Τα σχολεία θα ανοίξουν πιθανώς στις 7 Σεπτεμβρίου, μπορεί όμως η επαναλειτουργία τους να μετατεθεί και στους 14 και δεν αποκλείεται να πάει και στις 21 του μήνα. Στις τάξεις ουσιαστικά δεν θα αλλάξει τίποτα σε σχέση με τις προ κορονοϊού εποχές πέραν του ότι τα παιδιά, ακόμη και τα νήπια, θα πρέπει να φορούν υποχρεωτικά μάσκες – μια υποχρέωση την οποία θα πρέπει να διδαχθούν πάση θυσία απο τους γονείς «σαν να είναι παιχνίδι», όπως δήλωσε απο τηλεοράσεως με αυστηρό ύφος ειδικός επιστήμονας.

Ads

Η αγορά των μασκών επρόκειτο αρχικά να επιβαρύνει τους γονείς όπως είχε δηλώσει δημοσίως η αρμόδια υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως, αλλά κατόπιν προσωπικής παρέμβασης του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη θα διανέμονται δωρεάν ως έμπρακτη απόδειξη της ευαιςθησίας και της μέριμνας της κυβέρνησης για την ασφάλεια των μαθητών. Και, επίσης, καλά θα κάνουν οι γονείς να επιστρέψουν από τις διακοπές το πολύ έως τις 31 Αυγούστου και να κρατήσουν τα παιδιά τους μια εβδομάδα σε καραντίνα πριν πάνε σχολείο διότι αλλιώς θα φέρουν την ατομική ευθύνη περαιτέρω έξαρσης της πανδημίας.

Η υπόθεση θα μπορούσε να ήταν γραφική εάν δεν ήταν εξαιρετικά σοβαρή και επικίνδυνη. Και εάν η Νίκη Κεραμέως δεν επαναβεβαίωνε για μια ακόμη φορά με την χθεσινή της συνέντευξη την απόλυτη ελαφρότητα και ανεπάρκεια με την οποία διαχειρίζεται εξ αρχής τη θητείας της την Παιδεία.

Στην πραγματικότητα, εκείνο που έκανε η κυρία Κεραμέως στην χθεσινή της συνέντευξη ήταν να παραδεχτεί πως απο τον Μάρτιο που έκλεισαν τα σχολεία λόγω του κορονοϊού μέχρι σήμερα η ίδια και το υπουργείο της δεν έπραξαν τίποτα για να προετοιμάσουν το νέο μοντέλο ασφάλειας που επιβάλει για την εκπαιδευτικη και μαθητική κοινότητα η ύπαρξη της πανδημίας. Η υπουργός Παιδείας παρέπεμψε μόνον στην 1η Σεπτέμβρη για την ανακοίνωση της τελικής ημερομηνίας έναρξης της σχολικής χρονιάς, απέκλεισε την χρησιμοποίηση περισσότερων αιθουσών διδασκαλίας λόγω κόστους και απέρριψε ακόμη και τις διπλές βάρδιες στα σχολεία γιατί θα είναι πρόβλημα να κρατούν… οι γονείς τα παιδιά στο σπίτι εναλλάξ. Και όλα αυτά τα αιτιολόγησε και με το καταλυτικό επιχείρημα ότι, ούτως ή άλλως, ο αριθμός των μαθητών ανά σχολική τάξη στην Ελλάδα είναι χαμηλός καθώς ο μέσος όρος φθάνει μόλις στα 17 παιδιά.

Ads

«Βλέπω», είπε,  «συχνά να αναφέρεται γιατί όχι πρωινή και απογευματινή βάρδια. Το αξιολογήσαμε και αυτό, αλλά αφενός έχουμε  17 μαθητές ανά τάξη κατά μέσο όρο και επίσης τι θα γινόταν με τους γονείς που θα έπρεπε να κρατάνε τα παιδιά εναλλάξ; Τρίτον δε θα επαρκούσε το εκπαιδευτικό προσωπικό, και βεβαίως το κόστος θα ξεπερνούσε τα 10 εκατομμύρια ευρώ ημερησίως.».
Ο «μέσος όρος των 17 μαθητών» όμως είναι ο απόλυτος ορισμός της… μη δημιουργικής στατιστικής απο την κυρία Κεραμέως αφού συμψηφίζει τα πολυπληθή σχολεία των αστικών κέντρων με εκείνα των ακριτικών νησιών και των χωριών που έχουν ελάχιστους μαθητές για να βγάλει τον χαμηλό μέσο αριθμό ανά τάξη. Και τούτο μάλιστα, την ώρα που με το δικό της πολυνομοσχέδιο απο φέτος αυξάνεται ο μέγιστος αριθμός ανά τάξη στα 25 με 27 παιδιά.

Μοιάζει ειρωνικό, αλλά την ώρα που η Νίκη Κεραμέως κορόιδευε, ουσιαστικά, μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικούς, η Ιταλίδα ομόλογός της Λουτσία Ατσολίνα έδειχνε το πραγματικό μοντέλο υπεύθυνης κυβέρνησης. Δήλωσε ότι στην Ιταλία – που επίσης εχει έξαρση κρουσμάτων – τα σχολεία θα ανοίξουν κανονικά στις 14 του μήνα όπως είχε προαναγγελθεί απο τον Ιούνιο, με τελείως όμως διαφορετικό πλαίσιο: Θα ανοίξουν 3.000 επιπλέον σχολικές μονάδες και θα προσληφθούν 50.000 περισσότεροι εκπαιδευτικοί ώστε ο αριθμός των μαθητών ανά τμήμα να μην ξεπερνά τους 15. Τα κονδύλια που θα δαπανηθούν θα φθάσουν στα 2,5 δις ευρώ, ενώ θα δοθεί στους εκπαιδευτικούς και έκτακτο ποσο από 80 ως 100€ ως συμβολική αναγνώριση των προσπαθειών τους.
«Δεν γίνεται να γυρίσουμε πίσω σε αίθουσες – κοτέτσια», ήταν το μήνυμα της Ιταλίδας υπουργού Παιδείας που μάλλον δεν άκουσε η Νίκη Κεραμέως.

Έτσι, στην Ελλάδα, και σύμφωνα με τα στοιχεία του Κέντρου Εκπαιδευτικών  Μελετών της ΟΛΜΕ, αντι για περισσότερους φέτος θα έχουμε λιγότερους εκπαιδευτικούς στα σχολεία. Συγκεκριμένα, στην Ελλάδα προβλέπεται να εργαστούν τουλάχιστον 5.000 λιγότεροι εκπαιδευτικοί το σχολικό έτος 2020-21 σε σχέση με το προηγούμενο. Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία εάν προκρινόταν η υιοθέτηση μοντέλου Ιταλίας με περισσότερες αίθουσες και ακόμη και κατα 70% περισσότερους εκπαιδευτικούς το κόστος για τον κρατικό προϋπολογισμό θα ήταν της τάξης του 1 δις ευρώ.