίδας εισητηρίων – εξιτηρίων, κάνοντας αναγωγή των δεδομένων μιας ημέρας, σε τάση.

Ωστόσο παραμένει ένα μεγάλο ερωτηματικό το γεγονός ότι κανείς σχεδόν δεν αναφέρεται για τη σχέση κρουσμάτων – εισαγωγών στα νοσοκομεία, που είναι ανεξάρτητη από τον αριθμό των test, ο οποίος μπορεί να κυμαίνεται κατά βούληση.  Η σχέση αυτή μπορεί να αποτυπώνει πολύ καλύτερα την πραγματικότητα.

Ο αριθμός των εισαγωγών αποτελεί τον πλέον αξιόπιστο δείκτη, δεδομένου ότι οι εισαγωγές στα νοσοκομεία, δεν μπορούν να επηρεαστούν από τους όποιους σχεδιασμούς.

Λαμβανομένων αυτών υπόψη, θα μπορούσε να προχωρήσει κανείς και σε μια επιπλέον διαπίστωση.

Ότι ο αριθμός των 470 εισαγωγών κατά μέσον όρο, δύσκολα μπορεί να αντιστοιχεί στον αριθμό κρουσμάτων που εμφανίζει ο ΕΟΔΥ., δηλαδή με μέσο όρο 2.500. Στις περισσότερες χώρες ένας τέτοιος αριθμός κρουσμάτων αντιστοιχεί σαφώς σε μικρότερο αριθμό εισαγωγών, περίπου μέχρι 200.

Συνεπώς, ανεξάρτητα από τη συζήτηση που έχει – με καθυστέρηση ξεκινήσει – περί πολλών ή λίγων test, θα έπρεπε να αρχίσει να αναζητεί κανείς μέσα από τη σχέση ακόμη κι αυτών των δηλωθέντων κρουσμάτων προς εισαγωγές, τον πραγματικό αριθμό κρουσμάτων, ο οποίος απ’ ό,τι φαίνεται στη προκειμένη περίπτωση στη χώρα μας θα πρέπει να είναι πολύ μεγαλύτερος από αυτόν που δηλώνεται, είτε με πολλά είτε με λίγα tests.

Στη συνέχεια επιχειρεί να μας τονώσει το ηθικό,  λέγοντας μας: «Χθες είχαμε μία πιο ήπια εφημερία» και αμέσως μετά,κάνοντάς μας  την τιμή να γίνουμε κοινωνοί των προσωπικών της συναισθημάτων:  «… αναφέρομαι σε ένα δειλό μήνυμα αισιοδοξίας», μας δίνει ταυτόχρονα και την επιστημονική ερμηνεία του : «…γιατί είναι πιθανό η χαμηλή προσέλευση εχθές να οφείλεται και εν μέρει στην αργία της χθεσινής ημέρας, την εθνική εορτή».  Η φοβερή αυτή διαπίστωση, τεκμηριωμένη με την αδιάσειστη επιστημονική ερμηνεία, συνοδεύεται ταυτόχρονα κι από μια πρόβλεψη, γεμάτη από βεβαιότητα: «Είναι κάτι που θα γίνει πιο εμφανές μέσα στις αμέσως επόμενες ημέρες».

Για τη Βόρεια Ελλάδα

Συνεχίζοντας τις επιδημιολογικές εκτιμήσεις της, η κα Παπαευαγγέλου μας μεταφέρει στο κλίμα που επικρατεί στην Βόρεια Ελλάδα, προβλέποντας ότι : «Τις επόμενες εβδομάδες αναμένουμε να πιεστούν και τα Νοσοκομεία της συμπρωτεύουσας, αφού το επιδημιολογικό φορτίο στην Κεντρική Μακεδονία είναι υψηλό, με 45 νέα κρούσματα ανά 100.000 πληθυσμού την ημέρα και περίπου 3.000 ενεργά κρούσματα, ενώ σχεδόν τα 2/3 αυτών βρίσκονται μέσα στην πόλη της Θεσσαλονίκης».

Ας κάνουμε λοιπόν κι εμείς με τη σειρά μας έναν απλό υπολογισμό. Πάντα με την απλή μέθοδο των τριών. 45 x 2 εκ (πληθυσμού κατ’ ελάχιστο) : 100.000 = 900 επί 7ημ χωρίς να υπολογίσουμε τα ήδηυπάρχοντα κρούσματα και χωρίς να αφαιρέσουμε τα άτομα που απαλλάχθηκαν από τη νόσο, μας κάνει 6.300.  Το δπλάσιο και πανω από 3.000 «ενεργά κρούσματα». Κάτι δεν πάει καλά ή μήπως κάναμε εμείς κάτι λάθος;

Θνητότητα και θνησιμότητα και θάνατοι εκτός ΜΕΘ

Συνεχίζοντας να εμφανίζεται καθησυχαστική, υπεισέρχεται σε έναν πολύ δύσκολο κεφάλαιο, στο κεφάλαιο της θνητότητας, την οποία συγχέει με την θνησιμότητα. «Θα ήθελα να διευκρινίσω ότι, παρά τον αυξημένο αριθμό θανάτων που βλέπουμε λόγω της έξαρσης της πανδημίας και του μεγάλου όγκου νοσηλευόμενων ασθενών το τελευταίο δίμηνο, ο δείκτης θνησιμότητας ανά επιβεβαιωμένο κρούσμα είναι σταθερά μικρότερος του 5%».

Προφανώς αναφέρεται στο CFR (Case fatality rate), που είναι θνητότητας ανά κρούσμα και στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι αυτός που απεικονίζεται στο διάγραμμα που ακολουθεί :

Δυστυχώς για την κα Παπαευαγγέλου, η οποία ως καθηγήτρια θα έπρεπε να γνωρίζει ότι όταν χρησιμοποιούμε στοιχεία δεν τα παραθέτουμε γενικώς και αορίστως όπως : «.. είναι σταθερά μικρότερος του 5% » δηλαδή πόσο;

Η αποθέωση όμως έπεται αμέσως μετά: «Συνεπώς, ο δείκτης θνησιμότητας δεν έχει μεταβληθεί».
Από που προκύπτει άραγε αυτό; Μάλλον από το ίδια πηγή δεδομένων και εμπνεύσεων της κας Παπαευαγγέλου που χρησιμοποίησε και για την κορυφαία δήλωσή της, που θα περάσει στην ιστορία : «Είναι πολύ μικρό το ποσοστό όμως των ασθενών που χάνουν τη ζωή τους εκτός ΜΕΘ, πολύ μικρό, 20% νομίζω».

Εδώ δεν χρειάζονται σχόλια…  Το περιβόλι με τις «ατάκες», έχει ολοκληρώσει την ανθοφορία του και επομένως η συγκομιδή είναι πλέον πλούσια : «Επίσης, ιδιαίτερα σημαντικό είναι να αναφερθεί ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας, δεν έχει παρατηρηθεί καμία αύξηση στο ποσοστό θανάτων στις μικρότερες ηλικίες κάτω των 65 ετών».

Ευτυχώς που υπάρχουν κι αυτές οι εκθέσεις του ΕΟΔΥ, που διαψεύδουν τον ΕΟΔΥ!

Ας ξαναπάρουμε λοιπόν δυο χρονικές περιόδους, στις οποίες είχαμε περίπου τον ίδιο αριθμό θανάτων. Στις 28 Δεκεμβρίου του 2020 και στις 22 Μαρτίου του 2021. Όπως φαίνεται προκύπτει διαφορά στην ηλικιακή ομάδα 44 – 64 ετών, της τάξης του 0,2 %. Έστω και αυτού του μεγέθους, θα έπρεπε να αναφερθεί και όχι να αποσιωπείται ένα μείζον ζήτημα με ένα απλό «είχαμε περίπου τον ίδιο αριθμό θανάτων».

Τα Self Tests

Το λογύδριο της κας Παπαευαγγέλου διανθίζεται στη συνέχεια με μια εκτενή αναφορά σε διατροφικές υποδείξεις και σε συστάσεις για fitness, στο να βγούμε σε περιπάτους στις εξοχές και άλλες πολύτιμες οδηγίες, που θα χρησιμεύσουν στον μέσο πολίτη να ξεπεράσει τα προβλήματα του εγκλεισμού και τις αντιξοότητες στη δύσκολη αυτή περίοδο, που ωστόσο – όπως μας λέει στη συνέχεια η κα Παπαευαγγέλου – πλησιάζει  στο τέλος της, επειδή θα έχουμε στα χέρια μας ένα καινούργιο, πολύ χρήσιμο και πολύτιμο εργαλείο: Τα ατομικά tests!

Δίδοντας τη σκυτάλη της επιστημονικής.. τεκμηρίωσης στον κο Μαγιορκίνη, δεν παραλείπει ωστόσο να αναφερθεί εν συντομία σε αυτά, λέγοντας: «….θα έχουμε την ευκαιρία έγκαιρης διάγνωσης, ασυμπτωματικών ή και προσυμπτωματικών ασθενών». Αυτών ακριβώς που τα συγκεκριμένα  tests δεν είναι σε θέση να ανιχνεύσουν επιτυχώς. Σύμφωνα πάντα με τις οδηγίες του CDC, του  ECDC, του συνόλου των επιστημονικών μελετών και των οδηγιών των ίδιων των κατασκευαστικών εταιρειών.

Και προσθέτει: «Σημαντικό είναι να τονιστεί ότι το ατομικό τεστ αφορά σε υγιή και συμπτωματικά άτομα, ενώ όταν ένας πολίτης έχει συμπτώματα λοίμωξης, δηλαδή, πυρετό, βήχα ή και άλλα, το αρνητικό τεστ θα πρέπει πάντα να επιβεβαιώνεται και με έναν μοριακό έλεγχο».

Ας παραβλέψουμε το γεγονός, ότι μόλις προηγουμένως είχε πει ακριβώς το αντίθετο δηλαδή:

ότι αφορά τη « διάγνωση, ασυμπτωματικών ή και προσυμπτωματικών ασθενών», διότι πως γίνεται από τη μια να συμβαίνει αυτό και από την άλλη : «να αφορά σε υγιή και συμπτωματικά άτομα».

Στην προκειμένη περίπτωση φαίνεται ότι είτε πρόκειται για το υπερτέστ, είτε ότι η κα Παπαευαγγέλου μάλλον δεν έχει καταλάβει περί τίνος πρόκειται. Εξάλλου αυτό φαίνεται και από τη οδηγία που έδωσε : «όταν ένας πολίτης έχει συμπτώματα λοίμωξης, δηλαδή, πυρετό, βήχα ή και άλλα, το αρνητικό τεστ θα πρέπει πάντα να επιβεβαιώνεται και με έναν μοριακό έλεγχο».

Πρόκειται ακριβώς για το αντίθετο: στην περίπτωση που υπάρχουν συμπτώματα το test έχει τις περισσότερες πιθανότητες να βγει Θετικό και όχι αρνητικό. Το θετικό test – σύμφωνα με τις δικές τους υποδείξεις θα πρέπει να επιβεβαιώνεται, εάν και εφόσον δηλωθεί, δεδομένου ότι δεν θα είναι υποχρεωτικό να δηλώνεται. Το μείζον πρόβλημα είναι ότι το αρνητικό test, δεν θα επιβεβαιώνεται δεδομένου ότι δεν θα δηλώνεται.

Και να τώρα πως τινάζεται κι αυτή ακόμη η χωλαίνουσα και ατελέστατη επιδημιολογική επιτήρηση στον αέρα: «Έτσι, επιτυγχάνουμε έγκαιρη ανίχνευση και απομόνωση αυτών των νέων κρουσμάτων, αλλά και ιχνηλάτηση των στενών επαφών τους με στόχο την διακοπή της αλυσίδας της μετάδοσης». Ιδού λοιπόν πως: με τη μη υποχρεωτική και ετεροχρονισμένη δήλωσή τους.

Αντί να αρχίσει επιτέλους να εφαρμόζεται η σωστή διαδικασία με μαζικά test στην κοινότητα, ανίχνευση των θετικών – απομόνωση των κρουσμάτων – ιχνηλάτηση και απομόνωση των επαφών τους – σπάσιμο των αλυσίδων,  με την νέα αυτή «στρατηγική»:

  • η πολιτεία απαλλάσσεται από την ευθύνη του ολοκληρωμένου testing 
  • απαλλάσσεται από την ευθύνη της επιδημιολογικής επιτήρησης και αναθέτει την ευθύνη στον πολίτη, ενοχοποιώντας τον με τη λογική της ατομικής ευθύνης, που εμφανίζεται πλέον ως μεταλλαγμένη με τη μορφή της «αυτοδιάγνωσης»
  • κλείνει το δρόμο στη γονιδιακή επιτήρηση.
  • τελικά συμβάλλει η ίδια πλέον στη δημιουργία ΑΛΥΣΙΔΩΝ ΜΕΤΑΔΟΣΗΣ, μέσω των  ασυμπτωματικών που θα κυκλοφορούν με ψευδώς αρνητικά tests, στην κοινότητα.

Όσο για την κα Παπαευαγγέλου, όσο κι αν ματαίως επιχειρεί να ενημερώσει και να νουθετήσει τους πολίτες «χρησιμοποιώντας την κοινή λογική», δεν καταφέρνει τίποτε περισσότερο από να την κατακρεουργεί.