Η πρωτοεμφανιζόμενη οργάνωση «6η Δεκέμβρη» ημέρα της δολοφονίας του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, ανέλαβε με τηλεφώνημά της στη zougla.gr την ευθύνη για την βομβιστική επίθεση εναντίον της γενικής γραμματείας Τύπου την Παρασκευή 15 Ιανουαρίου 2010.

Ads

Επίσης, η οργάνωση αναλαμβάνει την ευθύνη για την αποστολή σφαιρών των 9mm στον δημοσιογράφο Γιάννη Πρετεντέρη και στον δικηγόρο Αλέξη Κούγια στις 21 Δεκεμβρίου 2008.

Σύμφωνα με την ιστοσελίδα «η ανδρική φωνή που ακούστηκε στο τηλέφωνο πληροφόρησε ότι στην οδό Μαυρομιχάλη 152 στα Εξάρχεια, σε ένα ερειπωμένο σπίτι και κάτω από μία γλάστρα βρισκόταν η προκήρυξη της οργάνωσης με την οποία αναλάμβανε την ευθύνη για την βομβιστική επίθεση».

Ο εκρηκτικός μηχανισμός στη γγ. Τύπου ήταν ίδιος με αυτόν που τοποθετούν οι «Πυρήνες της φωτιάς» και γι αυτό σύμφωνα με μέσα ενημέρωσης, οι άνδρες της αντιτρομοκρατικής εξετάζουν σοβαρά το ενδεχόμενο να είναι η ίδια οργάνωση με άλλο όνομα, ή κάποια νέα που επέλεξε το συγκεκριμένο όνομα συμβολικά.

Ads

Όπως ανέφερε ανώτατος αξιωματικός της Αστυνομίας, θεωρούν ότι η προκήρυξη είναι γνήσια και εξετάζεται με ιδιαίτερη σοβαρότητα.

Πατήστε εδώ και δείτε το κείμενο της προκήρυξης

Ακολουθεί ολόκληρο το κείμενο της προκήρυξης:

«…. Εάν τηρείτε τους νόμους σας τόσο το χειρότερο για εσάς. Η κρατική βία νομιμοποιεί τα πλέον αιματηρά αντίποινα και μετά την πνιχτή φωνή των όπλων, θα ακούσετε μια άλλη πιο δυνατή φωνή, τη φωνή του δυναμίτη…»

Ο ένοπλος αγώνας είναι μια συνιστώσα ενός πολυμορφικού κινήματος. Έχει το δικό του χώρο και χρόνο στην επαναστατική ιστορία. Είναι αναπόφευκτο μέρος του αγώνα, όχι επειδή ο εξεγερμένος τον αποζητά λόγο ιδιοτροπίας ή φετιχισμού αλλά επειδή θα εμφανιστεί στο δρόμο του ως αποτέλεσμα μίας σειράς συγκυριών( πολιτικών, κοινωνικών, οικονομικών). Σε μια εξουσία οπλισμένη με ένστολους φονιάδες, σ’ ένα μηχανισμό οχυρωμένο με φυλακές- λευκά κελιά , εμείς χαράσσουμε μια σαφή διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σε εμάς και τον εχθρό. Όσο θα υπάρχουν νόμοι που θα μας καταδικάζουν, όσο θα θάβετε ζωντανούς τους συντρόφους μας τόσο εμείς θα εμβαθύνουμε τις γραμμές της ένοπλης αναμέτρησης.

Συστηνόμαστε σήμερα για πρώτη φορά δημόσια, με την ονομασία Ε.Ο. 6 ΔΕΚΕΜΒΡΗ. Η επιλογή μας να χρησιμοποιήσουμε την ημερομηνία της δολοφονίας του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου δεν έγινε μόνο για να αποδώσουμε ένα φόρο τιμής στο πρόσωπο του. Θα ήταν ίσως πιο εύστοχο αν χρησιμοποιούσαμε μια απ’ τις ημερομηνίες θανάτου εκατοντάδων ντόπιων και μεταναστών που εκτελούνται ” αθόρυβα ” στα σύνορα, στις φτωχογειτονιές και στα αστυνομικά τμήματα. Για όλους αυτούς τους θανάτους που η κοινή γνώμη και οι δημοσιογράφοι της ποτέ δεν σοκαρίστηκαν, δεν εξοργίστηκαν, δεν συγκινήθηκαν.

Η ημερομηνία αυτή δεν νοηματοδοτείτε για εμάς μόνο από το θάνατο του Αλέξη αλλά κυρίως από αυτό που ακολούθησε. Την εξέγερση. Δεν διακατεχόμαστε από την αλαζονεία ότι η οργάνωση μας εκφράζει την εξέγερση του Δεκέμβρη, ούτε από την αυταπάτη ότι αποτελεί τη συνέχεια της με άλλα μέσα. Η υπογραφή μας εκφράζει μόνο εμάς και τη ψυχή μας. Τα δάκρυα και το μίσος μας. Την εκδίκηση. Την ελπίδα και την άγρια χαρά της εξέγερσης που ζήσαμε. Τον όρκο που δώσαμε τις μέρες εκείνες, πως όταν πια όλα θα είχαν σιγάσει εμείς δεν θα ξαναγυρίζαμε πίσω. Και πράγματι εκείνος ο Δεκέμβρης πέρασε και ίσως αργήσει να ξανάρθει όμως οι υποσχέσεις μείνανε, και το χρέος μας πλέον είναι να οργανώσουμε τους δικούς μας καθημερινούς Δεκέμβρηδες.

Δεν είναι στις προθέσεις μας με την υπογραφή μας να προκαλούμε μια δήθεν συγκινησιακή φόρτιση ή μια αναπόληση της εξέγερσης σαν μια όμορφη ανάμνηση. Σιχαινόμαστε τις επετείους αρνούμαστε τους συμβολισμούς. Η εκτέλεση του Αλέξη και η εξέγερση που ακολούθησε δεν ήταν πράξεις συμβολικές. Ήταν καθοριστικά γεγονότα. Και τα γεγονότα παράγουν προτάγματα. Και αυτό ακριβώς επιδιώκουμε. Μέσα απ’ τα γεγονότα που δημιουργούμε με τις ενέργειες μας να αποτυπώσουμε το πρόταγμα του Δεκέμβρη. Το πρόταγμα μιας εξεγερμένης ζωής.

ΑΤΕΝΙΖΟΥΜΕ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΑΞΙΔΕΥΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ.

Και να λοιπόν που έρχεται η σειρά μας να αποτυπώσουμε τη δικιά μας ερμηνεία για την εποχή που διανύουμε. Να περιγράψουμε τις δικές μας αποφάσεις για την επιλογή μας να οργανωθούμε στον ένοπλο αγώνα. Όμως πριν ξεκινήσουμε να μιλάμε πρέπει πρώτα να ταξιδέψουμε στο παρελθόν και να συναντήσουμε τις ρίζες μας. Να πάμε εκεί που άρχισαν όλα. Να ξεκινήσουμε από τις συγκυρίες που γέννησαν το εγχώριο αντάρτικο πόλης, να συνεχίσουμε μέχρι τη πτώση και τον εκφυλισμό του για να καταλήξουμε και πάλι εδώ, στο σήμερα, στη μαζική επανεμφάνιση του.

Συναντάμε λοιπόν τις ρίζες μας στη μεταπολιτευτική περίοδο και στους επαναστάτες της άκρας αριστεράς. Είναι η περίοδος της εργασιακής αναδιάρθρωσης που επέφερε το νεόφερτο καπιταλιστικό μοντέλο του Καραμανλή, με την επίσημη αριστερά να συνυπογράφει τη κοινωνική ειρήνη που όμως αυτί’] δεν λέει να έρθει. Κατειλημμένα εργοστάσια, αυτόνομα σωματεία, άγριες απεργίες και συγκρούσεις με τους μπάτσους , εισβολή διαδηλωτών στην Αμερικάνικη πρεσβεία και εμπρησμός της Αγγλικής είναι οι διάσπαρτες εικόνες του κοινωνικοταξίκου πολέμου της εποχής. Άλλωστε, είναι η συλλογική ιστορική μνήμη, με πιο πρόσφατη την εμπειρία της χούντας που είχε ριζώσει στη συνείδηση ενός μεγάλου κομματιού της Ελληνικής κοινωνίας, τη μορφή του εχθρού στο πρόσωπο του μπάτσου, του φασίστα, του Αμερικάνου, του εργοστασιάρχη. Είναι αυτή η μνήμη απ’ την οποία εφορμούν οι πρώρες ένοπλες οργανώσεις με εκτελέσεις Αμερικάνων πρακτόρων και βασανιστών της χούντας αλλά και ανατινάξεις ντόπιων και πολυεθνικών μεγαλοεταιριών. Είναι ενέργειες που συνδέονται και οξύνουν τους κινηματικούς αγώνες της εποχής. Είναι ενέργειες με απήχηση και ευρεία κοινωνική αποδοχή.

Η δράση των ένοπλων οργανώσεων τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης σκιαγραφεί τη στρατηγική αυτού που σαν όρο ονομάζουμε κοινωνικό αντάρτικο. Από τη Λατινική Αμερική ως την Ευρώπη η ιστορία μας διδάσκει ότι το κοινωνικό αντάρτικο, αντικρατικό ή εθνικοαπελευθερωτικό , έχει ως σταθερό σημείο αναφοράς του την απήχηση στα λαϊκά στρώματα. Γεννιέται και αναπτύσσεται είτε μέσα από μια γενικευμένη κοινωνική δυσφορία (φτώχεια, δικτατορίες) είτε μέσα από τα κινήματα αμφισβήτησης που ακμάζουν σε περιόδους με έντονες κοινωνικοπολιτικές διεργασίες (Ευρώπη δεκαετία ’60). Η πεμπτουσία του κοινωνικού αντάρτικου βρίσκεται σ’ αυτό που οι ΤΟΥΠΑΜΑΡΟΣ τόσο λιτά διατύπωναν ” δίχως λαϊκή υποστήριξη δεν μπορεί να υπάρξει αντάρτικο”. Αυτό επεδίωκαν οι αντάρτες στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης και γι’ αυτό με τις ενέργειες τους διεκδικούσαν μια διαλεκτική σχέση με το κίνημα και τους αντιστεκόμενους ώστε να προωθήσουν τον ένοπλο αγώνα σαν μια εφικτή προοπτική για τη κοινωνική ανατροπή.

Η δεκαετία του 80 βρίσκει τις ένοπλες ομάδες μπροστά σε ραγδαίες κοινωνικές εξελίξεις. Η Ελληνική κοινωνία αρχίζει να αλλάζει και να αποκτά μια νέα ιδεολογία ζωής. Η μέχρι τότε εμφυλιακή ατμόσφαιρα αρχίζει να θεωρείται οπισθοδρομική και οι πολιτικές συζητήσεις στους εργασιακούς χώρους και στα καφενεία περνούν σιγά, σιγά στη σφαίρα της επικοινωνιακής γραφικότητας. Η Ελλάδα κοιτάει μπροστά, προχωράει προς το νέο Ευρωπαϊκό της περιβάλλον.

Σ’ αυτό το νέο κοινωνικό συμβόλαιο εθνικής συσπείρωσης και ειρηνικής συμπόρευσης προς τη “νέα εποχή” οι κοινωνικοπολιτικές ζυμώσεις παραδίνονται οριστικά στο καπιταλιστικό μοντέλο ζωής. Η “αλλαγή” του 1ΙΑΣΟΚ και η φενάκη της ιστορικής δικαίωσης των αριστερών που πλέον ‘” κυβερνούσαν τον τόπο” οδήγησε στη πλήρη απονεύρωση της μέχρι τότε μαχόμενης εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς και ουσιαστικά στη σίγαση των κοινωνικοταξικών αγώνων.

Οι εγχώριες αλλά και παγκόσμιες βαθιές διαρθρωτικές αλλαγές δημιουργούν ένα νέο σύστημα αξιών. Η ταξική αναδιάρθρωση στην Ελλάδα ολοκληρώνεται ουσιαστικά μετά τη πτώση του ανατολικού μπλοκ και τη μαζική εισροή μεταναστών. Ένα πάμφθηνο εργατικό δυναμικό έρχεται να προσφέρει τις υπηρεσίες του ώστε να γίνει η Ελλάδα ένα σύγχρονο δυτικού τύπου κράτος. Η μικροαστικοποίηση της εργατικής τάξης μετατρέπει τον μέχρι τότε μεροκαματιάρη εργάτη σε νοικοκυραίο και αφεντικό που πλουτίζει από την αδυσώπητη εκμετάλλευση της μαύρης εργασίας των μεταναστών Ο εργάτης έχει Αλβανούς να δουλεύουν γι’ αυτόν και πλέον παίζει στο χρηματιστήριο. Η ταξική συνείδηση γίνεται η συνείδηση των κοροίδων που δεν αρπάζουν την ευκαιρία για γρήγορο πλουτισμό.

Ο αγώνας δεν δικαιώνεται ποτέ, γιατί ο δυτικός τρόπος ζωής παρέχει και με το παραπάνω τις “λύσεις” στο ζήτημα του βιοπορισμού με μια επίπλαστη αλλά ιδιαίτερα ευφάνταστη ποιότητα ζωής. Ο Έλληνας πλέον μπορούσε να πλουτίσει, να χτίσει σπίτια, να αγοράσει αυτοκίνητα, να δει τα νέα προγράμματα της ιδιωτικής τηλεόρασης. Μπροστά σε αυτή τη νέα πραγματικότητα ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 80 οι ένοπλοι σχηματισμοί άρχισαν ολοένα να μειώνονται, είτε γιατί ένοιωσαν ότι έχασαν το στοίχημα της ανατροπής είτε γιατί και οι ίδιοι οι αντάρτες υπέκυψαν στα θέλγητρα της καπιταλιστικής ‘ευημερίας». Όμως ακόμα και όσες ένοπλες οργανώσεις συνέχισαν τον αγώνα, υπέπεσαν στο ιστορικό σφάλμα των περισσότερων οργανώσεων με μακροχρόνια δράση. Δεν μπόρεσαν δηλαδή να επαναπροσδιορίσουν τη στρατηγική τους μπροστά στα νέα δεδομένα.

ΜΙΛΩΝΤΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΝΟΠΛΟ ΑΓΩΝΑ ΣΗΜΕΡΑ

Οι συλλήψεις των μελών της 17Ν το 2002 ουσιαστικά κλείνουν τον ιστορικό κύκλο της μεταπολίτευσης. Το κράτος τελειώνοντας και με τη τελευταία εκκρεμότητα που άφησε η μεταπολίτευση επεδίωξε να ξαναγράψει την ιστορία με την δικιά του ερμηνεία. Την ερμηνεία του νικητή. Οι προπαγανδιστικοί μηχανισμοί επιδόθηκαν σε μια ανελέητη συκοφάντηση των μελών της 17Ν σε μια προσπάθεια να τους απογυμνώσουν πολιτικά και να διαστρεβλώσουν τον αγώνα τους. Μπροστά στα γεγονότα η περίφημη γενιά του πολυτεχνείου και η ευρύτερη αριστερά σφύριζαν αδιάφορα, διαχώριζαν τη θέση τους ή παρέμβαιναν μιλώντας για εμμονικούς. Αυτός ο γελοίος συρφετός των παλαίμαχων αγωνιστών πιστοποιούσε τη νίκη της δημοκρατίας μιλώντας για τον αγώνα σε παρελθοντικό χρόνο. Σαν κάτι που πρέπει να θαφτεί στη λήθη, σαν κάτι που δεν έχει λόγο να συμβαίνει σήμερα.

Δεν ξέρουμε αν μπορούμε να μιλήσουμε με όρους νίκης ή ήττας για το επαναστατικό κίνημα των προηγούμενων δεκαετιών. Μπορούμε όμως να πούμε ότι σήμερα διανύουμε τη συγκυρία της παγκόσμιας ύφεσή του. Η ταξική και κοινωνική συνείδηδη είναι πλήρως ξεχασμένες στο χρονοντούλαπο της ιστορίας και παραδομένες στις παραινέσεις της σύγχρονης βιομηχανίας συμπεριφορών. Στο life style και την εξατομίκευση. Στη μοναξιά, το φόβο και τη παθητικότητα. Ζούμε την πιο εξελιγμένη μορφή κοινωνικής συναίνεσης, στην επιβολή μιας επιστημονικής ορθολογικοποιημένης αποδοχής της καταπίεσης.

Ζούμε στην εποχή της διάψευσης του λόγου και της αλλοίωσης των νοημάτων. «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» της αγοράς, «ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ» της τεχνολογίας. Οι επιθέσεις μας πλέον έγιναν παρεμβολές στην ομαλή ροή του τηλεοπτικού προγράμματος. Τηλεπαιχνίδι, διακοπή, έκτακτο δελτίο, εικόνες καταστροφής, διαφημίσεις, και πάλι τηλεπαιχνίδι. Και ο εχθρός σήμερα δεν είναι ξεκάθαρος και ορατός γιατί η Δημοκρατία γεννάει τα εγκλήματα χωρίς ενόχους. Τους πολέμους στο όνομα της ειρήνης, τη βία και τη καταστολή στο όνομα της προστασίας του πολίτη.

Εμείς ερχόμαστε από μια άλλη εποχή. Ερχόμαστε από τη πιο παράξενη εκδοχή της ιστορίας. Ερχόμαστε από μια ισοπεδομένη κοινωνία που βασιλεύει ο πόλεμος όλων εναντίον όλων. Ερχόμαστε από την ασφυξία, τους επίγειους υπονόμους των πόλεων και τα διαμερίσματα κλουβιά για αρουραίους. Ερχόμαστε από την ιδεολογία της μη βίας, της ματαιότητας και της παράδοσης. Της μαστούρας και των βιντεοπαιχνιδιών. Ερχόμαστε από την εποχή του φετίχ, της πόζας, του κάλπικου και της εικόνας. Ερχόμαστε από την εποχή των δημοσίων σχέσεων και του προλεταριάτου που πλέον «τα σπάει» στη Μύκονο. Ερχόμαστε από την απομόνωση, απ’ τις νευρώσεις και την ψυχική κατάπτωση. Ερχόμαστε από μια ξεφτιλισμένη ζωή.

Και εσείς σύντροφοι που βρίσκεστε κάπου εκεί πάνω χύνοντας το αίμα σας για ένα καλύτερο κόσμο ακούστε κι αυτό. Το αίμα στις δουλειές δεν μας το πίνουν πλεόν μόνο οι κοιλαράδες ορκισμένοι εχθροί του προλεταριάτου αλλά και οι αριστεροί πρώην συναγωνιστές σας. Μας πίνουν το αίμα οι κατατρεγμένοι αυτού του κόσμου, και οι μετανάστες που έγιναν αφεντικά έγιναν χειρότεροι απ ότι Ελληναράδες. Και μπάτσοι, σύντροφοι δεν γίνονται πλέον μόνο οι γόνοι φασιστοοικογενειών αλλά και οι παιδικοί μας φίλοι και συμμαθητές που αλητεύαμε μαζί στις γειτονιές μας.

Σήμερα λοιπόν εκείνη η περίφημη ρήση των ΤΟΥΠΑΜΑΡΟΣ για λαϊκή υποστήριξη στον ένοπλο αγώνα δεν βρίσκει πια το χώρο να δικαιωθεί. Μιλάμε γι κοινωνική επανάσταση και την άμεση σχέση της με τον ένοπλο αγώνα όμως δεν μπορούμε να “υπηρετήσουμε” τη στρατηγική του κοινωνικού αντάρτικου όπως αυτή διαμορφώθηκε από συντρόφους που έδρασαν σε μια τελείως διαφορετική συγκυρία. Σήμερα δεν μπορούμε να μιλήσουμε για τη δημιουργία του “ένοπλου αντιμπεριαλιστικού μπλοκ στη καρδιά των δυτικών μητροπόλεων” ούτε για την εργατική αυτονομία. Ο ένοπλος αγώνας σήμερα πρέπει να θέσει τα ίδια ερωτήματα που έθετε στο παρελθόν όμως σε διαφορετική βάση. Ποιοι είναι οι κοινωνικοί συσχετισμοί και κατά πόσο μας επηρεάζουν, σε ποια φάση βρίσκετε το κίνημα και ποια η σχέση μας με αυτό, τι ακριβώς μπορούμε να επιδιώκουμε στρατηγικά μέσω του ένοπλου αγώνα.

Ο ΤΡΙΤΟΣ ΠΟΛΟΣ ΚΑΙ Η ΠΟΛΙΤΙΚΉ ΣΕ ΠΡΩΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ

Η στρατηγική ως ενεργός θεωρία

Ο αντάρτης πόλης δεν είναι αποκομμένος από τη κοινωνική ζωή. Είναι μέσα σ’ αυτή, είναι κομμάτι της. Εμπλέκεται μαζί της και την ερμηνεύει ώστε να γίνει πιο εύστοχος. Σήμερα που ο ένοπλος αγώνας διεξάγεται σ’ ένα περιβάλλον αλλοιωμένων νοημάτων και σχέσεων δεν μπορούμε να εστιάζουμε το ενδιαφέρον μας μόνο στο πόσα κτήρια θα ανατινάξουμε ή πόσους λακέδες θα εκτελέσουμε. Άλλωστε ξέρουμε καλά ότι τη θέση τους θα πάρουν καινούργια πιο προστατευμένα κτήρια και οι λακέδες θα προσλάβουν καλύτερα εκπαιδευμένους φρουρούς.

Το στρατηγικής σημασίας ζήτημα για εμάς είναι το πώς με τις ενέργειες μας θα διαρρήξουμε τις κοινωνικές σχέσεις που συντηρούν αυτό τον κόσμο. Το πώς θα ξαναπάρουμε απ’ την αρχή τις λέξεις, για να γίνουν και πάλι δικές μας, για να ξαναγίνουν αιχμηρές. ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, ΑΓΩΝΑΣ, ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ… Για να αναλύσουμε καινά αποδιοργανώσουμε τις σύγχρονες κοινωνικές σχέσεις δεν θα ανατρέξουμε σε βιβλία με κοινωνιολογικές προσεγγίσεις αλλά θα εντρυφήσουμε στο μέσα μας. Γι’ αυτό και δεν ψάχνουμε για αλήθειες. Για εμάς καμία παγιωμένη άποψη, καμία ιδεολογία δεν είναι ικανή να ερμηνεύσει αυτό που ζούμε σήμερα. Ο δικός μας λόγος αρθρώνεται μέσα απ* τη καθημερινή ζωή. Μέσα από τις δικές μας φοβίες, συμβάσεις και αντιφάσεις Γιατί μόνο αν ανακαλύψουμε αυτό που υπάρχει μέσα μας θα μπορέσουμε να καταστρέψουμε κι αυτό που υπάρχει γύρω μας. “… Είναι αδύνατον να κατανοήσεις τη καθημερινότητα χωρίς να την αρνηθείς. Είναι αδύνατο να τη γνωρίσεις μέχρι τέλους χωρίς να αγωνιστείς για να την αλλάξεις.

Η Ε.Ο. 6 ΔΕΚΕΜΒΡΗ είναι για το καθένα από εμάς ένα πείραμα. Με εργαλείο μας την ίδια την οργάνωση, ορίζοντας τη πρώτα απ’ όλα σαν σχέση, διεκδικούμε τη σταδιακή απελευθέρωση από τα μικροαστικά κατάλοιπα μας και τον επαναπροσδιορισμό της σχέσης με τον ίδιο μας τον εαυτό μέσα από μια νέα συλλογική ταυτότητα. Τη ταυτότητα του ένοπλου αγώνα. Όμως αυτός είναι ο δικός μας τρρπος και η δική μας επιλογή. Δεν προτείνουμε τα όπλα σαν την μόνη λύση γιατί αυτά από μόνα τους δεν καθιστούν κανένα σαν επαναστάτη.Γι’ αυτό και οι επιλογές μας δεν μας διαχωρίζουν από κανένα παρά μόνο από τους εχθρούς μας. Το ζήτημα για εμάς δεν έχει να κάνει με τα μέσα αλλά με τον ίδιο τον σκοπό. Και σκοπός για εμάς είναι να αγωνίζεσαι πραγματικά από όποιο μετερίζι κι αν το κάνεις. Αυτό είναι που μετράει.

Προπαγανδίζουμε το τρίτο πόλο και τη πολιτική σε πρώτο πρόσωπο, προωθώντας το στοίχημα για τη δημιουργία ενός νέου σημείου αναφοράς. Ενός νέου σημείου συνάντησης συντρόφων που στοχεύουν σε μια αποιδεολογικοποιημένη προσέγγιση του αγώνα ξεκινώντας από το μηδέν. Από τον ίδιο τους τον εαυτό. Από τη στιγμή που θέσαμε αυτό το στοίχημα επιλέξαμε να μένουμε μακριά από τη περικύκλωση του σύγχρονου “επαναστατικού” lifestyle. Μακριά από τα ιδεολογικοποιημένα ψευδοδιλλήματα που θέτει. Αναρχικός ή μηδενιστής ,κοινωνιστής ή αντικοινωνιστής.

Έννοιες ξεχειλωμένες που τείνουν να γίνουν πλέον είτε κωδικοί πρόσβασης και αποδοχής σε ομάδες, είτε θεαματικές ορολογίες διαχωρισμού από αυτές. Κώδικες, ρόλοι, πρότυπα συμπεριφοράς είναι αυτά που διαμορφώνουν μια αλλοτριωμένη “επαναστατική” ταυτότητα. Είναι τα στοιχεία που συντελούν στη πολιτική μας ήττα. Οι “σκληροί’ ‘και οι θαυμαστές τους, οι ρήτορες και το κοινό τους, οι κάθε απόχρωσης αρχηγίσκοι και οι ακολουθητές τους ,οι “ουδέτεροι” και οι καλές προθέσεις τους. Έτσι όχι μόνο η ζωή αλλά και ο ίδιος αγώνας δεν βιώνεται ως τέτοιος παρά μόνο ως αναπαράσταση. Γι” αυτό σήμερα αν θέλουμε να μιλήσουμε ξανά για την υπόθεση της επανάστασης πρέπει πριν απ’ όλα να μιλήσουμε για εμάς. Για το πώς απ’ τη στιγμή που περνάμε στον αγώνα ξεπερνάμε τον εαυτό μας και αποδεσμευόμαστε απ’ τα συμπτώματα της μέχρι τότε ζωής μας. Από τη δειλία, τις καβάτζες ,τους εγωισμούς, τη σιωπηλή συναίνεση, την ιδιοτέλεια ,τους ανταγωνισμούς. Γιατί αν θέλουμε σύντροφοι να αλλάξουμε αυτόν τον κόσμο πρέπει πρώτα να τον ξεράσουμε από μέσα μας. Γιατί η επανάσταση δεν είναι μόνο μια μελλοντική ανατροπή αλλά ο τρόπος που ζούμε και αγωνιζόμαστε σήμερα. Όλα τ’ άλλα βρωμάνε ιδεολογία και επανάληψη.

Λένε πως πρέπει να μάθεις να αφήνεις τα χνάρια σου στο χιόνι. Για να μην χαθείς, για να σε βρουν οι υπόλοιποι. Στο ζήτημα της απεύθυνσης δεν έχουμε εναποθέσει φρούδες ελπίδες. Ξέρουμε καλά ότι σήμερα ο ένοπλος αγώνας δεν μπορεί να “ξεσηκώσει τις μάζες”, όμως ξέρουμε ότι εκεί έξω δεν έχουν χαθεί τα πάντα και η εξέγερση του Δεκέμβρη έγινε για να μας το υπενθυμίζει. Δεν θα χωρίσουμε τη κοινωνία σε δυο στρατόπεδα. Δεν υπάρχουν μόνο αυτοί που αγωνίζονται κι αυτοί που συναινούν, ούτε και θεωρούμε εχθρούς μας όσους δεν βρίσκονται άμεσα στο πλευρό μας.

Όμως δεν χαϊδεύουμε κι αυτιά. Ένα μεγάλο κομμάτι του κοινωνικού σώματος εμφορείται απ’ τα κυρίαρχα ιδεολογήματα που τους καθιστούν αυτόματα εχθρούς μας. Οι ρουφιάνοι, οι νταβατζήδες, οι δεσμοφύλακες, οι πρεζέμποροι, οι φασίστες και τα μικρά και μεγάλα αφεντικά που διαφεντεύουν τις ζωές μας, από εδώ και στο εξής βρίσκονται και αυτοί στο στόχαστρο μας. Πέρα όμως από αυτούς που συστρατεύονται με τη κυριαρχία υπάρχουν και κάποιοι άλλοι. Και είναι αρκετοί. Είναι ο κόσμος της εξέγερσης του Δεκέμβρη. Είναι και εκείνοι που μπορεί να μην συμμετείχαν σ’ αυτή, αλλά την υπερασπίστηκαν σαν δικό τους κομμάτι.

Είναι οι μοναχικοί, τα “αουτσάιντερ”, αυτοί που διαφέρουν μέσα στον απέραντο βούρκο της κοινωνικής ηλιθιότητας, αυτοί που σαν απενεργοποιημένες ωρολογιακές βόμβες εμείς θέλουμε σήμερα θα ξαναθέσουμε σε λειτουργία. Σ’ αυτούς λοιπόν εμείς απευθυνόμαστε και με τις ενέργειες μας τους ενθαρρύνουμε να αγωνιστούν, και μαζί να ανακαλύψουμε τους τρόπους να αντιμαχόμαστε τη καθημερινή μας φρίκη. Γι’ αυτό κι εσύ φίλε που τώρα διαβάζεις αυτές τις γραμμές ότι κι αν ακούσεις για μας μην το πιστέψεις. Μην πιστέψεις αυτούς που θα σου πουν για πορωμένους εγκληματίες ή αυτούς που θα μιλήσουν για σκοτεινούς επαναστάτες βγαλμένους από μυθιστορήματα. Δεν διαφέρουμε σε τίποτα. Μπορεί να είμαστε οι γείτονες σου, οι συνάδελφοι σου στη δουλειά, η παρέα που συχνάζει στην ίδια καφετέρια με σένα.

Τα χνάρια στο χιόνι παραμένουν. Έτσι μπορούμε να βρούμε τα μονοπάτια που οι σύντροφοι άφησαν μισά και να τα διαβούμε μέχρι εκεί που θα μας πάει. Και ύστερα να έρθουν οι επόμενοι και να τα συνεχίσουν. Με τις ενέργειες μας σήμερα περιφρουρούμε τους ιστορικούς κρίκους στην αλυσίδας της επαναστατικής παράδοσης. Από τους Τουπαμάρος και τον Τσε μέχρι την Ουλρίκε Μαινχοφ και τον Δημήτρη Κουφοντίνα, έχουμε το ιστορικό χρέος να συνεχίσουμε. Γιατί όσο αυτή η αόρατη ανθρώπινη αλυσίδα θα κρατάει στο πέρασμα των χρόνων τόσο η ιστορία δεν θα δείχνει να τελειώνει. Παρά μόνο όταν το πούμε εμείς. Κι ακόμα έχουμε πάρα πολλά να πούμε…

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Ή Ο ΜΥΘΟΣ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ

Η δημοκρατία δεν μας κάνει ελεύθερους. Και αν ακόμα επιμένετε πως μέσα σ’ αυτήν δεν υπάρχουν αδιέξοδα, εμείς σας λέμε πως ” περάσματα” δεν βρήκαμε ακόμα. Η δημοκρατία δεν είναι κάτι μεταφυσικό, κάτι μακρινό από εμάς. Είναι η καθημερινή μας ζωή. Είναι ο τρόπος που περιγράφουμε την πολιτισμική ένδεια των σύγχρονων μεγαλουπόλεων. Την ανέχεια, τη φτώχεια, την αλλοτρίωση, τη μοναξιά.

Σήμερα η δημοκρατία εγκωμιάζεται με υπερηφάνεια από ‘”φουσκωμένους” πολιτικούς, “αδέκαστους” εισαγγελείς, “αδιάφθορους” μπάτσους, “φιλαλήθεις” δημοσιογράφους, “φιλάνθρωπους” πλουτοκράτες. Και είναι τώρα που πρέπει να την αποκαθηλώσουμε από την “ιερότητα” της και να τη πετάξουμε εκεί που της αξίζει. Στο βόθρο της ιστορίας. Και είναι τώρα που πρέπει να τελειώνουμε με αυτή τη αλλοτρίωση που επιβάλλει υποσυνείδητα τις ψευδαισθήσεις. Τη ψευδαίσθηση του “τελειότερου” πολιτεύματος της ιστορίας, την ψευδαίσθηση της ομαλότητας, της ισότητας και της ειρήνης. Να επιτεθούμε στη δημοκρατία καταστρέφοντας ότι καταστέλλει το άτομο και το “εγώ” του. Τη σκέψη και τη συνείδηση του. Τις φυσικές αλήθειες και επιθυμίες τοψ Να τσαλακώσουμε την ηρεμία και τη σιωπή, τα εχέγγυα που επιβάλλει το καθεστώς για μία καλοβολεμένη ζωή πάνω στα πρότυπα που το ίδιο μας προβάλει.

Οι κάλπικες και ποταπές επινοήσεις όπακ το έθνος ,το κράτος, η θρησκεία, το χρήμα είναι μέρος των διαχρονικών μηχανισμών πειθάρχησης.Είναι οι αξίες που μένουν αναλλοίωτες στο πέρασμα του χρόνου, είναι αυτά που ονομάζουμε “κοινωνικά επινοήματα’. Αυτά τα σιχαμένα επινοήματα είναι αναπόσπαστα και απαραίτητα κομμάτια για την αλλοίωση της ζωής μας .Είναι τα εργαλεία για τη διαμόρφωση ενός τυποποιημένου ηθικού και αξιακού κώδικα. Ο σκοταδισμός, ο φόβος και η αποχαύνωση της κοινωνίας των επινοημάτων μας εγκλωβίζουν στους ιδεολογικούς μηχανισμούς (οικογένεια, σχολείο, πανεπιστήμιο, στρατός καριέρα, γάμος και πάλι οικογένεια) για τους οποίους δεν μπορούμε να υπάρχουμε παρά μόνο μέσω της υποταγής μας. Είναι το συμβόλαιο μιας προγραμματισμένης ζωής που υπογράφουμε απ’ τη κοιλιά της μάνας. Είναι η απώλεια κάθε επιθυμίας για πραγματική ζωή.

Η ΕΠΑΡΑΤΗ ΝΟΣΟΣ ΤΗΣ ΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΑ ΘΥΜΑΤΑ ΤΗΣ

Η ανοικοδόμηση της καπιταλιστικής μηχανής στις σύγχρονες δημοκρατικές κοινωνίες προτείνει ένα επαναπροσδιορισμό των σχέσεων μέσω νέων προοπτικών. Η εξατομίκευση, η ρουφιανιά, η ιδιοτέλεια, το ψέμα το “κοιτάω τη πάρτη μου”, είναι οι σύγχρονες κοινωνικές αξίες που καθιστούν αδύνατη τη διαμόρφωση μιας ακέραιης προσωπικής ταυτότητας. Οι σχέσεις πλέον αποκτούν μια αλλοτριωμένη
αξία. Η αναπαραγωγή τυποποιημένων χειρονομιών, συμπεριφορών και λέξεων απονεκρώνουν το αληθινό βίωμα, διαμορφώνουν ένα πλασματικό “εγώ”, ένα κακέκτυπο των διαφημίσεων.

Αναγνωρίζουμε πια τον εαυτό μας μέσα από το αυτοκίνητο μας, τα μοντέρνα ρούχα μας. τη κατάλευκη οδοντοστοιχία μας, το σέξι σωματοτυπό μας. Όλα αλλάζουν για να μείνουν τελικά τα ίδια. Μια επίπλαστη πραγματικότητα μας επιβάλει να αναζητούμε την “ευφάνταστη” εμπειρία .Να πουλήσουμε τους εαυτούς μας ώστε να ζήσουμε το μύθο της ομορφιάς, της δύναμης και του πλούτου. Όμως οι υποσχέσεις δεν κρατάνε πολύ και σύντομα ξαναγυρνάμε πίσω στη κατάθλιψη. Γι’ αυτό και οι παραινέσεις των ηγετών της βιομηχανίας της διασκέδασης να είμαστε ευτυχισμένοι είναι παραινέσεις για να θάψουμε ακόμα πιο βαθιά τη δυστυχία που μας περιβάλει. Να αποδεχθούμε ότι επιβιώνουμε μέσα από μια διαδικασία αποδόμησης της ίδιας μας της ζωής και ότι πλέον θα χτίζουμε σχέσεις με ένα νέο σύστημα αξιών. Την εσωστρέφεια, την ιδιοτέλεια, την ανειλικρίνεια, τη χρηστικότητα. Τη μοχθηρότητα ώστε να προφυλάξουμε την κατασκευασμένη ύπαρξη μας.

Η ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ ΚΑΙ ΤΑ ΝΟΜΙΜΟΦΡΟΝΑ ΤΕΚΝΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

Στις σύγχρονες δημοκρατικές κοινωνίες η κυριαρχία οχυρώνεται μέσω της αναβάθμισης της καταστολής. Μέσω της επιτήρησης, της χαρτογράφησης και της παρακολούθησης των ατόμων. Η καταστολή δεν αφορά μόνο τους παραβάτες. Δεν βρίσκεται μόνο στις φυλακές και τα αστυνομικά τμήματα αλλά απελαύνει στο καθένα μας. Είναι ο εσωτερικευμένος φόβος που μας κάνει υπάκουους και πειθαρχημένους. Είναι η εξάλειψη κάθε ελπίδας για αντίσταση και η διαστρέβλωση της έννοιας της ως μια μάταιη και αυτοκαταστροφική διαδικασία.

Η καταστολή είναι μια διάχυτη κοινωνική σχέση. Βρίσκεται μέσα στα σπίτια μας, στις δειλές διδαχές των γονιών μας για συμμόρφωση και υπακοή. Βρίσκεται στην τιμωρία του πατέρα. Βρίσκεται στα σχολεία, σ ‘ αυτά τα κατασκευαστήρια ανθρώπων με φοβική ταυτότητα ώστε να είναι εναρμονισμένοι με την αλλοτρίωση που τους περιβάλλει. Ωστε να είναι έτοιμοι να αποδεχθούν σιωπηλά μια ζωή στο στρατιωτικοποιημένο περιβάλλον της μητρόπολης. Να μάθουν ότι οι κάμερες είναι η προέκταση της “ελευθερίας” τους. Για την ασφάλεια, τη δικιά τους και του πλούτου τους. Να μάθουν ότι οι δρόμοι δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια πασαρέλα επίδειξης των καουμπόηδων της αστυνομίας. Ότι τα αστυνομικά τμήματα, αυτά τα εκπαιδευτήρια ένστολων βιαστών, φονιάδων και βασανιστών, είναι τα φρούρια της προστασίας του πολίτη. Ότι τα σύνορα δεν είναι χώροι εκτελεστικών αποσπασμάτων αλλά οι κορυφογραμμές του έθνους που με τιμή όσοι υπηρετούν εκεί μας προστατεύουν από τους ξένους εισβολείς

Εμείς στις παραπάνω διδαχές πήραμε απουσία. Μάθαμε όμως στο δρόμο ότι και ο τελευταίος μπάτσος έχει πλήρη επίγνωση του ρόλου που του έχει αναθέσει η εξουσία. Ότι γίνεται συνειδητά το μακρύ της χέρι.

Ο κύριος Χρυσοχοϊδής από τη πρώτη στιγμή που ανέλαβε τα καθήκοντα του θέλησε να κάνει το βήμα παραπέρα. Να μετατρέψει τους φοβισμένους υπηκόους σε άμεσους συνεργούς του. Η πρακτική της επικήρυξης είναι απόπειρα διάχυσης κανιβαλικών ενστίκτων. Είναι το ύπουλο μέσο για τη δημιουργία ενός νέου τύπου αξιών. Της καχυποψίας, του κοινωνικού ντεντεκτιβισμού και της κατάδοσης. Τη δημιουργία τελικά, μιας αυτοεπιτηρούμενης κοινωνίας οπού ο ένας θα ελέγχει τον άλλο. Ήδη είχαμε πριν από λίγους μήνες τον πρώτο χαφιέ περιπτερά που επικήρυξε τον « δράστη» που ούτε καν τον λήστεψε. Σκέψου λοιπόν Έλληνα πολίτη για πόσες χιλιάδες ευρώ πουλάς την αξιοπρέπεια σου Για πόσες χιλιάδες ευρώ θα φορέσεις τη κουκούλα του χαφιεδισμού Αίπλα σου κυκλοφορούν χιλιάδες νόμιμοι πιστολάδες. Απ’ αυτούς να φυλάγεσαι και απ’ τα “χαλασμένα” τους πιστόλια που ” τυχαία” εκπυρσοκροτούν.

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

Κύριε αρχηγέ του υπουργείου προστασίας του πολίτη ρουφιάνο», βετεράνε της καταπολέμησης της τρομοκρατίας, τιμημένο πρόσωπο των Αμερικάνων φίλων σου, όσοι ονειρεύονται εξεγέρσεις πάντα θα βρίσκουν τον τρόπο να τις ζήσουν. Κι ας είναι κόντρα στους καιρούς. Κι ας είναι λίγοι. Γιατί όσο υπάρχουν δίπλα μας ένστολοι φονιάδες τόσο εμείς θα γεμίζουμε τα όπλα μας και θα ανάβουμε το φυτίλι της οργής μας. Βετεράνε MICHAELκάποιοι ξεχνούν, εμείς όμως όχι. Η σοσιαλιστική πολιτική σας ήταν αυτή που χρησιμοποίησε εναντίον μας την εφεδρική αστυνομία της χρυσής αυγής, ήταν αυτή που έσπασε το άσυλο για πρώτη φορά μετά τη χούντα στο χημείο το ’85,στην ΑΣΟΕΕ το ’94 και στο πολυτεχνείο το ’95. Ήταν αυτή που δολοφόνησε το ’81 το Κουμή και τη Κανελλοπούλου, το ’85 το Μιχάλη Καλτεζά και τον αντάρτη πόλης Χρήστο Τσουτσοοβή, το ’87 τον ανυπότακτο Μιχάλη Πρεκα, το ’96 τον αναρχικό επαναστάτη Χριστόφορο Μαρίνο, και το ’99 τον αξιοπρεπή αγωνιστή των φυλακών Χάρη Τεμπερεκίδη. Δεν ξεχνάμε επίσης και όλους αυτούς που χωρίς να τους γνωρίζουμε σοσιαλιστικά βασανίστηκαν και σοσιαλιστικά δολοφονήθηκαν.

Αναλαμβάνουμε την ευθύνη για τη αποστολή σφαιρών στους κυρίους Πρετεντέρη και Κούγια και για την βομβιστική επίθεση τη Παρασκευή 15/1 στο υπουργείο τύπου.

21/12/2008. Ημέρες γιορτής και χαράς για κάποιους που θέλουν να εδραιώσουν τη καριέρα τους πάνω σε νεκρούς. Αποφασίσαμε λοιπόν να συμβάλουμε στη χαρά τους στέλνοντας από ένα δώρο διόλου συμβολικό. Από δύο σφαίρες των 9mmστάλθηκαν στους “καταξιωμένους ” κυρίους Πρετεντέρη και Κούγια. Ο καθένας από αυτούς είναι για εμάς ιδιαίτερα ξεχωριστός. Ο κ. ΠΡΕΤΕΝΤΕΡΗΣ είναι ο σύγχρονος νεοέλληνας δημοκράτης MEGA- δημοσιογραφίσκος, με στυλιζαρισμένο μπλαζέ υφάκι, ασημωμένη γραβάτα και χρυσά μανικετόκουμπα. Αν και με το στόμα γεμάτο λιπ-γκλος νομίζει ότι μπορεί να συκοφαντεί, να παραπληροφορεί, να απειλεί, να σπιλώνει, να χαφιεδίζει και να προπαγανδίζει, εκτελώντας εντολές από τα ανάκτορα της δημοκρατίας. ΕΙΜΑΣΤΕ ΠΙΣΩ ΣΟΥ. κ. ΚΟΥΓΙΑΣ, ο άνθρωπος αχιβάδα. ΕΙΜΑΣΤΕ ΠΙΣΩ ΣΟΥ

15/1/2010. Έχουμε ένα σύγχρονο πόλεμο παραπληροφόρησης που στοχεύει στον ανθρώπινο νου, στην ατομική συνείδηση και τελικά στην ίδια μας την ύπαρξη. Στο πόλεμο αυτό δεν πρέπει να μείνουμε αμέτοχοι. Το βράδυ της παρασκευής 15/1 επιτεθήκαμε στο υπουργείο προπαγάνδας γνωστό και ως υπουργείο τύπου. Με την επιχείρηση μας αυτή θελήσαμε να αποδιοργανώσουμε-έστω και για λίγο, το στρατηγείο διασποράς ψευδών ειδήσεων. Θέλαμε να υπενθυμίσουμε στους δημοσιογράφους, αυτό το διάσημο καρναβάλι των εκλεκτών, ότι θα πρέπει να μάθουν να ζουν με το φόβο. Γιατί αυτοί οι ρουφιάνοι, προστάτες των ταπεινών και ευσεβών χριστιανών με τη δύναμη της εικόνας τους διαστρεβλώνουν τη πραγματικότητα και μας καταδικάζουν σε μια ισόβια διανοητική παραμόρφωση. Γιατί αυτοί οι άθλιοι, εκπορνευμένοι, ψυχροί εκτελεστές του ήθους και της αξιοπρέπειας εισβάλουν σε κάθε πτυχή της ζωής μας συντελώντας στη διαμόρφωση ενός νέου τύπου ανθρώπου, του “ενεργητικού τηλεθεατή – τηλεαποχαυνωμένου υπηκόου”. Γιατί προπαγανδίζουν τις αξίες του σύγχρονου πολιτισμού. Την απάθεια και την άνευ όρων παράδοση σε μια εικονική πραγματικότητα όπου πάντα κάποιοι άλλοι θα μιλάνε, θα κρίνουν και θα αποφασίζουν για εμάς .

Υ.Γ.

Δεν πιστεύουμε στην δικαιοσύνη σας Δεν περιμένουμε τίποτα απο αυτη. Θέλουμε εκδίκηση. Και θα την πάρουμε. Είμαστε κι εμείς στη σειρά αναμονής για την υποδοχή του κ.Κορκονεα

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ. ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ.

Ε.Ο. 6 ΔΕΚΕΜΒΡΗ