Το σενάριο της αλλαγής του εκλογικού νόμου φαίνεται πως προκρίνει και «δοκιμάζει» το κυβερνητικό στρατόπεδο, ως απάντηση στην κυβερνητική φθορά και τα διαφόρων ειδών πλήγματα που δέχεται το Μαξίμου, μετατρέποντας σε άπιαστο στόχο όχι μόνο την αυτοδυναμία αλλά και το περιθώριο μετεκλογικής συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ.

Ads

Στελέχη της κυβέρνησης, με τη συνηγορία φιλικών μμε, προβαίνουν καθημερινά πλέον σε σχετικές δηλώσεις, ενώ επικαλούμενα με την πάγια τακτική, την «ανάγκη σταθερότητας στη χώρα», δικαιολογούν την ανάγκη αλλαγής εκλογικού νόμου.

Το σενάριο επιβεβαίωσε και επισήμως σήμερα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος στο πλαίσιο της ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών.

Κληθείς να απαντήσει ο Γιάννης Οικονόμου για το γεγονός ότι κορυφαία κυβερνητικά στελέχη όπως ο Γιώργος Γεραπετρίτης αναφέρονται διαρκώς στην «ανάγκη σταθερότητας στη χώρα» και σε σταθερές κυβερνήσεις, ρωτήθηκε για το αν θα υπάρξουν αλλαγές στον εκλογικό νόμο.

Ads

Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος απάντησε πως «δεν έχω να πω πολλά, τα δεδομένα είναι γνωστά. Πάγια θέση της ΝΔ είναι πως ο εκλογικός νόμος πρέπει να αποτυπώνει τους εκλογικούς συσχετισμούς και να οδηγεί σε ισχυρές και σταθερές διακυβερνήσεις – κυβερνήσεις που θα παίρνουν θαρραλέες αποφάσεις. Ο εκλογικός νόμος θα πρέπει να είναι τέτοιος που να αποτρέπει την ακυβερνησία και τις αδύναμες κυβερνήσεις».

«Θέλει η κυβέρνηση να αλλάξει τον εκλογικό νόμο, απαντήστε με ναι ή όχι», ρωτήθηκε ο Γιάννης Οικονόμου σε άλλο σημείο, για να απαντήσει. «Η κυβέρνηση προχωράει για εκλογές στο τέλος της 4ετιας με το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο. Από εκεί και πέρα, υπάρχουν ζητήματα που κανείς οφείλει να προσμετρά, και να τους δίνει τη δέουσα σημασία. Δεν έχουμε κάτι περισσότερο να πούμε».

Κατόπιν, ρωτήθηκε αν «υπάρχουν κορυφαία στελέχη που να εισηγούνται στον πρωθυπουργό να αλλάξει ο εκλογικό νόμος».

«Δεν γνωρίζω. Όταν ο πρωθυπουργός αισθανθεί την ανάγκη να μιλήσει για το ζήτημα αυτό θα το κάνει ο ίδιος σε χρόνο που θα επιλέξει, αν το επιλέξει», απάντησε.


 

Διαβάστε επίσης: Το νέο παιχνίδι του Μαξίμου με την αλλαγή του εκλογικού νόμου

Το σενάριο της αλλαγής του εκλογικού νόμου, το οποίο είχε αποκλείσει δημόσια ως «αντιθεσμικό» ο ίδιος ο πρωθυπουργός σε συνέντευξή του στην ΕΡΤ τον Ιούλιο, το επανέφερε ήδη από χθες ο Γιάννης Οικονόμου με συνέντευξή του στο Σκάι.

«Εμείς», είπε ο Γιάννης Οικονόμου, «συνεχίζουμε για τις εκλογές του 2023 με το θεσμικό πλαίσιο που υπάρχει και θα διεκδικήσουμε από τον κόσμο καθαρή εντολή να διαλέξει ο κόσμος ποια Ελλάδα θέλει και πώς θα πάμε. Όμως υπάρχουν δύο πράγματα: πρώτον η ανάγκη της σταθερότητας προβάλλει τώρα πολύ πιο έντονη και πιο απαιτητική και πιο επιτακτική απ’ ό,τι προηγουμένως. Αυτό δεν μπορεί να το προσπεράσει κανείς».

Το δεύτερο πράγμα που επισήμανε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ήταν το εξής: «Ακούω, δήλωσε, δεξιά κι αριστερά από την αξιωματική αντιπολίτευση ότι τελείωσε ο Μητσοτάκης, καταρρέει η κυβέρνηση, απώλεσε την εμπιστοσύνης της,… Αναρωτιέμαι γιατί τόσο πολύ φοβούνται ένα εκλογικό σύστημα το οποίο θα δίνει στο πρώτο κόμμα τη δυνατότητα μιας πολύ σταθερής ουσιαστικής διακυβέρνησης, οι πολιτικοί μας αντίπαλοι;».

Τις σκέψεις που ενυπάρχουν στο Μέγαρο Μαξίμου για αλλαγή του εκλογικού νόμου επιβεβαίωσε και ο Γιώργος Γεραπετρίτης, μιλώντας τη Δευτέρα στον Ant1. Ο στενός συνεργάτης του Κυριάκου Μητσοτάκη και υπουργός Επικρατείας αναφέρθηκε στις δύσκολίες συνεργασίες λόγω «τοξικού κλίματος», υπογραμμίζοντας πως όταν υπάρχουν κόμματα που δεν θέλουν τις συνεργασίες, η χώρα δεν μπορεί να μείνει ακυβέρνητη».

Την όλη συζήτηση υποδαύλισε και το Μαξίμου με διαρροές σχετικών σεναρίων σε κυριακάτικες εφημερίδες, και η εκτίμηση που υπάρχει τόσο στην αντιπολίτευση όσο και σε κύκλους εντός ΝΔ είναι πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιχειρεί να κάνει μια πρώτη αναγνώριση εδάφους και να «αγοράσει» αντιδράσεις. O ίδιος θεωρείται πως ήταν ο στόχος και της Ντόρας Μπακογιάννη που, πρώτη, είχε ξανανοίξει δημόσια το κεφάλαιο του εκλογικού νόμου.

Πίσω από αυτή την τακτική βρίσκεται ένα πολιτικό σκεπτικό που βασίζεται σε τρία ευνοϊκά – κατά την ανάγνωση του Μαξίμου τουλάχιστον – στοιχεία: Το ένα είναι το γεγονός πως, δημοσκοπικά, η κυβέρνηση δεν δείχνει να υφίσταται καίριο πλήγμα από το σκάνδαλο των υποκλοπών το οποίο δεν είναι ψηλά στις προτεραιότητες των πολιτών. Το δεύτερο είναι πως, επίσης δημοσκοπικά, ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να μην διαμορφώνει ρεύμα ανατροπής. Και το τρίτο είναι πως πλέον υπάρχει ρεαλιστική προοπτική πανευρωπαϊκής παρέμβασης για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης – γεγονός, που γεννά προσδοκίες στο πρωθυπουργικό επιτελείο ότι θα συγκρατηθεί η κοινωνική δυσφορία και, κατ’ επέκταση και η πολιτική φθορά για την κυβέρνηση.