Την έναρξη δηµόσιας διαβούλευσης µε τους µαθητές για τον χρόνο υποβολής του Μηχανογραφικού ∆ελτίου από το 2011 προαναγγέλλει ο υφυπουργός Παιδείας Γιάννης Πανάρετος σε συνέντευξή του στα «Νέα». Ο ίδιος έχει εισηγηθεί την κατάθεση των Μηχανογραφικών όχι πια τον Ιούλιο αλλά την άνοιξη, υποστηρίζοντας ότι περισσότερο περιορίζει παρά βοηθάει τους υποψηφίους το να γνωρίζουν τους βαθµούς τους προτού το συµπληρώσουν.

Ads

Ο υφυπουργός τονίζει ότι η απόφαση θα ληφθεί µε κριτήριο την καλύτερη εξυπηρέτηση των υποψηφίων: «Το θέµα αυτό αφορά και επηρεάζει αποκλειστικά τους υποψηφίους. Είναι λοιπόν οι υποψήφιοι και οι οικογένειές τους εκείνοι, των οποίων η γνώµη θα έχει καθοριστική σηµασία στη λήψη της τελικής απόφασης. Για τον λόγο αυτό, θα τεθεί σύντοµα σε διαβούλευση, όπου θα εκτεθούν οι λόγοι που συνηγορούν στην αλλαγή του χρόνου υποβολής, για να διατυπωθούν όλες οι απόψεις και να ληφθεί τελική απόφαση».

Ακόμα, ο κ. Πανάρετος προαναγγέλλει επίσης εκτεταμένες συνενώσεις τμημάτων σε πανεπιστήμια και ΤΕΙ, με την έναρξη του εκπαιδευτικού «Καλλικράτη», καθώς και ισχυροποίηση της Μεταδευτεροβάθµιας Εκπαίδευσης, «χωρίς να υπάρχουν στεγανά κινητικότητας οριζοντίως και καθέτως».

Συγκεκριμένα αναφέρει: «Σήµερα έχουµε το µεγαλύτερο ποσοστό νέων που εισάγονται στην Τριτοβάθµια Εκπαίδευση, από τα χαµηλότερα ποσοστά ολοκλήρωσης σπουδών και από τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας πτυχιούχων. Ταυτόχρονα, έχουµε έλλειψη αξιόπιστης ενδιάµεσης εκπαιδευτικής βαθµίδας. Πρέπει να υπάρξει εξορθολογισµός της Τριτοβάθµιας Εκπαίδευσης και να διαµορφωθεί αξιόπιστη µεταδευτεροβάθµια βαθµίδα µε άµεση πρόσβαση στην αγορά εργασίας, αλλά χωρίς στεγανά κινητικότητας οριζοντίως και καθέτως, που θα καλύπτει και τοπικές ανάγκες. Το πρώτο πράγµα που πρέπει να κάνουµε είναι η συνένωση τµηµάτων που σήµερα είναι άκρως εξειδικευµένα. Και θα το κάνουµε».

Ads

Όσον αφορά στην αλλαγή του τρόπου διοίκησης µε τη θέσπιση συµβουλίων σε πανεπιστήµια και ΤΕΙ, υποστηρίζει ότι είναι µια πρακτική που ακολουθείται σε πολλές χώρες, ενώ στον αντίλογο που υποστηρίζει ότι στην Ελλάδα αυτό προσκρούει στο Σύνταγμα, ο υφυπουργός απαντά: «Ενα κείµενο διαβούλευσης όµως δεν µπορεί να κρίνεται αντισυνταγµατικό! Οταν το κείµενο λάβει µορφή νόµου, θα περάσει από επεξεργασία των νοµικών τουυπουργείου, της Νοµοπαρασκευαστικής Επιτροπής και της Επιστηµονικής Υπηρεσίας της Βουλής. Εποµένως, δεν έχουν λόγο να ανησυχούν όσοι προβληµατίζονται για το νοµικό µέρος, αν ειλικρινά αυτό τους απασχολεί. Είναι λάθος να παγιδευτούµε σε µία αποπροσανατολιστική συζήτηση και να χάσουµε την ουσία».

Επισημαίνει ακόμα πως «κάποιοι λαθεµένα αναφέρουν «µάνατζερ», αλλά στις προτάσεις µας λέµε ότι ο πρύτανης είναι οπωσδήποτε καθηγητής. Ας ξεπεράσουµε τα κινδυνολογικά σύνδροµα, το πανεπιστήµιο δεν κινδυνεύει από την υιοθέτηση των καλώνδιεθνών πρακτικών. Το πανεπιστήµιο κινδυνεύει κυρίως από την εσωστρέφεια και από πρακτικές που το ίδιο υιοθετεί, και που δεν ανταποκρίνονται στις παραδοσιακές αρχές ακαδηµαϊκής λειτουργίας».

Αναφερόμενος στο κείμενο διαβούλευσης για τις αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και στις προτάσεις που ετοιμάζουν τα πανεπιστήμια ο υφυπουργός Παιδείας απαντά: «Είναι καλό να γνωρίζει ο καθένας τον ρόλο του. ∆εν µπορεί µια Σύγκλητος να γίνει το Βατικανό της ελληνικής επικράτειας, αγνοώντας πλήρως τις προτάσεις της κυβέρνησης. Η κυβέρνηση θεωρεί εξαιρετικά γόνιµο το να γίνεται διαβούλευση πάνω στις προτάσεις. Υπάρχουν οι κεντρικές πολιτικές κατευθύνσεις, αλλά υπάρχει και δυνατότητα εποικοδοµητικής συζήτησης για την ενδεχόµενη βελτίωση ή ακόµα και τροποποίησή τους».