Ακόμα και ο Στέφανος Κασιμάτης από «Τα Νέα» (τη ναυαρχίδα των φιλοκυβερνητικών εφημερίδων) «καρφώνει» την κυβέρνηση για το φιάσκο με την Πανεπιστημιακή Αστυνομία.

Ads

Ο αρθρογράφος της εφημερίδας χαρακτηρίζει «κανονική κωμωδία» την υπόθεση της Πανεπιστημιακής Αστυνομίας, την οποία ο ίδιος βαφτίζει σε «Προστατευόμενες Ομάδες Προστασίας Περίφραξης Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων».

Ο αρθρογράφος βάζει στο στόχαστρο τους Γεραπετρίτη και Θεοδωρικάκο, καθώς όπως γράφει, ο Γιώργος Γεραπετρίτης «έβαλε το δαχτυλάκι του στο φιάσκο της ΠΟΠΠΠΙ». «Ο υπουργός Επικρατείας καθυστέρησε τις απαιτούμενες προσλήψεις, με αποτέλεσμα να χαθεί η δυναμική της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας», σημειώνει.

Αντίστοιχα για τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη Τάκη Θεοδωρικάκο αναφέρει ότι επισημοποιείται την προστασία της Πανεπιστημιακής Αστυνομίας από τα ΜΑΤ και σημειώνει «η ξεφτίλα (ας μην κοροϊδευόμαστε), την οποία είδαμε στην πρεμιέρα, καθιερώνεται».

Ads

Αναλυτικά στο άρθρο του με τίτλο «Η διαχείριση μιας αποτυχίας», ο Στέφανος Κασιμάτης αναφέρει:

Πόλεμος, ενεργειακή κρίση, επιστροφή του πληθωρισμού, εκλογές με απλή αναλογική, η τρέλα του Ερτογάν και πόσα άλλα ακόμη.

Με όλα αυτά, η διακυβέρνηση της χώρας είναι μια σοβαρή υπόθεση, αναπόφευκτα όμως είναι και ζοφερή.

Για τον λόγο αυτόν, είναι πάντα χρήσιμο να υπάρχει στην κυβερνητική ατζέντα και ένα θέμα που να μας επιτρέπει να ευθυμήσουμε λιγάκι, να έχουμε ένα διάλειμμα αναψυχής από τον ζόφο της επικαιρότητας. Αυτό το διάλειμμα μας παρέχει η υπόθεση της Πανεπιστημιακής Αστυνομίας (ΟΠΠΠΙ), που εξελίχθηκε σε κανονική κωμωδία.

Θυμίζω ότι, μετά την αποτυχημένη πρεμιέρα, τα καθήκοντα της Ομάδας Προστασίας Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων (ΟΠΠΙ) περιορίζονται και επισήμως πλέον στον εξωτερικό χώρο της περίφραξης των ιδρυμάτων και, συνεπώς, στο ακρωνύμιο της ομάδας προστίθεται ένα τρίτο πι και γίνεται ΟΠΠΠΙ (Ομάδες Προστασίας Περίφραξης Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων).

Ομως και αυτό πρέπει να αλλάξει! Διότι διαβάζω την ομιλία, που απηύθυνε προ ημερών ο υπουργός Τάκης Θεοδωρικάκος στα στελέχη της ΟΠΠΠΙ για να τα εμψυχώσει, όπου διαπιστώνω ότι επισημοποιείται και η συνοδεία τους από τα ΜΑΤ. Με άλλα λόγια, η ξεφτίλα (ας μην κοροϊδευόμαστε), την οποία είδαμε στην πρεμιέρα, καθιερώνεται.

«Μέχρις ότου καταστεί πλήρης η εφαρμογή του νόμου και από την πλευρά των πανεπιστημίων», είπε ο υπουργός, «οι Ομάδες Προστασίας Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων θα συνοδεύονται από άλλες δυνάμεις της Ελληνικής Αστυνομίας».

Επομένως, το ΟΠΠΠΙ γίνεται ΠΟΠΠΠΙ, καθώς μιλούμε πλέον για Προστατευόμενες Ομάδες Προστασίας Περίφραξης Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων.

Βρίσκω τη νέα ονομασία πολύ πιο εύηχη, έχει μάλιστα το πλεονέκτημα ότι προσφέρεται για λογοπαίγνια: όταν λ.χ. έχουμε επεισόδια και βιαιοπραγίες σε κάποια πανεπιστημιακή σχολή θα μπορούμε να λέμε «έγινε της ΠΟΠΠΠΙς». Προσπαθώ να διακωμωδήσω ένα θέμα πολύ σοβαρό, διότι η φάρσα της ΠΟΠΠΠΙ εκτυλίσσεται εις βάρος του πανεπιστημίου, του σημαντικότερου θεσμού για την πνευματική πρόοδο μιας οργανωμένης κοινωνίας.

Να με συγχωρούν όσοι θίγονται από τη στάση μου ή τη θεωρούν κυνική, αλλά εγώ μόνον έτσι μπορώ να χωνέψω τη συγκεκριμένη κυβερνητική αποτυχία. Τι άλλο να κάνουμε, εκτός από το να αποδεχθούμε την πραγματικότητα; Καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να τα λύσει όλα.

Οι πόροι και τα μέσα που έχει στη διάθεσή της είναι πάντοτε πεπερασμένα, ενώ οι στόχοι και οι επιθυμίες δεν έχουν τελειωμό.

Πράγματι, η κοινωνία έχει κουραστεί από την κατάσταση ομηρείας των πανεπιστημίων, που ξεκίνησε ως γραφικότητα της Μεταπολίτευσης και κατάντησε νοσηρότητα. Η κυβέρνηση είχε την πρόθεση να αντιμετωπίσει το πρόβλημα· όχι όμως ολόκληρη η κυβέρνηση.

Η προσπάθεια συνάντησε αντιδράσεις εκ των έσω, καθώς κρίσιμα πρόσωπα για την εφαρμογή του νόμου δεν πίστεψαν σε αυτόν ή, τέλος πάντων, είχαν τις επιφυλάξεις τους.

Δεν είναι μόνον ο αρμόδιος υπουργός – για τον οποίον όλοι έχουμε καταλάβει, ας μην επαναλαμβάνομαι. Μαθαίνω από πανεπιστημιακές πηγές, που υποστήριξαν τον νόμο, ότι και ο Γιώργος Γεραπετρίτης έβαλε το δακτυλάκι του στο φιάσκο της ΠΟΠΠΠΙ.

Ο υπουργός Επικρατείας καθυστέρησε τις απαιτούμενες προσλήψεις, με αποτέλεσμα να χαθεί η δυναμική της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας.

Αντιλαμβάνομαι ότι αυτό που απομένει πλέον μέχρι τις εκλογές είναι η αναγκαία διαχείριση της αποτυχίας. Να τηρηθούν κάπως τα προσχήματα, με άλλα λόγια. Να δικαιολογηθεί όσο γίνεται το φιάσκο. Απολύτως εύλογη η σκοπιμότητα, όμως ο κατάλληλος τρόπος οπωσδήποτε δεν είναι η μετάθεση των ευθυνών στις πανεπιστημιακές αρχές.

Οι τελευταίες ήσαν πάντα μέρος του προβλήματος. Μετά από τόσα χρόνια ομηρείας, οι πανεπιστημιακές αρχές έχουν βρει ένα modus vivendi με την κατάσταση, ώστε ο καθένας να κάνει τη «δουλίτσα» του. Αν ο σχεδιασμός της κυβέρνησης δεν υπολόγισε αυτό το στοιχείο, δική της είναι η ευθύνη.

Ισως το παράδειγμά μου να είναι υπεραπλουστευτικό, αλλά δεν μπορούμε να λέμε ότι οι κλέφτες φταίνε που κλέβουν, επειδή εμείς δεν μπορούμε να τους πιάσουμε. Ούτε μπορούμε να τους καλούμε να μην κλέβουν, ούτε βέβαια να κατηγορούμε τους μάρτυρες (τις πανεπιστημιακές αρχές, εν προκειμένω) που δεν μιλούν, επειδή φοβούνται.

Τι μπορούμε να κάνουμε; Τίποτε, εκτός από το να περιμένουμε την επόμενη ευνοϊκή συγκυρία. Την επόμενη φορά δηλαδή που θα συμπέσουν η αγανάκτηση της κοινωνίας με τις προθέσεις της κυβέρνησης. Μέχρι τότε, ας το θεωρήσουμε ως κάτι παραπλήσιο του Κυπριακού. Κάτι που ελπίζουμε ότι λύνεται, ενώ στο βάθος ξέρουμε ότι δεν λύνεται – διότι με το ξύλο και τη βία τα γνωστά ρεμάλια απέκτησαν την εξουσία τους στα πανεπιστήμια, μόνο με το ξύλο θα την παραδώσουν…